Η συνεργασία μεταξύ της BP και της TotalEnergies θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά την παραγωγή πετρελαίου του Ιράκ τόσο στο νότο όσο και στο βορρά
Οι πετρελαϊκές εταιρείες κατέχουν μια κομβική θέση στην παγκόσμια οικονομία και την γεωπολιτική ασφάλεια και σταθερότητα. Ένα βασικός λόγος για αυτό είναι ότι η ενέργεια αποτελεί τον πιο κρίσιμο παράγοντα για την βιωσιμότητα της κάθε χώρας και, ως εκ τούτου, για τους πολιτικούς ελιγμούς της στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
Για αυτό άλλωστε, οι business των πετρελαϊκών εταιρειών σε ξένες χώρες που είναι τεράστιες, απαιτούν τις σφιχτές σχέσεις των κολοσσών με τα υψηλότερα κλιμάκια των κυβερνήσεων των κρατών στα οποία δραστηριοποιούνται, επηρεάζοντας πολλές φορές τα πράγματα.
Σύμφωνα με το Oil Price, για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Δύση πρωτοστάτησε στη σφυρηλάτηση και εδραίωση διεθνών σχέσεων μέσω ακριβώς των πετρελαϊκών της γιγάντων, ιδίως στη Μέση Ανατολή, εδραιώνοντας και την παρουσία της στην περιχοή μέσω αυτών.
Μια σειρά από πολέμους, ιδίως στο Ιράκ και τη Συρία, έδωσαν σε Κίνα και Ρωσία το πάτημα να καλύψουν το κενό εξουσίας που άφησε η μείωση της επιρροής της Δύσης στην Μέση Ανατολή.
Το κεφάλαιο «Κιρκούκ»
Ωστόσο, τον περασμένο Απρίλιο επικυρώθηκε οριστικά στη Βαγδάτη μια τετραμερής συμφωνία ύψους 27 δισεκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ της γαλλικής TotalEnergies και της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης του Ιράκ (FGI), ενώ μόλις πριν μία εβδομάδα, η βρετανική BP υπέγραψε συμφωνία για την ανάπτυξη τεσσάρων κοιτασμάτων στην εξαιρετικά πλούσια σε πετρέλαιο περιοχή του Κιρκούκ στην πολιτικά ευαίσθητη βόρεια περιοχή του Ιράκ.
Η περιοχή του Κιρκούκ είναι ίσως το επίκεντρο της διαμάχης μεταξύ της FGI που εδρεύει στη Βαγδάτη και της κυβέρνησης της ημιαυτόνομης περιοχής του Κουρδιστάν (KRG) που εδρεύει στο Ερμπίλ στο βόρειο Ιράκ.
Σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι Κούρδοι εγκαταστάθηκαν πρώτοι στο Κιρκούκ, πολύ πριν τους Άραβες και από οποιαδήποτε άλλη εθνοτική ομάδα, με την περιοχή να αναφέρεται συχνά ως «η Ιερουσαλήμ του Κουρδιστάν».
Ως εκ τούτου, η KRG διεκδικεί εδώ και καιρό την τυπική κυριαρχία της στην πόλη και την ευρύτερη περιοχή του Κιρκούκ, επί της οποίας άσκησε ουσιαστικά διοικητικό έλεγχο από το 2014 έως το 2017. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο κουρδικός στρατός Πεσμεργκά της KRG κράτησε το Κιρκούκ μακριά από το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ), ενώ σε αντάλλαγμα για την μάχη του κατά του ΙΚ στο Ιράκ, η KRG εξασφάλισε την άτυπη βοήθεια της Ουάσινγκτον στον αγώνα της για πλήρη ανεξαρτησία από το Ιράκ. Κατά συνέπεια, στις 25 Σεπτεμβρίου 2017, πραγματοποιήθηκε ψηφοφορία για την ανεξαρτησία των Κούρδων του βόρειου Ιράκ από το υπόλοιπο Ιράκ και το 92% των κατοίκων ψήφισαν υπέρ της δημιουργίας μιας νέας ανεξάρτητης κουρδικής χώρας στα βόρεια του υπόλοιπου Ιράκ. Τότε ήταν που ξεκίνησαν όλα.
