Αρθρο των Αλεξάνδρα Σδούκου, συμβούλου ενέργειας και φυσ. πόρων προέδρου ΝΔ, Andrea Tornati, Perrine Toledano για το Columbia Center on Sustainable Investment του Columbia University
Το ενδιαφέρον για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην Ελλάδα και οι πρόσφατες επενδύσεις αποτελούν μία μεγάλη ευκαιρία τόσο για τη χώρα όσο και για τις διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες να συνεργαστούν από κοινού, στο ξεκίνημα αυτού του εγχειρήματος που είναι σχετικά πρόσφατο στη χώρα, με στόχο την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης της Ελλάδας έως το 2030.
Η στροφή προς τους Στόχους Αειφόρου Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (ΣΒΑ), σύμφωνα με τους οποίους η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να συνοδεύεται από κοινωνική δικαιοσύνη και περιβαλλοντική βιωσιμότητα, είναι υψίστης σημασίας.
Έκθεση του Columbia Center on Sustainable Investment με τίτλο «Πώς θα μπορούσαν οι διεθνείς εταιρείες πετρελαίου να βοηθήσουν την Ελλάδα να επιτύχει τους στόχους της αειφόρου ανάπτυξης» (How International Oil Companies Could Assist Greece to Achieve the Sustainable Development Goals) επικεντρώνεται στο πώς η βιωσιμότητα μπορεί να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή κατά τη διαχείριση των φυσικών πόρων.
Η Έκθεση στοχεύει να συμβάλει σε μία ευρύτερη γόνιμη συζήτηση μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων μερών, προτρέποντας τις διεθνείς εταιρείες πετρελαίου να ενσωματώσουν κρίσιμους ΣΒΑ στις δραστηριότητές τους, ώστε η βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου να συμβάλει στη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας.
Οι στόχοι στους οποίους θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι αυτοί που μπορούν να αντιμετωπίσουν βασικές αδυναμίες της χώρας, όπως για παράδειγμα η υψηλή εξάρτησή της από εισαγόμενες πηγές ενέργειας, τα υψηλά επίπεδα εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου , η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια, ηέλλειψη καινοτομίας και τοπικής επιχειρηματικότητας, , οι ελλιπείς υποδομές, η γραφειοκρατία, η εισοδηματική ανισότητα, ο υψηλός βαθμός διαφθοράς, τα υψηλά επίπεδα φτώχειας, οι ανισότητες των φύλων και το υψηλό δημόσιο χρέος.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα έχει λάβει σημαντικά μέτρα προκειμένου να τονώσει τις προσπάθειες αναβίωσης της βιομηχανίας πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Ωστόσο,η αισιοδοξία για τη δυναμική της Ελλάδας να καταστεί και αυτή παραγωγός υδρογονανθράκων αντιμετωπίζεται ταυτόχρονα στο δημόσιο διάλογο με σκεπτικισμό σε ό,τι αφορά τα οφέλη από την ανάπτυξη των υδρογονανθράκων, με το επιχείρημα ότι αυτή είναι ασύμβατη με την προστασία του οικοσυστήματος της χώρας, την τουριστική ανάπτυξη που συνιστά βασικό πυλώνα οικονομίας για τη χώρα και εντέλει τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Οι Διεθνείς Εταιρείες Πετρελαίου μπορούν και είναι προς όφελός τους να υποστηρίξουν, μέσα από την επιχειρηματική τους δράση, τις πολιτικές της χώρας στους αναπτυξιακούς της πυλώνες.
Για παράδειγμα, οι εταιρείες μπορούν να βοηθήσουν την Ελλάδα να μειώσει τις εκπομπές άνθρακα και να πετύχει τους στόχους της στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού, βοηθώντας τη χώρα να αναπτύξει και να εφαρμόσει το εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030, όπου το φυσικό αέριο και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα αντικαταστήσουν τον άνθρακα και το πετρέλαιο στο ενεργειακό της μείγμα.
Δεδομένου ότι οι εταιρείες πετρελαίουπου λειτουργούν στην Ελλάδα θα πρέπει να υιοθετούν υψηλά περιβαλλοντικά πρότυπα προκειμένου να διατηρηθεί το ευαίσθητο μεσογειακό τοπικό οικοσύστημα, οφείλουν να αντιμετωπίσουν το θέμα αυτό σε συνεργασία με τους ντόπιους επιστήμονες, ώστε να διασφαλίζουν κάθε φορά ότι συγκεντρώνονται όλες οι απαραίτητες γνώσεις για την προστασία της θαλάσσιας ζωής και του περιβάλλοντος.
Ένα βασικό ζήτημα στην Ελλάδα είναι η δυσλειτουργία του διοικητικού συστήματος.
Οι εταιρείες θα μπορούσαν να εκπαιδεύσουν τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές και τους υπεύθυνους για τη χάραξη πολιτικής ώστε να ενισχύσουν την διοικητική ικανότητα της χώρας στην ανάπτυξη και διαχείριση των φυσικών της πόρων.
Οι αρχές της ακεραιότητας, της διαφάνειας και του υγιούς ανταγωνισμού πρέπει να βρίσκονται επίσης στον πυρήνα άσκησης της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.. Λόγω του υψηλού ποσοστού ανεργίας στην Ελλάδα και της οικονομικής ανισότητας που έχει προκαλέσει η χρηματοπιστωτική κρίση, οι πετρελαϊκές εταιρείες έχουν την ευκαιρία να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, και να αναπτύξουν την τοπική επειχειρηματικότητα μέσω προγραμμάτων κατάρτισης και ανάπτυξης των ικανοτήτων των Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων (ΜΜΕ) της χώρας, συμβάλοντας στην μετέπειτα εξαγωγή αυτών των εξειδικευμένων υπηρεσιών και σε άλλες αγορές του εξωτερικού.
Οι εταιρείες θα μπορούσαν επίσης να χρηματοδοτήσουν προγράμματα που υποστηρίζουν την καινοτομία, την έρευνα και την ανάπτυξη στη βιομηχανία φυσικού αερίου.
Θα πρέπει επιπρόσθετας να ενθαρρύνουν τη γυναικεία απασχόληση στον κλάδο.
Θα μπορούσαν να συνεργαστούν με ακαδημαϊκά ιδρύματα για να ενθαρρύνουν την προτίμηση προς τα πεδία εκπαίδευσης των Φυσικών Επιστημών, της Τεχνολογίας, της Επιστήμης των Μηχανικών (STEM).
Η ανάπτυξη ενός τοπικού εργατικού δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης θα είχε ως αποτέλεσμα την μείωση του φαινομένου της «διαρροής εγκεφάλων».
Η επιτυχής υλοποίηση των στόχων της αειφόρου ανάπτυξης προϋποθέτει μια επικοιδομητική προσέγγιση και συνεργασία των ενδιαφερομένων μερών.
Αν και δεν είναι εύκολο σε μια κοινωνία που είναι γενικά επιφυλακτική ως προςτα οφέλη της ανάπτυξης του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, όπως η ελληνική κοινωνία είναι μια μεγάλη ευκαιρία για τις εταιρείες να συνεργαστούν με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και να διασφαλίσουν τη βιώσιμη ανάπτυξη του τομέα πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ελλάδα.
Αυτό άλλωστε θα ενισχύσει τη δημόσια εμπιστοσύνη προς τον τρόπο που λειτουργούν στη χώρα, η οποία είναι βασική προϋπόθεση για την κοινωνική αποδοχή αυτών των επενδύσεων.
Όπως υποστηρίζει ο καθηγητής Steinar Holden, "η ποιότητα των πολιτικών θεσμών", η "αξιόπιστη δημόσια διοίκηση ", η " ελάχιστη διαφθορά" και ένα" διαφανές δημοσιονομικό σύστημα "είναι καίρια ζητήματα προκειμένου μια χώρα να είναι ελκυστική για τις επιχειρήσεις, και έτσι να επιτρέψει την οικονομική ανάπτυξη μέσα από τους φυσικούς πόρους.
Οι διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες με τους πόρους που διαθέτουν, τις γνώσεις, την τεχνολογία και το κεφάλαιό τους, έχουν την δυνατότητα να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στη βιώσιμη ανάπτυξη της βιομηχανίας αλλά και της χώρας.
Παρόλο που αυτή η συμβολή στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη του τόπου είναι δαπανηρή,
είναι ωστόσο οικονομικά εφικτό για τιςι πετρελαϊκές εταιρείες παγκόσμιας κλάσης να ικανοποιούν τις απαιτήσεις για κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη του τόπου στον οποίο δραστηριοποιούνται, με ταυτόχρονη διατήρηση της κερδοφορίας των επενδύσεών τους.
Η σημασία της ενσωμάτωσης των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης (Sustainable Development Goals SDG) στο επιχειρηματικό μοντέλο αναγνωρίζεται από την πλειοψηφία των ελληνικών εταιρειών που συμμετείχαν σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την Ernst and Young.
Το 90% αυτών θεωρεί την ενσωμάτωση των στόχων εξαιρετικά σημαντική και το 60% εξέφρασε το ενδιαφέρον να προχωρήσει στην υλοποίηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης μέχρι το 2030.
Η ενσωμάτωση των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης στις εταιρικές στρατηγικές των διεθνών πετρελαϊκών εταιρειών θα ανοίξει το δρόμο και για όλες τις άλλες βιομηχανίες στην Ελλάδα.
Το εν λόγω άρθρο αποτελεί μέρος της δημοσίευσης 33 σελίδων που έγινε από τους 3 επιστήμονες
www.worldenergynews.gr