Η Nina Chestney είναι αναλύτρια ενεργειακών αγορών του Reuters
Η τέλεια καταιγίδα καθυστερήσεων στην εφοδιαστική αλυσίδα, ελαττωμάτων σχεδιασμού και αύξησης του κόστους στον κλάδο των υπεράκτιων αιολικών δημιουργεί τον κίνδυνο δεκάδες έργα να μην παραδοθούν εγκαίρως ώστε οι χώρες να επιτύχουν τους κλιματικούς στόχους, ανέφεραν στελέχη της βιομηχανίας, επενδυτές και αναλυτές.
Ο αγώνας για μείωση της εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα ασκεί πιέσεις σε κατασκευαστές και τις αλυσίδες εφοδιασμού να συμβαδίσουν με τη ζήτηση για αύξηση της καθαρής ενέργειας, ειδικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση που καθιστά οριστικό έναν νομικά δεσμευτικό στόχο να παράγει το 42,5% της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030.
Σήμερα τα κράτη μέλη του ευρωπαϊκού μπλοκ παράγουν το 32% της συνολικής ενέργειάς τους από ανανεώσιμες πηγές, επομένως ο νέος στόχος απαιτεί την εγκατάσταση 420 γιγαβάτ (GW) αιολικής ενέργειας, κ των οποίων τα 103 GW θα αφορούν υπεράκτια αιολικά, δηλαδή υπερδιπλάσια εγκατεστημένη ισχύ από τα 205 GW που υπάρχουν σήμερα, εκ των οποίων μόλις 17 GW αφορούν υπεράκτια αιολικά, αναφέρει ο βιομηχανικός όμιλος WindEurope.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής φέτος, όλα τα έργα της Βρετανίας, της Ολλανδίας και της Νορβηγίας έχουν καθυστερήσει, λόγω της αύξησης του κόστους και των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα, ενώ η τελευταία δημοπρασία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη Βρετανία που έγινε το Σεπτέμβριο δεν κατάφερε να προσελκύσει προσφορές από εταιρείες ανάπτυξης υπεράκτιων αιολικών, λόγω του υψηλού κόστους των έργων.
Καθυστερήσεις στα έργα και ζημιές
«Εάν όλα αυτά οδηγήσουν σε παρατεταμένη παύση έργων, τότε χωρίς αμφιβολία πολλοί από τους στόχους της Ευρώπης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως το 2030 θα βρεθούν υπό πίεση», δήλωσε ο Jon Wallace, διαχειριστής επενδύσεων στη Jupiter Asset Management.
Ακόμη και πριν επιτευχθεί συμφωνία στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το νέο της στόχο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας φέτος, εταιρείες όπως η Orsted, η Shell, η Equinor και οι κατασκευαστές ανεμογεννητριών Siemens Gamesa και WindEurope είχαν προειδοποιήσει ότι ο κλάδος των υπεράκτιων αιολικών δεν ήταν τόσο αναπτυγμένος ώστε να πετύχει τους κλιματικούς στόχους.
Οι διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας που ξεκίνησαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχουν επιδεινωθεί από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ η αύξηση των ναύλων, του κόστους πρώτων υλών, των επιτοκίων και του πληθωρισμού έχουν μειώσει τα κέρδη για αρκετές εταιρείες που αναπτύσσουν έργα αιολικής ενέργειας.
Ο Markus Krebber, Διευθύνων Σύμβουλος της γερμανικής RWE ,ανέφερε στο LinkedIn ότι διάφοροι παράγοντες, που συμπίπτουν σε μια εποχή κατά την οποία αναμένονταν η ραγδαία ανάπτυξη των υπεράκτιων αιολικών, λειτουργούν συνδυαστικά, θέτοντας σε αμφισβήτηση την επίτευξη των στόχων για την προστασία του κλίματος.
«Βλέπουμε ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των στόχων για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της αιολικής ενέργειας για το 2030 και της πορείας που διαγράφουμε αυτή τη στιγμή. Αναπτυσσόμαστε αλλά πουθενά αρκετά γρήγορα», δήλωσε ο Ben Backwell, Διευθύνων Σύμβουλος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Αιολικής Ενέργειας.
Το μεγαλύτερο δεν είναι και καλύτερο
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ο κλάδων των αιολικών κατέγραψε ταχύτατη ανάπτυξη και μείωσε το κόστος της τεχνολογίας στο ίδιο και ή και σε χαμηλότερο επίπεδα από τα ορυκτά καύσιμα σε ορισμένα μέρη του κόσμου. Ωστόσο, ο αγώνας δρόμου για την ανάπτυξη ακόμη μεγαλύτερων και αποδοτικότερων ανεμογεννητριών μπορεί να ήταν πολύ βιαστικός, λένε ορισμένα στελέχη και αναλυτές.
