Η έκθεση με τίτλο «Ανοίγοντας τον δρόμο για περισσότερη κλιματική φιλοδοξία: Ευκαιρίες και κενά στα τελικά Εθνικά Σχέδια για την Ενέργεια και το Κλίμα» αξιολογεί τα ΕΣΕΚ 15 κρατών μελών της ΕΕ που κατατέθηκαν τον Δεκέμβριο του 2019, στην τελική τους εκδοχή.
Ανάμεσα στα κράτη μέλη που μελετήθηκαν στην έκθεση, μόνο η Ελλάδα, η Δανία, η Σλοβακία, η Σλοβενία και η Ισπανία αύξησαν τους εθνικούς κλιματικούς τους στόχους για το 2030. Μόνο όμως η Δανία με τον νέο της στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε όλους τους τομείς της οικονομίας κατά 70% το 2030 σε σχέση με το 1990, είναι συμβατή με τη Συμφωνία του Παρισιού. Καθώς ο πανευρωπαϊκός στόχος μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου αναμένεται σύντομα να αναθεωρηθεί από το 40% που είναι σήμερα, τα κράτη μέλη καλούνται να υιοθετήσουν πολύ πιο φιλόδοξες δεσμεύσεις για το κλίμα.
Η έκθεση επίσης συγκρίνει τα προσχέδια και τα τελικά ΕΣΕΚ, όσον αφορά τις συνεισφορές των κρατών μελών στον στόχο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και της ενεργειακής αποδοτικότητας. Διαπιστώνει ότι έχουν βελτιωθεί ελαφρώς αλλά όχι επαρκώς με βάση τις απαιτήσεις των μακροπρόθεσμων στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού. Από τα κράτη μέλη που αύξησαν τους στόχους τους ΑΠΕ, μόνο η Ελλάδα, η Κροατία και η Εσθονία ξεπέρασαν τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Ιούνιο του 2019 θέτοντας υψηλότερους στόχους διείσδυσης των ΑΠΕ για το 2030, ενώ χώρες όπως η Σλοβενία, η Ρουμανία, η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Τσεχία έθεσαν στόχους χαμηλότερους από τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Για την ενεργειακή αποδοτικότητα η αξιολόγηση ήταν δύσκολη χωρίς το ΕΣΕΚ της Γερμανίας, το οποίο ακόμα δεν έχει κατατεθεί στην τελική του μορφή. Η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις χώρες που δεσμεύονται για μεγαλύτερες μειώσεις στην πρωτογενή και τελική κατανάλωση ενέργειας σε σχέση τόσο με τα επίπεδα του 2017 όσο και με τους στόχους του 2020, ενώ επιπλέον εμφανίζεται πιο φιλόδοξη σε σχέση με το προσχέδιο ΕΣΕΚ. Το ίδιο ισχύει και για τη Σλοβενία και την πρωτογενή κατανάλωση ενέργειας. Βελτιώσεις σε σχέση με το προσχέδιο του ΕΣΕΚ παρουσιάζουν επίσης η Ρουμανία, αν και η τελική κατανάλωση ενέργειας το 2030 εξακολουθεί να ξεπερνά τα επίπεδα του 2017, η Πορτογαλία, η Λετονία και η Σλοβακία. Τσεχία, Εσθονία, Πολωνία, Γαλλία, Ισπανία, Δανία και Ουγγαρία πρακτικά δεν παρουσίασαν βελτιώσεις σε σχέση με τα αντίστοιχα προσχέδια των ΕΣΕΚ.
Η έκθεση καυτηριάζει τη μεγάλη υστέρηση των ΕΣΕΚ των κρατών μελών σε σχέση με τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής γύρω από το κομβικό ζήτημα της κατάργησης των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα. Ισπανία, Αυστρία, Γαλλία και Σλοβενία αναγνωρίζουν μερικές τέτοιες επιδοτήσεις και παρουσιάζουν κάποια μέτρα για τη σταδιακή κατάργησή τους. Η Ελλάδα και η Ουγγαρία αντίθετα δεν αναγνωρίζουν καν την ύπαρξη τέτοιων επιδοτήσεων, ενώ η Πολωνία όχι μόνο δεν παρουσιάζει κανένα σχέδιο κατάργησής τους, αλλά δηλώνει ότι οι επιδοτήσεις στη βιομηχανία του λιγνίτη και του λιθάνθρακα, θα συνεχιστούν.
Η έκθεση αξιολογεί επίσης τα κράτη μέλη ως προς τις δεσμεύσεις τους να απεξαρτηθούν από τον λιγνίτη και τον λιθάνθρακα, ένα πεδίο στο οποίο Ελλάδα, Ουγγαρία και Σλοβακία εμφάνισαν σημαντική πρόοδο με τις δεσμεύσεις τους για πλήρη απεξάρτηση ως το 2028, το 2030 και το 2023, αντίστοιχα. Ωστόσο ως αρνητικό χαρακτηρίζεται το γεγονός ότι στην Ελλάδα η ενέργεια η οποία, στο προσχέδιο του ΕΣΕΚ, θα προερχόταν από τον λιγνίτη ως το 2030, προβλέπεται να καλυφθεί πρωτίστως από ορυκτό αέριο και όχι από ΑΠΕ στο τελικό ΕΣΕΚ.
Ο Wendel Trio, Διευθυντής του Climate Action Network (CAN) Europe δήλωσε «Τα Εθνικά Σχέδια για την Ενέργεια και το Κλίμα μπορούν να προετοιμάσουν το έδαφος για αυξημένη κλιματική φιλοδοξία στην Ευρώπη και να κατευθύνουν τις επενδύσεις τα επόμενα 10 χρόνια προς μία δίκαιη και κλιματικά ουδέτερη ανάκαμψη αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα την κλιματική και την οικονομική κρίση. Οι ευκαιρίες που υπογραμμίζονται σε αυτή την έκθεση πρέπει να αποτελέσουν οδηγό στα κράτη μέλη για να διοχετεύσουν τους πόρους με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτευχθεί κλιματική ουδετερότητα και τόνωση της οικονομίας.»
“Μετά τη σπουδαία απόφαση για πλήρη απεξάρτηση από τον λιγνίτη, η Ελλάδα δεν πρέπει να υποθηκεύσει το ενεργειακό της μέλλον στο ορυκτό αέριο. Η εμπροσθοβαρής ανάπτυξη των ΑΠΕ και των υποδομών αποθήκευσης σε συνδυασμό με την εξοικονόμηση ενέργειας αποτελούν την μόνη μακροχρόνια βιώσιμη ενεργειακή στρατηγική για τη χώρα. Το γενναίο πακέτο ανάκαμψης από την Ευρωπαϊκή Ένωση προσφέρει στην Ελλάδα μία μοναδική ευκαιρία να υλοποιήσει τις αναγκαίες επενδύσεις προς όφελος του κλίματος, της εθνικής οικονομίας και της ποιότητας ζωής των πολιτών”, δήλωσε ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής του Green Tank.
www.worldenergynews.gr