Απόψεις

WSJ: Οι ΗΠΑ έχουν ελάχιστες επιλογές απάντησης στο χτύπημα στην Aramco

tags :
WSJ: Οι ΗΠΑ έχουν ελάχιστες επιλογές απάντησης στο χτύπημα στην Aramco
Είναι ελάχιστα τα εργαλεία που έχει ο Trump στα χέρια του να αντιδράσει στην επίθεση στη Σαουδική Αραβία
Οι επιθέσεις στο σύστημα παραγωγής ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας ώθησαν τον Πρόεδρο Trump σε πυρετώδεις κινήσεις στην εξωτερική πολιτική σε μια περίοδο που η εθνική του ομάδα ασφάλειας βρίσκεται στο πιο αδύναμο σημείο της, από το ξεκίνημα της προεδρείας του αλλά κυρίως τον τελευταίο χρόνο.
Με την έντονη υποψία ότι πίσω από την επίθεση κρύβεται το Ιράν, η στρατηγική της «μέγιστης πίεσης» που έχει επιλέξει να ασκήσεις ο πρόεδρος Trump εναντίον του και κυρίως η κλιμάκωση της στρατηγικής των κυρώσεων που θέλει να εφαρμόσει, στοχεύοντας στην οικονομία της χώρας, τίθεται υπό εξέταση, αμφισβήτηση και επαναπροσδιορισμό, λόγω των ελαχίστων εργαλείων που έχει στα χέρια του πλέον.
Αυτό υποστηρίζει σε άρθρο της η εφημερίδα Wall Street Journal (WSJ)
Ο κ. Trump υποστήριξε τους ηγέτες της Σαουδικής Αραβίας στον πόλεμό τους εναντίον των δυνάμεων των ανταρτών Houthi που υποστηρίχθηκαν από το Ιράν στην Υεμένη, ακόμη και όταν σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος στις ΗΠΑ εναντιώθηκαν στη σύγκρουση και θύμωσαν με τον πρίγκιπα της Σαουδικής Αραβίας.
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει εκτοξεύσει επίσης στρατιωτικές απειλές εναντίον του Ιράν, σε μια προσπάθεια προσπάθεια να αναχαιτίσει και συγκρατήσει τα πυρηνικά του προγράμματα και τις περιφερειακές του φιλοδοξίες.
Ωστόσο, ο κ. Trump έχει σχεδόν εξαντλήσει τις επιλογές του για την άσκηση επιπρόσθετης οικονομικής πίεσης στο Ιράν, όπως επισημαίνει η WSJ.
Έχει ήδη επιβάλει ορισμένες από τις αυστηρότερες κυρώσεις που έχουν επιβληθεί ποτέ στη βιομηχανία πετρελαίου του Ιράν, αρνήθηκε να παρατείνει τις παραχωρήσεις πετρελαίου και απειλούσε δευτερεύουσες κυρώσεις σε οντότητες που δεν συμμορφώνονται.
Έχει ήδη ονομάσει το Σώμα Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς (IRGC) του Ιράν ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση.
Το IRGC εκτελεί τα προγράμματα βαλλιστικών πυραύλων της Τεχεράνης και η εξειδικευμένη δύναμη Quds έχει οργανώσει παραδόσεις όπλων και εκπαίδευση-στήριξη σε προπαγανδιστικές πολιτοφυλακές στη Συρία, το Ιράκ και αλλού στην περιοχή.
Η πρόσθετη και τελευταία πρόκληση βέβαια είναι πως όχι μόνο μειώθηκε αλλά παραμένει κατά ένα σημαντικό κομμάτι της «ακέφαλη» η ομάδα χάραξης της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Trump με την αποχώρηση του συμβούλου της εθνικής ασφάλειας John Bolton νωρίτερα αυτή την εβδομάδα.
Ο κ. Bolton ήταν ο κύριος αρχιτέκτονας της στρατηγικής του Ιράν και ο τρίτος σύμβουλος για την εθνική ασφάλεια από το Λευκό Οίκο από το 2017.