Οι ανεμογεννήτριες διπλασιάζονταν περίπου σε μέγεθος ανά δεκαετία, και οι μεγαλύτερες ανεμογννήτρεις που τέθηκαν σε λειτουργία το 2021 και το 2022 είχαν πτερύγια 110 μέτρων και χωρητικότητα 12 έως 15 μεγαβάτ (MW). Αλλά όσο πιο πολύ μεγαλώνουν οι ανεμογεννήτριες, τόσο πιο ευάλωτες γίνονται σε σφάλματα, είπε ο Rob West, αναλυτής στην εταιρεία συμβούλων Thunder Said Energy.
«Η φυσική τιμωρεί εγγενώς τις μεγαλύτερες ανεμογεννήτριες. Τα μεγαλύτερα πτερύγια εκτρέπονται εγγενώς περισσότερο, πράγμα που σημαίνει ότι χρειάζονται πιο άκαμπτα και ο ακριβά υλικά. Ζυγίζουν επίσης περισσότερο, κι αυτό πιέζει περισσότερο τα πτερύγια, τη ρίζα και το στόμιο κατά τη διάρκεια κάθε περιστροφής» λέει.
Τον Ιούνιο, η Siemens Gamesa ανακοίνωσε ότι η διόρθωση των ποιοτικών προβλημάτων στις δύο πιο πρόσφατες χερσαίες ανεμογεννήτριές της θα έχουν κόστος 1,6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο Fraser McLachlan, διευθύνων σύμβουλος της GCube Insurance, δήλωσε ότι ο αριθμός των ασφαλιστικών απαιτήσεων από τις εταιρείες ανάπτυξης έργων αιολικής ενέργειας μειώθηκε το 2022, αλλά το ύψος των αποζημιώσεων έχει αυξηθεί σημαντικά.
«Είναι σαν το iPhone. Όλοι θέλουν την τεχνολογία και τον εξοπλισμό της επόμενης γενιάς και οι κατασκευαστές ανταγωνίζονται πώς θα ξεπεράσουν ο ένας τον άλλον και το αποτέλεσμα είναι ότι δεν έχουμε όση έρευνα και ανάπτυξη χρειάζεται για να έχουμε μια άρτια τεχνολογία», είπε. «Η συμμετοχή στην υπεράκτια αγορά αιολικής ενέργειας έχει γίνει ένα επικίνδυνο εγχείρημα, όχι μόνο για τους ασφαλιστές, αλλά και για όλες τις εταιρείες που εμπλέκοτανι στην κατασκευή ανεμογεννητριών και αιολικών πάρκων - με ορισμένες πλέον να αντιμετωπίζουν κινδύνους επιβίωσης», δήλωσε ο McLachlan.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Siemens Gamesa, Jochen Eickholt, δήλωσε ότι ο κλάδος των ανεμογεννητριών που προορίζονται για τα υπεράκτια αιολικά αντιμετωπίζει ξεχωριστά προβλήματα από τον κλάδο των χερσαίων, μεταξύ των οποίων κεντρικό ρόλο έχουν οι καθυστερήσεις στις κατασκευές των θέσεων εγκατάστασης, οι δυσλειτουργίες στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι ελλείψεις ποιοτικών εξαρτημάτων.
«Γίναμε θύμα των προηγούμενων επιτυχιών μας τα τελευταία χρόνια. Το ενδιαφέρον για τα προϊόντα μας ήταν πολύ υψηλό, και αυτό είχε ως αποτέλεσμα αυξημένο αριθμό παραγγελιών το 2021 και το 2022 που τώρα δεν μπορούμε να φέρουμε σε πέρας χωρίς επέκταση σε όλες σχεδόν τις εγκαταστάσεις παραγωγής μας », είπε τον Αύγουστο όταν η εταιρεία ανακοίνωσε τα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου.
Ο κορυφαίος κατασκευαστής ανεμογεννητριών στον κόσμο Vestas ανακοίνωσε επίσης ότι καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες να παραδώσει το μεγάλο αριθμό παραγγελιών που έχει και ότι περιμένει πως τα προβλήματα διακοπές της εφοδιαστικής αλυσίδας θα συνεχιστούν φέτος.
«Μεγάλη αποτυχία της αγοράς»
Την ίδια στιγμή, οι κυβερνήσεις διεξάγουν όλο και περισσότερες δημοπρασιών και διαγωνισμούς για υπεράκτια αιολικά. Η Bloomberg New Energy Finance δήλωσε ότι αναμένει να δημοπρατηθούν περισσότερα από 60 GW συμβάσεων και μισθώσεων υπεράκτιας αιολικής ενέργειας σε όλο τον κόσμο μέχρι το τέλος του 2024.
