Τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα δεν έχει ακόμη επενδυτική βαθμίδα, αλλά και τους λόγους που μπορεί σύντομα να την αποκτήσει αναλύει ο οίκος DBRS, στο σημερινό, 4/8, note του για τη χώρα.
Όπως αναφέρει, οι συνθήκες που οδηγούν στην επενδυτική βαθμίδα θα φέρουν περαιτέρω εμπιστοσύνη, θα επιταχύνουν τις ξένες επενδύσεις και θα βελτιώσουν το περιβάλλον λειτουργίας των ελληνικών τραπεζών.
Οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες θα μπορούσαν να είναι σχετικά βελτιωθούν λόγω της καλύτερης αντίληψης του κινδύνου, αν και στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης σύσφιξης των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών συνθηκών.
Επιπλέον, οι κίνδυνοι για την παγκόσμια οικονομία παραμένουν, που σχετίζονται με το γεγονός ότι η πλήρης αντίκτυπο της ταχείας νομισματικής σύσφιξης δεν έχει ακόμη επέλθει.
Όπως αναφέρει η DBRS, θα επανεξετάσει την αξιολόγηση της ελληνικής Δημοκρατίας, με αξιολόγηση ΒΒ (υψηλή), σταθερή, στις 8 Σεπτεμβρίου 2023.
Εν τω μεταξύ, θα συνεχίσει να αξιολογεί την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τις βελτιώσεις στις οικονομικές προοπτικές, τη δέσμευση για δημοσιονομικής εξυγίανσης που διατηρεί τον δείκτη δημόσιου χρέους σε πτωτική τροχιά- και τη συνολική σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα, καθώς όλα αυτά οδηγούν την Ελλάδα στο κατώφλι της επενδυτικής βαθμίδας αξιολόγησης.
Το κύριο ερώτημα που μέχρι στιγμής έχει κρατήσει την Ελλάδα μακριά από την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα είναι η διάρκεια αυτής της προόδου, αναφέρει ο οίκος.
Στο σωστό δρόμο
Από την τελευταία της αξιολόγηση στις 10 Μαρτίου 2023, παρά την αβεβαιότητα που επικρατούσε ενόψει των πρόσφατων εκλογών, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας εξασφάλισε και πάλι την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Αναμένεται να ακολουθήσει άλλη μια περίοδος συνέχειας της πολιτικής, αναφέρει η DBRS.
Αυτό θα επιτρέψει στη νέα κυβέρνηση να συνεχίσει να εφαρμόζει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.
Η πρόσφατη δήλωση πολιτικής της νέας κυβέρνησης φαίνεται να ευθυγραμμίζεται σε γενικές γραμμές με τις προσδοκίες.
Τα σχέδια για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος δικαιοσύνης και του δημόσιου συστήματος υγείας, μαζί με τις βελτιώσεις στην εκπαίδευση, θα συμβάλουν στην επίτευξη μακροπρόθεσμων οφελών.
Επιπλέον, η ατζέντα δεν αναμένεται να εμποδίσει την πορεία δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Η Ελλάδα αποπληρώνει το χρέος του επίσημου τομέα και χρηματοδοτείται από τις αγορές.
Από τον Μάιο, η απόδοση των 10ετών ομολόγων της Ελλάδας είναι χαμηλότερη από εκείνη της Ιταλίας (αξιολόγηση BBB – Σταθερή).
Ωστόσο, τα κληρονομικά ζητήματα που σχετίζονται με το υψηλό χρέος του δημόσιου τομέα, τα ακόμη αυξημένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και το υψηλό ποσοστό ανεργίας, θα παραμείνουν βασικές προκλήσεις.
Τα πραγματικά επιτόκια και η δυναμική της ανάπτυξης θα μπορούσαν να είναι λιγότερο ευνοϊκά στο μέλλον, τονίζοντας την ανάγκη για συνεχή πειθαρχία στην πολιτική.
Η πρόοδος
Η χώρα πέρασε από μια μεγάλη δημοσιονομική εξυγίανση, συχνά επώδυνη, αλλά σταθεροποίησε με επιτυχία τα δημοσιονομικά της.
Οι διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν επίσης εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα.
Μια κρίση όπως αυτή του COVID-19 δείχνει ότι μια διαφοροποιημένη παραγωγική οικονομία με δημοσιονομικό χώρο, μπορεί να θωρακίσει μια οικονομία από εξωτερικούς κλυδωνισμούς.
Αυτό φάνηκε επίσης όταν προέκυψε η ανάγκη για μέτρα στήριξης της ενέργειας.
Ως εκ τούτου, έχουμε την άποψη ότι η Ελλάδα έχει βελτιώσει σημαντικά την ανθεκτικότητά της με την πάροδο των ετών, με πλεόνασμα του γενικού προϋπολογισμού σε κάθε έτος από το 2016 έως το 2019, και το έλλειμμα μειώθηκε από 9,7% του ΑΕΠ το 2020 σε 7,1% το 2021 και σε 2,3% πέρυσι, σύμφωνα με τη Eurostat.
Κοντά στο πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο είναι πιθανό φέτος και πλεόνασμα το επόμενο έτος.
Ο δείκτης χρέους του δημόσιου τομέα έχει μειωθεί κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες από το τέλος του 2020, λόγω της πειθαρχημένης προσέγγισης στη διαχείριση της κρίσης, της σταθερής οικονομικής ανάκαμψης και της σημαντικής έκρηξης του πληθωρισμού, καταλήγει η DBRS.
Πηγή: bankingnews.gr
www.worldenergynews.gr