Τι θα πρέπει να προσέξει η νέα κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης
Η τελευταία δεκαετία ήταν δύσκολη για την Ελλάδα.
Μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση της περιόδου 2008-9, η χώρα έχασε το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της και έγινε το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης γιατί [θεωρήθηκε ότι] σχεδόν αποτέλεσε τον καταλύτη για την κατάρρευση της ευρωζώνης.
Πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, όμως, η Ελλάδα ξεκίνησε μια ήσυχη ανάκαμψη. Υπό τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, η οικονομία κινήθηκε αργά προς την θετική ανάπτυξη, τα λαϊκιστικά κινήματα έχασαν την δυναμική τους, και βελτιώθηκαν οι σχέσεις της Ελλάδας με τους συμμάχους της και πολλούς από τους γείτονές της.
Αλλά οι επιτυχίες του Τσίπρα, ιδιαίτερα στην εξωτερική πολιτική, δεν μεταφράστηκαν σε δημοτικότητα.
Έτσι, στις 8 Ιουλίου, οι Έλληνες ξύπνησαν με την είδηση ότι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Κυριάκος Μητσοτάκης, και το κεντροδεξιό κόμμα Νέα Δημοκρατία, είχαν νικήσει τον Τσίπρα σαρωτικά.
Όμως, μακράν του να είναι μια οπισθοδρόμηση για την χώρα, η νίκη του Μητσοτάκη δίνει στους Έλληνες περισσότερους λόγους να είναι αισιόδοξοι για το μέλλον.
Παρά το γεγονός ότι ο Τσίπρας βοήθησε στην ανάκαμψη της Ελλάδας, η ευρεία εκλογική εντολή του Μητσοτάκη και το εντυπωσιακό τεχνοκρατικό υπουργικό συμβούλιό του υποδηλώνουν ότι βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τον προκάτοχό του να αξιοποιήσει την θετική ορμή της χώρας.
Πολλά ακόμη πρέπει να γίνουν για τη μεταρρύθμιση της οικονομίας και την επάνοδο ξένων επενδυτών, αλλά η νέα ηγεσία της Ελλάδας είναι έτοιμη να γυρίσει την σελίδα σε μια δεκαετία που οι περισσότεροι Έλληνες προτιμούν να ξεχάσουν.
Συνεχής βελτίωση
Η οικονομική κρίση της Ελλάδας έφτασε στο ναδίρ της το 2015.
Το έτος εκείνο, το ποσοστό φτώχειας των συνταξιούχων αυξήθηκε στο 45% (και η κυβέρνηση είχε σχεδόν εξαντλήσει τα χρήματά της για να τους πληρώσει) ενώ η ανεργία των νέων έφτασε το 50%.
Ο Τσίπρας, τότε πρόσφατα εκλεγμένος, απείλησε να απορρίψει τα μέτρα λιτότητας που, από το 2010, είχαν αποδεχθεί οι υπερχρεωμένες ελληνικές κυβερνήσεις σε αντάλλαγμα για χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αλλά τελικά υποχώρησε, αποδεχόμενος τους όρους των πιστωτών του το καλοκαίρι του 2015 και ανοίγοντας τον δρόμο για να στηθεί πάλι στα πόδια της η Ελλάδα.
Σήμερα, οι περικοπές στους μισθούς του δημοσίου και σε άλλες δημόσιες δαπάνες άρχισαν τελικά να αποδίδουν.
Η Ελλάδα αρχίζει να αντιμετωπίζει το τεράστιο δημόσιο χρέος της -το πρωτογενές πλεόνασμά της, η διαφορά ανάμεσα στο δημόσιο εισόδημα και τις δαπάνες, κυμαίνεται τώρα γύρω στο 3%, έναντι -9% το 2013.
Η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 2% φέτος, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη. Και η ανεργία, η οποία έφτασε το 25% το 2015, έπεσε στο 18%.
Οι επενδυτές το έχουν σημειώσει.
Σημαντικά κατασκευαστικά έργα βρίσκονται σε εξέλιξη στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, την παραμελημένη ακτή της πόλης.
