Βασικό ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί στην περίπτωση μιας ελληνικής bad bank είναι ο κίνδυνος να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση, σύμφωνα με την JP Morgan
Η ποιότητα του ενεργητικού του ελληνικού τραπεζικού τομέα ήταν στην πρώτη γραμμή της τηλεδιάσκεψης που πραγματοποίησε η JP Morgan με τον επικεφαλής χρηματοοικονομικής σταθερότητας στην Τράπεζα της Ελλάδος, Σ. Παντελιά.
Όπως αναφέρει η JP Morgan στη σημερινή, 5 Μαΐου 2020, 6σέλιδη ανάλυσή της υπό τον τίτλο "Greek Banks: Highlights from our call with Bank of Greece: bad bank takes the center stage amid COVID-19 concerns" (Ελληνικές τράπεζες: Συμπεράσματα από την τηλεδιάσκεψη με την Τράπεζα της Ελλάδος: η bad bank βρίσκεται στο επίκεντρο εν μέσω ανησυχιών για τον Κορωνοϊό), που σας παρουσιάζει το bankingnews.gr, δεδομένης της σημαντικής συρρίκνωσης του ΑΕΠ και της αβεβαιότητας στο άμεσο μέλλον, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο ενός νέου κύματος NPEs.
Ωστόσο, το βασικό συμπέρασμα από την τηλεδιάσκεψη είναι ότι αυτή η περίοδος, όσες προκλήσεις και αν έχει, μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για την αντιμετώπιση παλαιών ζητημάτων του κλάδου ταχύτερα, υπό την προϋπόθεση ότι οι εμπλεκόμενοι μπορούν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία και να δώσουν τις απαιτούμενες λύσεις.
Μια bad bank και η ανάλυση ποιότητας βρίσκεται στο επίκεντρο αυτών των συζητήσεων, μαζί με την πιθανή τροποποίηση του ελληνικού νόμου για τους κωδικούς DTC, αναφέρει η JP Morgan.
Αύξηση των NPEs
Τα υπόλοιπα NPEs αναμένεται να αυξηθούν από τα επίπεδα του 2019.
Η ανοχή των ρυθμιστικών αρχών είναι μόνο μια προσωρινή βοήθεια, αναφέρει η JP Morgan.
Ωστόσο, με μια σημαντική συρρίκνωση του ΑΕΠ τώρα το 2020, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα υπόλοιπα NPE των ελληνικών τραπεζών ενδέχεται να αυξηθούν από τα επίπεδα του τέλους του 2019 των 69 δισ. ευρώ ή το 41% των ακαθάριστων δανείων.
Ενώ είναι πολύ νωρίς για να γίνουν εκτιμήσεις για τα NPEs, πρόσφατες αναλύσεις κάνουν λόγω για αύξηση έως και 10 δισ. ευρώ.
Τα μέτρα ανεκτικότητας ήταν ταχεία και αξιοσημείωτα και θα προσφέρουν κάποια περιθώρια στις τράπεζες να συνεχίσουν να δανείζουν και να αξιολογούν σωστά τους υποκείμενους κινδύνους, χωρίς περιορισμό από τα κανονιστικά ζητήματα.
Ταυτόχρονα, όμως, τονίστηκε ότι η ανοχή από μόνη της δεν επιλύει το πρόβλημα (π.χ. δεν υπάρχει κάποια αλλαγή στις υποκείμενες πολιτικές πρόβλεψης για απώλεια δανείων των τραπεζών), και στις τράπεζες
θα χρειαστεί να αναγνωρίσουμε τυχόν πιθανούς κινδύνους αργά ή γρήγορα.
Bad Bank
Οι συζητήσεις για την bad bank βρίσκονται στο επίκεντρο των ανησυχιών.
Η κρίση του COVID-19 θα μπορούσε να προκαλέσει ένα άλλο κύμα NPE, με την Τράπεζα της Ελλάδος να επισημαίνει ότι το πρόβλημα ποιότητας του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών πρέπει να αντιμετωπιστεί το συντομότερο δυνατό.
Ενώ η εισαγωγή του σχεδίου Ηρακλής ήταν ένα σημαντικό πρώτο βήμα, το οποίο βασίζεται σε πολλαπλές συναλλαγές τιτλοποίησης στην αγορά, ενδέχεται να μην είναι επαρκές για να αντιμετωπίσει το μέγεθος του προβλήματος στο τρέχον περιβάλλον.
