Υπήρξε ο πολιτικός πρωτοπόρος της φιλελεύθερης στροφής
Ο Κώστας Μητσοτάκης, πρωθυπουργός της χώρας για την περίοδο 1990-1993 απεβίωσε σε ηλικία 99 ετών στις 1.35 σήμερα το πρωί 29/5/2017.
Ηταν ο πιο γνήσιος εκφραστής της φιλελεύθερης στοφής στην οικονομία, που εφαρμόζεται τώρα.
Θιασώτης της μείωσης των ελλειμμάτων και της δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς και της αποτροπής της αύξησης του δημοσίου χρέους ο Κώστας Μητσοτάκης απόλαυσε την πολιτική δικαίωση από τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία αλλά και την ευρεία αποδοχή των θεσεών του από τις σύγχρονες γενιές.
Ευτύχησε δε να δει τον γιο του Κυριάκο αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας, που ο ίδιος την οδήγησε στην εξουσία το 1990 μετά απο σειρα εκλογικών αναμετρήσων, οπότε και πήρε την αυτοδυναμία.
Οι πολιτικές κόντρες και διαμάχες με τον δημιουργό του ΠΑΣΟΚ και ιστορικό ηγέτη της Κεντροαριστεράς Ανδρέα Παπανδρέου θα μείνουν ανεξίτηλες στην μνήμη της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας για το υψηλό επίπεδο πολιτικού ανταγωνισμού, που κράτησε 10 συναπτά έτη.
Ο Μητσοτάκης έχασε την πρώτη μάχη το 1985, όμως πήρε τη μεγάλη ρεβάνς και την πρωθυπουργία την περίοδο 1989-1990, σπάζοντας τα πολιτικά ταμπού της εποχής και συγκυβερνώντας με την Αριστερά.
Ο τρόπος πτώσης του το 1993 θα φωτισθεί περισσότερο στο μέλλον, όμως είχε σαν απότέλεσμα την ενδυνάμωση του εκδοτικού κατεστημένου σε βάρος των πολιτικών ηγετών.
Ο Μητσοτάκης υπήρξε πολυσυζητημένος για τις πολιτικές κινήσεις και πρωτοβουλίες του στην δεκαετία του 60.
Ομως μένει στην ιστορία σαν ένα πολιτικός μεγάλης εμβέλειας με θέσεις και αρχές, που δικαιώθηκαν για την ελληνική πραγματικότητα.
Ο τρόπος δε που επανήλθε στο πολιτικό προσκήνιο στην δεκαετία του 70 μετά την ίδρυση του μικρού κόμματος των φιλελευθέρων απέδειξε την μαχητικότητα και την οξυδερκειά του.
Οι κυριότερες πλευρές της πολιτικής του διαδρομής
Παρά τη στενή συνεργασία τους ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν τον συμπεριέλαβε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που σχημάτισε μετά την κατάρρευση της Δικτατορίας τον Iούλιο του 1974.
Στις εθνικές εκλογές του ίδιου έτους έθεσε υποψηφιότητα ως ανεξάρτητος στον νομό Χανίων χωρίς όμως επιτυχία. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1977 ίδρυσε το κεντρώο Κόμμα Νεοφιλελευθέρων λαμβάνοντας 1,08% (2 έδρες) στις εκλογές του Νοεμβρίου του ίδιου έτους.
Με το ίδιο κόμμα εξελέγη και ο Παύλος Βαρδινογιάννης.
Το επόμενο έτος προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία μετά την απόφαση του Καραμανλή για διεύρυνση του κόμματος στον κεντρώο χώρο, αναλαμβάνοντας το υπουργείο Συντονισμού. Το 1980 έγινε υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Γεωργίου Ράλλη έως τις εκλογές του 1981.
Εν συνεχεία διετέλεσε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ μέχρι το 1984.
Αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας
Την 1 Σεπτεμβρίου του 1984 η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας τον εξέλεξε πρόεδρο του Κόμματος σε διαδοχή του Ευάγγελου Αβέρωφ.
