Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμβάλλουν στη μείωση της εξάρτησής της από το φυσικό αέριο που εξακολουθεί να κοστίζει ακριβά στην περιοχή, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας βοήθησε στη μείωση της εξάρτησης της ΕΕ από το φυσικό αέριο, η τιμή της οποίας έχει εκτιναχθεί στα ύψη από τα μέσα του περασμένου έτους ελέω της κρίσης εφοδιασμού, με αποτέλεσμα να «πονούν» οι τσέπες των βιομηχανιών και των απλών καταναλωτών.
Παράλληλα, ο κύριος συγγραφέας της μελέτης από την Ember, Charles Moore, «οι εναλλακτικές λύσεις είναι διαθέσιμες, είναι φθηνότερες και είναι πιθανό να γίνουν ακόμα πιο φθηνές και πιο ανταγωνιστικές. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι πλέον ευκαιρία, όχι κόστος».
H εφεδρεία και η άνοδος
Η υψηλή τιμή του φυσικού αερίου σε σχέση με τον άνθρακα σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας στηρίζονται περισσότερο στον άνθρακα ως εφεδρεία για την παραγωγή ΑΠΕ.
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έφτασε σε υψηλό επίπεδο ρεκόρ το 2021 με 547 TWh πέρυσι, σημειώνοντας αύξηση 11% σε σύγκριση με δύο χρόνια πριν, σύμφωνα με το «Ember's Europe Electricity Review». Υπερδιπλασιάστηκε σε μια δεκαετία, αντιπροσωπεύοντας αύξηση 157% από το 2011.
Επιπλέον, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας συνιστά στις χώρες του ΟΟΣΑ να σταματήσουν να χρησιμοποιούν άνθρακα μέχρι το τέλος της δεκαετίας για να διασφαλίσουν την ευθυγράμμιση με τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού για διατήρηση της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας κάτω από 1,5 Κελσίου.
«Η Ευρώπη μπορεί να επιταχύνει τη σταδιακή κατάργηση του άνθρακα χτίζοντας περισσότερη ανανεώσιμη ενέργεια και γρηγορότερα», δήλωσε η Felicia Aminoff, αναλύτρια ενεργειακής μετάβασης στο BloombergNEF. «Η αιολική και η ηλιακή ενέργεια δεν έχουν κόστος καυσίμων, οπότε μόλις κάνετε τις αρχικές επενδύσεις για την κατασκευή αιολικής και ηλιακής δυναμικότητας, θα αρχίσει να αντικαθιστά την παραγωγή που χρησιμοποιεί οποιοδήποτε είδος καυσίμου, είτε είναι άνθρακας είτε αέριο».
Στο παρακάτω διάγραμμα διαγράφεται η επίδοση των χωρών της Ευρώπης στις ΑΠΕ. Ισπανία, Ολλανδία και Σουηδία οδηγούν την κούρσα και καταγράφουν τις πιο σημαντικές αλλαγές στο ενεργειακό τους μείγμα, προτάσσοντας τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Τα δεδομένα στην Ευρώπη
Αν και το πετρέλαιο (34,5%) και το φυσικό αέριο (23,7%) εξακολουθούσαν να είναι οι σημαντικότερες πηγές καυσίμου στο ενεργειακό μείγμα της ΕΕ το 2020, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας συνέχισε να αυξάνεται σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat.
Αφού ξεπέρασαν τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας βρίσκονται στο δρόμο για να γίνουν η πιο σημαντική πηγή ενέργειας σε μια μελλοντική κλιματικά ουδέτερη οικονομία της ΕΕ.
Το 2020, ο άνθρακας συνέχισε την πτωτική τάση του για πέμπτη συνεχή χρονιά. Σε σύγκριση με το 2015, έχει μειωθεί κατά 40%. Το μερίδιό τους στο μείγμα προσφοράς είναι πλέον μόλις πάνω από 10%, ενώ το 1990 ήταν 25,7%.
Το πετρέλαιο και τα προϊόντα του μειώθηκαν επίσης κατά 12,6% το 2020, φθάνοντας στα χαμηλότερα επίπεδα από το 1990. Το φυσικό αέριο παρουσίασε την ίδια τάση, αλλά σε μικρή κλίμακα, μειώθηκε κατά 2,4%. Η πυρηνική υποχώρησε κατά 10,7% και έφτασε επίσης στα χαμηλότερα επίπεδα από το 1990. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα βιοκαύσιμα συνεχίζουν τη μακροπρόθεσμη ανοδική τους πορεία. Το επόμενο ορόσημό τους προς μια πιο βιώσιμη και χωρίς άνθρακα οικονομία θα ήταν η υπέρβαση του φυσικού αερίου.
Ο αντίκτυπος του Covid
Ο αντίκτυπος του COVID-19 είναι πιο αξιοσημείωτος στα προϊόντα πετρελαίου. Όσον αφορά την κατανάλωση, ο αντίκτυπος των lockdowns ήταν πιο καθοριστικός στη χρήση πετρελαιοειδών (-10,3%) από ό,τι στο φυσικό αέριο (-2,6%) και την ηλεκτρική ενέργεια (-3,8%).
Οι περιορισμοί μετακίνησης που σχετίζονται με την πανδημία επηρέασαν ορισμένα προϊόντα πετρελαίου περισσότερο από άλλα καύσιμα. Τα καύσιμα αεριωθουμένων τύπου κηροζίνης σημείωσαν αξιοσημείωτη πτώση (-48,1%), ενώ η βενζίνη κινητήρων (-13,9%) σημείωσε μικρότερη μείωση.
Το πετρέλαιο συνεχίζει να είναι το σημαντικότερο καύσιμο στην πλευρά της τελικής χρήσης με μερίδιο 35,0%, ακολουθούμενο από την ηλεκτρική ενέργεια με 23,2% και το φυσικό αέριο με 21,9%.
www.worldenergynews.gr