Ακόμα και όταν οι αγορές επιστρέψουν στην κανονικότητα, οι ελληνικές τράπεζες πιθανότατα θα αντιμετωπίσουν τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από τράπεζες σε άλλες χώρες όταν θα οριστικοποιήσουν τις πωλήσεις NPL, ενώ ενδέχεται να υπάρξει αυξανόμενη πίεση στις λογιστικές αξίες.
Στο τρέχον περιβάλλον, μια περισσότερο ολιστική προσέγγιση με τη μορφή μιας bad bank θεωρείται ως η πιο βιώσιμη επιλογή για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αρκετά γρήγορα, έχει επισημάνει ο διοικητής της ΤτΕ, Γ. Στουρνάρας.
Όπως εκτιμά η JP Morgan, η ΤτΕ βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε προετοιμασία συγκεκριμένων προτάσεων πολιτικής και μπορεί να ανακοινώσει τις λεπτομέρειες μιας bad bank τις επόμενες εβδομάδες.
Επίσης, όπως επισημαίνει η κεφαλαιακή διάρθρωση είναι ένα βασικό ερώτημα για την bad bank: το κύριο χαρακτηριστικό μιας κακής τράπεζας είναι ότι είναι μια κεντρική οντότητα στην οποία οι τράπεζες μεταφέρουν τα NPEs τους και επομένως έχουν μια άμεση ανακούφιση.
Αυτή είναι μια βασική διαφορά με το τρέχον μοντέλο του Ηρακλή, το οποίο βασίζεται σε πολλαπλά SPV (ένα για κάθε τιτλοποίηση), με τις τιμές μεταφοράς τελικά να καθορίζονται από τους ιδιώτες επενδυτές.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης εδώ ότι προηγούμενα παραδείγματα bad bank (π.χ. η ισπανική Sareb και η ιρλανδική Nama) περιελάμβανε κυβερνητική συμμετοχή με περίπου το ήμισυ των ιδίων κεφαλαίων να επιτρέπουν βαθιές περικοπές στη μεταφορά τιμών.
Κατά συνέπεια, υπάρχει κίνδυνος να υπάρξουν ζητήματα κρατικής ενίσχυσης.
Ενώ δεν υπάρχουν ακόμη λεπτομέρειες σχετικά με τη δομή μιας πιθανής πρότασης της ΤτΕ, η κεφαλαιακή διάρθρωση θα είναι ένα βασικό ερώτημα, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τους αυστηρούς περιορισμούς κρατικών ενισχύσεων.
Σε ερώτηση επενδυτή εάν το νέο σχέδιο θα ήταν φιλικό προς τους μετόχους, τονίστηκε ότι η αρχική πρόταση της ΤτΕ από το 2018 στόχευε να ενισχυθεί η πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στην αγορά και να μην αποθαρρυνθεί η συμμετοχή στα ίδια κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών.
Και αυτός ο στόχος δεν έχει αλλάξει.
Επιθυμητή η τροποποίηση του νόμου DTC
Η ΤτΕ έχει επισημάνει από το 2018 την ανάγκη αντιμετώπισης του ζητήματος της αναβαλλόμενης φορολογίας (DTC), που αποτελούν σημαντικό μέρος του κεφαλαίου CET1 και ενέχουν κινδύνους απομείωσης των μετόχων σε περίπτωση λογιστικών ζημιών.
Ορισμένες ομάδες διαχείρισης τραπεζών έχουν ήδη συζητήσει τη δυνατότητα πιθανών τροποποιήσεων του νόμου, επισημαίνοντας ότι το πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις καθιστά το περιβάλλον πιο φιλικό.
Ωστόσο, οποιαδήποτε τροποποίηση θα πρέπει να είναι συνεπής με το CRR και να διατηρήσει την ίδια τη φύση του οργάνου, δηλαδή την ικανότητά του να λειτουργεί ως πρώτο συστατικό απώλειας.
Σε ερώτηση ενός επενδυτή εάν οι ελληνικοί κωδικοί DTC θα μπορούσαν να καταστούν εμπορεύσιμοι και χρηματοδοτούμενοι, όπως την περίπτωση των ΗΠΑ, αυτό θα μπορούσε θεωρητικά να είναι μια επιθυμητή επιλογή από τις εποπτικές αρχές.