Εκείνη τη στιγμή θεωρήθηκε ο καταλληλότερος να αντιμετωπίσει τον τότε αρχηγό του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου λόγω της παλιάς προσωπικής τους αντιμαχίας.
Τελικά τον Ιούνιο του 1985, η Νέα Δημοκρατία, υπό την ηγεσία του συγκέντρωσε ποσοστό 40,84% έναντι 45,85% του ΠΑΣΟΚ.
Η δεύτερη αυτή ήττα της ΝΔ προκάλεσε εσωκομματικές προστριβές και αμφισβήτηση του προέδρου της. Ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, βασικός εσωκομματικός αντίπαλος του Κ. Μητσοτάκη, μετά την επανεκλογή του δεύτερου από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ επέλεξε να αποχωρήσει από το κόμμα, ιδρύοντας τη Δημοκρατική Ανανέωση.
Προς την πρωθυπουργία
Στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 1989 η Νέα Δημοκρατία υπό την ηγεσία του εκλέγεται πρώτο κόμμα με ποσοστό 44,2%χωρίς να συγκεντρώσει αυτοδυναμία λόγω του εκλογικού συστήματος, το οποίο είχε αλλάξει προς το αναλογικότερο με πρωτοβουλία της τελευταίας κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διαπραγματεύεται με την ηγεσία του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.
Ο λόγος ήταν ότι, σύμφωνα με το Σύνταγμα, τυχόν ποινικές ευθύνες Υπουργών της προηγούμενης Κυβέρνησης Παπανδρέου θα έπρεπε να διερευνηθούν και, αν διαπιστωθούν, να διωχθούν από την αμέσως επόμενη Βουλή, αλλιώς θα παραγράφονταν.
Για να διευκολυνθεί ο σχηματισμός αυτής της κυβέρνησης δέχεται να μην είναι ίδιος πρωθυπουργός και προτείνει στη θέση αυτή τον βουλευτή Αθηνών, Τζανή Τζαννετάκη.
Η Κυβέρνηση Τζαννετάκη ήταν η πρώτη ελληνική κυβέρνηση στην οποία συμμετείχε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και η ευρύτερη Αριστερά. Κατά τη βουλευτική αυτή περίοδο αποφασίστηκε η παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου και Υπουργών της προηγούμενης Κυβέρνησης στο Ειδικό Δικαστήριο για το Σκάνδαλο Κοσκωτά και το Σκάνδαλο του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού.
Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1989 η Νέα Δημοκρατία εκλέγεται ξανά πρώτο κόμμα, με το αυξημένο ποσοστό 46,19%, αυτή τη φορά, χωρίς όμως και πάλι να συγκεντρώσει αυτοδυναμία, με αποτέλεσμα να σχηματιστεί Οικουμενική Κυβέρνηση υπό τον καθηγητή και παλαιό Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Ξενοφώντα Ζολώτα.
Ο Κ. Μητσοτάκης ορκίστηκε πρωθυπουργός το 1990 μετά τη νίκη της ΝΔ στην τρίτη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση με ποσοστό 46,88%.[16] Η κυβέρνηση παρά την σημαντική πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα δεν κατόρθωσε να αποσπάσει απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή με 150 έδρες.
Με τη στήριξη του βουλευτή της Δημοκρατικής Ανανέωσης Θεόδωρου Κατσίκη (ο Κωστής Στεφανόπουλος δεν είχε καταφέρει να εκλεγεί βουλευτής) απέκτησε τη δεδηλωμένη και ορκίστηκε πρωθυπουργός.
Η διακυβερνησή του
Αργότερα ο Θεόδωρος Κατσίκης προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία και μαζί με ακόμα μια έδρα που του επιδικάστηκε από το εκλογοδικείο η κοινοβουλευτική του δύναμη ανήλθε στις 152 έδρες. Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του προσπάθησε να εφαρμόσει την νεοφιλελεύθερη ατζέντα.
Έτσι, προώθησε διαρθρωτικές αλλαγές με σκοπό τη μείωση του δημόσιου τομέα, γεγονός που προκάλεσε οξείες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και συνδικαλιστικών φορέων. Επίσης προσπάθησε να εφαρμόσει πρόγραμμα απορρύθμισης της οικονομίας από διοικητικούς περιορισμούς και κυβερνητικές παρεμβάσεις κάτι που οδήγησε στην απελευθέρωση του ωραρίου και της κίνησης κεφαλαίων.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργικής του θητείας υπογράφηκε η σύμβαση για το αθηναϊκό μετρό, οι συμβάσεις για την κινητή τηλεφωνία. Η απόφαση για μετοχοποίηση του ΟΤΕ καθώς και η ιδιωτικοποίηση της ΑΓΕΤ – Ηρακλής προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης.
Με τον Τούρκο πρωθυπουργό Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ με ευκαιρία το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του 1992
Το 1992 η κυβέρνηση σύναψε συμφωνία με τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο, η οποία προέβλεπε την απόδοση στο ελληνικό κράτος του μεγαλύτερου μέρους της, επικαλούμενης, «Βασιλικής Περιουσίας».
Στην εξωτερική πολιτική η αρχή της διακυβέρνησης του Κ. Μητσοτάκη συνέπεσε με την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και την αρχή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας.
Ο ίδιος αναλαμβάνοντας διεθνείς πρωτοβουλίες, με κορυφαία τη Διάσκεψη της Βουλιαγμένης υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, επιχείρησε την αποτροπή της διάλυσης της ενιαίας ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας. Παράλληλα, πέτυχε την εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας – ΗΠΑ.
Η Κυβέρνησή του υπέγραψε το 1990 την τελική συμφωνία για τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα. Τον Ιούλιο του 1991 πραγματοποιήθηκε η πρώτη, μετά 32 χρόνια, επίσημη επίσκεψη Αμερικανού Προέδρου, του Τζορτζ Μπους, στην Ελλάδα, ενώ τον Ιούνιο του 1990, επισκέφτηκε ο ίδιος τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επί πρωθυπουργίας του η Ελλάδα πέτυχε την είσοδό της στην Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση, ένα ευρωπαϊκό οργανισμό συνεργασίας για την άμυνα και την ασφάλεια, ενώ τέθηκαν οι βάσεις για την ενιαία νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της ΟΝΕ.
www.worldenergynews.gr
Ηταν ο πιο γνήσιος εκφραστής της φιλελεύθερης στοφής στην οικονομία, που εφαρμόζεται τώρα.
Θιασώτης της μείωσης των ελλειμμάτων και της δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς και της αποτροπής της αύξησης του δημοσίου χρέους ο Κώστας Μητσοτάκης απόλαυσε την πολιτική δικαίωση από τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία αλλά και την ευρεία αποδοχή των θεσεών του από τις σύγχρονες γενιές.
Ευτύχησε δε να δει τον γιο του Κυριάκο αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας, που ο ίδιος την οδήγησε στην εξουσία το 1990 μετά απο σειρα εκλογικών αναμετρήσων, οπότε και πήρε την αυτοδυναμία.
Οι πολιτικές κόντρες και διαμάχες με τον δημιουργό του ΠΑΣΟΚ και ιστορικό ηγέτη της Κεντροαριστεράς Ανδρέα Παπανδρέου θα μείνουν ανεξίτηλες στην μνήμη της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας για το υψηλό επίπεδο πολιτικού ανταγωνισμού, που κράτησε 10 συναπτά έτη.
Ο Μητσοτάκης έχασε την πρώτη μάχη το 1985, όμως πήρε τη μεγάλη ρεβάνς και την πρωθυπουργία την περίοδο 1989-1990, σπάζοντας τα πολιτικά ταμπού της εποχής και συγκυβερνώντας με την Αριστερά.
Ο τρόπος πτώσης του το 1993 θα φωτισθεί περισσότερο στο μέλλον, όμως είχε σαν απότέλεσμα την ενδυνάμωση του εκδοτικού κατεστημένου σε βάρος των πολιτικών ηγετών.
Ο Μητσοτάκης υπήρξε πολυσυζητημένος για τις πολιτικές κινήσεις και πρωτοβουλίες του στην δεκαετία του 60.
Ομως μένει στην ιστορία σαν ένα πολιτικός μεγάλης εμβέλειας με θέσεις και αρχές, που δικαιώθηκαν για την ελληνική πραγματικότητα.
Ο τρόπος δε που επανήλθε στο πολιτικό προσκήνιο στην δεκαετία του 70 μετά την ίδρυση του μικρού κόμματος των φιλελευθέρων απέδειξε την μαχητικότητα και την οξυδερκειά του.
Οι κυριότερες πλευρές της πολιτικής του διαδρομής
Παρά τη στενή συνεργασία τους ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν τον συμπεριέλαβε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που σχημάτισε μετά την κατάρρευση της Δικτατορίας τον Iούλιο του 1974.
Στις εθνικές εκλογές του ίδιου έτους έθεσε υποψηφιότητα ως ανεξάρτητος στον νομό Χανίων χωρίς όμως επιτυχία. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1977 ίδρυσε το κεντρώο Κόμμα Νεοφιλελευθέρων λαμβάνοντας 1,08% (2 έδρες) στις εκλογές του Νοεμβρίου του ίδιου έτους.
Με το ίδιο κόμμα εξελέγη και ο Παύλος Βαρδινογιάννης.
Το επόμενο έτος προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία μετά την απόφαση του Καραμανλή για διεύρυνση του κόμματος στον κεντρώο χώρο, αναλαμβάνοντας το υπουργείο Συντονισμού. Το 1980 έγινε υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Γεωργίου Ράλλη έως τις εκλογές του 1981.
Εν συνεχεία διετέλεσε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ μέχρι το 1984.
Αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας
Την 1 Σεπτεμβρίου του 1984 η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας τον εξέλεξε πρόεδρο του Κόμματος σε διαδοχή του Ευάγγελου Αβέρωφ.
Εκείνη τη στιγμή θεωρήθηκε ο καταλληλότερος να αντιμετωπίσει τον τότε αρχηγό του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου λόγω της παλιάς προσωπικής τους αντιμαχίας.
Τελικά τον Ιούνιο του 1985, η Νέα Δημοκρατία, υπό την ηγεσία του συγκέντρωσε ποσοστό 40,84% έναντι 45,85% του ΠΑΣΟΚ.
Η δεύτερη αυτή ήττα της ΝΔ προκάλεσε εσωκομματικές προστριβές και αμφισβήτηση του προέδρου της. Ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, βασικός εσωκομματικός αντίπαλος του Κ. Μητσοτάκη, μετά την επανεκλογή του δεύτερου από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ επέλεξε να αποχωρήσει από το κόμμα, ιδρύοντας τη Δημοκρατική Ανανέωση.
Προς την πρωθυπουργία
Στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 1989 η Νέα Δημοκρατία υπό την ηγεσία του εκλέγεται πρώτο κόμμα με ποσοστό 44,2%χωρίς να συγκεντρώσει αυτοδυναμία λόγω του εκλογικού συστήματος, το οποίο είχε αλλάξει προς το αναλογικότερο με πρωτοβουλία της τελευταίας κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διαπραγματεύεται με την ηγεσία του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.
Ο λόγος ήταν ότι, σύμφωνα με το Σύνταγμα, τυχόν ποινικές ευθύνες Υπουργών της προηγούμενης Κυβέρνησης Παπανδρέου θα έπρεπε να διερευνηθούν και, αν διαπιστωθούν, να διωχθούν από την αμέσως επόμενη Βουλή, αλλιώς θα παραγράφονταν.
Για να διευκολυνθεί ο σχηματισμός αυτής της κυβέρνησης δέχεται να μην είναι ίδιος πρωθυπουργός και προτείνει στη θέση αυτή τον βουλευτή Αθηνών, Τζανή Τζαννετάκη.
Η Κυβέρνηση Τζαννετάκη ήταν η πρώτη ελληνική κυβέρνηση στην οποία συμμετείχε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και η ευρύτερη Αριστερά. Κατά τη βουλευτική αυτή περίοδο αποφασίστηκε η παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου και Υπουργών της προηγούμενης Κυβέρνησης στο Ειδικό Δικαστήριο για το Σκάνδαλο Κοσκωτά και το Σκάνδαλο του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού.
Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1989 η Νέα Δημοκρατία εκλέγεται ξανά πρώτο κόμμα, με το αυξημένο ποσοστό 46,19%, αυτή τη φορά, χωρίς όμως και πάλι να συγκεντρώσει αυτοδυναμία, με αποτέλεσμα να σχηματιστεί Οικουμενική Κυβέρνηση υπό τον καθηγητή και παλαιό Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Ξενοφώντα Ζολώτα.
Ο Κ. Μητσοτάκης ορκίστηκε πρωθυπουργός το 1990 μετά τη νίκη της ΝΔ στην τρίτη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση με ποσοστό 46,88%.[16] Η κυβέρνηση παρά την σημαντική πλειοψηφία στο εκλογικό σώμα δεν κατόρθωσε να αποσπάσει απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή με 150 έδρες.
Με τη στήριξη του βουλευτή της Δημοκρατικής Ανανέωσης Θεόδωρου Κατσίκη (ο Κωστής Στεφανόπουλος δεν είχε καταφέρει να εκλεγεί βουλευτής) απέκτησε τη δεδηλωμένη και ορκίστηκε πρωθυπουργός.
Η διακυβερνησή του
Αργότερα ο Θεόδωρος Κατσίκης προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία και μαζί με ακόμα μια έδρα που του επιδικάστηκε από το εκλογοδικείο η κοινοβουλευτική του δύναμη ανήλθε στις 152 έδρες. Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του προσπάθησε να εφαρμόσει την νεοφιλελεύθερη ατζέντα.
Έτσι, προώθησε διαρθρωτικές αλλαγές με σκοπό τη μείωση του δημόσιου τομέα, γεγονός που προκάλεσε οξείες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και συνδικαλιστικών φορέων. Επίσης προσπάθησε να εφαρμόσει πρόγραμμα απορρύθμισης της οικονομίας από διοικητικούς περιορισμούς και κυβερνητικές παρεμβάσεις κάτι που οδήγησε στην απελευθέρωση του ωραρίου και της κίνησης κεφαλαίων.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργικής του θητείας υπογράφηκε η σύμβαση για το αθηναϊκό μετρό, οι συμβάσεις για την κινητή τηλεφωνία. Η απόφαση για μετοχοποίηση του ΟΤΕ καθώς και η ιδιωτικοποίηση της ΑΓΕΤ – Ηρακλής προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης.
Με τον Τούρκο πρωθυπουργό Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ με ευκαιρία το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του 1992
Το 1992 η κυβέρνηση σύναψε συμφωνία με τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο, η οποία προέβλεπε την απόδοση στο ελληνικό κράτος του μεγαλύτερου μέρους της, επικαλούμενης, «Βασιλικής Περιουσίας».
Στην εξωτερική πολιτική η αρχή της διακυβέρνησης του Κ. Μητσοτάκη συνέπεσε με την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και την αρχή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας.
Ο ίδιος αναλαμβάνοντας διεθνείς πρωτοβουλίες, με κορυφαία τη Διάσκεψη της Βουλιαγμένης υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, επιχείρησε την αποτροπή της διάλυσης της ενιαίας ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας. Παράλληλα, πέτυχε την εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας – ΗΠΑ.
Η Κυβέρνησή του υπέγραψε το 1990 την τελική συμφωνία για τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα. Τον Ιούλιο του 1991 πραγματοποιήθηκε η πρώτη, μετά 32 χρόνια, επίσημη επίσκεψη Αμερικανού Προέδρου, του Τζορτζ Μπους, στην Ελλάδα, ενώ τον Ιούνιο του 1990, επισκέφτηκε ο ίδιος τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επί πρωθυπουργίας του η Ελλάδα πέτυχε την είσοδό της στην Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση, ένα ευρωπαϊκό οργανισμό συνεργασίας για την άμυνα και την ασφάλεια, ενώ τέθηκαν οι βάσεις για την ενιαία νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της ΟΝΕ.
www.worldenergynews.gr