Απόψεις

Κωνσταντίνα Κοτταρίδη (Επίκουρος Καθηγήτρια): Εννέα χρόνια φαγούρας – Ήρθε επιτέλους η ώρα να αναλάβουμε τις ευθύνες μας

Κωνσταντίνα Κοτταρίδη (Επίκουρος Καθηγήτρια): Εννέα χρόνια φαγούρας – Ήρθε επιτέλους η ώρα να αναλάβουμε τις ευθύνες μας
Mόνο με σοβαρές μεταρρυθμίσεις, σοβαρότητα, υπευθυνότητα, εργατικότητα και συνέπεια μπορούμε να επιβιώσουμε και να ανακάμψουμε δημιουργώντας μια σύγχρονη Ελλάδα
Η Ελλάδα έσπασε άλλο ένα ρεκόρ, αυτή τη φορά στην κρίση και τη μιζέρια.  Εννέα χρόνια παραμονής σε μια βαθιά κρίση με τραγικά για τη χώρα αποτελέσματα σε όλους τους τομείς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ούτε η Μεγάλη Ύφεση του 1929-1930 διήρκεσε τόσο, παρόλη τη σφοδρότητά της.
Ήδη τον πέμπτο χρόνο μετά το κραχ η οικονομία των ΗΠΑ είχε αρχίσει να ανακάμπτει.
Στη χώρα μας, εννέα χρόνια μετά, ακμάζει για πολλοστή φορά η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια, ο κίνδυνος του Grexit.  
Τι φταίει άραγε; Οι λάθος πολλαπλασιαστές; Τα σκληρά μέτρα των μνημονίων; Η κακή μας η μοίρα;
Εννέα χρόνια μετά, ήρθε θαρρώ το πλήρωμα του χρόνου να κοιταχτούμε καλά στον καθρέπτη και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας.
Κρίσεις θα συμβούν, προβλήματα θα υπάρξουν, λάθη θα γίνουν αλλά, όταν υπάρχει πολιτική βούληση, ευθυξία, οργάνωση και προγραμματισμός, τα πάντα μπορούν να ξεπεραστούν γρήγορα και με το μικρότερο δυνατό κόστος.
Από την εποχή του πρώτου μνημονίου κατέστη σαφές ότι η ελληνική οικονομία χαρακηρίζεται από εγγενείς θεσμικές αδυναμίες και χρόνια προβλήματα που παρεμποδίζουν την παραγωγικότητα και κατ‘ επέκταση την ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Η λύση ήταν μονόδρομος: βαθιές μεταρρυθμίσεις  που θα απελευθέρωναν παραγωγικούς πόρους.
Ο χρόνος, όπως λέει και ο σοφός λαός, είναι χρήμα, ειδικά σε τέτοιες περιπτώσεις.

Προστασία των κατεστημένων συμφερόντων

Ωστόσο, εμείς, βαδίζαμε εξ’ αρχής της κρίσης σαν να έχουμε άπλετο χρόνο μπροστά μας, προσπαθώντας να μην έρθουμε σε ρήξη με κατεστημένα και συμφέροντα δεκαετιών.
Το αποτέλεσμα ήταν να καταφεύγουμε σε υφεσιακά μέτρα μείωσης δαπανών και αύξησης της φορολογίας προκειμένου να υπάρξει δημοσιονομική προσαρμογή και να είμαστε σε θέση να αποπληρώνουμε τα δανεικά.
Αναμφισβήτητα, η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν εκ των ων ουκ άνευ, και το συμμάζεμα των δημοσιονομικών δαπανών από τις πλέον αναγκαίες δράσεις.
Για να συγκρατηθεί η ύφεση ωστόσο, που δεδομένα βαθαίνει τον πρώτο καιρό λόγω ακριβώς αυτών των περικοπών στις δαπάνες και την αύξηση των φόρων, θα έπρεπε παράλληλα να τρέχουν οι μεταρρυθμίσεις ως αντιστάθμισμα.
Βέβαια, οι μεταρρυθμίσεις δεν έχουν άμεσο δημοσιονομικό αποτύπωμα σε μια οικονομία, καθώς χρειάζεται χρόνος προκειμένου να αφομοιωθούν και να παράξουν αποτέλεσμα.
Ο άμεσος όμως αντίκτυπος θα ήταν η σηματοδότηση που θα δίναμε στη διεθνή κοινότητα ότι η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να προχωρήσει σε εκσυγχρονισμό του κράτους με σύγχρονες και ευέλικτες δομές.
Αυτό θα είχε μια σειρά από συνέπειες, με κύρια την προσέλκυση σοβαρών επενδυτών οι οποίοι, παρά την κρίση και την αβεβαιότητα, θα ήθελαν να τοποθετηθούν στρατηγικά σε μια Ευρωοαική χώρα που αναδιαρθρώνεται και εσκυγχρονίζεται.   

Το πολιτικό κόστος «φρενάρει» τις μεταρρυθμίσεις

Αντί του παραπάνω σεναρίου, παρατηρούμε βηματισμό χελώνας κατά τη διάρκεια των μνημονίων, απροθυμία ολοκλήρωσης μεταρρυθμίσεων μπροστά στο πολιτικό κόστος, έλλειψη συντονισμού και οργάνωσης μεταξύ των Υπουργείων και βαθύτερα υφεσιακά μέτρα.
Τα τελευταία δύο και πλέον χρόνια δε βιώνουμε σταθερή οπισθοδρόμιση ακόμα και σε ό, τι είχε γίνει προτάσσοντας το χειρότερο πρόσωπο του λαϊκισμού και της ασυδοσίας.
Ταυτόχρονα, δεν μπορώ να μη σχολιάσω το μέγα ζήτημα της νοοτροπίας η οποία διέπει τον λαό μας, που γαλουχήθηκε μέσα σε ένα συνεφάκι διαρκούς ευμάρειας με δανεικά χρήματα χωρίς πολύ κόπο, με επιδοτήσεις, με έργα χρηματοδοτούμενα από Ευρωπαϊκά κονδύλια, τα οποία τα θεωρούσαμε όλα πολύ φυσιολογικά και δεδομένα.  
Και ξαφνικά, αυτός ο λαός, ήρθε αντιμέτωπος με την σκληρή πραγματικότητα.
Και, όπως διδάσκει η ψυχολογία, η πρώτη αντίδραση είναι η άρνηση.
Αρνηθήκαμε τα πάντα, αρνηθήκαμε να αλλάξει το παραμικρό, ήμασταν πρόθυμοι να δεχτούμε τις όποιες αλλαγές μόνο όταν αυτές αφορούσαν κάποιους άλλους και όχι εμάς.
Θαρρώ πως τα ψέμματα τελείωσαν. Δεν έχουμε άλλο χρόνο.
Ή θα αντιληφθούμε ως λαός και ως πολιτικό σύστημα πως μόνο με σοβαρές μεταρρυθμίσεις, σοβαρότητα, υπευθυνότητα, εργατικότητα και συνέπεια μπορούμε να επιβιώσουμε και να ανακάμψουμε δημιουργώντας μια σύγχρονη Ελλάδα, ή πολύ σύντομα θα καταδικαστούμε στην ατέρμονη μιζέρια και την εθνική κατάθλιψη.
Το 2017 θα είναι καθοριστικό.

Σημείωση: Η κ. Κωνσταντίνα Κοτταρίδη είναι Επίκουρος Καθηγήτρια στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης