Άρθρο της υποψήφιας προέδρου του ΠΑΣΟΚ
Τα τελευταία χρόνια, είμαστε αντιμέτωποι σε παγκόσμιο επίπεδο με νέες γεωπολιτικές συνθήκες, σημαντικές οικονομικές και γεωγραφικές ανισότητες αλλά και μια πρωτοφανών διαστάσεων ενεργειακή κρίση, εν μέσω μάλιστα κλιματικής αλλαγής. Η Ελλάδα, όπως και πολλές άλλες χώρες, αντιμετωπίζει ένα Ενεργειακό Τρίλημμα το οποίο αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της σύγχρονης ενεργειακής πολιτικής, καθώς προσπαθεί να ισορροπήσει τρεις κρίσιμες παραμέτρους: την οικονομική προσιτότητα (affordability), τη βιωσιμότητα (sustainability) και την ασφάλεια (security).
Η οικονομική προσιτότητα αφορά την εξασφάλιση ότι η ενέργεια παραμένει προσιτή για όλους τους καταναλωτές, χωρίς να επιβαρύνει υπερβολικά τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Η βιωσιμότητα επικεντρώνεται στη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και στην προώθηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ώστε να διασφαλιστεί ένα καθαρότερο και πιο υγιές περιβάλλον για τις μελλοντικές γενιές. Τέλος, η ασφάλεια αναφέρεται στην αξιοπιστία και τη σταθερότητα της ενεργειακής παροχής, εξασφαλίζοντας ότι οι ενεργειακές ανάγκες καλύπτονται συνεχώς και χωρίς διακοπές. Η επίτευξη μιας ισορροπίας μεταξύ αυτών των τριών παραμέτρων είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχή ενεργειακή μετάβαση και την ευημερία των κοινωνιών.
Για την οικονομική προσιτότητα, πρέπει να λάβουμε υπόψη πως η οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας έχει επιβαρύνει τα νοικοκυριά, καθιστώντας την προσιτή ενέργεια ζωτικής σημασίας για την κοινωνική σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ωστόσο η ακρίβεια, είναι σημαντική η διάκριση μεταξύ λιανικής και χονδρεμπορικής αγοράς. Στη λιανική ελληνική αγορά ενέργειας υπάρχει η εξής στρέβλωση που επιτείνει το πρόβλημα πέρα από την αύξηση των τιμών.
Από τη μια τα σταθερά τιμολόγια που υπάρχουν στην αγορά είναι αρκετά υψηλά και πολλές φορές δεν αντικατοπτρίζουν τις πραγματικές τιμές της αγοράς, από την άλλη τα κυμαινόμενα τιμολόγια δεν διαθέτουν μέγιστη τιμή ρυθμιζόμενη από την ΡΑΕ, με αποτέλεσμα ο προμηθευτής να μην έχει λόγο για την ενεργή διαχείριση ρίσκου καθώς το μεταβιβάζει ολόκληρο στον καταναλωτή.
Για τον εξορθολογισμό της λειτουργίας της λιανικής αγοράς ενέργειας πρέπει να θεσπιστούν κανόνες για τους διαφορετικούς τύπους συμβολαίων (σταθερής ή μεταβλητής χρέωσης) ώστε να εξισορροπούνται οι κίνδυνοι που αναλαμβάνονται εκατέρωθεν από πλευράς προμηθευτών και καταναλωτών και να εξασφαλίζεται η διαφάνεια της τιμολόγησης.
Στη χονδρεμπορική αγορά ενέργειας, από τη στιγμή που δεν υπάρχει ανταγωνιστική αγορά με ικανοποιητική ρευστότητα και αρκετούς ανεξάρτητους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας που θα ανταγωνίζονται για την παραγωγή, παρατηρούνται εξαιρετικά υψηλές τιμές σε σχέση με το κόστος παραγωγής, ακόμα και σε μέρες με χαμηλό φορτίο και υψηλή παραγωγή από ΑΠΕ. Κρίνεται λοιπόν, απαραίτητη η ενδυνάμωση της ΡΑΑΕΥ (Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων) στον τομέα της παρακολούθησης της χονδρεμπορικής αγοράς με εφαρμογή διπλού μοντέλου Ex Ante / Ex Post παρακολούθησης, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η εφαρμογή ορθού ανταγωνισμού.
Στο ζήτημα της βιωσιμότητας, είναι γνωστό πως η Ελλάδα έχει πλούσιους φυσικούς πόρους, όπως ηλιακή και αιολική ενέργεια, που μπορούν να αξιοποιηθούν για την προώθηση μιας βιώσιμης διαχείρισης του ενεργειακού ζητήματος. Η μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όχι μόνο θα μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, αλλά και θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και θα ενισχύσει την τοπική οικονομία. Η χώρα έχει ήδη κάνει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά απαιτούνται περαιτέρω επενδύσεις και πολιτικές για την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού της.
Εκτός από την ανάγκη για επιπλέον επενδύσεις σε ΑΠΕ, απαιτείται ταυτόχρονα βελτίωση των υποδομών μεταφοράς, διακίνησης και αποθήκευσης ενέργειας, έτσι ώστε να μπορεί να εξασφαλιστεί ότι η παραγόμενη ενέργεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά ακόμα και όταν οι καιρικές συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές. Η Ελλάδα πρέπει να ενισχύσει το ρυθμιστικό πλαίσιο και να προσφέρει κίνητρα για την προώθηση της βιώσιμης ενέργειας από νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει φορολογικές ελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις που επενδύουν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς και επιδοτήσεις για την έρευνα και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών.
Σε αυτό τον άξονα, σημαντική είναι και μια συντονισμένη προσπάθεια αντιμετώπισης της παραπληροφόρησης σε σχέση με τις ΑΠΕ με ενημέρωση και κινητοποίηση των πολιτών σε όλα τα επίπεδα. Τέλος, καινοτόμες ιδέες γύρω από τον τρόπο σύστασης ενεργειακών κοινοτήτων μπορούν να φέρουν πολύ άμεσα και σημαντικά αποτελέσματα. Με το μηχανισμό αυτό όχι μόνο μειώνεται το κόστος της ενέργειας για τα μέλη της κοινότητας, αλλά ενισχύεται και η ενεργειακή ανεξαρτησία και η τοπική οικονομία. Επιπλέον, οι ενεργειακές κοινότητες προάγουν την κοινωνική συνοχή και την περιβαλλοντική συνείδηση, καθώς ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των πολιτών στη μετάβαση προς ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό σύστημα.
Τέλος, όσον αφορά στην ενεργειακή ασφάλεια, είναι απόλυτα αντιληπτό πως αυτό είναι ζωτικής σημασίας ζήτημα για την Ελλάδα, δεδομένης της γεωπολιτικής της θέσης και της εξάρτησής της από εισαγόμενα καύσιμα. Η διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής μπορούν να μειώσουν την εξάρτηση από εξωτερικούς προμηθευτές και να ενισχύσουν την ενεργειακή αυτονομία της χώρας. Η ενεργειακή ασφάλεια διασφαλίζει την απρόσκοπτη λειτουργία της οικονομίας και την προστασία των πολιτών από διακυμάνσεις στις τιμές και τις προμήθειες ενέργειας.
Μέτρα λοιπόν, όπως η δημιουργία σημαντικών υποδομών για την αποθήκευση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, συμφωνίες με γειτονικές χώρες, αξιοποίηση ευκαιριών της απολιγνιτοποίησης αλλά και ενίσχυση τη έρευνας στις πράσινες τεχνολογίες μαζί με τη δημιουργία πράσινων βιομηχανικών πάρκων, μπορούν να ενισχύσουν την ενεργειακή αυτονομία και ασφάλεια της χώρας, μειώνοντας αποτελεσματικά την ανάγκη για ορυκτά καύσιμα.
Ταυτόχρονα, κίνητρα για την αυτοπαραγωγή ενέργειας, προγράμματα υποστήριξης των ευάλωτων ομάδων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας αλλά και κίνητρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων και τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης μπορούν να ενισχύσουν την ισορροπία της οικονομίας και της κοινωνίας αλλά και να διαμορφώσουν ένα ανταγωνιστικό και βιώσιμο πλαίσιο για τη στοχευμένη αντιμετώπιση του ενεργειακού ζητήματος της χώρας
To ΠΑΣΟΚ που οραματίζομαι, ένα κόμμα σύγχρονο, καινοτόμο με απαντήσεις, λύσεις και προτάσεις για τα μεγάλα ζητήματα της χώρας, είμαι βέβαιη πως μπορεί να αποτελέσει το όχημα για μια ουσιαστική συζήτηση αλλά και αποτύπωση εφικτών και αποτελεσματικών λύσεων για μια επιτυχή ενεργειακή μετάβαση αλλά και ευημερία των κοινωνιών.
Η Άννα Διαμαντοπούλου είναι πρώην Επίτροπος, πρώην υπουργός, πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση και υποψήφια πρόεδρος ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ
www.worldenergynews.gr
Η οικονομική προσιτότητα αφορά την εξασφάλιση ότι η ενέργεια παραμένει προσιτή για όλους τους καταναλωτές, χωρίς να επιβαρύνει υπερβολικά τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Η βιωσιμότητα επικεντρώνεται στη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και στην προώθηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ώστε να διασφαλιστεί ένα καθαρότερο και πιο υγιές περιβάλλον για τις μελλοντικές γενιές. Τέλος, η ασφάλεια αναφέρεται στην αξιοπιστία και τη σταθερότητα της ενεργειακής παροχής, εξασφαλίζοντας ότι οι ενεργειακές ανάγκες καλύπτονται συνεχώς και χωρίς διακοπές. Η επίτευξη μιας ισορροπίας μεταξύ αυτών των τριών παραμέτρων είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχή ενεργειακή μετάβαση και την ευημερία των κοινωνιών.
Για την οικονομική προσιτότητα, πρέπει να λάβουμε υπόψη πως η οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας έχει επιβαρύνει τα νοικοκυριά, καθιστώντας την προσιτή ενέργεια ζωτικής σημασίας για την κοινωνική σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ωστόσο η ακρίβεια, είναι σημαντική η διάκριση μεταξύ λιανικής και χονδρεμπορικής αγοράς. Στη λιανική ελληνική αγορά ενέργειας υπάρχει η εξής στρέβλωση που επιτείνει το πρόβλημα πέρα από την αύξηση των τιμών.
Από τη μια τα σταθερά τιμολόγια που υπάρχουν στην αγορά είναι αρκετά υψηλά και πολλές φορές δεν αντικατοπτρίζουν τις πραγματικές τιμές της αγοράς, από την άλλη τα κυμαινόμενα τιμολόγια δεν διαθέτουν μέγιστη τιμή ρυθμιζόμενη από την ΡΑΕ, με αποτέλεσμα ο προμηθευτής να μην έχει λόγο για την ενεργή διαχείριση ρίσκου καθώς το μεταβιβάζει ολόκληρο στον καταναλωτή.
Για τον εξορθολογισμό της λειτουργίας της λιανικής αγοράς ενέργειας πρέπει να θεσπιστούν κανόνες για τους διαφορετικούς τύπους συμβολαίων (σταθερής ή μεταβλητής χρέωσης) ώστε να εξισορροπούνται οι κίνδυνοι που αναλαμβάνονται εκατέρωθεν από πλευράς προμηθευτών και καταναλωτών και να εξασφαλίζεται η διαφάνεια της τιμολόγησης.
Στη χονδρεμπορική αγορά ενέργειας, από τη στιγμή που δεν υπάρχει ανταγωνιστική αγορά με ικανοποιητική ρευστότητα και αρκετούς ανεξάρτητους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας που θα ανταγωνίζονται για την παραγωγή, παρατηρούνται εξαιρετικά υψηλές τιμές σε σχέση με το κόστος παραγωγής, ακόμα και σε μέρες με χαμηλό φορτίο και υψηλή παραγωγή από ΑΠΕ. Κρίνεται λοιπόν, απαραίτητη η ενδυνάμωση της ΡΑΑΕΥ (Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων) στον τομέα της παρακολούθησης της χονδρεμπορικής αγοράς με εφαρμογή διπλού μοντέλου Ex Ante / Ex Post παρακολούθησης, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η εφαρμογή ορθού ανταγωνισμού.
Στο ζήτημα της βιωσιμότητας, είναι γνωστό πως η Ελλάδα έχει πλούσιους φυσικούς πόρους, όπως ηλιακή και αιολική ενέργεια, που μπορούν να αξιοποιηθούν για την προώθηση μιας βιώσιμης διαχείρισης του ενεργειακού ζητήματος. Η μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όχι μόνο θα μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, αλλά και θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και θα ενισχύσει την τοπική οικονομία. Η χώρα έχει ήδη κάνει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά απαιτούνται περαιτέρω επενδύσεις και πολιτικές για την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού της.
Εκτός από την ανάγκη για επιπλέον επενδύσεις σε ΑΠΕ, απαιτείται ταυτόχρονα βελτίωση των υποδομών μεταφοράς, διακίνησης και αποθήκευσης ενέργειας, έτσι ώστε να μπορεί να εξασφαλιστεί ότι η παραγόμενη ενέργεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά ακόμα και όταν οι καιρικές συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές. Η Ελλάδα πρέπει να ενισχύσει το ρυθμιστικό πλαίσιο και να προσφέρει κίνητρα για την προώθηση της βιώσιμης ενέργειας από νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει φορολογικές ελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις που επενδύουν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς και επιδοτήσεις για την έρευνα και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών.
Σε αυτό τον άξονα, σημαντική είναι και μια συντονισμένη προσπάθεια αντιμετώπισης της παραπληροφόρησης σε σχέση με τις ΑΠΕ με ενημέρωση και κινητοποίηση των πολιτών σε όλα τα επίπεδα. Τέλος, καινοτόμες ιδέες γύρω από τον τρόπο σύστασης ενεργειακών κοινοτήτων μπορούν να φέρουν πολύ άμεσα και σημαντικά αποτελέσματα. Με το μηχανισμό αυτό όχι μόνο μειώνεται το κόστος της ενέργειας για τα μέλη της κοινότητας, αλλά ενισχύεται και η ενεργειακή ανεξαρτησία και η τοπική οικονομία. Επιπλέον, οι ενεργειακές κοινότητες προάγουν την κοινωνική συνοχή και την περιβαλλοντική συνείδηση, καθώς ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των πολιτών στη μετάβαση προς ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό σύστημα.
Τέλος, όσον αφορά στην ενεργειακή ασφάλεια, είναι απόλυτα αντιληπτό πως αυτό είναι ζωτικής σημασίας ζήτημα για την Ελλάδα, δεδομένης της γεωπολιτικής της θέσης και της εξάρτησής της από εισαγόμενα καύσιμα. Η διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και η ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής μπορούν να μειώσουν την εξάρτηση από εξωτερικούς προμηθευτές και να ενισχύσουν την ενεργειακή αυτονομία της χώρας. Η ενεργειακή ασφάλεια διασφαλίζει την απρόσκοπτη λειτουργία της οικονομίας και την προστασία των πολιτών από διακυμάνσεις στις τιμές και τις προμήθειες ενέργειας.
Μέτρα λοιπόν, όπως η δημιουργία σημαντικών υποδομών για την αποθήκευση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, συμφωνίες με γειτονικές χώρες, αξιοποίηση ευκαιριών της απολιγνιτοποίησης αλλά και ενίσχυση τη έρευνας στις πράσινες τεχνολογίες μαζί με τη δημιουργία πράσινων βιομηχανικών πάρκων, μπορούν να ενισχύσουν την ενεργειακή αυτονομία και ασφάλεια της χώρας, μειώνοντας αποτελεσματικά την ανάγκη για ορυκτά καύσιμα.
Ταυτόχρονα, κίνητρα για την αυτοπαραγωγή ενέργειας, προγράμματα υποστήριξης των ευάλωτων ομάδων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας αλλά και κίνητρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων και τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης μπορούν να ενισχύσουν την ισορροπία της οικονομίας και της κοινωνίας αλλά και να διαμορφώσουν ένα ανταγωνιστικό και βιώσιμο πλαίσιο για τη στοχευμένη αντιμετώπιση του ενεργειακού ζητήματος της χώρας
To ΠΑΣΟΚ που οραματίζομαι, ένα κόμμα σύγχρονο, καινοτόμο με απαντήσεις, λύσεις και προτάσεις για τα μεγάλα ζητήματα της χώρας, είμαι βέβαιη πως μπορεί να αποτελέσει το όχημα για μια ουσιαστική συζήτηση αλλά και αποτύπωση εφικτών και αποτελεσματικών λύσεων για μια επιτυχή ενεργειακή μετάβαση αλλά και ευημερία των κοινωνιών.
Η Άννα Διαμαντοπούλου είναι πρώην Επίτροπος, πρώην υπουργός, πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση και υποψήφια πρόεδρος ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ
www.worldenergynews.gr