Τι δείχνουν τα στοιχεία για υδροηλεκτρικά και λιγνίτη
Χάρη στο φυσικό αέριο, την αιολική και την ηλιακή ενέργεια έγινε δυνατή η κάλυψη της αυξημένης κατά 11% κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας φέτος το καλοκαίρι, όπως γράφει σε ανάρτησή του στα social media ο ανώτερος ειδικός σύμβουλος του πρωθυπουργού για τα ενεργειακά ζητήματα, κ. Νίκος Τσάφος.
«Το ελληνικό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας κατέγραψε ισχυρή αύξηση του φορτίου (+11%) αυτό το καλοκαίρι, πιθανότατα ως αποτέλεσμα των υψηλών θερμοκρασιών και της αυξημένης δραστηριότητας (τουρισμός). Αυτή η αυξημένη ζήτηση καλύφθηκε από το φυσικό αέριο (το οποίο έφτασε σχεδόν στα επίπεδα του 2021), καθώς και από την αιολική (+30%) και την ηλιακή ενέργεια (+25%), οι οποίες κατέγραψαν ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Η υδροηλεκτρική ενέργεια παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη, παρά το γεγονός ότι στη χώρα είχαμε λιγότερες βροχοπτώσεις φέτος.
Αναφορικά με τον λιγνίτη, η παραγωγή του μειώθηκε κατά 27%, εξέλιξη που δείχνει ότι πρόκειται για ένα καύσιμο που καταργείται σταδιακά.
«Οι εισαγωγές μειώθηκαν επίσης – πολύ», αναφέρει ο κ. Ν. Τσάφος και τονίζει ότι «δεν έχει αποτιμηθεί πλήρως η πορεία μετασχηματισμού της χώρας από μεγάλο καθαρό εισαγωγέα ενέργειας στο να έχει σχεδόν ισορροπήσει από πλευράς εξαγωγών και εισαγωγών».
Ο κ. Τσάφος τονίζει πως «παρά την ταχεία άνοδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι τιμές αυξήθηκαν. Αυτό ήταν ένα περιφερειακό φαινόμενο, αν και δεν επηρέασε εξίσου όλες τις χώρες. Στην πραγματικότητα, οι τιμές διέφεραν απότομα μεταξύ των γεωγραφικών περιοχών, ένα κακό σημάδι για την εσωτερική αγορά. Αυτή η αποσύνδεση -μεταξύ μιας ταχέως εξελισσόμενης ενεργειακής μετάβασης και υψηλότερων τιμών, που επηρέασαν ορισμένες χώρες, αλλά όχι άλλες- αποτελεί μια έντονη υπενθύμιση ότι έχουμε ακόμη δουλειά να κάνουμε, ιδίως σε επίπεδο ΕΕ, για να διασφαλίσουμε ότι η ενεργειακή μετάβαση θα αποφέρει χαμηλότερες τιμές για όλους τους καταναλωτές», υπογραμμίζει.
«Το ελληνικό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας κατέγραψε ισχυρή αύξηση του φορτίου (+11%) αυτό το καλοκαίρι, πιθανότατα ως αποτέλεσμα των υψηλών θερμοκρασιών και της αυξημένης δραστηριότητας (τουρισμός). Αυτή η αυξημένη ζήτηση καλύφθηκε από το φυσικό αέριο (το οποίο έφτασε σχεδόν στα επίπεδα του 2021), καθώς και από την αιολική (+30%) και την ηλιακή ενέργεια (+25%), οι οποίες κατέγραψαν ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Η υδροηλεκτρική ενέργεια παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη, παρά το γεγονός ότι στη χώρα είχαμε λιγότερες βροχοπτώσεις φέτος.
Αναφορικά με τον λιγνίτη, η παραγωγή του μειώθηκε κατά 27%, εξέλιξη που δείχνει ότι πρόκειται για ένα καύσιμο που καταργείται σταδιακά.
«Οι εισαγωγές μειώθηκαν επίσης – πολύ», αναφέρει ο κ. Ν. Τσάφος και τονίζει ότι «δεν έχει αποτιμηθεί πλήρως η πορεία μετασχηματισμού της χώρας από μεγάλο καθαρό εισαγωγέα ενέργειας στο να έχει σχεδόν ισορροπήσει από πλευράς εξαγωγών και εισαγωγών».
Ο κ. Τσάφος τονίζει πως «παρά την ταχεία άνοδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι τιμές αυξήθηκαν. Αυτό ήταν ένα περιφερειακό φαινόμενο, αν και δεν επηρέασε εξίσου όλες τις χώρες. Στην πραγματικότητα, οι τιμές διέφεραν απότομα μεταξύ των γεωγραφικών περιοχών, ένα κακό σημάδι για την εσωτερική αγορά. Αυτή η αποσύνδεση -μεταξύ μιας ταχέως εξελισσόμενης ενεργειακής μετάβασης και υψηλότερων τιμών, που επηρέασαν ορισμένες χώρες, αλλά όχι άλλες- αποτελεί μια έντονη υπενθύμιση ότι έχουμε ακόμη δουλειά να κάνουμε, ιδίως σε επίπεδο ΕΕ, για να διασφαλίσουμε ότι η ενεργειακή μετάβαση θα αποφέρει χαμηλότερες τιμές για όλους τους καταναλωτές», υπογραμμίζει.
www.worldenergynews.gr