«Ισχυρές ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης», διαπιστώνει η έκθεση της GIZ για την εφαρμογή του ιφιστάμενου πλαισίου διαγωνισμών
Σοβαρά ζητήματα παράκαμψης των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού στο πλαίσιο των διαγωνιστικών διαδικασιών που διενεργήθηκαν κατά την περίοδο 2018-2020 από τη ΡΑΕ, για την κατακύρωση νέων έργων ΑΠΕ, διαπιστώνει η έκθεση της γερμανικής εταιρίας GIZ, η οποία προχώρησε στην αξιολόγηση του σχήματος, για λογαριασμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ενόψει της αναθεώρησης του.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η μελέτη αναφέρεται σε «ισχυρές ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης είτε σε επίπεδο έργων που συμμετείχαν στην ανταγωνιστική διαδικασία, είτε σε επίπεδο υποβολής προσφορών» καθώς για «περιθώρια ομαδοποίησης προσφορών και μειωμένου ανταγωνισμού».
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας μελετά με μεγάλη προσοχή τη συγκεκριμένη έκθεση, ειδικά εν όψει του αιτήματος που αναμένεται να υποβάλει προς την Κομισιόν για παράταση του σχήματος των διαγωνιστικών διαδικασιών, για κάποιο χρονικό διάστημα έως την πλήρη μετάβαση και των έργων ΑΠΕ στην νέα αγορά που θα λειτουργεί με βάση τους κανόνες του Target Model.
Σε καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού οι ΑΠΕ
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Χατζηδάκης το τελευταίο διάστημα επαναλαμβάνει ότι η αγορά των ΑΠΕ θα πρέπει να πάψει να είναι ρυθμισμένη και ότι θα πρέπει σταδιακά να περάσουν σε ένα καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού στο πλαίσιο του Target Model με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Έτσι σύμφωνα με εκτιμήσεις το μεταβατικό καθεστώς που θα αιτηθεί η ελληνική κυβέρνηση στην Κομισιόν δεν θα υπερβαίνει σε διάρκεια το ένα έτος ενώ μείζονος σημασίας για το νέο σχήμα είναι η δημοπρατούμενη ισχύς και η συχνότητα των διαγωνισμών όπως και τα ζητήματα της οργάνωσης και της μεθοδολογίας διενέργειας ανταγωνιστικών διαδικασιών.
Όπως λέει χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης, μας ενδιαφέρει να στηρίξουμε τους παραγωγούς, αλλά μας ενδιαφέρουν ασφαλώς και οι τιμές που πληρώνει η βιομηχανία και ο μέσος καταναλωτής. Δεν είναι ανεκτό η Ελλάδα να έχει την υψηλότερη χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ.
Εξορθολογισμός της αγοράς
Θα προχωρήσουμε παράλληλα σε μια περαιτέρω διευκόλυνση της αδειοδότησης αίροντας τα όποια γραφειοκρατικά εμπόδια, αλλά και σε έναν εξορθολογισμό της αγοράς. Αυτό σημαίνει μακροπρόθεσμες συμβάσεις μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών (PPA) και ό,τι συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου βιομηχανία και καταναλωτές έχουν χαμηλότερες τιμές και οι παραγωγοί έχουν κέρδη.
Σύμφωνα με την έκθεση της GIZ το σχήμα των ανταγωνιστικών διαδικασιών είχε θετικές επιπτώσεις όπως το ότι μειώθηκε σημαντικά η μέση λειτουργική ενίσχυση για τα έργα που επιλέχθηκαν από ανταγωνιστικές διαδικασίες προς όφελος του ΕΛΑΠΕ ή ότι παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση επενδυτικού ενδιαφέροντος για μεγάλα ΦΒ ή αιολικά έργα.
Ωστόσο η έκθεση επισημαίνει ακόμη ότι δημιουργήθηκε σημαντική αγορά σε ΦΒ που εξαιρούνται από την υποχρέωση συμμετοχής σε ανταγωνιστικές διαδικασίες με αντικρουόμενες επιπτώσεις.
Ισχυρές ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης
Ειδικά σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα των ανταγωνιστικών διαδικασιών ΦΒ η έκθεση διαπιστώνει:
• Χαμηλό δείκτη κάλυψης της προς δημοπράτηση ισχύος
• «άνοιγμα» διαφοράς ελάχιστης με μέγιστης επιλέξιμης προσφοράς και ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης κατά την υποβολή προσφορών.
• Διατήρηση υψηλών μέσων τιμών (2019) με σχετική προσαρμογή το 2020
• Εμφάνιση συμμετεχόντων με σημαντικά ποσοστιαία μερίδια στη ισχύ που δημοπρατείται
• Ισχυρές ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης είτε σε επίπεδο έργων που συμμετέχουν σε ανταγωνιστική διαδικασία είτε σε επίπεδο υποβολής προσφορών
• Συμμετέχοντες με σημαντικά ποσοστιαία μερίδια στη ισχύ που δημοπρατείται
• Περιθώριο διατήρησης προσφορών κοντά στην ανώτατη επιτρεπόμενη τιμή προσφοράς
• Συμμετέχοντες με σημαντικά ποσοστιαία μερίδια στη ισχύ που δημοπρατείται
• Περιθώριο ομαδοποίησης προσφορών και μειωμένου ανταγωνισμού λόγω αναγνώρισης των υπολειπόμενων έργων/έργου (έργα με υψηλότερες προσφορές)
• Στρατηγικό τρόπο συμμετοχής και υποβολής προσφορών από συμμετέχοντες
Σημαντική μείωση των εγγυημένων τιμών
Αξίζει να σημειωθεί πάντως, ότι οι ανταγωνιστικές διαδικασίες οδήγησαν σε σημαντική μείωση των εγγυημένων τιμών για τα έργα ΑΠΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι για τα έργα που έχουν εγκατασταθεί με το προηγούμενο καθεστώς των εγγυημένων τιμών το μέσο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας το πρώτο πεντάμηνο του 2020 ήταν 134,3 ευρώ/MWh και συγκεκριμένα 84,7 ευρώ/MWh για τα αιολικά και 262,1 ευρώ/MWh για τα φωτοβολταικά.
Αντιστοίχως για τα φωτοβολταϊκά, που εντάχθηκαν στις ανταγωνιστικές διαδικασίες οι μεσοσταθμικές τιμές των διαγωνισμών του 2018 ήταν 69,48 ευρώ/MWh, του 2019 61,58 ευρώ/MWh και του 2020 49,8 ευρώ/MWh. Αντιστοίχως για τα αιολικά του 2018 η μεσοσταθμική τιμή ήταν 64,24 ευρώ/MWh, του 2019 62 ευρώ/MWh και του 2020 55,67 ευρώ/MWh. Στους κοινούς διαγωνισμούς αιολικών και φωτοβολταικών το 2019 η μεσοσταθμική τιμή διαμορφώθηκε σε 57,03 ευρώ/MWh και του 2020 σε 51,59 ευρώ/MWh.
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι αντίστοιχες διαδικασίες σε άλλες χώρες της Ευρώπης οδήγησαν σε πολύ χαμηλότερες τιμές όπως για παράδειγμα στην Πορτογαλία όπου το 2019 η μέση τιμή 20,33 ευρώ/MWh και το 2020 η χαμηλότερη τιμή ήταν 11,14 ευρώ/MWh.
Στη Γερμανία το 2020 οι μεσοσταθμικές τιμές ήταν 52,7 ευρώ/MWh για ΦΒ, και 61,4 ευρώ/MWh για αιολικά. Οι ιστορικά χαμηλές μεσοσταθμικές στη Γερμανία ήταν 43,3 ευρώ/MWh για ΦΒ το 2019 και 38,2 ευρώ/MWh για αιολικά το 2017.
www.worldenergynews.gr
Είναι χαρακτηριστικό ότι η μελέτη αναφέρεται σε «ισχυρές ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης είτε σε επίπεδο έργων που συμμετείχαν στην ανταγωνιστική διαδικασία, είτε σε επίπεδο υποβολής προσφορών» καθώς για «περιθώρια ομαδοποίησης προσφορών και μειωμένου ανταγωνισμού».
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας μελετά με μεγάλη προσοχή τη συγκεκριμένη έκθεση, ειδικά εν όψει του αιτήματος που αναμένεται να υποβάλει προς την Κομισιόν για παράταση του σχήματος των διαγωνιστικών διαδικασιών, για κάποιο χρονικό διάστημα έως την πλήρη μετάβαση και των έργων ΑΠΕ στην νέα αγορά που θα λειτουργεί με βάση τους κανόνες του Target Model.
Σε καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού οι ΑΠΕ
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Χατζηδάκης το τελευταίο διάστημα επαναλαμβάνει ότι η αγορά των ΑΠΕ θα πρέπει να πάψει να είναι ρυθμισμένη και ότι θα πρέπει σταδιακά να περάσουν σε ένα καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού στο πλαίσιο του Target Model με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Έτσι σύμφωνα με εκτιμήσεις το μεταβατικό καθεστώς που θα αιτηθεί η ελληνική κυβέρνηση στην Κομισιόν δεν θα υπερβαίνει σε διάρκεια το ένα έτος ενώ μείζονος σημασίας για το νέο σχήμα είναι η δημοπρατούμενη ισχύς και η συχνότητα των διαγωνισμών όπως και τα ζητήματα της οργάνωσης και της μεθοδολογίας διενέργειας ανταγωνιστικών διαδικασιών.
Όπως λέει χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης, μας ενδιαφέρει να στηρίξουμε τους παραγωγούς, αλλά μας ενδιαφέρουν ασφαλώς και οι τιμές που πληρώνει η βιομηχανία και ο μέσος καταναλωτής. Δεν είναι ανεκτό η Ελλάδα να έχει την υψηλότερη χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ.
Εξορθολογισμός της αγοράς
Θα προχωρήσουμε παράλληλα σε μια περαιτέρω διευκόλυνση της αδειοδότησης αίροντας τα όποια γραφειοκρατικά εμπόδια, αλλά και σε έναν εξορθολογισμό της αγοράς. Αυτό σημαίνει μακροπρόθεσμες συμβάσεις μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών (PPA) και ό,τι συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου βιομηχανία και καταναλωτές έχουν χαμηλότερες τιμές και οι παραγωγοί έχουν κέρδη.
Σύμφωνα με την έκθεση της GIZ το σχήμα των ανταγωνιστικών διαδικασιών είχε θετικές επιπτώσεις όπως το ότι μειώθηκε σημαντικά η μέση λειτουργική ενίσχυση για τα έργα που επιλέχθηκαν από ανταγωνιστικές διαδικασίες προς όφελος του ΕΛΑΠΕ ή ότι παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση επενδυτικού ενδιαφέροντος για μεγάλα ΦΒ ή αιολικά έργα.
Ωστόσο η έκθεση επισημαίνει ακόμη ότι δημιουργήθηκε σημαντική αγορά σε ΦΒ που εξαιρούνται από την υποχρέωση συμμετοχής σε ανταγωνιστικές διαδικασίες με αντικρουόμενες επιπτώσεις.
Ισχυρές ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης
Ειδικά σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα των ανταγωνιστικών διαδικασιών ΦΒ η έκθεση διαπιστώνει:
• Χαμηλό δείκτη κάλυψης της προς δημοπράτηση ισχύος
• «άνοιγμα» διαφοράς ελάχιστης με μέγιστης επιλέξιμης προσφοράς και ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης κατά την υποβολή προσφορών.
• Διατήρηση υψηλών μέσων τιμών (2019) με σχετική προσαρμογή το 2020
• Εμφάνιση συμμετεχόντων με σημαντικά ποσοστιαία μερίδια στη ισχύ που δημοπρατείται
Σε ό,τι αφορά τις ανταγωνιστικές διαδικασίες για τα αιολικά η έκθεση διαπιστώνει:
• Ισχυρές ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης είτε σε επίπεδο έργων που συμμετέχουν σε ανταγωνιστική διαδικασία είτε σε επίπεδο υποβολής προσφορών
• Συμμετέχοντες με σημαντικά ποσοστιαία μερίδια στη ισχύ που δημοπρατείται
• Περιθώριο διατήρησης προσφορών κοντά στην ανώτατη επιτρεπόμενη τιμή προσφοράς
Τέλος για τις κοινές ανταγωνιστικές διαδικασίες υποβολής προσφορών η έκθεση διαπιστώνει και πάλι:
• Ισχυρές ενδείξεις δεσπόζουσας θέσης είτε σε επίπεδο έργων που συμμετέχουν σε ανταγωνιστική διαδικασία είτε σε επίπεδο υποβολής προσφορών• Συμμετέχοντες με σημαντικά ποσοστιαία μερίδια στη ισχύ που δημοπρατείται
• Περιθώριο ομαδοποίησης προσφορών και μειωμένου ανταγωνισμού λόγω αναγνώρισης των υπολειπόμενων έργων/έργου (έργα με υψηλότερες προσφορές)
• Στρατηγικό τρόπο συμμετοχής και υποβολής προσφορών από συμμετέχοντες
Σημαντική μείωση των εγγυημένων τιμών
Αξίζει να σημειωθεί πάντως, ότι οι ανταγωνιστικές διαδικασίες οδήγησαν σε σημαντική μείωση των εγγυημένων τιμών για τα έργα ΑΠΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι για τα έργα που έχουν εγκατασταθεί με το προηγούμενο καθεστώς των εγγυημένων τιμών το μέσο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας το πρώτο πεντάμηνο του 2020 ήταν 134,3 ευρώ/MWh και συγκεκριμένα 84,7 ευρώ/MWh για τα αιολικά και 262,1 ευρώ/MWh για τα φωτοβολταικά.
Αντιστοίχως για τα φωτοβολταϊκά, που εντάχθηκαν στις ανταγωνιστικές διαδικασίες οι μεσοσταθμικές τιμές των διαγωνισμών του 2018 ήταν 69,48 ευρώ/MWh, του 2019 61,58 ευρώ/MWh και του 2020 49,8 ευρώ/MWh. Αντιστοίχως για τα αιολικά του 2018 η μεσοσταθμική τιμή ήταν 64,24 ευρώ/MWh, του 2019 62 ευρώ/MWh και του 2020 55,67 ευρώ/MWh. Στους κοινούς διαγωνισμούς αιολικών και φωτοβολταικών το 2019 η μεσοσταθμική τιμή διαμορφώθηκε σε 57,03 ευρώ/MWh και του 2020 σε 51,59 ευρώ/MWh.
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι αντίστοιχες διαδικασίες σε άλλες χώρες της Ευρώπης οδήγησαν σε πολύ χαμηλότερες τιμές όπως για παράδειγμα στην Πορτογαλία όπου το 2019 η μέση τιμή 20,33 ευρώ/MWh και το 2020 η χαμηλότερη τιμή ήταν 11,14 ευρώ/MWh.
Στη Γερμανία το 2020 οι μεσοσταθμικές τιμές ήταν 52,7 ευρώ/MWh για ΦΒ, και 61,4 ευρώ/MWh για αιολικά. Οι ιστορικά χαμηλές μεσοσταθμικές στη Γερμανία ήταν 43,3 ευρώ/MWh για ΦΒ το 2019 και 38,2 ευρώ/MWh για αιολικά το 2017.
www.worldenergynews.gr