Με τις πρώτες δηλώσεις του ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπ, έδωσε το στίγμα των προτεραιοτήτων εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησής του και τις πιθανές συμμαχίες που επιθυμεί να προωθήσει.
Στις πρώτες θέσεις ο αγώνας εναντίον της «ισλαμιστικής τρομοκρατίας» και η αποφασιστική στήριξη στο Ισραήλ. Επίσης επανέλαβε την άριστη σχέση που διατηρεί με τον ηγέτη της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι και τη διάθεση των δύο χωρών για καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Οι σχέσεις ΗΠΑ - Ισραήλ ανέκαθεν ήταν σε εξαιρετικό επίπεδο παρά τα σύννεφα που παρουσιάστηκαν το τελευταίο διάστημα, πριν την αποχώρηση της κυβέρνησης Ομπάμα, με αποκορύφωμα το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, για τερματισμό της εποικιστικής δραστηριότητας στα παλαιστινιακά εδάφη από το Ισραήλ και την απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να μην ασκήσει βέτο. Από τον πόλεμο των έξη ημερών του 1967, οι ΗΠΑ προσφέρουν στο Ισραήλ όλα τα προτερήματα που μπορεί να προσφέρει μια προστάτιδα μεγάλη δύναμη σ’ ένα μικρό σύμμαχο: οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, πρώτης αξίας στρατιωτικό υλικό, συμπεριλαμβάνοντας πολιτική υποστήριξη και εγγύηση της ασφάλειας. Ποτέ κανένα άλλο μικρό κράτος δεν έχει λάβει τόση εκτεταμένη και τόσο εντατική υποστήριξη από τις ΗΠΑ. Οι επικρατούσες απόψεις για τους λόγους στήριξης στο Ισραήλ, είναι ότι αυτή αφ΄ ενός μεν είναι αποτέλεσμα της τεράστιας επιρροής και δύναμης που διαθέτει το ισραηλινό λόμπι και αφ΄ ετέρου οι προσπάθειες που έγιναν κατά καιρούς από τις ΗΠΑ, για δημιουργία συμμαχιών με κράτη της περιοχής, οι οποίες απέδειξαν ότι ο μόνος σταθερός και αξιόπιστος σύμμαχος τους ήταν και έχει παραμείνει το Ισραήλ.
Ο σημαντικότερος όμως λόγος τόσο για τη στενή σχέση ΗΠΑ - Ισραήλ αλλά και αυτή μεταξύ ΗΠΑ - Αιγύπτου που διαμορφώνεται, είναι ότι η Μέση Ανατολή και η Ν.Α. Μεσόγειος, αποτελεί χώρο ζωτικής σημασίας για τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ, λόγω ύπαρξης της διώρυγας του Σουέζ και των ενεργειακών αποθεμάτων της περιοχής. Η σημαντική ανακάλυψη το 2010, των κοιτασμάτων φυσικού αερίου Λεβιάθαν και Ταμάρ, δυτικά από το λιμάνι της Χάιφα και το 2015 του γιγαντιαίου κοιτάσματος φυσικού αερίου Ζορ λίγο έξω από τις αιγυπτιακές ακτές, δημιούργησε νέα γεωπολιτικά δεδομένα. Μετά την ανακάλυψη αυτή η περιοχή αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ΗΠΑ, λόγω των γεωστρατηγικών και οικονομικών λόγων που δημιουργούνται, όπως: Ο έλεγχος των εμπορικών και των ενεργειακών ροών που διέρχονται από την Ν.Α. Μεσόγειο. Η εξόρυξη και μεταφορά των ενεργειακών κοιτασμάτων, θέματα για τα οποία οι εταιρίες αμερικανικών συμφερόντων θα πρέπει να έχουν πρωτεύοντα ρόλο, ώστε η χρησιμοποίηση του δολαρίου να καταστεί βασική συναλλαγματική συναλλαγή για το θέμα αυτό. Επίσης οι περιφερειακές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής σημαντικοί σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως το Κατάρ και η Σαουδική Αραβία ενδιαφέρονται μέσω αγωγών που θα καταλήγουν στην Μεσόγειο να μεταφέρουν φυσικό αέριο και πετρέλαιο στις δυτικές αγορές.
Ένα από τα θέματα που προκύπτει είναι το δρομολόγιο για τη μεταφορά τους στην αγορά της Ευρώπης, η οποία επιθυμεί την απεξάρτηση της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Στο πεδίο αυτό η χώρα μας έχει τη δυνατότητα να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο με τον αγωγό ΕastMed, παρά το γεγονός ότι προς το παρόν η λύση αυτή παρουσιάζει τεχνικές δυσκολίες και είναι οικονομικά ασύμφορη. Με τον αγωγό αυτό μέσω Κρήτης – Πελοποννήσου, σχεδιάζεται να συνδεθεί η ευρωπαϊκή αγορά, με τα κοιτάσματα της Ν.Α. Μεσογείου και αυτά που σύμφωνα με γεωλογικές έρευνες υπάρχουν εντός της ελληνικής ΑΟΖ στην περιοχή Ν.Α. της Κρήτης και Ν.Δ. του Καστελόριζου, την επονομαζόμενη «Λεκάνη του Ηροδότου». Η Ελλάδα την παρούσα φάση διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, χώρες με τις οποίες υπάρχει στρατηγική συνεργασία, η οποία περιλαμβάνει αριθμό κοινών στρατιωτικών ασκήσεων και συνεκπαιδεύσεων, κυρίως στον αεροπορικό και ναυτικό τομέα και η συνεργασία αυτή ενδυναμώνεται και ενισχύεται στη βάση του ότι και οι τρεις χώρες μπορούν να συνεργαστούν μαζί με την Κύπρο για την αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων στη λεκάνη της Μεσογείου. Η Τουρκία, όπως είναι φυσικό, θεωρεί ότι τα υπόψη σχέδια και η συνεργασία Ελλάδας, Ισραήλ, Αιγύπτου, Κύπρου, παρεμποδίζει τις προσδοκίες της για εκπλήρωση των στρατηγικών της στόχων. Πάγια επιδίωξη της Άγκυρας, όπως διατυπώθηκε από τον Αχμέτ Νταβούτογλου στο βιβλίο του «Το Στρατηγικό Βάθος», είναι η διατήρηση ή ο έλεγχος της στρατηγικής σημασίας νήσου Κύπρου, παράλληλα με τη συμμετοχή της στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου. Η Άγκυρα, επιδιώκει να καταστεί ενεργειακός κόμβος Δύσης και Ανατολής μέσω της κατασκευής αγωγών που θα διέρχονται από το έδαφός της και δεν είναι διατεθειμένη να μείνει εκτός της εκμετάλλευσης των ενεργειακών αποθεμάτων της ΝΑ Μεσογείου. Για το λόγο αυτό, προσπαθεί μέσω της πάγιας και μακροπρόθεσμης στρατηγικής που εφαρμόζει να αλλάξει το status quo της περιοχής.
Όπως είναι γνωστό οι σχέσεις της Τουρκίας με την Αίγυπτο και το Ισραήλ δεν είναι οι καλύτερες. Η Άγκυρα στην προσπάθεια της να εμφανιστεί ως ηγέτιδα δύναμη του σουνιτικού κόσμου, έχει κατηγορήσει τον ηγέτη της Αιγύπτου ότι καταπιέζει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους που είναι αδελφό κόμμα με τους Τούρκους ισλαμιστές του Ερντογάν. Ο Σίσι έχει δηλώσει ότι δεν ανέχεται την παρέμβαση αυτή της Τουρκίας στα εσωτερικά της Αιγύπτου. Οι σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ ιδιαίτερα μετά τα γεγονότα το 2010 με το πλοίο Μαβί Μαρμαρά, μπορεί να χαρακτηριστούν ως ουδέτερες ή «κακές» και παρά τις κατά καιρούς προσπάθειες προσέγγισης δεν έχουν προς το παρόν τελεσφορήσει. Παράλληλα, η Άγκυρα είναι ενοχλημένη με την Αίγυπτο και το Ισραήλ εξ’ αιτίας της συμφωνίας που έχουν υπογράψει με την Κυπριακή Δημοκρατία για τον καθορισμό της ΑΟΖ, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι τουρκικές αμφισβητήσεις. Οι εξελίξεις σε σχέση με τους υδρογονάνθρακες είναι περίπλοκες και ανακύπτουν μεγάλα ερωτήματα. Τι θα προκύψει σε ότι αφορά τη συμμετοχή της Τουρκίας στο ενεργειακό αυτό «παιχνίδι» από μια λύση του Κυπριακού που ενδεχομένως θα υπάρξει στο προσεχές μέλλον; Οι ΗΠΑ θα συναινέσουν στην απομάκρυνση της Τουρκίας από τις εξελίξεις στο συγκεκριμένο θέμα; Απ΄ ότι έχει φανεί μέχρι στιγμής κάτι τέτοιο πολύ δύσκολα θα συμβεί με δεδομένο τον έλεγχο των Στενών από την Τουρκία, την ανάγκη των ΗΠΑ για τη αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ και το σχέδιο που εκπονήθηκε και συζητήθηκε στην επίσκεψη προ δυο ημερών του αρχηγού της CIA στην Τουρκία για το συντονισμό των επιχειρήσεων στο συριακό μέτωπο. Από την άλλη πλευρά η χώρα μας οφείλει να είναι παρούσα στις εξελίξεις που θα προκύψουν στη Ν.Α. Μεσόγειο και εκμεταλλευόμενη τη γεωστρατηγική της θέση να αποτελέσει έναν απαραίτητο εταίρο για τις ΗΠΑ, προβάλλοντας με συνέπεια την εικόνα ενός περιφερειακού παράγοντα που είναι ικανός να διαδραματίσει σταθεροποιητικό ρόλο στην περιοχή. Η Ελλάδα θα πρέπει με σωστά δομημένη στρατηγική, να εκμεταλλευθεί την παροχή στρατιωτικών εγκαταστάσεων (Ναυτικές και αεροπορικές βάσεις), τις οποίες οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη. Επίσης μέσω της σχέσης που έχει αναπτύξει με το Ισραήλ και την Αίγυπτο σε συνδυασμό με πολύ καλές σχέσεις που έχουν οι χώρες αυτές με τις ΗΠΑ και τις ουδέτερες έως κακές σχέσεις που έχουν με την Τουρκία, να επιδιώξει την αναβάθμιση της αμυντικής θωράκισης της χώρας (αναβάθμιση F-16, αγορά F-35, κ.λπ). Αυτό όμως προϋποθέτει μια πολιτική που θα υλοποιείται με συνέπεια και συνέχεια, γεγονός που δυστυχώς ελλείπει σε μεγάλο βαθμό από τη στρατηγική της χώρας μας.
Λάμπρος Τζούμης
Αντιστράτηγος ε.α.
www.worldenergynews.gr
Στις πρώτες θέσεις ο αγώνας εναντίον της «ισλαμιστικής τρομοκρατίας» και η αποφασιστική στήριξη στο Ισραήλ. Επίσης επανέλαβε την άριστη σχέση που διατηρεί με τον ηγέτη της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι και τη διάθεση των δύο χωρών για καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Οι σχέσεις ΗΠΑ - Ισραήλ ανέκαθεν ήταν σε εξαιρετικό επίπεδο παρά τα σύννεφα που παρουσιάστηκαν το τελευταίο διάστημα, πριν την αποχώρηση της κυβέρνησης Ομπάμα, με αποκορύφωμα το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, για τερματισμό της εποικιστικής δραστηριότητας στα παλαιστινιακά εδάφη από το Ισραήλ και την απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να μην ασκήσει βέτο. Από τον πόλεμο των έξη ημερών του 1967, οι ΗΠΑ προσφέρουν στο Ισραήλ όλα τα προτερήματα που μπορεί να προσφέρει μια προστάτιδα μεγάλη δύναμη σ’ ένα μικρό σύμμαχο: οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, πρώτης αξίας στρατιωτικό υλικό, συμπεριλαμβάνοντας πολιτική υποστήριξη και εγγύηση της ασφάλειας. Ποτέ κανένα άλλο μικρό κράτος δεν έχει λάβει τόση εκτεταμένη και τόσο εντατική υποστήριξη από τις ΗΠΑ. Οι επικρατούσες απόψεις για τους λόγους στήριξης στο Ισραήλ, είναι ότι αυτή αφ΄ ενός μεν είναι αποτέλεσμα της τεράστιας επιρροής και δύναμης που διαθέτει το ισραηλινό λόμπι και αφ΄ ετέρου οι προσπάθειες που έγιναν κατά καιρούς από τις ΗΠΑ, για δημιουργία συμμαχιών με κράτη της περιοχής, οι οποίες απέδειξαν ότι ο μόνος σταθερός και αξιόπιστος σύμμαχος τους ήταν και έχει παραμείνει το Ισραήλ.
