Τέσσερεις άξονες είναι αυτοί που χαράσσουν την πορεία της ενεργειακής αγοράς στο υπόλοιπο της δεκαετίας πουδιανύουμε σύμφωνα με την McKinsey
Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη αυξάνεται σε μια εποχή που ο εύρυθμος εφοδιασμός έχει διακοπεί, σύμφωνα με έκθεση. To 2022 ήταν ένα έτος ταραχώδες και αβέβαιο. Οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη την ήπειρο αυξήθηκαν σε δραματικό επίπεδο, με αυτές της χονδρικής όσο και του φυσικού αερίου να τετραπλασιάζονται, δημιουργώντας ανησυχίες για εκτίναξη του ενεργειακού κόστους για καταναλωτές και επιχειρήσεις.
Η άνοδος των χονδρικών τιμών
Η Ευρώπη προσπαθεί να απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά η αγορά έχει μεγάλες διακυμάνσεις από άνευ προηγουμένου περιορισμούς προσφοράς. Η υδροηλεκτρική παραγωγή μειώθηκε κατά 19% μεταξύ Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου 2022 σε ολόκληρη την Ευρώπη, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2021.
Στη Γαλλία, η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας μειώθηκε κατά 14% την ίδια περίοδο. Πριν την ρωσική εισβολή, η Ρωσία προμήθευε το 30% του φυσικού αερίου της Ευρώπης, σε σύγκριση με το 15-20% του 2022, ενώ εκφράζονται ανησυχίες για περαιτέρω πτώσεις το τρέχον έτος.
Η χαμηλότερη διαθέσιμη παραγωγή από πυρηνικά και υδροηλεκτρικά οδήγησαν σε αύξηση της χρήσης άνθρακα το 2022
Η διαμόρφωση της αγοράς την επόμενη 5ετία
1. Δραματική αύξηση της ζήτησης ενέργειας
Η Ευρώπη παραμένει προσηλωμένη στους στόχους της για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές. Αυτές οι προσπάθειες θα τονώσουν τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη τουλάχιστον έως το 2030.
Μεταξύ 2021 και 2030, η ζήτηση θα αυξάνεται κατά σχεδόν 3% ετησίως, σε σύγκριση με την ετήσια αύξηση της ζήτησης κατά 2% από το 2018 έως το 2021.
Αρχικά, μεγάλο μέρος αυτής της αύξησης της ζήτησης θα προέλθει από την ηλεκτροδότηση των μεταφορών, όπου η ζήτηση θα αυξάνεται κατά 13% ετησίως. Μετά το 2030, η χρήση πράσινου ή δυνητικά κόκκινου υδρογόνου (υδρογόνο που δημιουργείται με πυρηνική ενέργεια) για την κατασκευή θα αυξηθεί σημαντικά. Η ζήτηση από την βιομηχανία, η οποία απαιτεί ηλεκτρική ενέργεια για την ηλεκτρόλυση, θα ανέλθει σε 200 TWh έως το 2030.
Συνολικά, η συνολική χρήση ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη την Ευρώπη αναμένεται να αυξηθεί από 2.900 TWh το 2021 σε 3.700 TWh το 2030.
2. Αύξηση της δίεισδυσης ΑΠΕ στο 60%
Η διείσδυση της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας στο μείγμα ενέργειας της Ευρώπης θα αυξηθεί σημαντικά. Μέχρι το 2030, οι ανανεώσιμες πηγές, οι οποίες αποτελούν κρίσιμα στοιχεία των προσπαθειών της Ευρώπης για απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, αναμένεται να παρέχουν το 60% της ενεργειακής ικανότητας της ηπείρου. Αυτό αντιπροσωπεύει σχεδόν το διπλάσιο μερίδιο σε σχέση με το 2021 ή επιπλέον 760 GW μεταξύ 2021 και 2030 (σχήμα 3). Ωστόσο, η αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης θα απαιτήσει μια μαζική κατασκευή νέων επενδύσεων. Επειδή, η αιολική και ηλιακή ενέργεια αποτελούν πηγές πράσινης ενέργειας που έχουν στοχαστικότητα , θα απαιτηθούν πόροι εξισορρόπησης όπως υδρογόνο, μπαταρίες, η πλευρά της απόκρισης ζήτησης, βιομάζα.
