Προετοιμάζεται η μελέτη για τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις
Στα τέλη Οκτωβρίου αναμένεται ότι θα είναι έτοιμο το επιτελείο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για να αποστείλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Στο σχέδιο ενσωματώνονται ορισμένες τελευταίες αλλαγές, οι οποίες προέκυψαν έπειτα από την πρόσφατη δημόσια διαβούλευση, όπως για παράδειγμα ίναι η αύξηση του στόχου παραγωγής υδρογόνου για το 2030.
Ο λόγος είναι ότι το υδρογόνο αποτελεί τη βάση για παραγωγή συνθετικών καυσίμων. Να θυμίσουμε ότι το κείμενο της διαβούλευσης προσδιόριζε την ισχύς των μονάδων ηλεκτρόλυσης έως τα τέλη της δεκαετίας μόλις στα 187 MW ( από τα 300 MW που προβλέπονταν στο προηγούμενο draft του Δεκεμβρίου που είχε αποσταλεί τότε για παρατηρήσεις στην Κομισιόν).
Παράλληλα, προετοιμάζεται και η μελέτη που θα εξετάζει τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις από την εφαρμογή των πολιτικών που προτείνονται στο ΕΣΕΚ τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνία. Έτσι τα δύο κείμενα εκτιμάται ότι εντός του μήνα θα αποσταλούν «πακέτο» στην Κομισιόν.
Στα 95 δισ. ευρώ οι επενδύσεις
Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ περιορίζει τις αναγκαίες επενδύσεις έως το 2030 στα 95 δισ. ευρώ διατηρώντας ωστόσο τους ίδιους κλιματικούς στόχους. Ειδικότερα, το κόστος της μετάβασης, «μεταφρασμένο» τόσο σε ιδιωτικές όσο και σε δημόσιες επενδύσεις, θα φτάσει στα 94 δισ. ευρώ την εξαετία 2025-2030 και στα 332 δισ. ευρώ την εικοσαετία 2031-2050.
Το νέο σχέδιο έχει καταρτιστεί με βασική αρχή την ελαχιστοποίηση του κόστους της ενεργειακής μετάβασης, δίχως να μεταβληθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, κάνοντας παράλληλα προβολές για την εξέλιξη της ωριμότητας και του κόστους των πράσινων τεχνολογιών. Στους τομείς όπου υπάρχουν ισοδύναμες ως προς το αποτέλεσμα εναλλακτικές λύσεις, οι ωριμότερες και φθηνότερες παρεμβάσεις προτάσσονται για την επίτευξη των στόχων.
Η συμμετοχή των ΑΠΕ
Η συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας προσδιορίζεται στο 45,4% και το ποσοστό των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή στο 76,8%. Επίσης, αυξάνεται η ισχύς των χερσαίων αιολικών, σε σχέση με την αρχική πρόταση, τα οποία προβλέπεται να φτάσουν τα 8,9 GW το 2030, ενώ τα φωτοβολταϊκά προσδιορίζονται στα 13,5 GW, τα υπεράκτια αιολικά στα 1,9 GW και τα υδροηλεκτρικά στα 3,46 GW.
Όσο για τις μονάδες αποθήκευσης με συσσωρευτές που θα βρίσκονται σε λειτουργία το 2030 αυξάνονται στα 4,325 GW ενώ οι σταθμοί αντλησιοταμίευσης μένουν στα 1,745 GW.
Από τα 94 δισ. ευρώ των επενδύσεων που προβλέπονται για την επόμενη εξαετία, τα 65,2 δισ. ευρώ θα δαπανηθούν για ενεργειακές αναβαθμίσεις κτιρίων, αγορές ηλεκτρικών οχημάτων κ.ά., ενώ τα 28,9 δισ. ευρώ στην ηλεκτροπαραγωγή, δηλαδή σε έργα ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) και φυσικού αερίου. Αντιστοίχως, από τα 332 δισ. ευρώ του κόστους της ενεργειακής μετάβασης την εικοσαετία 2031-2050, τα 241 δισ. ευρώ αφορούν τη ζήτηση ενέργειας και τα 90,9 δισ. ευρώ την ηλεκτροπαραγωγή.
Ο περιορισμός των δαπανών έως το 2030 επιτυγχάνεται κυρίως μετατοπίζοντας τη διείσδυσης των ηλεκτρικών οχημάτων και αντλιών θερμότητας στη δεκαετία 2030-2040, οπότε εκτιμάται ότι θα έχει πέσει και το κόστος των συγκεκριμένων τεχνολογιών.
www.worldenergynews.gr