Ο σημαντικότερος όμως λόγος τόσο για τη στενή σχέση ΗΠΑ - Ισραήλ αλλά και αυτή μεταξύ ΗΠΑ - Αιγύπτου που διαμορφώνεται, είναι ότι η Μέση Ανατολή και η Ν.Α. Μεσόγειος, αποτελεί χώρο ζωτικής σημασίας για τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ, λόγω ύπαρξης της διώρυγας του Σουέζ και των ενεργειακών αποθεμάτων της περιοχής. Η σημαντική ανακάλυψη το 2010, των κοιτασμάτων φυσικού αερίου Λεβιάθαν και Ταμάρ, δυτικά από το λιμάνι της Χάιφα και το 2015 του γιγαντιαίου κοιτάσματος φυσικού αερίου Ζορ λίγο έξω από τις αιγυπτιακές ακτές, δημιούργησε νέα γεωπολιτικά δεδομένα. Μετά την ανακάλυψη αυτή η περιοχή αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ΗΠΑ, λόγω των γεωστρατηγικών και οικονομικών λόγων που δημιουργούνται, όπως: Ο έλεγχος των εμπορικών και των ενεργειακών ροών που διέρχονται από την Ν.Α. Μεσόγειο. Η εξόρυξη και μεταφορά των ενεργειακών κοιτασμάτων, θέματα για τα οποία οι εταιρίες αμερικανικών συμφερόντων θα πρέπει να έχουν πρωτεύοντα ρόλο, ώστε η χρησιμοποίηση του δολαρίου να καταστεί βασική συναλλαγματική συναλλαγή για το θέμα αυτό. Επίσης οι περιφερειακές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής σημαντικοί σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως το Κατάρ και η Σαουδική Αραβία ενδιαφέρονται μέσω αγωγών που θα καταλήγουν στην Μεσόγειο να μεταφέρουν φυσικό αέριο και πετρέλαιο στις δυτικές αγορές.
Ένα από τα θέματα που προκύπτει είναι το δρομολόγιο για τη μεταφορά τους στην αγορά της Ευρώπης, η οποία επιθυμεί την απεξάρτηση της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Στο πεδίο αυτό η χώρα μας έχει τη δυνατότητα να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο με τον αγωγό ΕastMed, παρά το γεγονός ότι προς το παρόν η λύση αυτή παρουσιάζει τεχνικές δυσκολίες και είναι οικονομικά ασύμφορη. Με τον αγωγό αυτό μέσω Κρήτης – Πελοποννήσου, σχεδιάζεται να συνδεθεί η ευρωπαϊκή αγορά, με τα κοιτάσματα της Ν.Α. Μεσογείου και αυτά που σύμφωνα με γεωλογικές έρευνες υπάρχουν εντός της ελληνικής ΑΟΖ στην περιοχή Ν.Α. της Κρήτης και Ν.Δ. του Καστελόριζου, την επονομαζόμενη «Λεκάνη του Ηροδότου». Η Ελλάδα την παρούσα φάση διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, χώρες με τις οποίες υπάρχει στρατηγική συνεργασία, η οποία περιλαμβάνει αριθμό κοινών στρατιωτικών ασκήσεων και συνεκπαιδεύσεων, κυρίως στον αεροπορικό και ναυτικό τομέα και η συνεργασία αυτή ενδυναμώνεται και ενισχύεται στη βάση του ότι και οι τρεις χώρες μπορούν να συνεργαστούν μαζί με την Κύπρο για την αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων στη λεκάνη της Μεσογείου. Η Τουρκία, όπως είναι φυσικό, θεωρεί ότι τα υπόψη σχέδια και η συνεργασία Ελλάδας, Ισραήλ, Αιγύπτου, Κύπρου, παρεμποδίζει τις προσδοκίες της για εκπλήρωση των στρατηγικών της στόχων. Πάγια επιδίωξη της Άγκυρας, όπως διατυπώθηκε από τον Αχμέτ Νταβούτογλου στο βιβλίο του «Το Στρατηγικό Βάθος», είναι η διατήρηση ή ο έλεγχος της στρατηγικής σημασίας νήσου Κύπρου, παράλληλα με τη συμμετοχή της στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου. Η Άγκυρα, επιδιώκει να καταστεί ενεργειακός κόμβος Δύσης και Ανατολής μέσω της κατασκευής αγωγών που θα διέρχονται από το έδαφός της και δεν είναι διατεθειμένη να μείνει εκτός της εκμετάλλευσης των ενεργειακών αποθεμάτων της ΝΑ Μεσογείου. Για το λόγο αυτό, προσπαθεί μέσω της πάγιας και μακροπρόθεσμης στρατηγικής που εφαρμόζει να αλλάξει το status quo της περιοχής.
Όπως είναι γνωστό οι σχέσεις της Τουρκίας με την Αίγυπτο και το Ισραήλ δεν είναι οι καλύτερες. Η Άγκυρα στην προσπάθεια της να εμφανιστεί ως ηγέτιδα δύναμη του σουνιτικού κόσμου, έχει κατηγορήσει τον ηγέτη της Αιγύπτου ότι καταπιέζει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους που είναι αδελφό κόμμα με τους Τούρκους ισλαμιστές του Ερντογάν. Ο Σίσι έχει δηλώσει ότι δεν ανέχεται την παρέμβαση αυτή της Τουρκίας στα εσωτερικά της Αιγύπτου. Οι σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ ιδιαίτερα μετά τα γεγονότα το 2010 με το πλοίο Μαβί Μαρμαρά, μπορεί να χαρακτηριστούν ως ουδέτερες ή «κακές» και παρά τις κατά καιρούς προσπάθειες προσέγγισης δεν έχουν προς το παρόν τελεσφορήσει. Παράλληλα, η Άγκυρα είναι ενοχλημένη με την Αίγυπτο και το Ισραήλ εξ’ αιτίας της συμφωνίας που έχουν υπογράψει με την Κυπριακή Δημοκρατία για τον καθορισμό της ΑΟΖ, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι τουρκικές αμφισβητήσεις. Οι εξελίξεις σε σχέση με τους υδρογονάνθρακες είναι περίπλοκες και ανακύπτουν μεγάλα ερωτήματα. Τι θα προκύψει σε ότι αφορά τη συμμετοχή της Τουρκίας στο ενεργειακό αυτό «παιχνίδι» από μια λύση του Κυπριακού που ενδεχομένως θα υπάρξει στο προσεχές μέλλον; Οι ΗΠΑ θα συναινέσουν στην απομάκρυνση της Τουρκίας από τις εξελίξεις στο συγκεκριμένο θέμα; Απ΄ ότι έχει φανεί μέχρι στιγμής κάτι τέτοιο πολύ δύσκολα θα συμβεί με δεδομένο τον έλεγχο των Στενών από την Τουρκία, την ανάγκη των ΗΠΑ για τη αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ και το σχέδιο που εκπονήθηκε και συζητήθηκε στην επίσκεψη προ δυο ημερών του αρχηγού της CIA στην Τουρκία για το συντονισμό των επιχειρήσεων στο συριακό μέτωπο. Από την άλλη πλευρά η χώρα μας οφείλει να είναι παρούσα στις εξελίξεις που θα προκύψουν στη Ν.Α. Μεσόγειο και εκμεταλλευόμενη τη γεωστρατηγική της θέση να αποτελέσει έναν απαραίτητο εταίρο για τις ΗΠΑ, προβάλλοντας με συνέπεια την εικόνα ενός περιφερειακού παράγοντα που είναι ικανός να διαδραματίσει σταθεροποιητικό ρόλο στην περιοχή. Η Ελλάδα θα πρέπει με σωστά δομημένη στρατηγική, να εκμεταλλευθεί την παροχή στρατιωτικών εγκαταστάσεων (Ναυτικές και αεροπορικές βάσεις), τις οποίες οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη. Επίσης μέσω της σχέσης που έχει αναπτύξει με το Ισραήλ και την Αίγυπτο σε συνδυασμό με πολύ καλές σχέσεις που έχουν οι χώρες αυτές με τις ΗΠΑ και τις ουδέτερες έως κακές σχέσεις που έχουν με την Τουρκία, να επιδιώξει την αναβάθμιση της αμυντικής θωράκισης της χώρας (αναβάθμιση F-16, αγορά F-35, κ.λπ). Αυτό όμως προϋποθέτει μια πολιτική που θα υλοποιείται με συνέπεια και συνέχεια, γεγονός που δυστυχώς ελλείπει σε μεγάλο βαθμό από τη στρατηγική της χώρας μας.
Λάμπρος Τζούμης
Αντιστράτηγος ε.α.
www.worldenergynews.gr