Νέα έρευνα αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα υστερεί σημαντικά σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος από τις επιπτώσεις των βιομηχανικών ιχθυοκαλλιεργειών
Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία ανάμεσα σε 12 ευρωπαϊκές χώρες στην ποιότητα των ρυθμίσεων για την προστασία του περιβάλλοντος από τις βιομηχανικές ιχθυοκαλλιέργειες, σύμφωνα με νέα μελέτη της βρετανικής εταιρείας συμβούλων MEP (McAllister Elliot Partners).
Η έκθεση αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα υστερεί σε κρίσιμες κατηγορίες, όπως η απόσταση από την ακτή, το ελάχιστο επιτρεπόμενο βάθος για τις υδατοκαλλιέργειες και οι κανονισμοί σχετικά με τις οργανικές ύλες, με τις περιβαλλοντικές ρυθμίσεις της χώρας μας να κρίνονται ανεπαρκείς.
Τα βασικά σημεία της έκθεσης περιλαμβάνουν:
•Απόσταση από την ακτή: Ενώ οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες απαιτούν ελάχιστες αποστάσεις 1-3 χιλιομέτρων για τις ιχθυοκαλλιέργειες, η Ελλάδα επιτρέπει την εγκατάσταση των μονάδων σε αποστάσεις ακόμα και 50 μέτρων από την ακτή, προκαλώντας άμεση περιβαλλοντική επιβάρυνση και συγκρούσεις με άλλες τοπικές δραστηριότητες.
•Επιτρεπόμενο βάθος για την ανάπτυξη εγκαταστάσεων: Σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπου το ελάχιστο επιτρεπόμενο βάθος κυμαίνεται στα 40 μέτρα και άνω, η Ελλάδα επιτρέπει τη λειτουργία ιχθυοκαλλιεργειών σε βάθη έως και 20 μέτρα, αυξάνοντας τον κίνδυνο συσσώρευσης τοξικών ουσιών στον βυθό.
•Μέγιστη επιτρεπόμενη βιομάζα: Η Ελλάδα δεν διαθέτει αυστηρά πρότυπα μέγιστης επιτρεπόμενης βιομάζας, χρησιμοποιώντας μια απλοποιημένη φόρμουλα, ενώ άλλες χώρες χρησιμοποιούν προηγμένα μοντέλα για τον έλεγχο της παραγωγής και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
•Ελάχιστη Απόσταση Μεταξύ Μονάδων: Η Ελλάδα έχει την λιγότερο αυστηρή ρύθμιση για την ελάχιστη απόσταση μεταξύ των μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας - λιγότερο από 500 μέτρα - τη στιγμή που οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες απαιτούν αποστάσεις άνω των 2 χλμ. Το γεγονός αυτό επηρεάζει τη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος, τη βιοασφάλεια και την κατανομή των πόρων.
•Συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων: Η έλλειψη επαρκούς συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών αποτελεί ακόμα ένα μεγάλο πρόβλημα. Σε αντίθεση με άλλες χώρες που υποχρεώνουν σε δημόσια διαβούλευση, η διαδικασία στην Ελλάδα είναι περιορισμένη, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ουσιαστική εμπλοκή της κοινωνίας των πολιτών και των τοπικών φορέων.
H Εύα Δουζίνα, Πρόεδρος του Ιδρύματος Rauch, το οποίο ανέθεσε την ανάλυση συγκριτικής αξιολόγησης, σχολίασε: «Εάν, μία μόνο περιοχή όπως ο Πόρος θα παράγει σχεδόν 6.000 τόνους αποβλήτων ετησίως από τις επεκτεινόμενες ιχθυοκαλλιέργειες βάσει της ΠΟΑΥ, τότε σε εθνικό επίπεδο μπορούμε εύκολα να εκτιμήσουμε ότι τα απόβλητα θα ξεπεράσουν τους 300.000 τόνους ετησίως στις θάλασσές μας. Αυτό το επίπεδο ρύπανσης, σε συνδυασμό με αδύναμους κανονισμούς και την έλλειψη ανεξάρτητης εποπτείας, θέτει σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και τα θαλάσσια οικοσυστήματα. Η Ελλάδα αξίζει υψηλότερα πρότυπα.»
Περιοχές υψηλού κινδύνου και προστασία
Οι ελληνικές περιοχές που απειλούνται περισσότερο περιλαμβάνουν τον Σαρωνικό κόλπο, με προγραμματισμένα 53.000 στρέμματα υδατοκαλλιεργειών, το Ιόνιο με άνω των 70.000 στρεμμάτων, καθώς και τον Ευβοϊκό, τον Θερμαϊκό, τη Λέσβο και άλλα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Με συνολικά 240.000 στρέμματα στις ακτές της Ελλάδας να έχουν χαρακτηριστεί χώροι ανάπτυξης ιχθυοκαλλιεργειών, οι αρμόδιοι φορείς υπογραμμίζουν την ανάγκη για επείγουσα αναθεώρηση των υφιστάμενων κανονισμών.
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι χωρίς ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, η χώρα μας θα αντιμετωπίσει σοβαρή υποβάθμιση στα θαλάσσια οικοσυστήματα και τις παράκτιες περιοχές της.
Η μελέτη διεξήχθη από την MEP (Macalister Elliott & Partners LTD.), κορυφαία βρετανική εταιρεία συμβούλων που εξειδικεύεται στην προστασία και διαχείριση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Με περισσότερα από 20 χρόνια εμπειρίας σε έρευνες και περιβαλλοντικές αξιολογήσεις, η MEP συνεργάζεται με κυβερνήσεις, οργανισμούς και ιδιωτικές εταιρείες σε όλο τον κόσμο για την εφαρμογή βιώσιμων πρακτικών στις θαλάσσιες δραστηριότητες.
