Όσο η κατάσταση στην Ουκρανία εξελίσσεται σε μια παρατεταμένη πολεμική αναμέτρηση Δύσης – Ρωσίας, χωρίς προοπτική άμεσης ειρηνικής διευθέτησης, αλλά με σημάδια κλιμάκωσης και μεγαλύτερης εμπλοκής του ΝΑΤΟ, τόσο η ενεργειακή κρίση θα αποκτά πιο μόνιμα χαρακτηριστικά. Μια ενεργειακή κρίση που έχει μετασχηματιστεί ήδη σε έναν ενεργειακό πόλεμο και τον οποίο η χώρα μας τον πληρώνει πολύ πιο ακριβά από άλλους. Πέραν από τις διεθνείς αναταράξεις που επιβάρυναν την ενεργειακή ακρίβεια, η Ελλάδα ήταν και είναι σταθερά στις πιο ακριβές χώρες της Ευρώπης στην χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας. Σπάμε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική αγορά είχε και έχει στρεβλώσεις ολιγοπωλιακού χαρακτήρα, οι οποίες καθιστούν εξαιρετικά ακριβά ορισμένα ενεργειακά προϊόντα και υπηρεσίες. Βρεθήκαμε πιο ευάλωτοι σε αυτόν τον ενεργειακό πόλεμο και οι πολίτες βάζουν ολοένα και πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη, τόσο για την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών, όσο και για την κάλυψη των καθημερινών τους μετακινήσεων.
Η Κυβέρνηση της ΝΔ «έσπειρε ενεργειακούς ανέμους» βάζοντας εμπόδια στην ανάπτυξη πολλών μικρών έργων Α.Π.Ε., πριμοδοτώντας μόνο τα μεγάλα έργα που έχουν μεγαλύτερους χρόνους κατασκευής και απόδοσης. Δεν «έτρεξε» με προτεραιότητα τις όποιες πιθανές περιοχές για εξεύρεση υδρογονανθράκων, παρά εμφάνιζε μια διγλωσσία στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Δυστυχώς, δεν είχε αποκωδικοποιήσει σωστά τις διεθνείς εξελίξεις και δεν είχε δει τα σύννεφα πολέμου πάνω από την Ουκρανία. Πήρε το ρίσκο και αντικατέστησε τον ακριβό λιγνίτη με το πανάκριβο πλέον, εισαγόμενο φυσικό αέριο και αύξησε την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο κατά 25% το 2021, στέλνοντας μετά τον λογαριασμό με ρήτρα αναπροσαρμογής στους πολίτες. Τώρα έρχεται να «θερίσει οικονομικές θύελλες».
Στο Κίνημα Αλλαγής είχαμε εγκαίρως κρούσει το καμπανάκι κινδύνου - ήδη από τον Σεπτέμβριο - ότι η ενεργειακή κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη και ότι δεν είχαμε δει ακόμα την κορύφωσή της. Στην συζήτηση του Προϋπολογισμού, τον Δεκέμβριο του 2021, προειδοποιούσα την Κυβέρνηση της ΝΔ που μιλούσε για ολική επιστροφή στην κανονικότητα το 2022 και πανηγύριζε για….επικείμενους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ότι έπαιρνε στα «αψήφιστα», δυο πολύ σημαντικούς παράγοντες, οι οποίοι θα επηρεάσουν καθοριστικά την αναπτυξιακή πορεία το προσεχές έτος, πέραν από την πανδημία. Την ενεργειακή κρίση και τον Πληθωρισμό που άγγιζε τότε το 5%. Ο κ. Σκυλακάκης δήλωνε τον Ιανουάριο του 2022 ότι…«για κάθε 10 ευρώ αύξηση στο φυσικό αέριο, η οικονομία επιβαρύνεται με 600 εκατ. Ευρώ» αλλά παρόλα αυτά «οι πολίτες θα βιώσουν το 2022 μία οικονομία που θα πηγαίνει κάθε ημέρα και καλύτερα».
Και τώρα, με τον Πληθωρισμό να έχει διπλασιαστεί, φτάνοντας σε υψηλό 28ετίας στο 10,4%, η Κυβέρνηση έρχεται απλά να διαπιστώσει τα καταστροφικά οικονομικά αποτελέσματα των δικών της ενεργειακών επιλογών και ο κ. Σκυλακάκης στην ανακοίνωση των νέων μέτρων έριξε το φταίξιμο της αύξησης των τιμολογίων του ρεύματος στο….φυσικό αέριο, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η πηγή του κακού είναι το φυσικό αέριο που αυξήθηκε κατά 5 φορές». Υπάρχει πιο κυνική ομολογία…ενεργει-οικονομικής αποτυχίας ; Κι όμως, η μόνιμη επωδός της Κυβέρνησης μέχρι πρότινος, ήταν ότι τόσο η ενεργειακή κρίση, όσο και ο Πληθωρισμός, είναι παρωδικά φαινόμενα.
Οι τεράστιες επιβαρύνσεις στο ενεργειακό κόστος, χτυπούν και γονατίζουν κάθε νοικοκυριό και κάθε επιχείρηση. Επηρεάζουν κάθε αναπτυξιακή προοπτική και «ροκανίζουν» την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Φοβάμαι ότι όπως η Κυβέρνηση έκανε μια από τις μεγαλύτερες δημοσιονομικές παρεμβάσεις παγκοσμίως και διέθεσε πάνω από 40 δις. ευρώ κατά των επιπτώσεων της πανδημίας, αλλά παρόλα αυτά είχαμε την τρίτη βαθύτερη ύφεση στην Ε.Ε. το 2020 και μόλις τη 17η σε ανάκαμψη το 2021, έτσι και τώρα τα αποτελέσματα των ενεργειακών της επιλογών δεν θα έχουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα και όφελος. Με δυο λόγια: η Κυβέρνηση της ΝΔ δαπάνησε τα περισσότερα, αλλά πέτυχε τα λιγότερα τόσο στην Οικονομία όσο και στην Ενέργεια.
Αρνείται να κάνει τομές και μεταρρυθμίσεις γρήγορα και στοχευμένα. Δαπανά ολοένα και μεγαλύτερα ποσά στις επιδοτήσεις ρεύματος αλλά το αποτέλεσμα παραμένει απογοητευτικό και οι ελληνικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά όχι μόνο ενεργειακή «ανάσα» δεν παίρνουν, αλλά θα περάσουμε από τα «κόκκινα» δάνεια στους «κόκκινους» λογαριασμούς ρεύματος, που θα είναι τροχοπέδη της όποιας ανάπτυξης τελικά καταγραφεί για το 2022. Οι ευάλωτοι καταναλωτές, θα παραμένουν ευάλωτοι στην επόμενη έξαρση της κρίσης και θα αναμένουν πάλι από το κράτος να επιδοτήσει τους λογαριασμούς τους.
Η καθυστερημένη εντολή του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας προς την ΡΑΕ για έλεγχο της κερδοφορίας των ενεργειακών εταιρειών ήρθε μόνο αφού η αντιπολίτευση ζήτησε να προσέλθει ο επικεφαλής της ΡΑΕ για ακρόαση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής. Ο δε έλεγχος αυτός περιορίστηκε μόνο σε τέσσερις καθετοποιημένες εταιρείες που παράγουν ενέργεια. Καμία κατεύθυνση στο να ελεγχθούν πιθανές πολιτικές χειραγώγησης από άλλους παρόχους ή προμηθευτές και εταιρείες πετρελαιοειδών. Με την τιμή της βενζίνης να είναι ήδη σε πρωτόγνωρα επίπεδα πάνω από 2,5 ευρώ το λίτρο, ακολουθώντας μια εντελώς ελληνική παραδοξότητα που δεν παρακολουθεί την παγκόσμια τάση των τιμών του κόστους πετρελαίου.
Ενώ δηλαδή διεθνώς έχουμε μικρές αυξομειώσεις στο κόστος πετρελαίου, στην Ελλάδα έχουμε μια μόνιμη αυξητική τάση. Κανένα επίσης μέτρο για μείωση του Ειδικού Φόρου στα καύσιμα αλλά και καμία κίνηση για μείωση των τιμών εισιτηρίων στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, όπως έκανε η Γερμανία όπου με 9 ευρώ οι πολίτες εκεί θα μπορούν από 1η Ιουνίου μέχρι 31 Αυγούστου να διασχίσουν με συγκεκριμένα μέσα από άκρη σε άκρη την χώρα. Δυστυχώς εδώ, η Κυβέρνηση διαλέγει για μια ακόμα φορά, τα χωρίς αποτέλεσμα επικοινωνιακά διαγγέλματα, παρά την αποτελεσματική ουσία. «Έσπειρε» ενεργειακούς ανέμους, θα «θερίσει» οικονομικές θύελλες.
Γιώργος Αρβανιτίδης
Βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης
Αν. Γραμματέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας Κινήματος Αλλαγής