Οι υψηλές τιμές ενέργειας και η έλλειψη αξιόπιστων προμηθειών ενέργειας εμποδίζουν την παραγωγή και τις επενδύσεις των γερμανικών εταιρειών, με μια αυξανόμενη τάση βιομηχανικών εταιρειών να εξετάζουν το ενδεχόμενο μετεγκατάστασης στο εξωτερικό, σύμφωνα με έρευνα την Πέμπτη.
Οι βιομηχανικές επιχειρήσεις της Γερμανίας υποφέρουν από συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, με την επακόλουθη ύφεση στις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας να πυροδοτεί απότομα ράλι στις τιμές της ενέργειας το 2022.
Οι τιμές έχουν μειωθεί έκτοτε αλλά εξακολουθούν να είναι υψηλές σε σύγκριση με άλλες χώρες.
Μια δημοσκόπηση από τα γερμανικά Βιομηχανικά και Εμπορικά Επιμελητήρια DIHK σε περίπου 3.300 εταιρείες έδειξε ότι το 37% σκέφτεται να μειώσει την παραγωγή ή να μετακομίσει στο εξωτερικό, από 31% πέρυσι και 16% το 2022.
Για τις ενεργοβόρες βιομηχανικές επιχειρήσεις, περίπου το 45% των εταιρειών σκέφτονταν τη μείωση της παραγωγής ή τη μετεγκατάσταση, έδειξε η έρευνα.
«Η εμπιστοσύνη της γερμανικής οικονομίας στην ενεργειακή πολιτική έχει πληγεί σοβαρά», δήλωσε ο Achim Dercks, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος του DIHK, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση δεν κατάφερε να παράσχει στις εταιρείες μια προοπτική για αξιόπιστο και προσιτό ενεργειακό εφοδιασμό.
Aποδεικνύεται δηλαδή, ότι οι προβληματισμοί που ακούγονται από την Eurometaux για την ευρωπαϊκή πολιτική που εκφράζει η Von der Leyen είναι όχι μόνο έγκαιροι αλλά απηχούν και ευρύτερη βάση αντιδράσεων, που εκφράζει η γερμανική βιομηχανία.
Αποβιομηχάνιση
«Όσοι αποτυγχάνουν να το αναγνωρίσουν αυτό θα γίνουν μάρτυρες της αποβιομηχάνισης της χώρας μας», είπε.
Περισσότερο από το ένα τρίτο των βιομηχανικών εταιρειών στη Γερμανία μειώνουν τις επενδύσεις σε βασικές διεργασίες λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους, έδειξε η έρευνα, προσθέτοντας ότι τα δύο τρίτα των βιομηχανικών επιχειρήσεων είδαν την ανταγωνιστικότητά τους σε κίνδυνο.
Ο Dercks είπε ότι το πακέτο του Βερολίνου που παρουσιάστηκε τον περασμένο μήνα για την ενίσχυση της χώρας ως βιομηχανικής τοποθεσίας δεν προχώρησε αρκετά, προσθέτοντας ότι οι λύσεις για τον ενεργειακό εφοδιασμό και τις τιμές παραλείπονται.
«Για πολλές βιομηχανικές εταιρείες, ωστόσο, αυτό είναι επί του παρόντος το καθοριστικό ζήτημα της τοποθεσίας», πρόσθεσε.
Το υπουργείο Οικονομίας της Γερμανίας πρότεινε πέρυσι επιδότηση για τις τιμές του βιομηχανικού ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά η πρόταση αμφισβητήθηκε από το υπουργείο Οικονομικών και στη συνέχεια ακυρώθηκε πλήρως μετά την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου που ανάγκασε τον συνασπισμό να προβεί σε επώδυνες περικοπές στον προϋπολογισμό του 2024.
Η αυτοπρομήθεια ενέργειας μέσω συμβάσεων άμεσης αιολικής ενέργειας και η πρόσβαση στο υδρογόνο έχουν γίνει ολοένα και πιο σημαντικές για τις εταιρείες, ανέφερε το DIHK, προσθέτοντας ότι οι φόροι και τα τέλη ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να μειωθούν.
Τα πρόσφατα κυβερνητικά μέτρα για τη μείωση της γραφειοκρατίας δεν έχουν ακόμη αξιοσημείωτο αντίκτυπο, ανέφερε το DIHK. Τα δύο τρίτα των επιχειρήσεων ζήτησαν προβλεψιμότητα.
Με την πίεση των τιμών και την πτώση της παραγωγής, το ένα τέταρτο των εταιρειών περιορίζει επίσης τις επενδύσεις για την προστασία του κλίματος, με το αίσθημα των εταιρειών προς την ενεργειακή μετάβαση να καταγράφει τη δεύτερη χειρότερη αξία της στην ιστορία της έρευνας, ανέφερε η DIHK.
«Ενώ τα χρόνια πριν από το 2023 πολλές εταιρείες είδαν επίσης ευκαιρίες στην ενεργειακή μετάβαση για τις δικές τους δραστηριότητες, κατά την άποψή τους οι κίνδυνοι υπερέβησαν πρόσφατα σαφώς τα οφέλη», είπε ο Dercks.
www.worldenergynews.gr