Η έκθεση αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα υστερεί σε κρίσιμες κατηγορίες, όπως η απόσταση από την ακτή, το ελάχιστο επιτρεπόμενο βάθος για τις υδατοκαλλιέργειες και οι κανονισμοί σχετικά με τις οργανικές ύλες, με τις περιβαλλοντικές ρυθμίσεις της χώρας μας να κρίνονται ανεπαρκείς.
Τα βασικά σημεία της έκθεσης περιλαμβάνουν:
•Απόσταση από την ακτή: Ενώ οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες απαιτούν ελάχιστες αποστάσεις 1-3 χιλιομέτρων για τις ιχθυοκαλλιέργειες, η Ελλάδα επιτρέπει την εγκατάσταση των μονάδων σε αποστάσεις ακόμα και 50 μέτρων από την ακτή, προκαλώντας άμεση περιβαλλοντική επιβάρυνση και συγκρούσεις με άλλες τοπικές δραστηριότητες.
•Επιτρεπόμενο βάθος για την ανάπτυξη εγκαταστάσεων: Σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπου το ελάχιστο επιτρεπόμενο βάθος κυμαίνεται στα 40 μέτρα και άνω, η Ελλάδα επιτρέπει τη λειτουργία ιχθυοκαλλιεργειών σε βάθη έως και 20 μέτρα, αυξάνοντας τον κίνδυνο συσσώρευσης τοξικών ουσιών στον βυθό.
•Μέγιστη επιτρεπόμενη βιομάζα: Η Ελλάδα δεν διαθέτει αυστηρά πρότυπα μέγιστης επιτρεπόμενης βιομάζας, χρησιμοποιώντας μια απλοποιημένη φόρμουλα, ενώ άλλες χώρες χρησιμοποιούν προηγμένα μοντέλα για τον έλεγχο της παραγωγής και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
•Ελάχιστη Απόσταση Μεταξύ Μονάδων: Η Ελλάδα έχει την λιγότερο αυστηρή ρύθμιση για την ελάχιστη απόσταση μεταξύ των μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας - λιγότερο από 500 μέτρα - τη στιγμή που οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες απαιτούν αποστάσεις άνω των 2 χλμ. Το γεγονός αυτό επηρεάζει τη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος, τη βιοασφάλεια και την κατανομή των πόρων.
•Συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων: Η έλλειψη επαρκούς συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών αποτελεί ακόμα ένα μεγάλο πρόβλημα. Σε αντίθεση με άλλες χώρες που υποχρεώνουν σε δημόσια διαβούλευση, η διαδικασία στην Ελλάδα είναι περιορισμένη, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ουσιαστική εμπλοκή της κοινωνίας των πολιτών και των τοπικών φορέων.
H Εύα Δουζίνα, Πρόεδρος του Ιδρύματος Rauch, το οποίο ανέθεσε την ανάλυση συγκριτικής αξιολόγησης, σχολίασε: «Εάν, μία μόνο περιοχή όπως ο Πόρος θα παράγει σχεδόν 6.000 τόνους αποβλήτων ετησίως από τις επεκτεινόμενες ιχθυοκαλλιέργειες βάσει της ΠΟΑΥ, τότε σε εθνικό επίπεδο μπορούμε εύκολα να εκτιμήσουμε ότι τα απόβλητα θα ξεπεράσουν τους 300.000 τόνους ετησίως στις θάλασσές μας. Αυτό το επίπεδο ρύπανσης, σε συνδυασμό με αδύναμους κανονισμούς και την έλλειψη ανεξάρτητης εποπτείας, θέτει σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και τα θαλάσσια οικοσυστήματα. Η Ελλάδα αξίζει υψηλότερα πρότυπα.»
Περιοχές υψηλού κινδύνου και προστασία
Οι ελληνικές περιοχές που απειλούνται περισσότερο περιλαμβάνουν τον Σαρωνικό κόλπο, με προγραμματισμένα 53.000 στρέμματα υδατοκαλλιεργειών, το Ιόνιο με άνω των 70.000 στρεμμάτων, καθώς και τον Ευβοϊκό, τον Θερμαϊκό, τη Λέσβο και άλλα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Με συνολικά 240.000 στρέμματα στις ακτές της Ελλάδας να έχουν χαρακτηριστεί χώροι ανάπτυξης ιχθυοκαλλιεργειών, οι αρμόδιοι φορείς υπογραμμίζουν την ανάγκη για επείγουσα αναθεώρηση των υφιστάμενων κανονισμών.
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι χωρίς ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, η χώρα μας θα αντιμετωπίσει σοβαρή υποβάθμιση στα θαλάσσια οικοσυστήματα και τις παράκτιες περιοχές της.
Η μελέτη διεξήχθη από την MEP (Macalister Elliott & Partners LTD.), κορυφαία βρετανική εταιρεία συμβούλων που εξειδικεύεται στην προστασία και διαχείριση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Με περισσότερα από 20 χρόνια εμπειρίας σε έρευνες και περιβαλλοντικές αξιολογήσεις, η MEP συνεργάζεται με κυβερνήσεις, οργανισμούς και ιδιωτικές εταιρείες σε όλο τον κόσμο για την εφαρμογή βιώσιμων πρακτικών στις θαλάσσιες δραστηριότητες.
www.worldenergynews.gr