Τελευταία Νέα
Διεθνή

Μασούντ Πεζεσκιάν (προεδρία Ιράν): Η τελευταία ευκαιρία της Δύσης για συμφιλίωση (Geopolitical Monitor)

Μασούντ Πεζεσκιάν (προεδρία Ιράν): Η τελευταία ευκαιρία της Δύσης για συμφιλίωση (Geopolitical Monitor)
Γράφει η Sarah Neumann στο Geopolitical Monitor
Οι προεδρικές εκλογές στο Ιράν αποτέλεσαν για πολύ καιρό το πεδίο επί του οποίου συγκρούονταν τα δύο μεγάλα πολιτικά και οικονομικά στρατόπεδα.

Από τη μια, η πλευρά όσων υποστηρίζουν τους στενότερους δεσμούς της Τεχεράνης με τη Δύση και από την άλλη, η πλευρά των «Φρουρών της Επανάστασης», των σκληροπυρηνικών δηλαδή σιιτιών ισλαμιστών που προτιμούν την συμμαχία με την Ανατολή.

Αυτές οι τελευταίες εκλογές αναδεικνύουν έντονα τη βαθιά σύνδεση μεταξύ της εσωτερικής και της εξωτερικής πολιτικής του Ιράν - ένα πολιτικό θέατρο μετριοπαθών κοσμικών έναντι θεοκρατικών εξτρεμιστών.

Ενώ η επικρατούσα δυτική αντίληψη είναι ότι το Ιράν, δεν διαθέτει τον ορθολογισμό για μια ήπια και προσεκτική διπλωματία και δεν επεδίωξε ποτέ να γίνει ένα «κανονικό» κράτος, η άποψη αυτή δεν αποτυπώνει την πλήρη εικόνα.

Η σημερινή κατάσταση της εσωτερικής πολιτικής του Ιράν, σε κάποιο βαθμό, είναι άμεσο αποτέλεσμα των δυτικών πολιτικών - είτε σκόπιμα είτε όχι.

Για διάφορους λόγους, η προεδρία του Μασούντ Πεζεσκιάν προσφέρει μια σπάνια ευκαιρία να δώσει τέλος στο αδιέξοδο στις σχέσεις της Τεχεράνης με τη Δύση.

Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι το μοτίβο που έχει παιχτεί επανειλημμένα στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και αφορά στην ενίσχυση των σκληροπυρηνικών στο Ιράν και στον εκτροχιασμό των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Μια ματιά στην πρόσφατη ιστορία αποκαλύπτει πώς οι πολιτικές της Ουάσινγκτον έχουν ακούσια οδηγήσει το Ιράν προς τον ριζοσπαστισμό, εμποδίζοντάς το να γίνει ένα δυτικού τύπου κράτος στο πλαίσιο της παγκόσμιας τάξης.

Η πρώτη από αυτές τις πολιτικές των ΗΠΑ (αν δεν προσμετρήσουμε τα γεγονότα πριν το 1979) ήταν η καταστροφή των διπλωματικών διαύλων ανάμεσα στις δυο χώρες.

Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η απόσυρση των ΗΠΑ από την πυρηνική συμφωνία του 2015 -παρά τη συμμόρφωση του Ιράν με τη συμφωνία για δύο χρόνια και τις 15 επαληθευμένες επιθεωρήσεις- ήταν μια κατάφωρη απόρριψη των διεθνών συμφωνιών, για πολλές από τις οποίες οι  ΗΠΑ συνέβαλαν στη δημιουργία τους.

Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η πολιτική των ΗΠΑ υπονόμευσε τη διπλωματία.

Το 2001, το Ιράν βοήθησε ουσιαστικά τις ΗΠΑ στον αγώνα τους ενάντια στην τρομοκρατία της Αλ Κάιντα και των Ταλιμπάν ενώ έδρασε θετικά και στον σχηματισμό της αφγανικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης της Βόννης.

Η Τεχεράνη παρέμεινε επίσης ουδέτερη κατά τη διάρκεια της εισβολής των ΗΠΑ στο Ιράκ.

Εκείνη την εποχή, ο πρόεδρος Χαταμί, ήταν υπέρμαχος του διαλόγου με τη Δύση, ενώ στο εσωτερικό της χώρας δεν υπήρχαν έντονες αντιδυτικές τάσεις.

Ωστόσο, η ιστορική πλέον ομιλία του Τζορτζ Μπους περί του «Άξονα του Κακού», σε μια στιγμή γκρέμισε χρόνια διπλωματικών προσπαθειών, εκτροχιάζοντας έτσι την πρόοδο που είχε σημειωθεί κατά την εποχή Κλίντον-Χαταμί.

Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε μια σειρά εσωτερικών αντιπαραθέσεων στην χώρα της Μέσης Ανατολής, ανάμεσα στους φιλοδυτικούς και τους αντιδυτικούς.

Η αντιδυτική τάση που επικράτησε δεν αντιστράφηκε ούτε κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος, μετά από χρόνια επίπονων διαπραγματεύσεων, απέσυρε αιφνιδιαστικά τις ΗΠΑ από την πυρηνική συμφωνία.

Η απόφαση αυτή αναζωπύρωσε εκ νέου τα ακραία στοιχεία εντός του ιρανικού καθεστώτος, οδηγώντας σε ένα ενιαίο πολιτικό μέτωπο που κατέστειλε την αντιπολίτευση και ώθησε το Ιράν προς τον εμπλουτισμό ουρανίου κατά 60%, μειώνοντας παράλληλα τις δεσμεύσεις ασφαλείας του έναντι της Δύσης.