Στο κέντρο της Αθήνας, Κινέζοι επισκέπτες αγοράζουν στα γρήγορα φτηνά ακίνητα υπό ένα ειδικό πρόγραμμα βίζας που παρέχει άδειες διαμονής σε ξένους επενδυτές.
Στην Βόρεια Ελλάδα, έργα στην ενέργεια και έργα υποδομών, συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής του αγωγού Trans Adriatic, ενός αγωγού φυσικού αερίου 4,5 δισ. ευρώ από την Κεντρική Ασία προς την Δυτική Ευρώπη, δημιουργούν θέσεις εργασίας ενισχύοντας παράλληλα την περιφερειακή θέση της Ελλάδας.
Οι αποδόσεις των δεκαετών κρατικών ομολόγων βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ, υποδεικνύοντας την επιστροφή της εμπιστοσύνης της αγοράς στην χώρα, και ο γενικός δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών έχει ανέβει κατά περίπου 40% από την αρχή του έτους.
Στον Τσίπρα αξίζει να πιστωθεί η φύτευση των σπόρων αυτής της οικονομικής ανάκαμψης.
Η σημαντικότερη κληρονομιά του απερχόμενου πρωθυπουργού, ωστόσο, βρίσκεται στην εξωτερική πολιτική.
Πέρσι, ο Τσίπρας προήδρευσε στην διευθέτηση της 27χρονης διαμάχης της Ελλάδας με τον βόρειο γείτονά της, ο οποίος, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας με την Αθήνα, συμφώνησε να αλλάξει το όνομά του από Μακεδονία σε Βόρεια Μακεδονία.
Η Συμφωνία των Πρεσπών, όπως είναι γνωστή η συμφωνία, άνοιξε τον δρόμο για την είσοδο της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ.
Με αυτόν τον τρόπο συνέβαλε στην σταθεροποίηση των Βαλκανίων και οδήγησε τον Τσίπρα και τον Βορειομακεδόνα ομόλογό του να γίνουν υποψήφιοι για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Τοποθέτησε επίσης την Ελλάδα ως αξιόπιστο συνομιλητή των Ηνωμένων Πολιτειών στα Βαλκάνια και την ανατολική Μεσόγειο.
Αλλά η διπλωματική επιτυχία του Τσίπρα ήρθε με κόστος.
Η «Μακεδονία» υποδηλώνει τόσο μια σύγχρονη περιοχή στην βόρεια Ελλάδα όσο και την αρχαία πατρίδα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενός Έλληνα εθνικού ήρωα.
Πολλοί Έλληνες ψηφοφόροι, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στην συντηρητική δεξιά και την άκρα αριστερά, όχι μόνο αισθάνονται μια αίσθηση ιστορικής ιδιοκτησίας πάνω στο όνομα, αλλά φοβούνται μελλοντική εδαφική καταπάτηση από την Βόρεια Μακεδονία.
Αυτοί οι ψηφοφόροι αισθάνθηκαν προδομένοι από την Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία είδαν ως ένδειξη αδυναμίας εκ μέρους του Τσίπρα.
Αυτή η αίσθηση προδοσίας, σε συνδυασμό με την γενική απογοήτευση για τον αργό ρυθμό της οικονομικής ανάκαμψης και την τραυματική μνήμη του κακού χειρισμού των διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές κατά τους πρώτους έξι μήνες του 2015 από τον Τσίπρα, βοήθησαν να χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές.
Ο Μητσοτάκης, ένας μορφωμένος στις ΗΠΑ μεταρρυθμιστής, έχει ήδη παρουσιάσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για την ψηφιοποίηση της κυβέρνησης, την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και τη μεταρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και της εκπαίδευσης, μεταξύ άλλων προτεραιοτήτων.
Σε αντίθεση με την προηγούμενη κυβέρνηση, το [υπουργικό] συμβούλιό του περιλαμβάνει πολλούς τεχνοκράτες με σημαντική εμπειρία στον ιδιωτικό τομέα και στο εξωτερικό.
Και σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, που έπρεπε να συνεργαστεί με ένα μικρό δεξιό κόμμα για να σχηματίσει κυβέρνηση, η Νέα Δημοκρατία κατέχει απόλυτη πλειοψηφία, που της δίνει περισσότερη ελευθερία να επιδιώξει τις μεταρρυθμίσεις.
Η Νέα Δημοκρατία βοήθησε επίσης να τεθεί στο περιθώριο η ακροδεξιά ομάδα Χρυσή Αυγή, η οποία απέτυχε να αποκτήσει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.
Το καθήκον του Μητσοτάκη
Τώρα εναπόκειται στον Μητσοτάκη να αξιοποιήσει αυτές τις θετικές τάσεις.
Οι κορυφαίες προτεραιότητές του είναι να χαλαρώσει την άκαμπτη γραφειοκρατία της χώρας και να ενισχύσει την οικονομία της.
Η Ελλάδα παραμένει μια από τις χειρότερες χώρες στην Ευρώπη για να κάνει κάποιος επιχειρήσεις, και τα απαγορευτικά επίπεδα φορολόγησης κρατούν μακριά τόσο τις επενδύσεις όσο και τα ταλέντα.
Το πρώτο τεστ για τη νέα κυβέρνηση θα είναι εάν είναι σε θέση να τα βάλει με τα ειδικά συμφέροντα, συμπεριλαμβανομένων των εδραιωμένων ολιγαρχιών και των συνδικάτων, προκειμένου να ελευθερωθεί η αγορά εργασίας, να αυξηθούν οι ξένες επενδύσεις και να καταπολεμηθεί η διαφθορά.
Ο Μητσοτάκης θα πρέπει επίσης να βελτιώσει τις δημόσιες υποδομές και να μεταρρυθμίσει το σύστημα δικαιοσύνης και εκπαίδευσης της Ελλάδας.
Σε διεθνές επίπεδο, ο Μητσοτάκης πρέπει να οικοδομήσει πάνω στην συμφωνία των Πρεσπών για να ενισχύσει περαιτέρω την παγκόσμια θέση της Ελλάδας.
Οι επιχειρηματίες της Βόρειας Ελλάδας λαχταρούν καλύτερη πρόσβαση στις αγορές στα Βαλκάνια, και η Αθήνα έχει την ευκαιρία να εδραιώσει την φήμη της ως δύναμης σταθερότητας στη νότια Ευρώπη.
Οι διπλωμάτες των ΗΠΑ, για παράδειγμα, στρέφονται όλο και περισσότερο προς την Ελλάδα ως εναλλακτική λύση έναντι της Τουρκίας για να εξασφαλίσουν την ειρήνη και την σταθερότητα στην ανατολική Μεσόγειο. Η Γερουσία των ΗΠΑ εξετάζει τώρα ένα νομοσχέδιο, τον νόμο για την Συνεργασία Ασφάλειας και Ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο (Eastern Mediterranean Security and Energy Partnership Act), που θα ενισχύσει την υποστήριξη των ΗΠΑ στην τριμερή συνεργασία της Ελλάδας, της Κύπρου και του Ισραήλ σε θέματα αμυντικής και ενεργειακής συνεργασίας.
Αφού ολοκλήρωσε το πρόγραμμα διάσωσης από την ΕΕ το 2018, η Ελλάδα έχει τώρα την ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να λύνει, αντί απλώς να προκαλεί, προβλήματα στην διεθνή σκηνή.
Για να γίνει αυτό, ο Μητσοτάκης θα πρέπει να κρατήσει υπό έλεγχο τα εθνικιστικά στοιχεία του κόμματός του.
Τα τελευταία χρόνια, η Νέα Δημοκρατία έχει μετακινηθεί προς τα δεξιά για να προστατευθεί από ακροδεξιά κόμματα όπως η Χρυσή Αυγή και το φιλορωσικό [κόμμα] Ελληνική Λύση.
Η Νέα Δημοκρατία είναι παραδοσιακά σκεπτικιστική όσον αφορά την ποικιλομορφία, τη μετανάστευση και τα δικαιώματα των ΛΟΑΤ (LGBT), και οι περιθωριακές φατρίες της παίζουν με τον εθνικισμό, την ξενοφοβία και τον ρατσισμό.
Στο παρελθόν, ο Μητσοτάκης αγωνίστηκε να περιορίσει αυτά τα περιθωριακά στοιχεία, αλλά τώρα δείχνει σημάδια επιτυχίας.
Σε μια επίπληξη προς την εθνικιστική πτέρυγα του κόμματος του, δεσμεύτηκε να ακολουθήσει την συμφωνία των Πρεσπών εφόσον βρισκόταν στην εξουσία και κατάφερε να κρατήσει τους εξτρεμιστές υποψηφίους έξω από το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του Μαΐου για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Γυρίζοντας μία νέα σελίδα
Η Ευρώπη θα πρέπει επίσης να συμβάλει στην ανάκαμψη της Ελλάδας.
Το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες πρέπει να ακολουθήσουν το προβάδισμα της Ουάσιγκτον και να αναγνωρίσουν ότι η Αθήνα δεν είναι πλέον ένα προβληματικό παιδί.
Κατά ειρωνικό τρόπο, παρ’ όλη την συζήτηση για την κρίση στις διατλαντικές σχέσεις, η διοίκηση του Trump ενεπλάκη με την Ελλάδα πιο αποτελεσματικά από ό, τι οι Ευρωπαίοι.
Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα θα πρέπει να παρουσιαστεί ως μια ιστορία επιτυχίας της ΕΕ.
Με τις Βρυξέλλες ενδεχομένως να κατευθύνονται σε μια αναμέτρηση με την Ρώμη για τον ιταλικό προϋπολογισμό αυτό το φθινόπωρο, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσφέρει μια θετική αντίστιξη: Ένα κράτος-μέλος της ΕΕ που βελτιώνει την θέση του στην ήπειρο με το να συνεργάζεται με τις Βρυξέλλες για την κρίση της ευρωζώνης και τη μεταναστευτική κρίση, έχει θριαμβεύσει επί των λαϊκιστικών και εξτρεμιστικών πολιτικών δυνάμεων. Τώρα, οι Βρυξέλλες θα πρέπει να στηριχθούν στην Αθήνα για να διαδραματίσει θετικό ρόλο στα Δυτικά Βαλκάνια, όπου οι ηγέτες της ΕΕ έχουν προειδοποιήσει για την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας και της Ρωσίας.
Η εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου στα ανοιχτά των ακτών της Ελλάδας θα μπορούσε επίσης να προσφέρει ευκαιρίες για την βελτίωση της ενεργειακής ανεξαρτησίας της Ευρώπης.
Όλα αυτά τα θέματα θα πρέπει να είναι μπροστά και κεντρικά στην επόμενη συνάντηση μεταξύ των ηγετών της ΕΕ και των Ελλήνων.
Μια αλλαγή στην ηγεσία -τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο- προσφέρει μια ευκαιρία για μια νέα αρχή.
Η Ursula von der Leyen, η επερχόμενη αντικαταστάτρια του Jean-Claude Juncker ως προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα πρέπει να προσπαθήσει να οικοδομήσει θετικούς δεσμούς με τον Μητσοτάκη.
Ένας τρόπος για να ξεκινήσει θα ήταν να καταστήσει την Αθήνα μια από τις πρώτες στάσεις της κατά την ανάληψη των καθηκόντων της.
Η εκλογή του Μητσοτάκη δεν είναι μόνο ένα θετικό σημάδι για τους Έλληνες. Είναι αιτία αισιοδοξίας για την ΕΕ στο σύνολό της, υποδηλώνοντας ότι οι λογικές κεντροδεξιές δυνάμεις μπορούν να απωθήσουν τους λαϊκιστές τόσο της δεξιάς όσο και της αριστεράς.
Ωστόσο, όσο ενθαρρυντικές κι αν ήταν οι εκλογές, η Ελλάδα δεν μπορεί να ανοικοδομηθεί μόνη της.
Οι εταίροι της χώρας στην Ευρώπη και σε ολόκληρη την Δύση, κατά την τελευταία δεκαετία, είδαν την Ελλάδα ως χαμένη υπόθεση.
Είναι καιρός να αναγνωρίσουν την πρόοδο της χώρας και να αρχίσουν να δημιουργούν μια νέα σχέση.
Artemis Seaford (υποψήφια διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και υπότροφη Millennium Leadership στο Atlantic Council) και
Benjamin Haddad (διευθυντής της Future Europe Initiative στο Atlantic Council στην Ουάσινγκτον)
www.worldenergynews.gr
Μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση της περιόδου 2008-9, η χώρα έχασε το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της και έγινε το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης γιατί [θεωρήθηκε ότι] σχεδόν αποτέλεσε τον καταλύτη για την κατάρρευση της ευρωζώνης.
Πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, όμως, η Ελλάδα ξεκίνησε μια ήσυχη ανάκαμψη. Υπό τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, η οικονομία κινήθηκε αργά προς την θετική ανάπτυξη, τα λαϊκιστικά κινήματα έχασαν την δυναμική τους, και βελτιώθηκαν οι σχέσεις της Ελλάδας με τους συμμάχους της και πολλούς από τους γείτονές της.
Αλλά οι επιτυχίες του Τσίπρα, ιδιαίτερα στην εξωτερική πολιτική, δεν μεταφράστηκαν σε δημοτικότητα.
Έτσι, στις 8 Ιουλίου, οι Έλληνες ξύπνησαν με την είδηση ότι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Κυριάκος Μητσοτάκης, και το κεντροδεξιό κόμμα Νέα Δημοκρατία, είχαν νικήσει τον Τσίπρα σαρωτικά.
Όμως, μακράν του να είναι μια οπισθοδρόμηση για την χώρα, η νίκη του Μητσοτάκη δίνει στους Έλληνες περισσότερους λόγους να είναι αισιόδοξοι για το μέλλον.
Παρά το γεγονός ότι ο Τσίπρας βοήθησε στην ανάκαμψη της Ελλάδας, η ευρεία εκλογική εντολή του Μητσοτάκη και το εντυπωσιακό τεχνοκρατικό υπουργικό συμβούλιό του υποδηλώνουν ότι βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τον προκάτοχό του να αξιοποιήσει την θετική ορμή της χώρας.
Πολλά ακόμη πρέπει να γίνουν για τη μεταρρύθμιση της οικονομίας και την επάνοδο ξένων επενδυτών, αλλά η νέα ηγεσία της Ελλάδας είναι έτοιμη να γυρίσει την σελίδα σε μια δεκαετία που οι περισσότεροι Έλληνες προτιμούν να ξεχάσουν.
Συνεχής βελτίωση
Η οικονομική κρίση της Ελλάδας έφτασε στο ναδίρ της το 2015.
Το έτος εκείνο, το ποσοστό φτώχειας των συνταξιούχων αυξήθηκε στο 45% (και η κυβέρνηση είχε σχεδόν εξαντλήσει τα χρήματά της για να τους πληρώσει) ενώ η ανεργία των νέων έφτασε το 50%.
Ο Τσίπρας, τότε πρόσφατα εκλεγμένος, απείλησε να απορρίψει τα μέτρα λιτότητας που, από το 2010, είχαν αποδεχθεί οι υπερχρεωμένες ελληνικές κυβερνήσεις σε αντάλλαγμα για χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αλλά τελικά υποχώρησε, αποδεχόμενος τους όρους των πιστωτών του το καλοκαίρι του 2015 και ανοίγοντας τον δρόμο για να στηθεί πάλι στα πόδια της η Ελλάδα.
Σήμερα, οι περικοπές στους μισθούς του δημοσίου και σε άλλες δημόσιες δαπάνες άρχισαν τελικά να αποδίδουν.
Η Ελλάδα αρχίζει να αντιμετωπίζει το τεράστιο δημόσιο χρέος της -το πρωτογενές πλεόνασμά της, η διαφορά ανάμεσα στο δημόσιο εισόδημα και τις δαπάνες, κυμαίνεται τώρα γύρω στο 3%, έναντι -9% το 2013.
Η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 2% φέτος, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη. Και η ανεργία, η οποία έφτασε το 25% το 2015, έπεσε στο 18%.
Οι επενδυτές το έχουν σημειώσει.
Σημαντικά κατασκευαστικά έργα βρίσκονται σε εξέλιξη στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, την παραμελημένη ακτή της πόλης.
Στο κέντρο της Αθήνας, Κινέζοι επισκέπτες αγοράζουν στα γρήγορα φτηνά ακίνητα υπό ένα ειδικό πρόγραμμα βίζας που παρέχει άδειες διαμονής σε ξένους επενδυτές.