Ωστόσο η εφαρμογή μιας τέτοιας πρωτοβουλίας θα απαιτήσει σαφή κυβερνητική δέσμευση δεδομένης της ρευστότητας.
Όπως αναφέρει η JP Morgan στη σημερινή, 5 Μαΐου 2020, 6σέλιδη ανάλυσή της υπό τον τίτλο "Greek Banks: Highlights from our call with Bank of Greece: bad bank takes the center stage amid COVID-19 concerns" (Ελληνικές τράπεζες: Συμπεράσματα από την τηλεδιάσκεψη με την Τράπεζα της Ελλάδος: η bad bank βρίσκεται στο επίκεντρο εν μέσω ανησυχιών για τον Κορωνοϊό), που σας παρουσιάζει το bankingnews.gr, δεδομένης της σημαντικής συρρίκνωσης του ΑΕΠ και της αβεβαιότητας στο άμεσο μέλλον, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο ενός νέου κύματος NPEs.
Ωστόσο, το βασικό συμπέρασμα από την τηλεδιάσκεψη είναι ότι αυτή η περίοδος, όσες προκλήσεις και αν έχει, μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για την αντιμετώπιση παλαιών ζητημάτων του κλάδου ταχύτερα, υπό την προϋπόθεση ότι οι εμπλεκόμενοι μπορούν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία και να δώσουν τις απαιτούμενες λύσεις.
Μια bad bank και η ανάλυση ποιότητας βρίσκεται στο επίκεντρο αυτών των συζητήσεων, μαζί με την πιθανή τροποποίηση του ελληνικού νόμου για τους κωδικούς DTC, αναφέρει η JP Morgan.
Αύξηση των NPEs
Τα υπόλοιπα NPEs αναμένεται να αυξηθούν από τα επίπεδα του 2019.
Η ανοχή των ρυθμιστικών αρχών είναι μόνο μια προσωρινή βοήθεια, αναφέρει η JP Morgan.
Ωστόσο, με μια σημαντική συρρίκνωση του ΑΕΠ τώρα το 2020, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα υπόλοιπα NPE των ελληνικών τραπεζών ενδέχεται να αυξηθούν από τα επίπεδα του τέλους του 2019 των 69 δισ. ευρώ ή το 41% των ακαθάριστων δανείων.
Ενώ είναι πολύ νωρίς για να γίνουν εκτιμήσεις για τα NPEs, πρόσφατες αναλύσεις κάνουν λόγω για αύξηση έως και 10 δισ. ευρώ.
Τα μέτρα ανεκτικότητας ήταν ταχεία και αξιοσημείωτα και θα προσφέρουν κάποια περιθώρια στις τράπεζες να συνεχίσουν να δανείζουν και να αξιολογούν σωστά τους υποκείμενους κινδύνους, χωρίς περιορισμό από τα κανονιστικά ζητήματα.
Ταυτόχρονα, όμως, τονίστηκε ότι η ανοχή από μόνη της δεν επιλύει το πρόβλημα (π.χ. δεν υπάρχει κάποια αλλαγή στις υποκείμενες πολιτικές πρόβλεψης για απώλεια δανείων των τραπεζών), και στις τράπεζες
θα χρειαστεί να αναγνωρίσουμε τυχόν πιθανούς κινδύνους αργά ή γρήγορα.
Bad Bank
Οι συζητήσεις για την bad bank βρίσκονται στο επίκεντρο των ανησυχιών.
Η κρίση του COVID-19 θα μπορούσε να προκαλέσει ένα άλλο κύμα NPE, με την Τράπεζα της Ελλάδος να επισημαίνει ότι το πρόβλημα ποιότητας του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών πρέπει να αντιμετωπιστεί το συντομότερο δυνατό.
Ενώ η εισαγωγή του σχεδίου Ηρακλής ήταν ένα σημαντικό πρώτο βήμα, το οποίο βασίζεται σε πολλαπλές συναλλαγές τιτλοποίησης στην αγορά, ενδέχεται να μην είναι επαρκές για να αντιμετωπίσει το μέγεθος του προβλήματος στο τρέχον περιβάλλον.
Ακόμα και όταν οι αγορές επιστρέψουν στην κανονικότητα, οι ελληνικές τράπεζες πιθανότατα θα αντιμετωπίσουν τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από τράπεζες σε άλλες χώρες όταν θα οριστικοποιήσουν τις πωλήσεις NPL, ενώ ενδέχεται να υπάρξει αυξανόμενη πίεση στις λογιστικές αξίες.
Στο τρέχον περιβάλλον, μια περισσότερο ολιστική προσέγγιση με τη μορφή μιας bad bank θεωρείται ως η πιο βιώσιμη επιλογή για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αρκετά γρήγορα, έχει επισημάνει ο διοικητής της ΤτΕ, Γ. Στουρνάρας.
Όπως εκτιμά η JP Morgan, η ΤτΕ βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε προετοιμασία συγκεκριμένων προτάσεων πολιτικής και μπορεί να ανακοινώσει τις λεπτομέρειες μιας bad bank τις επόμενες εβδομάδες.
Επίσης, όπως επισημαίνει η κεφαλαιακή διάρθρωση είναι ένα βασικό ερώτημα για την bad bank: το κύριο χαρακτηριστικό μιας κακής τράπεζας είναι ότι είναι μια κεντρική οντότητα στην οποία οι τράπεζες μεταφέρουν τα NPEs τους και επομένως έχουν μια άμεση ανακούφιση.
Αυτή είναι μια βασική διαφορά με το τρέχον μοντέλο του Ηρακλή, το οποίο βασίζεται σε πολλαπλά SPV (ένα για κάθε τιτλοποίηση), με τις τιμές μεταφοράς τελικά να καθορίζονται από τους ιδιώτες επενδυτές.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης εδώ ότι προηγούμενα παραδείγματα bad bank (π.χ. η ισπανική Sareb και η ιρλανδική Nama) περιελάμβανε κυβερνητική συμμετοχή με περίπου το ήμισυ των ιδίων κεφαλαίων να επιτρέπουν βαθιές περικοπές στη μεταφορά τιμών.
Κατά συνέπεια, υπάρχει κίνδυνος να υπάρξουν ζητήματα κρατικής ενίσχυσης.
Ενώ δεν υπάρχουν ακόμη λεπτομέρειες σχετικά με τη δομή μιας πιθανής πρότασης της ΤτΕ, η κεφαλαιακή διάρθρωση θα είναι ένα βασικό ερώτημα, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τους αυστηρούς περιορισμούς κρατικών ενισχύσεων.
Σε ερώτηση επενδυτή εάν το νέο σχέδιο θα ήταν φιλικό προς τους μετόχους, τονίστηκε ότι η αρχική πρόταση της ΤτΕ από το 2018 στόχευε να ενισχυθεί η πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στην αγορά και να μην αποθαρρυνθεί η συμμετοχή στα ίδια κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών.
Και αυτός ο στόχος δεν έχει αλλάξει.
Επιθυμητή η τροποποίηση του νόμου DTC
Η ΤτΕ έχει επισημάνει από το 2018 την ανάγκη αντιμετώπισης του ζητήματος της αναβαλλόμενης φορολογίας (DTC), που αποτελούν σημαντικό μέρος του κεφαλαίου CET1 και ενέχουν κινδύνους απομείωσης των μετόχων σε περίπτωση λογιστικών ζημιών.
Ορισμένες ομάδες διαχείρισης τραπεζών έχουν ήδη συζητήσει τη δυνατότητα πιθανών τροποποιήσεων του νόμου, επισημαίνοντας ότι το πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις καθιστά το περιβάλλον πιο φιλικό.
Ωστόσο, οποιαδήποτε τροποποίηση θα πρέπει να είναι συνεπής με το CRR και να διατηρήσει την ίδια τη φύση του οργάνου, δηλαδή την ικανότητά του να λειτουργεί ως πρώτο συστατικό απώλειας.
Σε ερώτηση ενός επενδυτή εάν οι ελληνικοί κωδικοί DTC θα μπορούσαν να καταστούν εμπορεύσιμοι και χρηματοδοτούμενοι, όπως την περίπτωση των ΗΠΑ, αυτό θα μπορούσε θεωρητικά να είναι μια επιθυμητή επιλογή από τις εποπτικές αρχές.
Ωστόσο η εφαρμογή μιας τέτοιας πρωτοβουλίας θα απαιτήσει σαφή κυβερνητική δέσμευση δεδομένης της ρευστότητας.
www.bankingnews.gr
www.worldenergynews.gr
www.worldenergynews.gr