Ο παράγοντας Ραΐσι

Αν δεν είχαν χάσει τη ζωή τους σε συντριβή ελικοπτέρου ο Ιρανός πρόεδρος Εμπραχίμ Ραΐσι και ο σκληροπυρηνικός υπουργός Εξωτερικών του, η περιοχή θα μπορούσε να βρίσκεται στα πρόθυρα ενός πολέμου πλήρους κλίμακας και με τη συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών.

Τώρα, όμως, με την άνοδο των μεταρρυθμιστών και τον Μασούντ Πεζεσκάν στην εξουσία, υπάρχει μια νέα -ίσως η τελευταία- ευκαιρία να λυθεί το αδιέξοδο μεταξύ Ιράν και Δύσης.

Προς το παρόν, δύο μεγάλα ζητήματα παραμένουν κρίσιμα: η πυρηνική ατζέντα του Ιράν και οι συνεχιζόμενες κρίσεις στη Μέση Ανατολή.

Αυτά αποτελούν βασικές δοκιμασίες για τη διπλωματία των ΗΠΑ με το Ιράν. Μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει κάποια μεταρρυθμιστική διαδικασία στο Ιράν, ενώ έχουν ενισχυθεί οι σκληροπυρηνικοί της χώρας.

Ωστόσο, το διεθνές πλαίσιο είναι διαφορετικό τώρα και το Ιράν έχει μεγαλύτερη ελευθερία από ποτέ να δράσει καθώς η παγκόσμια αστάθεια αυξάνεται, ειδικά με φόντο τον συνεχιζόμενο πόλεμο στη Μέση Ανατολή αλλά και στην Ουκρανία.

Τι θα σημάνει μια επάνοδος Τραμπ

Η πιθανή επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, σε συνδυασμό με την κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου, καθώς και ο συνεχιζόμενος πόλεμος σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, θα μπορούσαν να κάνουν την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη.

Εάν οι κυρώσεις του Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα παραμείνουν ως έχουν, η Τεχεράνη έχει διάφορες επιλογές, όπως η πρόκληση σύγκρουσης μεταξύ του Ισραήλ και του Λιβάνου, η διακοπή των ναυτιλιακών οδών στην Ερυθρά Θάλασσα και στο Στενό Bab-el-Mandeb, η επιδίωξη ανάπτυξης πυρηνικών όπλων ή η πρόσκληση της Κίνας και της Ρωσίας στον Περσικό Κόλπο προσφέροντας στρατιωτικές βάσεις σε στρατηγικές περιφερειακές υδάτινες οδούς.

Ο δυνητικός ρόλος του Ιράν ως δούρειος ίππος για την Κίνα και τη Ρωσία στην περιοχή θα μπορούσε να αναδιαμορφώσει την παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, τώρα είναι η ώρα να απομακρυνθούν από τη Μέση Ανατολή και να επικεντρωθούν σε ευρύτερες στρατηγικές και γεωπολιτικές κρίσεις.

Η έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία θα μπορούσε επίσης να αλλάξει δραματικά με την επισημοποίηση ενός συμφώνου ασφαλείας μεταξύ Τεχεράνης και Μόσχας, μια κίνηση που θα είχε βαθύτατες επιπτώσεις στη Δύση και την Ευρώπη.

Δεδομένης αυτής της προοπτικής των εξελίξεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία που παρουσιάζεται από την εσωτερική πολιτική μετατόπιση του Ιράν.

Εάν η διπλωματία δεν τα καταφέρει καλά, το Ιράν θα συνεχίσει τη στροφή του προς την Ανατολή, εμβαθύνοντας τους δεσμούς του με την Κίνα και τη Ρωσία - ένα σενάριο που η Ουάσινγκτον δεν μπορεί να αντέξει.

Όσο το καθεστώς κυρώσεων παρατείνεται, τροφοδοτεί την άνοδο των σκληροπυρηνικών και τη στρατιωτικοποίηση στο εσωτερικό του Ιράν, καθιστώντας τη μελλοντική διπλωματία ακόμη πιο δύσκολη.

Δεδομένων των προσπαθειών των ΗΠΑ να περιορίσουν την επιρροή των «Φρουρών της Επανάστασης» στο εσωτερικό της χώρας, μια συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα μπορούσε να αποτελέσει ένα κρίσιμο βήμα οικοδόμησης αμοιβαίας εμπιστοσύνης ανάμεσα στα δυο κράτη.

Από την άλλη, η μη τήρηση των διεθνών δεσμεύσεων θα αναγκάσει πιθανώς τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις να επικεντρωθούν στον αριθμό των πυρηνικών όπλων που διαθέτει το Ιράν και όχι στην αποτροπή της ανάπτυξής τους.

Εάν η διπλωματία είναι πραγματικά η τέχνη της διαπραγμάτευσης και της τήρησης των συμφωνιών, τώρα είναι η ώρα και για τις δύο πλευρές να οικοδομήσουν εμπιστοσύνη και να μεταβούν από την αντιπαράθεση στη συνεργασία, επιλύοντας την κρίση στη Μέση Ανατολή στη ρίζα της.

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης