Τελευταία Νέα

JRC: Πώς το πράσινο υδρογόνο μπορεί να γίνει επιβλαβές για το περιβάλλον

JRC: Πώς το πράσινο υδρογόνο μπορεί να γίνει επιβλαβές για το περιβάλλον

Έκθεση του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνει ότι οι εισαγωγές πράσινου Η2 στην Ευρώπη θα ήταν χειρότερες σε σύγκριση με την εγχώρια παραγωγή

Τα προκαταρκτικά ευρήματα του Κοινού Κέντρου Ερευνών υποδηλώνουν ότι οι φορείς H2 όπως η αμμωνία είναι η χειρότερη επιλογή για εισαγωγές όσον αφορά το συνολικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.

Η ΕΕ έχει δεσμευτεί να εισάγει το ήμισυ του στόχου της 20 εκατομμυρίων τόνων υδρογόνου που χρησιμοποιείται ετησίως έως το 2030, προκειμένου να μειώσει τις εκπομπές CO2, αλλά η αποστολή H2 μέσω μεταφορέων όπως η αμμωνία, η μεθανόλη ή το συνθετικό φυσικό αέριο (SNG) θα μπορούσε να είναι πολύ δύσκολη και να έχει χειρότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε σύγκριση με την εγχώρια παραγωγή.

Αυτό σύμφωνα με μια νέα έκθεση του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (JRC) η οποία παρουσιάζει ανάλυση κύκλου ζωής για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και για περιβαλλοντικές συνέπειες, όπως η χρήση γης και νερού, η ρύπανση και η τοξικότητα για τον άνθρωπο.


Παραδείγματα επιβλαβούς υδρογόνου

Παρακάτω θα διαβάσετε ορισμένες περιπτώσεις που δείχνουν ότι το υδρογόνο έχει μεγάλες περιβαλλοντικές συνέπειες.

Συνοπτικά:

1) Ενώ η αναμόρφωση του ορυκτού αερίου με μεθάνιο ατμού για το γκρίζο υδρογόνο έχει τον υψηλότερο αντίκτυπο στο κλίμα (παράγοντας 11,4 κιλά ισοδύναμου CO2 ανά κιλό Η2), παραδόξως έχει χαμηλότερο περιβαλλοντικό αντίκτυπο σε πολλά μέτρα σε σύγκριση με τις εισαγωγές πράσινων μεταφορέων υδρογόνου.

2) Η παραγωγή πράσινου υδρογόνου απαιτεί την εγκατάσταση νέων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ηλεκτρόλυσης τα οποία απαιτούν τεράστιες ποσότητες χαλκού και αργύρου στην κατασκευή τους που ενώ υποβάλλονται σε επεξεργασία μπορούν να μολύνουν το περιβάλλον.

3) Κατά τον υπολογισμό της χρήσης ορυκτών πόρων, η επιτόπια παραγωγή γκρίζου υδρογόνου έχει τη χειρότερη συνολική περιβαλλοντική επίπτωση από οποιαδήποτε οδό για την παροχή H2 στην Ευρώπη.

4) Εν τω μεταξύ, τα πράσινα παράγωγα υδρογόνου, όπως η μεθανόλη, η αμμωνία, το SNG και οι φορείς υγρού οργανικού υδρογόνου (LOHC), είχαν όλα υψηλότερες συνολικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις από οποιαδήποτε από αυτές τις 3 διαδρομές, είτε παραδίδονται με αγωγό είτε με πλοίο.

5) «Η ενέργεια και οι πόροι που απαιτούνται για τη συσκευασία και την αποσυσκευασία του υδρογόνου σε πιο βολικούς χημικούς φορείς για μεταφορά (π.χ. αμμωνία, LOHC, μεθανόλη και SNG) καθιστούν αυτές τις επιλογές λιγότερο ελκυστικές όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

«Ακόμη και με τις πιο αισιόδοξες υποθέσεις για την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας για αυτούς τους χημικούς φορείς, οι περιβαλλοντικές τους επιδόσεις μπορεί να υπολείπονται του υγρού υδρογόνου και του συμπιεσμένου υδρογόνου που μεταφέρονται μέσω αγωγών», προειδοποιεί η έκθεση.