Η θέση του διευθυντή εθνικών μυστικών υπηρεσιών είναι κενή, ενώ ένας νέος υπουργός άμυνας ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο της άμυνας τον Ιούλιο, πληρώνοντας μια θέση που έμεινε κενή για μήνες.
Ο υπουργός Εξωτερικών Mike Pompeo, ένα άλλο γεράκι, υπήρξε σταθερός υποστηρικτής της εκστρατείας μέγιστης πίεσης από τότε που οι ΗΠΑ αποχώρησαν από την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν και έξι ακόμη παγκόσμιες δυνάμεις.
Συγκρούσθηκε συχνά με τον κ. Bolton και τώρα έχει την τάση να ασχολείται περισσότερο με την εξωτερική πολιτική από ό, τι οποιαδήποτε στιγμή από τότε που μετακόμισε από την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών.
Το Σάββατο ο κ. Pompeo έδωσε την πρώτη απάντηση των ΗΠΑ στις επιθέσεις εναντίον του πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας, κατηγορώντας το Ιράν και ισχυριζόμενος ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι οι απεργίες ήρθαν από την Υεμένη, σε αντίθεση με τις ισχυρισμοί των Houthis.
«Καλούμε όλα τα έθνη να καταδικάσουν δημοσίως και χωρίς αμφιβολία τις επιθέσεις του Ιράν.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεργαστούν με τους εταίρους και τους συμμάχους μας για να εξασφαλίσουμε ότι οι αγορές ενέργειας θα εφοδιαστούν ικανοποιητικά και το Ιράν θα είναι υπόλογο για την επιθετικότητά του», δήλωσε ο υπουργός Pompeo στο Twitter.
Δεν είναι σαφές ποια περαιτέρω μέτρα θα μπορούσαν να ληφθούν για την αύξηση της οικονομικής πίεσης στο Ιράν.
Η κυβέρνηση μπορεί να ελπίζει ότι οι υπηρεσία πληροφοριών της που συνδέει την Τεχεράνη με τις επιθέσεις μπορεί να πείσει τους περισσότερους Ευρωπαίους συμμάχους να προσεγγίσουν τη στρατηγική του κ. Trump στο Ιράν, παρά την μακρά τους αντίθεση στην προσέγγισή του.
Ωστόσο, το Σάββατο η ανταπόκριση των άλλων συμμετεχόντων στην πυρηνική συμφωνία του Ιράν ήρθε με μεγάλη καθυστέρηση, με μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο να καταδικάζει άμεσα την επίθεση.
Οι επιθέσεις του Σαββάτου επηρέασαν την παραγωγή πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας, αναγκάζοντας την παραγωγή να πέσει στα μισά περίπου από τα 9,8 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.
Ο κ. Pompeo είχε ανακοινώσει προ ημερών ότι ο κ. Trump θα μπορούσε ενδεχομένως να συναντηθεί με τον Ιρανό ομόλογό του, Hassan Rouhani, κατά την συνάντηση των ηγετών του κόσμου στη Νέα Υόρκη προς τα τέλη του Σεπτεμβρίου, κατά τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών.
Οι προοπτικές μιας τέτοιας συνάντησης είναι πλέον απίθανες.
Ομοίως, μια γαλλική πρωτοβουλία για την παροχή οικονομικής βοήθειας στο Ιράν ώστε να υπάρξει μια ελάφρυνση στις αμερικανικές κυρώσεις σε αντάλλαγμα για την πλήρη συμμόρφωσή της, με μια πολυεθνική πυρηνική συμφωνία, φαίνεται πως είναι καταδικασμένη όπως και κάποιες ευρωπαϊκές προσπάθειες διαμεσολάβησης προ καιρού για την εξεύρεση λύσης.
Ο Mark Dubowitz, επικεφαλής του Ιδρύματος για την Προάσπιση των Δημοκρατιών, ενός think tank της Ουάσινγκτον που αντιτίθεται στη συμφωνία του Ιράν, δήλωσε ότι αυτή θα είναι η χειρότερη στιγμή για να δοθεί στο Ιράν απαλλαγή από τις κυρώσεις, όπως συνιστά η Γαλλία.
Θα ήταν σαν να υποκύπτουμε στον εκβιασμό του.