3. Αύξηση του χάσματος μεταξύ χωρητικότητας των δικτύων και ζήτησης
Τα επόμενα χρόνια, θα αναπτυχθεί ένα χάσμα μεταξύ των φορτίων αιχμής ηλεκτρικής ενέργειας και της χωρητικότητας στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας που μπορεί να ενεργοποιηθεί για να καλύψει αυτό το κενό. Αυτή η έλλειψη αναμένεται να επιδεινωθεί καθώς η παραγωγή φυσικού αερίου, πυρηνικής ενέργειας και υδροηλεκτρικής ενέργειας συνεχίζει να μειώνεται ενώ τα φορτία αιχμής αυξάνονται.
Έως το 2035, το κενό της Ευρώπης θα ισοδυναμεί με 116 GW (Σχήμα 4). Αυτό, ωστόσο, είναι το χειρότερο σενάριο και προϋποθέτει, ότι δεν θα αυξηθεί η εγκατεστημένη ισχύς.Έως το 2035, θα χρειαστούν περισσότερα από 100 GW εγκατεστημένης ισχύος μπαταρίας, πέντε έως δέκα GW βιομάζας και 20 έως 30 GW εγκατεστημένης ισχύος ηλεκτρολύτη υδρογόνου για την κάλυψη των φορτίων αιχμής. Ωστόσο, αυτές οι τεχνολογίες πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω και παραμένει αμφίβολλο, αν θα υπάρξει η κυβερμητική στήριξη, το ρυθμιστικό πλαίσιο καθώς και οι αναγκαίες προμήθειες υλικών όπως το λίθιο.
4. Νέοι και εξελισσόμενοι κανόνες
Οι μακροπρόθεσμοι επανασχεδιασμοί της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας θεωρούνται κρίσιμοι για την αποφυγή της μελλοντικής αστάθειας των τιμών, την εξισορρόπηση των αναγκών των καταναλωτών και των παραγωγών και την ενίσχυση των επενδύσεων. Εκτός από τα άμεσα και προσωρινά μέτρα που αποσκοπούν στη μείωση των τιμών για τους καταναλωτές, υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και ρυθμιστικές αρχές εξετάζουν διάφορες πιο μακροπρόθεσμες επιλογές για τη ριζική μεταρρύθμιση του τρόπου λειτουργίας της ενεργειακής αγοράς της ΕΕ. Καθένα από αυτά θα πρέπει να εξισορροπεί τις διαστάσεις της ασφάλειας, της οικονομικής προσιτότητας και της βιωσιμότητας:
Μοντέλο κεντρικού αγοραστή. Αντί για προμηθευτές που θα αναταγωνίζονται σε μια αγορά με διακυμάνσεις, μια συγκεριμένη και εθνική ρυθμιστική αρχή αγοράς θα μπορούσε να αγοράζει ηλεκτρικό ρεύμα σε προκαθορισμένες τιμές με μακροπρόθεσμα συμβόλαια. Στην συνέχεια θα πωλούσε στην αγορά σε τιμές που θα αντιπροσώπευαν το μέσο κόστος και αυτό το μοντέλο θα μπορούσε να μειώσει τις επιπτώσεις από τις διακυμάνσεις των τιμών και να εξασφαλίσει μια σταθερή προσφορά στο retail και τους μεγάλους καταναλωτές.
Διαχωρισμός αγορών επόμενης ημέρας όπως αυτή των ΑΠΕ με μηδενικό οριακό κόστος σε μια αγορα και σε άλλη αγορά τα ορυκτά καύσιμα, ώστε οι διαχειριστές να θέσουν σε προτεραιότητα τις ΑΠΕ, αφήνοντας τα ορυκτά καύσιμα και τον άνθρακα να καλύψουν την υπολειπόμενη ζήτηση.
Μηχανισμός Αποζημίωσης Ισχύος: Για να διασφαλιστεί η σταθερή κάλυψη της προσφοράς σπό την διαθέσιμη ηλεκτρική ενέργεια όταν οι καταναλωτές την χρειάζονται, ο διαχειριστής συστήματος προσφέρει επιδοτήσεις που βασίζονται στο προβλεπόμενο κόστος, για να διατηρηθεί η χωρητικότητα της αγοράς. Αυτό εξασφαλίζει μια ασφαλή τροφοδοσία και προστατεύει τους καταναλωτές από το να επιβαρύνονται περισσότερο από αυτό που χρειάζεται.
www.worldenergynews.gr