Τα προβλήματα
Για τον βασικό σύμμαχο του Ιράκ, το Ιράν, καθώς και για τις επίσης γειτονικές Τουρκία και Συρία, η παραχώρηση ανεξαρτησίας στους Κούρδους ήταν πιθανό να οδηγούσε σε αντίστοιχα αιτήματα και στους κουρδικούς πληθυσμούς των δικών τους χωρών. Στο Ιράν, οι Κούρδοι αποτελούν περίπου το 9% του συνολικού πληθυσμού, στη Συρία περίπου το 10% και στην Τουρκία σχεδόν το 18%.
Αμέσως μετά την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία των Κούρδων, ο υποστράτηγος Yahya Rahim Safavi, κορυφαίος στρατιωτικός σύμβουλος του ανώτατου ηγέτη του Ιράν Ali Khamenei, κάλεσε τις τέσσερις γειτονικές χώρες (Ιράν, Ιράκ, Συρία και Τουρκία) να αποκλείσουν τα χερσαία σύνορα με την ιρακινή κουρδική περιοχή. Το Ιράν ήταν -και παραμένει- αποφασισμένο να διασφαλίσει τον ρόλο του ως καθοριστικού εξωτερικού παράγοντα σε όλο το Ιράκ, συνεχίζοντας να ασκεί τεράστια επιρροή στις σιιτικές μουσουλμανικές ομάδες που κυβερνούν ή κατέχουν θέσεις ασφαλείας και κυβερνητικές θέσεις στο Ιράκ από την εισβολή των ΗΠΑ το 2003.
Σε ευρύτερους γεωπολιτικούς όρους, το Ιράν αντιμετώπιζε με τρόμο την προοπτική ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν, καθώς απειλούσε επίσης τη στρατηγική του να αναπτύξει μια σιιτοκρατούμενη σφαίρα επιρροής σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, με επικεφαλής την Τεχεράνη. Στο πλαίσιο αυτό, οι φόβοι του Ιράν δεν υποχώρησαν όταν ο τότε πρόεδρος Μασούντ Μπαρζανί δήλωσε στα τέλη του 2017 ότι στο μέλλον το Ιράκ θα πρέπει να χωριστεί σε ξεχωριστές σιιτικές, σουνιτικές και κουρδικές οντότητες για να αποφευχθεί περαιτέρω αιματοχυσία μεταξύ των θρησκευτικών ομάδων.
Η στάση του Ιράκ και το πετρέλαιο
Ο τότε πρωθυπουργός του Ιράκ, Haider al-Abadi, στο μεταξύ, ξεκίνησε χαρακτηρίζοντας την ψηφοφορία αντισυνταγματική, προσθέτοντας δε, ότι στη βάση αυτή η FGI θα αναλάβει τον έλεγχο των επίσημων συνοριακών διαβάσεων που συνδέουν την κουρδική περιοχή με τις γειτονικές χώρες και θα περιορίσει τις διεθνείς πτήσεις από και προς τα αεροδρόμια του Ερμπίλ και της Σουλεϊμανίγια.
Επιπλέον, το κοινοβούλιο του Ιράκ έλαβε εντολή από τον al Abadi να στείλει στρατεύματα στην αμφισβητούμενη περιοχή του Κιρκούκ και κάλεσε τις γειτονικές χώρες να σταματήσουν να αγοράζουν αργό πετρέλαιο απευθείας από το Κουρδιστάν, παρά μόνο να συναλλάσσονται με την FGI στη Βαγδάτη.
Το τι ακριβώς θα σημαίνει η παρουσία της TotalEnergies και της BP για το ιρακινό Κουρδιστάν μένει να φανεί.
Από τη μία πλευρά, μπορεί να απασχολήσει τους ιστορικά πολύ ευαισθητοποιημένους Κούρδους το γεγονός ότι οι πρόδρομοι τόσο της BP όσο και της TotalEnergies - η Anglo-Persian Oil Company και η Compagnie Française des Pétroles, αντίστοιχα - ήταν σημαντικοί μέτοχοι (23,75% η καθεμία) στην κοινοπραξία της Turkish Petroleum Company που κυριάρχησε στην εξερεύνηση και παραγωγή πετρελαίου στο Ιράκ από το 1925 έως το 1961.
Από την άλλη πλευρά όμως, οι δύο εταιρείες ανήκουν εδώ και καιρό σε μια μικρή ομάδα μεγάλων εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου που πρωτοστατούν στις δυτικές προσπάθειες για τη διασφάλιση των ροών πετρελαίου και φυσικού αερίου μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Κι αυτό, παρά τον τεράστιο ανταγωνισμό από τις κινεζικές και ρωσικές εταιρείες, των οποίων ο στόχος ήταν να δεσμεύσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος αυτών των κρίσιμων ενεργειακών ροών και πηγών σε βάρος της Δύσης, καθώς οι παγκόσμιες προμήθειες πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι ένα παιχνίδι στο οποίο κρίνονται όλα.
Η Δύση υποστήριζε επίσης για μεγάλο χρονικό διάστημα το de facto ανεξάρτητο καθεστώς του ιρακινού Κουρδιστάν, οπότε μπορεί να επιδιώξει να επαναφέρει μια ισορροπία μεταξύ της FGI και της KRG με την πάροδο του χρόνου.
Το μέλλον των δυτικών ενεργειακών στην περιοχή
Το ιστορικό συνεργασίας των βρετανικών και γαλλικών εταιρειών μπορεί επίσης να οδηγήσει σε κοινοπραξίες για έργα τους στο Ιράκ.
Το πιο αξιοσημείωτο, ίσως, είναι το έργο της TotalEnergies για την τελική δρομολόγηση του κρίσιμου έργου κοινής παροχής θαλασσινού νερού (CSSP), με την πρώτη φάση του επικαιροποιημένου έργου να αναμένεται πλέον να τεθεί σε λειτουργία το 2028.
Το CSSP περιλαμβάνει αρχικά τη λήψη πέντε εκατομμυρίων bpd θαλασσινού νερού από τον Περσικό Κόλπο, το οποίο στη συνέχεια θα μεταφερθεί μέσω αγωγών στις εγκαταστάσεις παραγωγής πετρελαίου στις επαρχίες της Basra, Missan και DhiQar με σκοπό τη διατήρηση της πίεσης στις βασικές δεξαμενές πετρελαίου τους για τη βελτιστοποίηση της μακροζωίας και της παραγωγής των κοιτασμάτων τους.
Και τα δύο μακροχρόνια σταθερά κοιτάσματα του Ιράκ - το Κιρκούκ και η Ρουμαϊλά, με το πρώτο να έχει ξεκινήσει την παραγωγή του τη δεκαετία του 1920 και το δεύτερο τη δεκαετία του 1950, - απαιτούν σημαντική συνεχή έγχυση νερού.
Σύμφωνα με στοιχεία της βιομηχανίας, η πίεση του ταμιευτήρα στο Κιρκούκ μειώθηκε σημαντικά μετά την παραγωγή μόνο του 5% περίπου του πετρελαίου που υπάρχει (OIP).
Η Rumaila, εν τω μεταξύ, παρήγαγε περισσότερο από το 25% του OIP της πριν απαιτηθεί έγχυση νερού (καθώς ο κύριος σχηματισμός της συνδέεται με μια μεγάλη πηγή υπόγειων υδάτων).
Η συνεργασία μεταξύ της BP και της TotalEnergies στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά την παραγωγή πετρελαίου του Ιράκ τόσο στο νότο όσο και στο βορρά.
Επισήμως, σύμφωνα με τη Διοίκηση Πληροφοριών Ενέργειας, το Ιράκ διαθέτει αποδεδειγμένα αποθέματα αργού πετρελαίου, τα οποία υπολογίζονται σε τουλάχιστον 145 δισεκατομμύρια βαρέλια.
Ανεπίσημα, είναι εξαιρετικά πιθανό η χώρα να διαθέτει πολύ περισσότερο πετρέλαιο από αυτό. Τον Οκτώβριο του 2010, το Υπουργείο Πετρελαίου του Ιράκ αύξησε το δικό του επίσημο ποσοστό για τα αποδεδειγμένα αποθέματα της χώρας, αλλά ταυτόχρονα δήλωσε ότι οι ανεξερεύνητοι πόροι του Ιράκ ανέρχονται σε περίπου 215 δισεκατομμύρια βαρέλια.
Για αυτό άλλωστε, οι business των πετρελαϊκών εταιρειών σε ξένες χώρες που είναι τεράστιες, απαιτούν τις σφιχτές σχέσεις των κολοσσών με τα υψηλότερα κλιμάκια των κυβερνήσεων των κρατών στα οποία δραστηριοποιούνται, επηρεάζοντας πολλές φορές τα πράγματα.
Σύμφωνα με το Oil Price, για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Δύση πρωτοστάτησε στη σφυρηλάτηση και εδραίωση διεθνών σχέσεων μέσω ακριβώς των πετρελαϊκών της γιγάντων, ιδίως στη Μέση Ανατολή, εδραιώνοντας και την παρουσία της στην περιχοή μέσω αυτών.
Μια σειρά από πολέμους, ιδίως στο Ιράκ και τη Συρία, έδωσαν σε Κίνα και Ρωσία το πάτημα να καλύψουν το κενό εξουσίας που άφησε η μείωση της επιρροής της Δύσης στην Μέση Ανατολή.
Το κεφάλαιο «Κιρκούκ»
Ωστόσο, τον περασμένο Απρίλιο επικυρώθηκε οριστικά στη Βαγδάτη μια τετραμερής συμφωνία ύψους 27 δισεκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ της γαλλικής TotalEnergies και της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης του Ιράκ (FGI), ενώ μόλις πριν μία εβδομάδα, η βρετανική BP υπέγραψε συμφωνία για την ανάπτυξη τεσσάρων κοιτασμάτων στην εξαιρετικά πλούσια σε πετρέλαιο περιοχή του Κιρκούκ στην πολιτικά ευαίσθητη βόρεια περιοχή του Ιράκ.
Η περιοχή του Κιρκούκ είναι ίσως το επίκεντρο της διαμάχης μεταξύ της FGI που εδρεύει στη Βαγδάτη και της κυβέρνησης της ημιαυτόνομης περιοχής του Κουρδιστάν (KRG) που εδρεύει στο Ερμπίλ στο βόρειο Ιράκ.
Σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι Κούρδοι εγκαταστάθηκαν πρώτοι στο Κιρκούκ, πολύ πριν τους Άραβες και από οποιαδήποτε άλλη εθνοτική ομάδα, με την περιοχή να αναφέρεται συχνά ως «η Ιερουσαλήμ του Κουρδιστάν».
Ως εκ τούτου, η KRG διεκδικεί εδώ και καιρό την τυπική κυριαρχία της στην πόλη και την ευρύτερη περιοχή του Κιρκούκ, επί της οποίας άσκησε ουσιαστικά διοικητικό έλεγχο από το 2014 έως το 2017. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο κουρδικός στρατός Πεσμεργκά της KRG κράτησε το Κιρκούκ μακριά από το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ), ενώ σε αντάλλαγμα για την μάχη του κατά του ΙΚ στο Ιράκ, η KRG εξασφάλισε την άτυπη βοήθεια της Ουάσινγκτον στον αγώνα της για πλήρη ανεξαρτησία από το Ιράκ. Κατά συνέπεια, στις 25 Σεπτεμβρίου 2017, πραγματοποιήθηκε ψηφοφορία για την ανεξαρτησία των Κούρδων του βόρειου Ιράκ από το υπόλοιπο Ιράκ και το 92% των κατοίκων ψήφισαν υπέρ της δημιουργίας μιας νέας ανεξάρτητης κουρδικής χώρας στα βόρεια του υπόλοιπου Ιράκ. Τότε ήταν που ξεκίνησαν όλα.
Τα προβλήματα
Για τον βασικό σύμμαχο του Ιράκ, το Ιράν, καθώς και για τις επίσης γειτονικές Τουρκία και Συρία, η παραχώρηση ανεξαρτησίας στους Κούρδους ήταν πιθανό να οδηγούσε σε αντίστοιχα αιτήματα και στους κουρδικούς πληθυσμούς των δικών τους χωρών. Στο Ιράν, οι Κούρδοι αποτελούν περίπου το 9% του συνολικού πληθυσμού, στη Συρία περίπου το 10% και στην Τουρκία σχεδόν το 18%.
Αμέσως μετά την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία των Κούρδων, ο υποστράτηγος Yahya Rahim Safavi, κορυφαίος στρατιωτικός σύμβουλος του ανώτατου ηγέτη του Ιράν Ali Khamenei, κάλεσε τις τέσσερις γειτονικές χώρες (Ιράν, Ιράκ, Συρία και Τουρκία) να αποκλείσουν τα χερσαία σύνορα με την ιρακινή κουρδική περιοχή. Το Ιράν ήταν -και παραμένει- αποφασισμένο να διασφαλίσει τον ρόλο του ως καθοριστικού εξωτερικού παράγοντα σε όλο το Ιράκ, συνεχίζοντας να ασκεί τεράστια επιρροή στις σιιτικές μουσουλμανικές ομάδες που κυβερνούν ή κατέχουν θέσεις ασφαλείας και κυβερνητικές θέσεις στο Ιράκ από την εισβολή των ΗΠΑ το 2003.
Σε ευρύτερους γεωπολιτικούς όρους, το Ιράν αντιμετώπιζε με τρόμο την προοπτική ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν, καθώς απειλούσε επίσης τη στρατηγική του να αναπτύξει μια σιιτοκρατούμενη σφαίρα επιρροής σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, με επικεφαλής την Τεχεράνη. Στο πλαίσιο αυτό, οι φόβοι του Ιράν δεν υποχώρησαν όταν ο τότε πρόεδρος Μασούντ Μπαρζανί δήλωσε στα τέλη του 2017 ότι στο μέλλον το Ιράκ θα πρέπει να χωριστεί σε ξεχωριστές σιιτικές, σουνιτικές και κουρδικές οντότητες για να αποφευχθεί περαιτέρω αιματοχυσία μεταξύ των θρησκευτικών ομάδων.
Η στάση του Ιράκ και το πετρέλαιο
Ο τότε πρωθυπουργός του Ιράκ, Haider al-Abadi, στο μεταξύ, ξεκίνησε χαρακτηρίζοντας την ψηφοφορία αντισυνταγματική, προσθέτοντας δε, ότι στη βάση αυτή η FGI θα αναλάβει τον έλεγχο των επίσημων συνοριακών διαβάσεων που συνδέουν την κουρδική περιοχή με τις γειτονικές χώρες και θα περιορίσει τις διεθνείς πτήσεις από και προς τα αεροδρόμια του Ερμπίλ και της Σουλεϊμανίγια.
Επιπλέον, το κοινοβούλιο του Ιράκ έλαβε εντολή από τον al Abadi να στείλει στρατεύματα στην αμφισβητούμενη περιοχή του Κιρκούκ και κάλεσε τις γειτονικές χώρες να σταματήσουν να αγοράζουν αργό πετρέλαιο απευθείας από το Κουρδιστάν, παρά μόνο να συναλλάσσονται με την FGI στη Βαγδάτη.
Το τι ακριβώς θα σημαίνει η παρουσία της TotalEnergies και της BP για το ιρακινό Κουρδιστάν μένει να φανεί.
Από τη μία πλευρά, μπορεί να απασχολήσει τους ιστορικά πολύ ευαισθητοποιημένους Κούρδους το γεγονός ότι οι πρόδρομοι τόσο της BP όσο και της TotalEnergies - η Anglo-Persian Oil Company και η Compagnie Française des Pétroles, αντίστοιχα - ήταν σημαντικοί μέτοχοι (23,75% η καθεμία) στην κοινοπραξία της Turkish Petroleum Company που κυριάρχησε στην εξερεύνηση και παραγωγή πετρελαίου στο Ιράκ από το 1925 έως το 1961.
Από την άλλη πλευρά όμως, οι δύο εταιρείες ανήκουν εδώ και καιρό σε μια μικρή ομάδα μεγάλων εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου που πρωτοστατούν στις δυτικές προσπάθειες για τη διασφάλιση των ροών πετρελαίου και φυσικού αερίου μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Κι αυτό, παρά τον τεράστιο ανταγωνισμό από τις κινεζικές και ρωσικές εταιρείες, των οποίων ο στόχος ήταν να δεσμεύσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος αυτών των κρίσιμων ενεργειακών ροών και πηγών σε βάρος της Δύσης, καθώς οι παγκόσμιες προμήθειες πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι ένα παιχνίδι στο οποίο κρίνονται όλα.
Η Δύση υποστήριζε επίσης για μεγάλο χρονικό διάστημα το de facto ανεξάρτητο καθεστώς του ιρακινού Κουρδιστάν, οπότε μπορεί να επιδιώξει να επαναφέρει μια ισορροπία μεταξύ της FGI και της KRG με την πάροδο του χρόνου.
Το μέλλον των δυτικών ενεργειακών στην περιοχή
Το ιστορικό συνεργασίας των βρετανικών και γαλλικών εταιρειών μπορεί επίσης να οδηγήσει σε κοινοπραξίες για έργα τους στο Ιράκ.
Το πιο αξιοσημείωτο, ίσως, είναι το έργο της TotalEnergies για την τελική δρομολόγηση του κρίσιμου έργου κοινής παροχής θαλασσινού νερού (CSSP), με την πρώτη φάση του επικαιροποιημένου έργου να αναμένεται πλέον να τεθεί σε λειτουργία το 2028.
Το CSSP περιλαμβάνει αρχικά τη λήψη πέντε εκατομμυρίων bpd θαλασσινού νερού από τον Περσικό Κόλπο, το οποίο στη συνέχεια θα μεταφερθεί μέσω αγωγών στις εγκαταστάσεις παραγωγής πετρελαίου στις επαρχίες της Basra, Missan και DhiQar με σκοπό τη διατήρηση της πίεσης στις βασικές δεξαμενές πετρελαίου τους για τη βελτιστοποίηση της μακροζωίας και της παραγωγής των κοιτασμάτων τους.
Και τα δύο μακροχρόνια σταθερά κοιτάσματα του Ιράκ - το Κιρκούκ και η Ρουμαϊλά, με το πρώτο να έχει ξεκινήσει την παραγωγή του τη δεκαετία του 1920 και το δεύτερο τη δεκαετία του 1950, - απαιτούν σημαντική συνεχή έγχυση νερού.
Σύμφωνα με στοιχεία της βιομηχανίας, η πίεση του ταμιευτήρα στο Κιρκούκ μειώθηκε σημαντικά μετά την παραγωγή μόνο του 5% περίπου του πετρελαίου που υπάρχει (OIP).
Η Rumaila, εν τω μεταξύ, παρήγαγε περισσότερο από το 25% του OIP της πριν απαιτηθεί έγχυση νερού (καθώς ο κύριος σχηματισμός της συνδέεται με μια μεγάλη πηγή υπόγειων υδάτων).
Η συνεργασία μεταξύ της BP και της TotalEnergies στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά την παραγωγή πετρελαίου του Ιράκ τόσο στο νότο όσο και στο βορρά.
Επισήμως, σύμφωνα με τη Διοίκηση Πληροφοριών Ενέργειας, το Ιράκ διαθέτει αποδεδειγμένα αποθέματα αργού πετρελαίου, τα οποία υπολογίζονται σε τουλάχιστον 145 δισεκατομμύρια βαρέλια.
Ανεπίσημα, είναι εξαιρετικά πιθανό η χώρα να διαθέτει πολύ περισσότερο πετρέλαιο από αυτό. Τον Οκτώβριο του 2010, το Υπουργείο Πετρελαίου του Ιράκ αύξησε το δικό του επίσημο ποσοστό για τα αποδεδειγμένα αποθέματα της χώρας, αλλά ταυτόχρονα δήλωσε ότι οι ανεξερεύνητοι πόροι του Ιράκ ανέρχονται σε περίπου 215 δισεκατομμύρια βαρέλια.
www.worldenergynews.gr