Με «ατομικές ειδοποιήσεις» ότι η σύμβαση τους για την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας έχει λήξει, απευθύνεται η ΔΕΗ προς τους πελάτες της που τροφοδοτούνται στην υψηλή τάση, τις μεγάλες βιομηχανίες της χώρας, κάποιες από τις οποίες μάλιστα έλαβαν τη συγκεκριμένη «ατομική ειδοποίηση» με ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 2020, δηλαδή την τελευταία ημέρα του χρόνου οπότε και έληγε η σύμβαση τους.
Είχαν προηγηθεί διαπραγματεύσεις μεταξύ των δυο πλευρών οι οποίες ωστόσο οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο και διακόπηκαν αφού η ΔΕΗ για τη σύναψη νέων συμβάσεων πρότεινε αυξήσεις τιμολογίων από 20% έως 40% «προσφέροντας» δίμηνη παράταση στα υφιστάμενα τιμολόγια.
Η υπόθεση αφορά τις χαλυβουργίες, τις τσιμεντοβιομηχανίες και τις βιομηχανίας παραγωγής και επεξεργασίας μετάλλων για τις οποίες η ενέργεια είναι ο κυριότερος παράγοντας στη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής και κατ΄ επέκταση της ανταγωνιστικότητας τους σε σχέση με τις αντίστοιχες βιομηχανίες της Ευρώπης.
Το ζήτημα των νέων συμβάσεων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ της ΔΕΗ και των ενεργοβόρων βιομηχανιών, που αποτελούν την παραγωγική βάση της χώρας είναι από τα πρώτα θέματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο νέος υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας. Θα κληθεί να αναζητήσει ισορροπία, μεταξύ της εξαγγελλόμενης πολιτικής της κυβέρνησης για στήριξη της βιομηχανίας και ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης της χώρας από τη μια πλευρά και της άρνησης της ΔΕΗ να υποχωρήσει σε τιμές ρεύματος, που όπως υποστηρίζει είναι κάτω του κόστους παραγωγής της.
Από τη άλλη πλευρά πάντως παράγοντες της βιομηχανίας τονίζουν ότι η ΔΕΗ αγνοεί πως είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός και προμηθευτής στη χώρα και προκαλεί όταν ενσωματώνει στην προσφορά της προς τις βιομηχανίες ρήτρα προσαύξησης συνδεδεμένη με το συνολικό κόστος της αγοράς εξισορρόπησης, στη διαμόρφωση του οποίου έχει καθοριστικό ρόλο, τόσο ως προμηθευτής με τις υπερδηλώσεις φορτίου που κάνει, όσο και ως παραγωγός με τη στρατηγική των προσφορών της.
Η πρόταση της ΔΕΗ που έχει οδηγήσει στο σημερινό αδιέξοδο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και:
- Την κατάργηση της υφιστάμενης ζώνης ελαχίστου φορτίου (νύχτα και Σαββατοκύριακα) που αφορά κυρίως τις χαλυβουργίες και δευτερευόντως τις τσιμεντοβιομηχανίες οι οποίες προσάρμοσαν τη λειτουργία τους ώστε να επωφεληθούν από τη φθηνότερη τιμή ενέργειας τη νύχτα στην αγορά. Η αναπροσαρμογή έχει ωφελήσει και τη ΔΕΗ αφού τα φορτία των χαλυβουργιών τη νύχτα, είναι εκείνα που επιτρέπουν την ένταξη των λιγνιτικών της μονάδων της στην αγορά και κατ’ επέκταση τη λειτουργία τους μέσα την ημέρα, δίνοντας τους τη δυνατότητα να πουλήσουν την παραγωγή τους στη λιανική τις ώρες μη λειτουργίας των χαλυβουργιών.
- Την εισαγωγή «ρήτρας προσαύξησης» συνδεδεμένη με το μεσοσταθμικό μηνιαίο κόστος των Λογαριασμών Αγοράς Εξισορρόπησης, κόστος το οποίο ως δεσπόζων παίκτης κύρια προκαλεί, ενώ ωφελείται ως παραγωγός σε βαθμό που υπερκαλύπτει τη χρέωση με την οποία επιβαρύνεται ως προμηθευτής.
Επίσης η ΔΕΗ με τη νέα πρόταση της:
- Καταργεί την υφιστάμενη έκπτωση όγκου, καθώς όπως αναφέρει o υψηλός όγκος προμήθειας των βιομηχανιών ΥΤ «δημιουργεί και αυξημένο ρίσκο για τη ΔΕΗ με τη νέα δομή της αγοράς, κάτι το οποίο έχει ληφθεί πλήρως υπόψη στο σχέδιο της προσφοράς».
- Αναφέρεται σε «διαφοροποίηση καταναλωτικής συμπεριφοράς», χωρίς να ξεκαθαρίζει εάν η διαφοροποίηση αφορά το προφίλ ή την καμπύλη φορτίου ή τον όγκο κατανάλωσης.
- Καταργεί τα υφιστάμενα κριτήρια αξιολόγησης του προφίλ μιας εγκατάστασης, όπως π,χ ο Συντελεστής Χρησιμοποίησης και ή καμπύλη νυχτερινού φορτίου
- Εισάγει χρεώσεις σε περιπτώσεις «υποθετικής» παραβίασης της καταναλωτικής συμπεριφοράς που αντιστοιχούν σε χρέωση του συνολικού κόστους της αγοράς.
- Εισάγει ρήτρα take or pay επί της μηνιαίας κατανάλωσης 98%, επιφυλασσόμενη για τη διεκδίκηση τυχόν ζημίας.
www.worldenergynews.gr