Η έκθεση λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο των απωλειών υδρογόνου στην ατμόσφαιρα που μπορεί έμμεσα να επιδεινώσει την υπερθέρμανση του πλανήτη.

Το υδρογόνο ως καύσιμο στα πλοία

Διαπιστώθηκε ότι η χρήση ανανεώσιμου υδρογόνου ως καυσίμου μείωσε το περιβαλλοντικό αποτύπωμα όλων των παραδόσεων μέσω πλοίου, λόγω χαμηλότερου αζώτου εκπομπές οξειδίων και σωματιδίων.

Η έκθεση σημείωσε ότι σε απόσταση συγκρίσιμη με αυτή μεταξύ Αυστραλίας και Ευρώπης, η μεθανόλη και η αμμωνία στη ναυτιλία είχαν αποτύπωμα άνθρακα παρόμοιο με το υγρό υδρογόνο (περίπου 3 κιλά ισοδύναμο CO2 ανά κιλό Η2) το τελευταίο είχε ακόμη χαμηλότερο περιβαλλοντικό αντίκτυπο, ιδιαίτερα εάν το υδρογόνο βρασμού χρησιμοποιήθηκε ως καύσιμο στο πλοίο.

«Ο συνολικός περιβαλλοντικός αντίκτυπος της μεταφοράς υγρού υδρογόνου σε απόσταση 20.000 χιλιομέτρων είναι χαμηλότερος από αυτόν της εισαγωγής υδρογόνου μέσω άλλων αερομεταφορέων σε απόσταση 2.500 χιλιομέτρων», σημειώνει η έκθεση.

 

Συστάσεις του Κοινού Κέντρου Ερευνών

Ενώ το Κοινό Κέντρο Ερευνών διευκρινίζει ότι τα ευρήματά του είναι μόνο προκαταρκτικά αποτελέσματα που βασίζονται σε μοντέλα, δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος της υποδομής για μεγάλης κλίμακας παραγωγή ή εισαγωγές δεν υπάρχει ακόμη στην Ευρώπη, διατυπώνει ορισμένες συστάσεις, όπως:

- Δίνοντας προτεραιότητα στην επιτόπια παραγωγή υδρογόνου που χρησιμοποιεί τοπικές άφθονες ανανεώσιμες πηγές, όπου είναι δυνατόν.

- Επικέντρωση των προσπαθειών έρευνας και ανάπτυξης σε μεθόδους μεταφοράς υδρογόνου με το χαμηλότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, π.χ. μεταφορά υγρού υδρογόνου και αγωγούς για συμπιεσμένο αέριο H2.

- Εργασία για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των ανάντη ανανεώσιμων πηγών ηλεκτρικής ενέργειας, ιδιαίτερα των ηλιακών φωτοβολταϊκών πάνελ.

- Διασφάλιση της ενεργειακής απόδοσης των χημικών φορέων υδρογόνου σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού, «με ιδιαίτερη προσοχή στη φάση παράδοσης».

- Συντόμευση της απόστασης εισαγωγής για ανανεώσιμο υδρογόνο.

- Ελαχιστοποίηση της ποσότητας υδρογόνου που χάνεται στην ατμόσφαιρα σε όλη την αλυσίδα αξίας.

- Επένδυση του δυναμικού του ανανεώσιμου υδρογόνου και των ηλεκτρονικών καυσίμων ως καύσιμα ναυτιλίας.

- Διεξαγωγή πρόσθετων περιβαλλοντικών αξιολογήσεων του κύκλου ζωής, πέρα από τις κλιματικές επιπτώσεις, για διαφορετικές περιπτωσιολογικές μελέτες για τον προσδιορισμό της καλύτερης διαδρομής παράδοσης.

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης