Ενίσχυση της τάσης σύναψης συμβολαίων αγοράς ηλεκτρισμού διάρκειας ενός έως πέντε 5 ετών βλέπει η Pexapark
Η ρευστότητα που επικρατεί στις ενεργειακές αγορές, αλλά και η εμπειρία των προηγούμενων ετών της ενεργειακής κρίσης όταν απειλήθηκε η βιωσιμότητα της βιομηχανίας και χρειάστηκαν δραστικές παρεμβάσεις από τις κυβερνήσεις για την εξισορρόπηση του ενεργειακού κόστους, στρέφουν τους μεγάλους καταναλωτές ενέργειας στην αναζήτηση λύσεων που θα τους εξασφαλίσουν σταθερά αποδεκτές τιμές.
Τα «πράσινα» PPAs δεκαετούς διάρκειας που προβάλλονται από τις πολιτικές ηγεσίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη ως λύση για τον έλεγχο του ενεργειακού κόστους της βιομηχανίας αλλά και την εξασφάλιση χρηματοδότησης για έργα ΑΠΕ, έχουν μεγάλες επισφάλειες και επί του παρόντος τουλάχιστον, οι βιομηχανίες τα αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη.
Παρόλα αυτά η βιομηχανία και ειδικά οι μεγάλες ενεργοβόρες μονάδες εξετάζουν όλα τα πιθανά εργαλεία σταθεροποίησης του ενεργειακού κόστους. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη καταγράφεται στροφή σε PPAs μικρής διάρκειας από ένα έως και πέντε έτη. Μάλιστα το ενδιαφέρον των ενεργοβόρων καταναλωτών έχει στραφεί σε πράσινα PPAs που τους συνδέουν με υφιστάμενα αιολικά πάρκα καθώς η ενέργεια από τα συγκεκριμένα έργα εξασφαλίζει μεγαλύτερη σταθερότητα έναντι των φωτοβολταϊκών. Στην Ελλάδα σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις μεγάλοι βιομηχανικοί όμιλοι έχουν συνάψει ήδη συμβάσεις προμήθειας αιολικής ενέργειας διετούς διάρκειας καλύπτοντας ακόμη και το 10% των αναγκών τους.
Πρόσφατη μελέτη της Pexapark εκτιμά ότι το 2024 θα ενισχυθεί η τάση για τη σύναψη συμβολαίων αγοράς ηλεκτρισμού διάρκειας ενός έως πέντε 5 ετών, λόγω του πολλαπλού οφέλους που προσφέρουν ανεξάρτητα από τις συνθήκες της αγοράς.
Παραμένει η αβεβαιότητα
Πάντως από την εξίσωση δεν θα πρέπει να απουσιάζει ο παράγοντας αβεβαιότητα καθώς καταναλωτές ενέργειας που έσπευσαν να συνάψουν μακροχρόνιες συμβάσεις όταν οι τιμές του ηλεκτρισμού ήταν σε υψηλά επίπεδα, έχουν βρεθεί τώρα να πληρώνουν το ρεύμα πολύ ακριβότερα από τους ανταγωνιστές τους που προμηθεύονται σε τιμές αγοράς.
Στο πλαίσιο αυτό οι ελληνικές βιομηχανίες εκτιμούν πως η προμήθεια ηλεκτρισμού μέσω μακροχρόνιων διμερών συμβολαίων με φωτοβολταϊκούς σταθμούς, εμπεριέχει μεγάλο ρίσκο πολύ δε περισσότερο που δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για το κόστος των φορτίων που έχει ανάγκη η βιομηχανία κατά τις ώρες που η παραγωγή από φωτοβολταικούς σταθμούς είναι περιορισμένη. Δηλαδή δεν υπάρχει πρόβλεψη για το λεγόμενο shaping cost ειδικά μετά την απόρριψη από την Κομισιόν του ελληνικού σχεδίου Green Pool. Υπενθυμίζεται ότι το Green Pool είναι ένας μηχανισμός επιδότησης των PPAs πράσινης ενέργειας ο οποίος προτάθηκε από την ελληνική κυβέρνηση στις αρμόδιες υπηρεσίες της Κομισιόν αλλά δεν εγκρίθηκε.
Η βιομηχανία ενδιαφέρεται για ανταγωνιστική τιμή και έτσι όπως διαμορφώνεται η αγορά με την υπερπροσφορά από τις ΑΠΕ και τη χαμηλή ζήτηση, που οδηγούν σε μηδενικές τιμές, οι βιομηχανικοί καταναλωτές που υπέγραψαν μακροχρόνιες συμβάσεις ΡΡΑs είναι από τους «μεγάλους χαμένους».
Τι ζητά η βιομηχανία από το ΥΠΕΝ
Στο πλαίσιο αυτό και ανεξαρτήτως των κινήσεων κάθε μιας επιχείρησης για την κάλυψη των αναγκών της η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας ζητεί την άμεση έκδοση της Υπουργικής Απόφασης για την ενεργοποίηση του μηχανισμού επιδότησης του ενεργειακού κόστους βιομηχανικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο του έκτακτου σχεδίου ΤCTF που ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρόκειται για επιδότηση που αφορά κυρίως χαλυβουργίες οι οποίες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας.
Παράλληλα η βιομηχανία ζητεί από το ΥΠΕΝ την επιστροφή στους δικαιούχους μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ, ποσών ύψους περίπου 120 εκατ. ευρώ, τα οποία έχουν καταβάλει τα προηγούμενα χρόνια.
Τέλος ζητεί να λυθεί επιτέλους η εκκρεμότητα με το ύψος της αντιστάθμισης για το 2023 και να αυξηθεί το ποσοστό κατανομής των εσόδων από τις δημοπρασίες ρύπων από το 11% που ίσχυε το 2022 στο 16,8%.
www.worldenergynews.gr