Επενδύσεις ύψους 500 δισ. δολαρίων παγκοσμίως σε ψηφιακά δίκτυα αναμένονται μέσα στα επόμενα 5 έως 7 χρόνια.
Σε ένα πρωτεύον σημείο ενδιαφέροντος στον κλάδο ενέργειας και εταιρειών κοινής ωφέλειας παγκοσμίως εξελίσσονται τα ψηφιακά δίκτυα, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας έρευνας της Ernst & Young.
Σύμφωνα με την έρευνα «Digital Grid: Powering the future of utilities», το 92% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν, σχεδιάζει επενδύσεις σε ψηφιακά δίκτυα κατά τους επόμενους 12 μήνες, ενώ οι επενδύσεις αυτές αναμένεται να φθάσουν στο επίπεδο των 500 δισ. δολαρίων μέσα στα επόμενα 5 έως 7 χρόνια.
Το 46% των συμμετεχόντων στην έρευνα επιβεβαίωσε ότι τα ψηφιακά δίκτυα, δηλαδή η ψηφιοποίηση των δικτύων ηλεκτρισμού, αερίου και νερού αποτελούν ένα κορυφαίο στρατηγικό πρόγραμμα ή έναν επενδυτικό στόχο για τον επόμενο χρόνο.
Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (72%), η βελτίωση της λειτουργίας και απόδοσης δικτύων και υποδομών (72%) και οι κίνδυνοι της κυβερνοασφάλειας (60%), αναφέρθηκαν ως οι βασικοί παράγοντες που ωθούν τις επενδύσεις προς αυτήν την κατεύθυνση.
Γίνεται, πλέον, σαφές ότι ο σημερινός κόσμος, για να ικανοποιήσει τις μεγάλες ενεργειακές του ανάγκες, απαιτεί μεγαλύτερη ευελιξία από τα δίκτυα.
Τα ψηφιακά δίκτυα θα αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά για πιο «έξυπνα» και αξιόπιστα συστήματα ενέργειας στο μέλλον και αυτό βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής των εταιρειών κοινής ωφέλειας.
Η γρήγορη διασύνδεση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τα «έξυπνα» σπίτια, ο ανταγωνισμός από τους νεοεισερχόμενους παίκτες και άλλες δυνάμεις που μετασχηματίζουν την αγορά, υποχρεώνουν τις εταιρείες κοινής ωφέλειας να δώσουν προτεραιότητα στα ψηφιακά δίκτυα.
Οι εξελίξεις αυτές αντικατοπτρίζονται σε εκτεταμένα, μεγάλης κλίμακας επενδυτικά προγράμματα.
Οι εταιρείες κοινής ωφέλειας αναφέρουν τρία βασικά εμπόδια για την υιοθέτηση των ψηφιακών δικτύων
Τρία βασικά εμπόδια για την υιοθέτηση των ψηφιακών δικτύων αναφέρθηκαν από το 48% των συμμετεχόντων στην έρευνα: η δυσκολία διαμόρφωσης μιας ολοκληρωμένης επιχειρηματικής πρότασης, οι μη ώριμες ακόμα τεχνολογίες και η ελλιπής γνώση και εμπειρία των προμηθευτών, καθώς και η έλλειψη κατανόησης των επιπτώσεων.
Ωστόσο, τα εμπόδια αυτά δεν αποτελούν έκπληξη, δεδομένου του ρυθμού των αλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, της έντασης των καινοτομιών που μετασχηματίζουν την αγορά και της πίεσης προς τη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα να συμβαδίσει και να εξυπηρετεί την παγκόσμια τρέχουσα ζήτηση.
Οι μη παραδοσιακοί νεοεισερχόμενοι στην αγορά κοινής ωφέλειας αυξάνουν την πίεση για την υιοθέτηση ψηφιακών δικτύων.
Το 56% των συμμετεχόντων συμφωνεί ότι οι μη παραδοσιακοί νεοεισερχόμενοι στον κλάδο των εταιρειών κοινής ωφέλειας θα μεταμορφώσουν ολοκληρωτικά τον κλάδο.
Οι νέοι αυτοί ανταγωνιστές –από εταιρείες τηλεπικοινωνιών και τεχνολογίας μέχρι φορείς συγκέντρωσης ενέργειας (aggregators) και εταιρείες παροχής ενεργειακών υπηρεσιών– επενδύουν σε υπηρεσίες που μπορούν να περιορίσουν τις αποδόσεις των επενδύσεων των παραδοσιακών εταιρειών κοινής ωφέλειας στα ψηφιακά δίκτυα.
Οι παροχές αυτές περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, «έξυπνες» οικιακές συσκευές, λύσεις διαχείρισης της οικιακής ενέργειας και λύσεις εκτός δικτύου.
Η έρευνα υπογραμμίζει τις καινοτόμες προσεγγίσεις που υιοθετούν οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας για να διαχειριστούν τις καινοτομίες που εισάγουν οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά, όπως, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη μιας εικονικής μονάδας παραγωγής ενέργειας με βάση την αποθήκευση ενέργειας σε συσσωρευτές (μπαταρίες), την προώθηση ενός επιχειρηματικού μοντέλου ιδιόκτητων οικιακών μπαταριών (”bring your own battery”) και τη δοκιμαστική χρήση του blockchain για τη φόρτιση ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Ο κ. Λεωνίδας Κωβαίος, εταίρος του τμήματος Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της Ernst & Young Ελλάδος, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας παρατηρεί:
«Οι εταιρείες κοινής ωφέλειας του μέλλοντος θα πρέπει να λειτουργούν σε μια νέα αλυσίδα δημιουργίας αξίας, ενισχυμένη και διασυνδεδεμένη μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, όπου η ενέργεια και η ροή πληροφορίας (βασισμένη στην αξιοποίηση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο) θα κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, τόσο για την καλύτερη διάκριση της ζήτησης και της εξοικονόμησης ενέργειας, όσο και για την πιο αποδοτική διαχείριση των πόρων.
Τα ψηφιακά δίκτυα είναι απαραίτητα για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Η Ελλάδα έχει σημαντική απόσταση να διανύσει στην κατεύθυνση της υιοθέτησης των ψηφιακών δικτύων, σε όλους τους κλάδους (ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο, νερό).
Αυτό συνεπάγεται τόσο τη διαμόρφωση ενός ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος, όσο και τη δυνατότητα χρηματοδότησης, αλλά και τη σύναψη συμμαχιών και συνεργειών με εταιρείες που μπορούν να καινοτομήσουν και να στηρίξουν στην κατεύθυνση αυτή τους παραδοσιακούς παίκτες.
Τα ψηφιακά δίκτυα είναι σίγουρο ότι θα έχουν πολλαπλά οφέλη για τους καταναλωτές, την οικονομία και το περιβάλλον».
www.worldenergynews.gr
Σύμφωνα με την έρευνα «Digital Grid: Powering the future of utilities», το 92% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν, σχεδιάζει επενδύσεις σε ψηφιακά δίκτυα κατά τους επόμενους 12 μήνες, ενώ οι επενδύσεις αυτές αναμένεται να φθάσουν στο επίπεδο των 500 δισ. δολαρίων μέσα στα επόμενα 5 έως 7 χρόνια.
Το 46% των συμμετεχόντων στην έρευνα επιβεβαίωσε ότι τα ψηφιακά δίκτυα, δηλαδή η ψηφιοποίηση των δικτύων ηλεκτρισμού, αερίου και νερού αποτελούν ένα κορυφαίο στρατηγικό πρόγραμμα ή έναν επενδυτικό στόχο για τον επόμενο χρόνο.
Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (72%), η βελτίωση της λειτουργίας και απόδοσης δικτύων και υποδομών (72%) και οι κίνδυνοι της κυβερνοασφάλειας (60%), αναφέρθηκαν ως οι βασικοί παράγοντες που ωθούν τις επενδύσεις προς αυτήν την κατεύθυνση.
Γίνεται, πλέον, σαφές ότι ο σημερινός κόσμος, για να ικανοποιήσει τις μεγάλες ενεργειακές του ανάγκες, απαιτεί μεγαλύτερη ευελιξία από τα δίκτυα.
Τα ψηφιακά δίκτυα θα αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά για πιο «έξυπνα» και αξιόπιστα συστήματα ενέργειας στο μέλλον και αυτό βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής των εταιρειών κοινής ωφέλειας.
Η γρήγορη διασύνδεση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τα «έξυπνα» σπίτια, ο ανταγωνισμός από τους νεοεισερχόμενους παίκτες και άλλες δυνάμεις που μετασχηματίζουν την αγορά, υποχρεώνουν τις εταιρείες κοινής ωφέλειας να δώσουν προτεραιότητα στα ψηφιακά δίκτυα.
Οι εξελίξεις αυτές αντικατοπτρίζονται σε εκτεταμένα, μεγάλης κλίμακας επενδυτικά προγράμματα.
Οι εταιρείες κοινής ωφέλειας αναφέρουν τρία βασικά εμπόδια για την υιοθέτηση των ψηφιακών δικτύων
Τρία βασικά εμπόδια για την υιοθέτηση των ψηφιακών δικτύων αναφέρθηκαν από το 48% των συμμετεχόντων στην έρευνα: η δυσκολία διαμόρφωσης μιας ολοκληρωμένης επιχειρηματικής πρότασης, οι μη ώριμες ακόμα τεχνολογίες και η ελλιπής γνώση και εμπειρία των προμηθευτών, καθώς και η έλλειψη κατανόησης των επιπτώσεων.
Ωστόσο, τα εμπόδια αυτά δεν αποτελούν έκπληξη, δεδομένου του ρυθμού των αλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, της έντασης των καινοτομιών που μετασχηματίζουν την αγορά και της πίεσης προς τη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα να συμβαδίσει και να εξυπηρετεί την παγκόσμια τρέχουσα ζήτηση.
Οι μη παραδοσιακοί νεοεισερχόμενοι στην αγορά κοινής ωφέλειας αυξάνουν την πίεση για την υιοθέτηση ψηφιακών δικτύων.
Το 56% των συμμετεχόντων συμφωνεί ότι οι μη παραδοσιακοί νεοεισερχόμενοι στον κλάδο των εταιρειών κοινής ωφέλειας θα μεταμορφώσουν ολοκληρωτικά τον κλάδο.
Οι νέοι αυτοί ανταγωνιστές –από εταιρείες τηλεπικοινωνιών και τεχνολογίας μέχρι φορείς συγκέντρωσης ενέργειας (aggregators) και εταιρείες παροχής ενεργειακών υπηρεσιών– επενδύουν σε υπηρεσίες που μπορούν να περιορίσουν τις αποδόσεις των επενδύσεων των παραδοσιακών εταιρειών κοινής ωφέλειας στα ψηφιακά δίκτυα.
Οι παροχές αυτές περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, «έξυπνες» οικιακές συσκευές, λύσεις διαχείρισης της οικιακής ενέργειας και λύσεις εκτός δικτύου.
Η έρευνα υπογραμμίζει τις καινοτόμες προσεγγίσεις που υιοθετούν οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας για να διαχειριστούν τις καινοτομίες που εισάγουν οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά, όπως, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη μιας εικονικής μονάδας παραγωγής ενέργειας με βάση την αποθήκευση ενέργειας σε συσσωρευτές (μπαταρίες), την προώθηση ενός επιχειρηματικού μοντέλου ιδιόκτητων οικιακών μπαταριών (”bring your own battery”) και τη δοκιμαστική χρήση του blockchain για τη φόρτιση ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Ο κ. Λεωνίδας Κωβαίος, εταίρος του τμήματος Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της Ernst & Young Ελλάδος, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας παρατηρεί:
«Οι εταιρείες κοινής ωφέλειας του μέλλοντος θα πρέπει να λειτουργούν σε μια νέα αλυσίδα δημιουργίας αξίας, ενισχυμένη και διασυνδεδεμένη μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, όπου η ενέργεια και η ροή πληροφορίας (βασισμένη στην αξιοποίηση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο) θα κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, τόσο για την καλύτερη διάκριση της ζήτησης και της εξοικονόμησης ενέργειας, όσο και για την πιο αποδοτική διαχείριση των πόρων.
Τα ψηφιακά δίκτυα είναι απαραίτητα για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Η Ελλάδα έχει σημαντική απόσταση να διανύσει στην κατεύθυνση της υιοθέτησης των ψηφιακών δικτύων, σε όλους τους κλάδους (ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο, νερό).
Αυτό συνεπάγεται τόσο τη διαμόρφωση ενός ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος, όσο και τη δυνατότητα χρηματοδότησης, αλλά και τη σύναψη συμμαχιών και συνεργειών με εταιρείες που μπορούν να καινοτομήσουν και να στηρίξουν στην κατεύθυνση αυτή τους παραδοσιακούς παίκτες.
Τα ψηφιακά δίκτυα είναι σίγουρο ότι θα έχουν πολλαπλά οφέλη για τους καταναλωτές, την οικονομία και το περιβάλλον».
www.worldenergynews.gr