Στην Βόρεια Ελλάδα, έργα στην ενέργεια και έργα υποδομών, συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής του αγωγού Trans Adriatic, ενός αγωγού φυσικού αερίου 4,5 δισ. ευρώ από την Κεντρική Ασία προς την Δυτική Ευρώπη, δημιουργούν θέσεις εργασίας ενισχύοντας παράλληλα την περιφερειακή θέση της Ελλάδας.
Οι αποδόσεις των δεκαετών κρατικών ομολόγων βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ, υποδεικνύοντας την επιστροφή της εμπιστοσύνης της αγοράς στην χώρα, και ο γενικός δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών έχει ανέβει κατά περίπου 40% από την αρχή του έτους.
Στον Τσίπρα αξίζει να πιστωθεί η φύτευση των σπόρων αυτής της οικονομικής ανάκαμψης.
Η σημαντικότερη κληρονομιά του απερχόμενου πρωθυπουργού, ωστόσο, βρίσκεται στην εξωτερική πολιτική.
Πέρσι, ο Τσίπρας προήδρευσε στην διευθέτηση της 27χρονης διαμάχης της Ελλάδας με τον βόρειο γείτονά της, ο οποίος, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας με την Αθήνα, συμφώνησε να αλλάξει το όνομά του από Μακεδονία σε Βόρεια Μακεδονία.
Η Συμφωνία των Πρεσπών, όπως είναι γνωστή η συμφωνία, άνοιξε τον δρόμο για την είσοδο της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ.
Με αυτόν τον τρόπο συνέβαλε στην σταθεροποίηση των Βαλκανίων και οδήγησε τον Τσίπρα και τον Βορειομακεδόνα ομόλογό του να γίνουν υποψήφιοι για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Τοποθέτησε επίσης την Ελλάδα ως αξιόπιστο συνομιλητή των Ηνωμένων Πολιτειών στα Βαλκάνια και την ανατολική Μεσόγειο.
Αλλά η διπλωματική επιτυχία του Τσίπρα ήρθε με κόστος.
Η «Μακεδονία» υποδηλώνει τόσο μια σύγχρονη περιοχή στην βόρεια Ελλάδα όσο και την αρχαία πατρίδα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενός Έλληνα εθνικού ήρωα.
Πολλοί Έλληνες ψηφοφόροι, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στην συντηρητική δεξιά και την άκρα αριστερά, όχι μόνο αισθάνονται μια αίσθηση ιστορικής ιδιοκτησίας πάνω στο όνομα, αλλά φοβούνται μελλοντική εδαφική καταπάτηση από την Βόρεια Μακεδονία.
Αυτοί οι ψηφοφόροι αισθάνθηκαν προδομένοι από την Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία είδαν ως ένδειξη αδυναμίας εκ μέρους του Τσίπρα.
Αυτή η αίσθηση προδοσίας, σε συνδυασμό με την γενική απογοήτευση για τον αργό ρυθμό της οικονομικής ανάκαμψης και την τραυματική μνήμη του κακού χειρισμού των διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές κατά τους πρώτους έξι μήνες του 2015 από τον Τσίπρα, βοήθησαν να χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές.
Ο Μητσοτάκης, ένας μορφωμένος στις ΗΠΑ μεταρρυθμιστής, έχει ήδη παρουσιάσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για την ψηφιοποίηση της κυβέρνησης, την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και τη μεταρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και της εκπαίδευσης, μεταξύ άλλων προτεραιοτήτων.
Σε αντίθεση με την προηγούμενη κυβέρνηση, το [υπουργικό] συμβούλιό του περιλαμβάνει πολλούς τεχνοκράτες με σημαντική εμπειρία στον ιδιωτικό τομέα και στο εξωτερικό.
Και σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, που έπρεπε να συνεργαστεί με ένα μικρό δεξιό κόμμα για να σχηματίσει κυβέρνηση, η Νέα Δημοκρατία κατέχει απόλυτη πλειοψηφία, που της δίνει περισσότερη ελευθερία να επιδιώξει τις μεταρρυθμίσεις.
Η Νέα Δημοκρατία βοήθησε επίσης να τεθεί στο περιθώριο η ακροδεξιά ομάδα Χρυσή Αυγή, η οποία απέτυχε να αποκτήσει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.
Το καθήκον του Μητσοτάκη
Τώρα εναπόκειται στον Μητσοτάκη να αξιοποιήσει αυτές τις θετικές τάσεις.
Οι κορυφαίες προτεραιότητές του είναι να χαλαρώσει την άκαμπτη γραφειοκρατία της χώρας και να ενισχύσει την οικονομία της.
Η Ελλάδα παραμένει μια από τις χειρότερες χώρες στην Ευρώπη για να κάνει κάποιος επιχειρήσεις, και τα απαγορευτικά επίπεδα φορολόγησης κρατούν μακριά τόσο τις επενδύσεις όσο και τα ταλέντα.
Το πρώτο τεστ για τη νέα κυβέρνηση θα είναι εάν είναι σε θέση να τα βάλει με τα ειδικά συμφέροντα, συμπεριλαμβανομένων των εδραιωμένων ολιγαρχιών και των συνδικάτων, προκειμένου να ελευθερωθεί η αγορά εργασίας, να αυξηθούν οι ξένες επενδύσεις και να καταπολεμηθεί η διαφθορά.
Ο Μητσοτάκης θα πρέπει επίσης να βελτιώσει τις δημόσιες υποδομές και να μεταρρυθμίσει το σύστημα δικαιοσύνης και εκπαίδευσης της Ελλάδας.
Σε διεθνές επίπεδο, ο Μητσοτάκης πρέπει να οικοδομήσει πάνω στην συμφωνία των Πρεσπών για να ενισχύσει περαιτέρω την παγκόσμια θέση της Ελλάδας.
Οι επιχειρηματίες της Βόρειας Ελλάδας λαχταρούν καλύτερη πρόσβαση στις αγορές στα Βαλκάνια, και η Αθήνα έχει την ευκαιρία να εδραιώσει την φήμη της ως δύναμης σταθερότητας στη νότια Ευρώπη.
Οι διπλωμάτες των ΗΠΑ, για παράδειγμα, στρέφονται όλο και περισσότερο προς την Ελλάδα ως εναλλακτική λύση έναντι της Τουρκίας για να εξασφαλίσουν την ειρήνη και την σταθερότητα στην ανατολική Μεσόγειο. Η Γερουσία των ΗΠΑ εξετάζει τώρα ένα νομοσχέδιο, τον νόμο για την Συνεργασία Ασφάλειας και Ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο (Eastern Mediterranean Security and Energy Partnership Act), που θα ενισχύσει την υποστήριξη των ΗΠΑ στην τριμερή συνεργασία της Ελλάδας, της Κύπρου και του Ισραήλ σε θέματα αμυντικής και ενεργειακής συνεργασίας.
Αφού ολοκλήρωσε το πρόγραμμα διάσωσης από την ΕΕ το 2018, η Ελλάδα έχει τώρα την ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να λύνει, αντί απλώς να προκαλεί, προβλήματα στην διεθνή σκηνή.
Για να γίνει αυτό, ο Μητσοτάκης θα πρέπει να κρατήσει υπό έλεγχο τα εθνικιστικά στοιχεία του κόμματός του.
Τα τελευταία χρόνια, η Νέα Δημοκρατία έχει μετακινηθεί προς τα δεξιά για να προστατευθεί από ακροδεξιά κόμματα όπως η Χρυσή Αυγή και το φιλορωσικό [κόμμα] Ελληνική Λύση.
Η Νέα Δημοκρατία είναι παραδοσιακά σκεπτικιστική όσον αφορά την ποικιλομορφία, τη μετανάστευση και τα δικαιώματα των ΛΟΑΤ (LGBT), και οι περιθωριακές φατρίες της παίζουν με τον εθνικισμό, την ξενοφοβία και τον ρατσισμό.
Στο παρελθόν, ο Μητσοτάκης αγωνίστηκε να περιορίσει αυτά τα περιθωριακά στοιχεία, αλλά τώρα δείχνει σημάδια επιτυχίας.
Σε μια επίπληξη προς την εθνικιστική πτέρυγα του κόμματος του, δεσμεύτηκε να ακολουθήσει την συμφωνία των Πρεσπών εφόσον βρισκόταν στην εξουσία και κατάφερε να κρατήσει τους εξτρεμιστές υποψηφίους έξω από το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του Μαΐου για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Γυρίζοντας μία νέα σελίδα
Η Ευρώπη θα πρέπει επίσης να συμβάλει στην ανάκαμψη της Ελλάδας.
Το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες πρέπει να ακολουθήσουν το προβάδισμα της Ουάσιγκτον και να αναγνωρίσουν ότι η Αθήνα δεν είναι πλέον ένα προβληματικό παιδί.
Κατά ειρωνικό τρόπο, παρ’ όλη την συζήτηση για την κρίση στις διατλαντικές σχέσεις, η διοίκηση του Trump ενεπλάκη με την Ελλάδα πιο αποτελεσματικά από ό, τι οι Ευρωπαίοι.
Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα θα πρέπει να παρουσιαστεί ως μια ιστορία επιτυχίας της ΕΕ.
Με τις Βρυξέλλες ενδεχομένως να κατευθύνονται σε μια αναμέτρηση με την Ρώμη για τον ιταλικό προϋπολογισμό αυτό το φθινόπωρο, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσφέρει μια θετική αντίστιξη: Ένα κράτος-μέλος της ΕΕ που βελτιώνει την θέση του στην ήπειρο με το να συνεργάζεται με τις Βρυξέλλες για την κρίση της ευρωζώνης και τη μεταναστευτική κρίση, έχει θριαμβεύσει επί των λαϊκιστικών και εξτρεμιστικών πολιτικών δυνάμεων. Τώρα, οι Βρυξέλλες θα πρέπει να στηριχθούν στην Αθήνα για να διαδραματίσει θετικό ρόλο στα Δυτικά Βαλκάνια, όπου οι ηγέτες της ΕΕ έχουν προειδοποιήσει για την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας και της Ρωσίας.
Η εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου στα ανοιχτά των ακτών της Ελλάδας θα μπορούσε επίσης να προσφέρει ευκαιρίες για την βελτίωση της ενεργειακής ανεξαρτησίας της Ευρώπης.
Όλα αυτά τα θέματα θα πρέπει να είναι μπροστά και κεντρικά στην επόμενη συνάντηση μεταξύ των ηγετών της ΕΕ και των Ελλήνων.
Μια αλλαγή στην ηγεσία -τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο- προσφέρει μια ευκαιρία για μια νέα αρχή.
Η Ursula von der Leyen, η επερχόμενη αντικαταστάτρια του Jean-Claude Juncker ως προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα πρέπει να προσπαθήσει να οικοδομήσει θετικούς δεσμούς με τον Μητσοτάκη.
Ένας τρόπος για να ξεκινήσει θα ήταν να καταστήσει την Αθήνα μια από τις πρώτες στάσεις της κατά την ανάληψη των καθηκόντων της.
Η εκλογή του Μητσοτάκη δεν είναι μόνο ένα θετικό σημάδι για τους Έλληνες. Είναι αιτία αισιοδοξίας για την ΕΕ στο σύνολό της, υποδηλώνοντας ότι οι λογικές κεντροδεξιές δυνάμεις μπορούν να απωθήσουν τους λαϊκιστές τόσο της δεξιάς όσο και της αριστεράς.
Ωστόσο, όσο ενθαρρυντικές κι αν ήταν οι εκλογές, η Ελλάδα δεν μπορεί να ανοικοδομηθεί μόνη της.
Οι εταίροι της χώρας στην Ευρώπη και σε ολόκληρη την Δύση, κατά την τελευταία δεκαετία, είδαν την Ελλάδα ως χαμένη υπόθεση.
Είναι καιρός να αναγνωρίσουν την πρόοδο της χώρας και να αρχίσουν να δημιουργούν μια νέα σχέση.
Artemis Seaford (υποψήφια διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και υπότροφη Millennium Leadership στο Atlantic Council) και
Benjamin Haddad (διευθυντής της Future Europe Initiative στο Atlantic Council στην Ουάσινγκτον)
www.worldenergynews.gr