«Όπως έχουν δείξει οι Ισραηλινοί, μερικές φορές μόνο μια στρατιωτική απάντηση στην επιθετικότητα του καθεστώτος του Ιράν και των αντιπροσώπων του, μπορεί να αποτελέσει ουσιαστική αποτροπή, δήλωσε.
«Η Ουάσινγκτον δεν μπορεί να στηριχθεί μόνο στις κυρώσεις ως το μοναδικό μέσο εθνικής ισχύος».
Η γαλλική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον δεν απάντησε σε ερώτηση για σχολιασμό.
Ο κ. Trump επέλεξε το διάλογο πριν τις συγκρούσεις.
Για παράδειγμα απέσυρε σχέδια υποστηριζόμενα από τον κ. Bolton, για χτύπημα αντιποίνων μετά την κατάρρευση από το Ιράν ενός μη επανδρωμένου σκάφους τον Ιούνιο.
Επιφανείς Ρεπουμπλικανοί το Σάββατο ζητούσαν μια πιο επιθετική ανταπόκριση.
Ο γερουσιαστής Lindsey Graham της Νότιας Καρολίνας ξεσήκωσε το Twitter το Σάββατο καλώντας την κυβέρνηση Trump να προετοιμάσει ένα χτύπημα αντίποινων στην επίθεση του Ιράν, υποστηρίζοντας πως αυτό το κράτος δίνει ένα ακόμη παράδειγμα πως προκαλεί όλεθρο και δεν ενδιαφέρεται για ειρήνη.
«Είναι πλέον καιρός οι ΗΠΑ να θέσουν στο τραπέζι μια επίθεση στα ιρανικά διυλιστήρια πετρελαίου εάν συνεχίσουν τις προκλήσεις τους ή αυξήσουν τον πυρηνικό εμπλουτισμό», δήλωσε ο κ. Graham σε ένα tweet.
Ερωτηθείς αν οι ΗΠΑ θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να επιτεθούν σε ιρανικά πετρελαϊκά πεδία, η ανώτατη σύμβουλος του Λευκού Οίκου, Kellyanne Conway, δήλωσε στο Fox News την Κυριακή: «Αυτός ο πρόεδρος και η εθνική του ομάδα ασφάλειας και ο υπουργός Pompeo, ο επικεφαλής διπλωμάτης του έθνους, διατηρούν πολλές επιλογές στο τραπέζι».
Απηχούσε επίσης τον πρόσφατο ισχυρισμό του κ. Trump ότι μπορεί να συναντηθεί με τον κ. Rouhanni του Ιράν σε δύο εβδομάδες.
«Είπε ότι θα το εξετάσει, και οι συνθήκες πρέπει πάντα να είναι σωστό για αυτόν τον πρόεδρο να κάνει μια συμφωνία ή να πάρει μια συνάντηση», δήλωσε η κ. Conway.
Ο γερουσιαστής Bob Menendez, o κορυφαίος Δημοκρατικός της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, δήλωσε σε ένα tweet την Κυριακή ότι, καταδικάζει σθεναρά τις «μαζικές επιθέσεις στη Σαουδική υποδομή και επικράτεια.
Παρά ορισμένες συνεχιζόμενες διαφορές πολιτικής με το βασίλειο, κανένα έθνος δεν πρέπει να υποστεί τέτοιου είδους επιθέσεις στο έδαφός του και εναντίον του λαού του».
Ο κ. Trump έχει δηλώσει ότι υπάρχουν πέντε υποψήφιοι για να αντικαταστήσουν τον κ. Bolton, συμπεριλαμβανομένου του κορυφαίου απεσταλμένου των ΗΠΑ στο Ιράν, Brian Hook, ο οποίος έχει ηγηθεί της εκστρατείας μέγιστης πίεσης για περισσότερο από ένα χρόνο.
Ο κ. Hook δεν απάντησε σε ένα ερώτημα της WSJ για σχολιασμό.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Kirsten Fontenrose, πρώην διευθυντή για την περιοχή του Περσικού Κόλπου στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της κυβέρνησης Trump, «Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν περιορισμένες επιλογές για μη στρατιωτική παρέμβαση».

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης