Εμπόδιο το «πλαφόν» του 80% που θα πρέπει να υπερκαλύπτουν σε κάθε διαγωνισμό οι προσφορές των συμμετεχόντων, από τη δημοπρατούμενη ποσότητα
Αρκετά θετικά στοιχεία στον «οδικό χάρτη» που παρουσίασε σήμερα η ΡΑΕ, σχετικά με τη διενέργεια διαγωνισμών για νέα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα έως το 2020, εντοπίζουν παράγοντες του εγχώριου κλάδου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Έτσι, στελέχη της αγοράς επισημαίνουν πως το σχέδιο της Ρυθμιστικής Αρχής δημιουργεί κατ’ αρχάς μία τριετή «επενδυτική ορατότητα», ώστε οι εταιρείες του χώρου να μπορούν να καταστρώσουν σε ένα σχετικό βάθος χρόνου τα επιχειρηματικά τους πλάνα.
Παράλληλα, συμπληρώνουν πως είναι επίσης θετικό το γεγονός ότι αποφασίσθηκε να δημοπρατηθεί «εμπροσθοβαρώς» όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ισχύς.
Ακόμη καλύτερα, σε αυτή την απόφαση θα συμπεριληφθούν και μη ώριμα έργα, αφού ο πρώτος «μικτός διαγωνισμός», με μονάδες και για περιοχές όπου με νέα διαθέσιμη χωρητικότητα, προγραμματίζεται να διενεργηθεί στις αρχές του χρόνου.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, όλα τα στελέχη εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις για την δρομολόγηση της κατασκευής φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων συνολικής ισχύος 2.600 MW μέχρι το 2020, όπως είναι ο στόχος που έχει θέσει η ΡΑΕ για τους διαγωνιστικούς «γύρους» που θα διεξαχθούν έως τότε.
Έτσι, οι πιο μετριοπαθείς απόψεις ξεκινούν από το ότι είναι «εξαιρετικά δύσκολο» να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος, και φθάνουν μέχρι εκτιμήσεις πως είναι παντελώς ανέφικτος.
Κοινή διαπίστωση είναι πως ως εμπόδιο θα λειτουργήσει το «πλαφόν» του 80% που θα πρέπει να υπερκαλύπτουν σε κάθε διαγωνισμό οι προσφορές των συμμετεχόντων, από τη δημοπρατούμενη ποσότητα.
Ένα ποσοστό που θεωρούν εξαιρετικά υψηλό, με δεδομένο ότι δικαίωμα συμμετοχής θα έχουν μόνον μονάδες με οριστική προσφορά σύνδεσης, δηλαδή έργα από μία περιορισμένη αυτή τη στιγμή διαθέσιμη «δεξαμενή».
Όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά, ο υφιστάμενος αριθμός αιολικών και φωτοβολταϊκών μονάδων με οριστική προσφορά δέσμευσης είναι αμφίβολο αν μπορεί να καλύψει ακόμη και τα 600 MW που θα δημοπρατηθούν την τρέχουσα χρονιά, μέσα από τους δύο διαγωνιστικούς «γύρους» που προγραμματίζει η ΡΑΕ.
Κάτι που σημαίνει πως ο στόχος των 2.600 MW θα αρχίσει να απομακρύνεται ήδη από φέτος.
Μάλιστα, όπως σημειώνουν, το πρόβλημα δεν πρόκειται να λυθεί «μεταφέροντας» την ισχύ που θα απομείνει στο 2019, αν στο μεταξύ δεν υπάρξει επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης, ώστε να αυξηθούν τα έργα με οριστική προσφορά σύνδεσης, και επομένως οι «μνηστήρες» σε κάθε διαγωνισμό.
Κάτι που δεν είναι δυνατόν να συμβεί με τους ρυθμούς που προχωρούν οι αδειοδοτικές διαδικασίες, εν μέρει και λόγω υποστελέχωσης των αρμόδιων φορέων.
Σύμφωνα μάλιστα με τους παράγοντες της αγοράς, το πρόβλημα είναι δομικό, και δεν θα λυνόταν απλώς με επιπλέον προσλήψεις.
Κι αυτό γιατί το πλαίσιο αδειοδότησης έχει διαμορφωθεί με τα δεδομένα του παλιού καθεστώτος στήριξης (Feed in Tarriff), τα οποία δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που θέτουν οι διαγωνιστικές διαδικασίες – πολλώ δε μάλλον, στο «πλαφόν» του 80%.
Έτσι, η λύση είναι είτε να εκσυγχρονισθεί άμεσα το πλαίσιο, είτε στην πορεία να «χαλαρώσουν» οι όροι συμμετοχής, δίνοντας τη δυνατότητα να πάρουν μέρος π.χ. έργα που έχουν εξασφαλίσει ΑΕΠΟ και ΠΠΔ.
«Γενικότερα, οι όποιες ενστάσεις προέρχονται από το γεγονός ότι το όλο σχήμα περιλαμβάνει αυστηρούς όρους συμμετοχής και εκτέλεσης των έργων, στους οποίους δεν μπορεί να αντεπεξέλθει ο ίδιος ο θεσμικός μηχανισμός», σημειώνει στέλεχος εταιρείας φωτοβολταϊκών.
Έτσι, για παράδειγμα, αν και τυπικά οι χρόνοι υλοποίησης που προβλέπονται για ένα φωτοβολταϊκό πάρκο είναι επαρκείς, στην πράξη δεν λαμβάνεται υπόψη πως, εκτός από την κατασκευή του, χρειάζεται ένα χρονικό διάστημα για την έκδοση αδειών μικρής κλίμακας, όπως επίσης και για την ηλεκτροδότηση του έργου από τον ΔΕΔΔΗΕ, ώστε να τεθεί σε δοκιμαστική λειτουργία.
Έτσι, μόνο απίθανο δεν είναι μία μονάδα να ξεπεράσει την προβλεπόμενη χρονική προθεσμία, παρόλο που είναι πλήρως κατασκευασμένη, λόγω ολιγωρίας του Διαχειριστή.
www.worldenergynews.gr
Έτσι, στελέχη της αγοράς επισημαίνουν πως το σχέδιο της Ρυθμιστικής Αρχής δημιουργεί κατ’ αρχάς μία τριετή «επενδυτική ορατότητα», ώστε οι εταιρείες του χώρου να μπορούν να καταστρώσουν σε ένα σχετικό βάθος χρόνου τα επιχειρηματικά τους πλάνα.
Παράλληλα, συμπληρώνουν πως είναι επίσης θετικό το γεγονός ότι αποφασίσθηκε να δημοπρατηθεί «εμπροσθοβαρώς» όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ισχύς.
Ακόμη καλύτερα, σε αυτή την απόφαση θα συμπεριληφθούν και μη ώριμα έργα, αφού ο πρώτος «μικτός διαγωνισμός», με μονάδες και για περιοχές όπου με νέα διαθέσιμη χωρητικότητα, προγραμματίζεται να διενεργηθεί στις αρχές του χρόνου.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, όλα τα στελέχη εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις για την δρομολόγηση της κατασκευής φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων συνολικής ισχύος 2.600 MW μέχρι το 2020, όπως είναι ο στόχος που έχει θέσει η ΡΑΕ για τους διαγωνιστικούς «γύρους» που θα διεξαχθούν έως τότε.
Έτσι, οι πιο μετριοπαθείς απόψεις ξεκινούν από το ότι είναι «εξαιρετικά δύσκολο» να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος, και φθάνουν μέχρι εκτιμήσεις πως είναι παντελώς ανέφικτος.
Κοινή διαπίστωση είναι πως ως εμπόδιο θα λειτουργήσει το «πλαφόν» του 80% που θα πρέπει να υπερκαλύπτουν σε κάθε διαγωνισμό οι προσφορές των συμμετεχόντων, από τη δημοπρατούμενη ποσότητα.
Ένα ποσοστό που θεωρούν εξαιρετικά υψηλό, με δεδομένο ότι δικαίωμα συμμετοχής θα έχουν μόνον μονάδες με οριστική προσφορά σύνδεσης, δηλαδή έργα από μία περιορισμένη αυτή τη στιγμή διαθέσιμη «δεξαμενή».
Όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά, ο υφιστάμενος αριθμός αιολικών και φωτοβολταϊκών μονάδων με οριστική προσφορά δέσμευσης είναι αμφίβολο αν μπορεί να καλύψει ακόμη και τα 600 MW που θα δημοπρατηθούν την τρέχουσα χρονιά, μέσα από τους δύο διαγωνιστικούς «γύρους» που προγραμματίζει η ΡΑΕ.
Κάτι που σημαίνει πως ο στόχος των 2.600 MW θα αρχίσει να απομακρύνεται ήδη από φέτος.
Μάλιστα, όπως σημειώνουν, το πρόβλημα δεν πρόκειται να λυθεί «μεταφέροντας» την ισχύ που θα απομείνει στο 2019, αν στο μεταξύ δεν υπάρξει επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης, ώστε να αυξηθούν τα έργα με οριστική προσφορά σύνδεσης, και επομένως οι «μνηστήρες» σε κάθε διαγωνισμό.
Κάτι που δεν είναι δυνατόν να συμβεί με τους ρυθμούς που προχωρούν οι αδειοδοτικές διαδικασίες, εν μέρει και λόγω υποστελέχωσης των αρμόδιων φορέων.
Σύμφωνα μάλιστα με τους παράγοντες της αγοράς, το πρόβλημα είναι δομικό, και δεν θα λυνόταν απλώς με επιπλέον προσλήψεις.
Κι αυτό γιατί το πλαίσιο αδειοδότησης έχει διαμορφωθεί με τα δεδομένα του παλιού καθεστώτος στήριξης (Feed in Tarriff), τα οποία δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που θέτουν οι διαγωνιστικές διαδικασίες – πολλώ δε μάλλον, στο «πλαφόν» του 80%.
Έτσι, η λύση είναι είτε να εκσυγχρονισθεί άμεσα το πλαίσιο, είτε στην πορεία να «χαλαρώσουν» οι όροι συμμετοχής, δίνοντας τη δυνατότητα να πάρουν μέρος π.χ. έργα που έχουν εξασφαλίσει ΑΕΠΟ και ΠΠΔ.
«Γενικότερα, οι όποιες ενστάσεις προέρχονται από το γεγονός ότι το όλο σχήμα περιλαμβάνει αυστηρούς όρους συμμετοχής και εκτέλεσης των έργων, στους οποίους δεν μπορεί να αντεπεξέλθει ο ίδιος ο θεσμικός μηχανισμός», σημειώνει στέλεχος εταιρείας φωτοβολταϊκών.
Έτσι, για παράδειγμα, αν και τυπικά οι χρόνοι υλοποίησης που προβλέπονται για ένα φωτοβολταϊκό πάρκο είναι επαρκείς, στην πράξη δεν λαμβάνεται υπόψη πως, εκτός από την κατασκευή του, χρειάζεται ένα χρονικό διάστημα για την έκδοση αδειών μικρής κλίμακας, όπως επίσης και για την ηλεκτροδότηση του έργου από τον ΔΕΔΔΗΕ, ώστε να τεθεί σε δοκιμαστική λειτουργία.
Έτσι, μόνο απίθανο δεν είναι μία μονάδα να ξεπεράσει την προβλεπόμενη χρονική προθεσμία, παρόλο που είναι πλήρως κατασκευασμένη, λόγω ολιγωρίας του Διαχειριστή.
www.worldenergynews.gr