Ωστόσο, ορισμένοι κατασκευαστές αιολικής ενέργειας αναφέρουν ότι η τιμή ηλεκτρικής ενέργειας που προσφέρεται σε δημοπρασίες είναι πολύ χαμηλή πια για να ξεκινήσουν νέα έργα, επειδή τα κόστη στον κλάδο αυξάνονται. «Αυτό μας λένε οι εταιρείες που συζητούν για τις τιμές των ανεμογεννητριών, της εργασίας, της ανάπτυξης των έργων, της ενοικίασης πλοίων και της χρηματοδότησης και ανάλογα προϋπολογίζουν τα έργα», δήλωσε ο Wallace στο Jupiter.
Η Βρετανία θέλει να τριπλασιάσει την υπεράκτια αιολική της ισχύ στα 50 GW μέχρι το τέλος της δεκαετίας, αλλά η έλλειψη προσφορών από τους εταιρείες ανάπτυξης έργων αιολικής ενέργειας στη τελευταία δημοπρασία της 8ης Σεπτεμβρίου θα μπορούσε να αποτελεί μια ένδειξη του τι θα ακολουθήσει, είπαν ορισμένοι ειδικοί.
«Η αναλογία μεταξύ κινδύνου και ανταμοιβής για τα υπεράκτια αιολικά δεν είναι δελεαστική σε πολλές χώρες. Μπορείτε να το καταλάβετε αυτό αν δείτε ότι οι επενδυτές έχουν εξαφανιστεί», δήλωσε στο Reuters ο Backwell του Παγκόσμιου Συμβουλίου Αιολικής Ενέργειας.
«Οι κυβερνήσεις μπορούν και πρέπει να διορθώσουν αυτό το πρόβλημα και μάλιστα σύντομα, διαφορετικά θα μπορούσαμε να βρεθούμε μπροστά σε μια μεγάλη αποτυχία της αγοράς και οι κλιματικοί και οικονομικοί στόχοι δεν θα επιτευχθούν», είπε.
Σε ορισμένες δημοπρασίες, οι τιμές έχουν γίνει πολύ υψηλές για τις παραδοσιακές επιχειρήσεις κοινής ωφελείας που αναπτύσσουν έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κι αδυνατούν να ανταγωνιστούν τις μεγάλες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου που αναζητούν να εμπλουτίσουν το παραδοσιακό χαρτοφυλάκιό τους με πιο πράσινες μονάδες.
Για παράδειγμα, η BP και η TotalEnergies κέρδισαν έναν γερμανικό διαγωνισμό για 7 GW υπεράκτιας αιολικής ενέργειας αφού κατέβαλαν ως μίσθωμα το ποσό ρεκόρ των 12,6 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αντίστοιχα, η RWE και η Orsted της Δανίας αποχώρησαν από τη δημοπρασία γιατί δεν άντεχαν να καταβάλλουν τόσα μεγάλα ποσά.
«Συμμετείχαμε σε εκείνη τη δημοπρασία και θα θέλαμε να κερδίσουμε. Ωστόσο, οι τιμές των προσφορών έφτασαν σε επίπεδα όπου δεν θα ικανοποιούνταν οι προσδοκίες μας για απόδοση ακόμη και σε πολύ αισιόδοξα σενάρια», δήλωσε ο Krebber της RWE.
Λόγω αυτών των προβλημάτων του κλάδου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είπε αυτόν τον μήνα ότι θα υποβάλει ένα πακέτο μέτρων στήριξης .
Αδιέξοδα και στις ΗΠΑ
Οι ευρωπαϊκές εταιρείες αγωνίζονται επίσης πέρα από τον Ατλαντικό.
Τους τελευταίους μήνες, διάφορες εταιρείες μεταξύ των οποίων η Orsted, η Equinor, η BP και η Shell προσπάθησαν να ακυρώσουν ή να επαναδιαπραγματευτούν συμβάσεις ενέργειας για τα πρώτα μεγάλα αιολικά πάρκα στις ΗΠΑ που πρόκειται να ξεκινήσουν να λειτουργούν μεταξύ 2025 και 2028.
Και ένας σύνολο υπεράκτιων αιολικών έργων, βάσει των οποίων υπήρχαν προσδοκίες ότι θα επιτευχθεί ο στόχος του Προέδρου Biden για 30 GW υπεράκτιας αιολικής ενέργειας έως το 2030 ενδέχεται να μην προχωρήσουν εκτός εάν η αμερικανική κυβέρνηση χαλαρώσει τις απαιτήσεις των επιδοτήσεων που περιγράφονται στον Νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA), είπαν οι υπεύθυνοι ανάπτυξης έργων.
«Η κατάσταση στα υπεράκτια αιολικά των ΗΠΑ είναι σοβαρή», δήλωσε τον περασμένο μήνα ο διευθύνων σύμβουλος της Orsted, Mads Nipper.
www.wordlenergynews.gr