Ενέργεια

CSIS: Επενδύσεις σε υποδομές δικτύου και υδρογόνο oι αναγκαίες κινήσεις της Ευρώπης

CSIS: Επενδύσεις σε υποδομές δικτύου και υδρογόνο oι αναγκαίες κινήσεις της Ευρώπης

Η μελέτη της CSIS με τίτλο «Power Plays - Η απάντηση της Ευρώπης στην ενεργειακή κρίση» που παρουσίασε η ΔΕΗ στο South East Europe Energy Forum  

 

Υδρογόνο και υποδομές είναι το μέλλον. Η διασφάλιση της αρτιότητας των ενεργειακών υποδομών είναι το κρίσιμο μεγάλο στοίχημα για την Ευρώπη τα επόμενα χρόνια το οποίο θα κρίνει καθοριστικά την δυνατότητα της να αποκτήσει ενεργειακή ασφάλεια.

Ο  γεωπολιτικός παράγοντας κυριαρχεί πλέον και είναι επιτακτική η ανάγκη προστασίας των θαλάσσιων υποδομών και των  ενεργειακών περιουσιακών στοιχείων της τα οποία  όπως αποδείχθηκε στο παρελθόν είναι ιδιαίτερα ευπαθή.

Σύμφωνα με νέα έρευνα του αμερικανικού ινστιτούτου CSIS με τίτλο «Power Plays - Η απάντηση της Ευρώπης στην ενεργειακή κρίση»  που παρουσίασε η ΔΕΗ στο South East Europe Energy Forum στη Θεσσαλονίκη  η ενεργειακή μετάβαση συνεπάγεται τεράστιες επενδύσεις σε υπεράκτια αιολικά και υποθαλάσσια δίκτυα  στη Βαλτική, στη Μεσόγειο και τη Βόρεια Θάλασσα. Επιθέσεις σε υποθαλάσσια ηλεκτρικά καλώδια  θα μπορούσαν να δημιουργήσουν διακοπές σε ολόκληρο το ηλεκτρικό δίκτυο.

Η ενεργειακή μετάβαση προς τα περιουσιακά στοιχεία καθαρής ενέργειας διευρύνει την έκθεση υποθαλάσσιων υποδομών ζωτικής σημασίας σε κινδύνους.

Τα κατάλληλα επίπεδα διαχείρισης κινδύνου πιθανότατα απαιτούν αυξημένη χρηματοδότηση, από την Ευρώπη αλλά και  το ΝΑΤΟ που θα πρέπει να επενδύσουν περισσότερα σε λειτουργικά περιουσιακά στοιχεία για την επέκταση της κάλυψης, συμπεριλαμβανομένου του παραδοσιακού στόλου σε συνδυασμό με τις νέες τεχνολογίες όπως τα θαλάσσια drones, τα δίκτυα αισθητήρων και η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης.

Οι σχέσεις με τις ΗΠΑ

Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η δολιοφθορά στον Nord Stream απέδειξε το πόσο ευάλωτη είναι η ΕΕ και οδήγησε σε μία ενεργειακή κρίση από την οποία αναδείχθηκε η ανάγκη απεξάρτησης από την Ρωσία και η στροφή προς το αμερικανικό LNG από το οποίο εξακολουθεί να εξαρτάται.

Η παύση αδειών LNG των ΗΠΑ έφερε αναστάτωση και ανέδειξε τον σημαντικό ρόλο που καλείται να παίξει η πολιτική και διπλωματία στον ενεργειακό τομέα.Επίσης ο νόμος για την μείωση του  πληθωρισμού IRA  προκάλεσε ανησυχία στην Ευρώπη συνοδευόμενη με σημαντική διπλωματική αντίδραση  καθώς θεωρήθηκε ότι   έκανε αδικαιολόγητες διακρίσεις σε βάρος των ευρωπαίων προμηθευτών.

Ταυτόχρονα όμως αναδείχθηκε και η ανάγκη  για διεύρυνση της Διατλαντικής Ενεργειακής Συνεργασίας  καθώς μεγάλα ενεργειακά και κλιματικά ζητήματα που απαιτούν διατλαντική εταιρική σχέση ειδικά μετά την εφαρμογή του μηχανισμού προσαρμογής των συνόρων άνθρακα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την επιβολή δασμών στις εισαγωγές εντάσεως άνθρακα.

Σύμφωνα με την έρευνα  η  Ευρωπαϊκή Ένωση και  οι Ηνωμένες Πολιτείες  Πολιτείες θα πρέπει να εξετάσουν αυτή την ευκαιρία για συντονισμό στο εμπόριο που συνδέεται με τον άνθρακα. Θα επωφεληθούν επίσης από τον στενό συντονισμό για το κλίμα και τις εμπορικές πολιτικές που επικεντρώνονται στην Κίνα, όπως όσον αφορά τα ηλεκτρικά οχήματα, τις μπαταρίες ή τα κρίσιμα ορυκτά.

Επενδύσεις σε αγωγούς και η διπλωματία του υδρογόνου

Ένα σημαντικό κομμάτι είναι οι επενδύσεις σε νέα και διευρυμένα δίκτυα αγωγών που θα βοηθήσουν τα μέλη τα κράτη να αποσυνδεθούν περαιτέρω από τη Ρωσία και να βελτιώνουν τη συνολική ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και την σταθερότητα της αγοράς.

Οι στόχοι ασφάλειας χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι μακροπρόθεσμοι στόχοι για το κλίμα είναι μια δύσκολη εξίσωση.

Η ενεργειακή κρίση ανάγκασε την Ευρωπαϊκή Ένωση να επενδύσει γρήγορα σε νέες υποδομές φυσικού αερίου— τόσο στα τερματικά εισαγωγής όσο και στην εσωτερική μεταφορική ικανότητα. Ωστόσο, αυτές οι επενδύσεις ένεχουν τον  κίνδυνο εγκλωβισμού άνθρακα, καθώς οι υπάρχουσες υποδομές τείνουν να χρησιμοποιηθούν, καθυστερώντας έτσι την υλοποίηση των  μεταβατικών στόχων.

Όπως αναφέρει η έρευνα η γενικά συμφωνημένη λύση είναι η υποδομή διπλής χρήσης: η σημερινή υποδομή φυσικού αερίου θα έπρεπενα κατασκευαστεί έτσι ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τα αυριανά δίκτυα υδρογόνου.

Ήδη βασικό στοιχείο της στρατηγικής της ΕΕ για το υδρογόνο είναι να εισάγει έως και 10 εκατομμύρια τόνους ανανεώσιμου υδρογόνου. Μέσω των λεγόμενων «πράσινων εταιρικών σχέσεων υδρογόνου», η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιδιώξει να ξεκλειδώσει την ευκαιρία να ανανεώσει τις ενεργειακές της συνεργασίες και να διαφοροποιήσει εξαρτήσεις πόρων.


υδρογονο.JPG

Το REPowerEU προβλέπει  την ανάπτυξη τριών διαδρόμων υδρογόνου μέσω της Μεσογείου, τη Βόρεια Θάλασσα και μέσω της Ουκρανίας, γεγονός το οποίο οδήγησε την Ευρώπη  στην ανάπτυξη στρατηγικών εταιρικών σχέσεων με το Αζερμπαϊτζάν, την Αίγυπτο, το Καζακστάν, Μαρόκο, Ναμίμπια, Νορβηγία και το Ομάν.

Έχει επίσης συνομιλίες με τη Σαουδική Αραβία και τον Καναδά για την ενίσχυση της ενεργειακής συνεργασίας, με κεντρικό πυλώνα το υδρογόνο και επιδιώκει επέκταση και στη Λατινική Αμερική.

Μεγάλη ανάπτυξη έχει το υδρογόνο στις   Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να γίνει μια από τις κορυφαίες αγορές ανανεώσιμων πηγών υδρογόνου, επιτρέποντας στην Ευρώπη πρώτη αποστολή καθαρού υδρογόνου από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 2026.

 Αυτές οι συνεργασίες προσφέρουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση πολλούς τρόπους για τη διαφοροποίηση της προσφοράς εισαγωγών υδρογόνου από ανανεώσιμες πηγές.

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης