Ενέργεια

Το Τουρκμενιστάν μπορεί να τροφοδοτήσει με φυσικό αέριο την ΕΕ, όμως ο χρόνος τελειώνει

Το Τουρκμενιστάν μπορεί να τροφοδοτήσει με φυσικό αέριο την ΕΕ, όμως ο χρόνος τελειώνει

Διαθέτει κολoσσιαία αποθέματα αερίου

 

Υπάρχει μια χώρα που μπορεί να επωφεληθεί τα μέγιστα από την «δίψα» της Ευρώπης για φυσικό αέριο, όμως ο χρόνος για να αναπτύξει τις απαραίτητες συνέργειες και τις απαιτούμενες υποδομές μετρά αντίστροφα.

Ο λόγος για το Τουρκμενιστάν που διαθέτει κολισσιαία αποθέματα αερίου, ένα γεγονός όμως που από μόνο του δεν αρκεί για την ανάπτυξη ενεργειακών δεσμών με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όπως αναφέρει το Bloomberg, άλλες χώρες φαίνεται να προλαβαίνουν την Ασγκαμπάτ στον αγώνα δρόμου για τροφοδοσία της γηραιάς ηπείρου με φυσικό αέριο, ενώ το πλάνο κατασκευής ενός αγωγού αερίου κόστους πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων που θα διέρχεται από την Κασπία Θάλασσα αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις χρηματοδότησης. Στο γεγονός αυτό συντελεί η πορεία απεξάρτησης του μπλοκ από τα ορυκτά καύσιμα, λόγω της κλιματικής αλλαγής. Έτσι, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει το οικονομικό πρακτορείο, αν το Τουρκμενιστάν θέλει να γίνει πάροχος φυσικού αερίου της ΕΕ, πρέπει να κινηθεί γρήγορα.

Η ΕΕ, η Μόσχα και ο αγωγός

Η χώρα, σύμφωνα με το Bloomberg, προσπαθεί να συγκεντρώσει υποστήριξη για έναν αγωγό που θα διέρχεται από την Κασπία. Πρόκειται για ένα πλάνο που υπάρχει ήδη από το 2007 και παραμένει επίκαιρο, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν και άλλες, λιγότερο δαπανηρές επιλογές.

«Το Τουρκμενιστάν είναι πεπεισμένο ότι δεν υπάρχουν πολιτικοί, οικονομικοί και χρηματοπιστωτικοί παράγοντες που να εμποδίζουν την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου», ανέφερε το υπουργείο Εξωτερικών σε μια σπάνια δημόσια αναφορά του στο ζήτημα, νωρίτερα αυτό το μήνα.

Ευρισκόμενο στο σταυροδρόμι της Ασίας, το Τουρκμενιστάν βρίσκεται σε καλή θέση για να προμηθεύσει μερικές από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες αγορές φυσικού αερίου στον κόσμο. Και αυτή την περίοδο λίγες περιοχές παγκοσμίως είναι τόσο «διψασμένες» για αέριο όσο η Ευρωπαϊκή Ένωση, που προσπαθεί να απεξαρτηθεί από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα λόγω του παρατεταμένου πολέμου του Πούτιν στην Ουκρανία.

Όπως όμως επισημαίνει το Bloomberg, η πρώην σοβιετική δημοκρατία διατηρεί στενές σχέσεις με τη Ρωσία, ενώ οι δεσμοί της με τη Δύση είναι περιορισμένοι. Έτσι μεχρι στιγμής δεν έχουν υπάρξει επαφές με τις Βρυξέλλες όσον αφορά το ενδεχόμενο μελλοντικών εξαγωγών αερίου.

Ο σχεδιαζόμενος αγωγός θα μπορούσε να μεταφέρει έως και 30 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως – που αντιστοιχούν στη ζήτηση της Ιταλίας για έξι μήνες – μέσω του βυθού της Κασπίας. Οι εκτιμήσεις για το κόστος ενός τέτοιου έργου ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό, ενώ η κατασκευή του θα μπορούσε να διαρκέσει χρόνια.

«Το κύριο ερώτημα είναι ποιος θα τομ χρηματοδοτήσει», δήλωσε πρόσφατα ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ, σχετικά με τον προτεινόμενο αγωγό, προσθέτοντας ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι απρόθυμες να χρηματοδοτήσουν μεγάλα έργα ορυκτών καυσίμων. «Είναι πολύ προβληματικό από ρεαλιστική άποψη», πρόσθεσε.

Προς το παρόν, υπάρχει μόνο ένα μεγάλο σύστημα αγωγών από την πλούσια σε καύσιμα περιοχή της Κασπίας προς την ΕΕ – ο Νότιος Διάδρομος Φυσικού Αερίου, ο οποίος ξεκινά από το Αζερμπαϊτζάν και διέρχεται από την Τουρκία και την Ελλάδα προς την Ιταλία.

Οι δυσκολίες

Όπως σημειώνει το Bloomberg, το Αζερμπαϊτζάν έχει προσφέρει τις υποδομές του για να βοηθήσει στη διαμετακόμιση του τουρκμενικού αερίου, αλλά έχει δηλώσει ότι η απόφαση για την κατασκευή του διακασπιακού αγωγού ανήκει στο Τουρκμενιστάν. Δύο κοιτάσματα στην Κασπία βρίσκονται κοντά στο υπάρχον δίκτυο και η ανάπτυξή τους δεν θα απαιτούσε έναν συνδετικό αγωγό μέσω της θάλασσας, δήλωσε ο Vitaliy Baylarbayov, αναπληρωτής αντιπρόεδρος της Κρατικής Εταιρείας Πετρελαίου της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν, γνωστής ως Socar.

Στο μεταξύ, ο διάλογος της χώρας με την Ευρώπη κυλά αργά, σε σύγκριση με άλλες χώρες. Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν επισκέφθηκε τον περασμένο μήνα την Ασγκαμπάτ, πρωτεύουσα του Τουρκμενιστάν, με την ελπίδα της δημιουργίας στενότερης σχέσης στα ενεργειακά ζητήματα. Όμως προς το παρόν δεν διαφαίνονται κάποιες ρεαλιστικές προοπτικές για εκτεταμένη ενεργειακή συνεργασία.

Εξάλλου, προς το παρόν οι Ευρωπαίοι αγοραστές έχουν συνταχθεί με μεγάλους εξαγωγείς όπως οι ΗΠΑ και το Κατάρ. Το Ισραήλ, όπως τονίζει το Bloomberg, αναβαθμίζει επίσης ένα έργο φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο, με την ΕΕ ως υποψήφιο πελάτη.

«Το πρόβλημα είναι η έλλειψη ανοικτής συζήτησης μεταξύ των υποψήφιων πελατών και των αρχών του Τουρκμενιστάν. Πολύ περιστασιακά, μια φορά στα 10 χρόνια ίσως, γίνεται μια τέτοια συζήτηση με το Τουρκμενιστάν», δήλωσε στο Bloomberg ο Τζον Ρόμπερτς, ειδικός σε θέματα ενεργειακής ασφάλειας με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο με εμπειρία δεκαετιών στη μελέτη της Κεντρικής Ασίας.

Όσον αφορά το κόστος, ειδικοί τονίζουν ότι αν και ένας μεγάλος αγωγός θα εκτόξευε το κόστος, καθιστώντας αμφίβολη τη χρηματοδότησή του, ένα μικρότερο έργο κόστους 400 έως 600 εκατομμυρίων δολαρίων θα μπορούσε να επιτρέψει την έναρξη των εξαγωγών εντός μηνών.

Ο παράγοντας «Ρωσία»

Πάντως, όπως σημειώνει το Bloomberg, οποιασδήποτε μορφής ενεργειακή συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Τουρκμενιστάν εξαρτάται από τις σχέσεις τόσο του μπλοκ όσο και της Ασγκαμπάτ με τη Ρωσία. Και αυτό γιατί το ενδεχόμενο ένας σύμμαχος της Μόσχας να σπεύσει να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης ενδέχεται να προκαλέσει δυσφορία στο Κρεμλίνο.

Μια συμφωνία του 2018 προβλέπει ότι οποισδήποτε αγωγός που θα διέρχεται από την Κασπία Θάλασσα θα απαιτεί την έγκριση μόνο του Αζερμπαϊτζάν και του Τουρκμενιστάν, εξαλείφοντας τις ανησυχίες ότι η Μόσχα θα μπορούσε να εμποδίσει τα σχέδια ανάπτυξης αγωγών από τις χώρες της κεντρικής Ασίας προς τη Δύση. Όμως, σε κάθε περίπτωση, το Τουρκμενιστάν θα πρέπει να είναι προσεκτικό ώστε να μη διαταράξει τη σχέση του με τη Ρωσία.

Σε κάθε περίπτωση, όπως επισημαίνει το Bloomberg, το Τουρκμενιστάν πρέπει να κινηθεί γρήγορα εάν θέλει να πουλήσει φυσικό αέριο στην Ευρώπη καθώς, όπως επισημαίνουν ειδικοί, η «όρεξη» του μπλοκ για ορυκτά καύσιμα αναμένεται να περιοριστεί μέσα στα επόμενα 15-20 χρόνια.

Πηγή: ot.gr
www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης