Μεταξύ των αλλαγών η «ρήτρα εξαίρεσης» και η στροφή προς τις ασφαλιστικές εταιρίες
Η «ρήτρα εξαίρεσης» και η στροφή προς τις ασφαλιστικές εταιρίες αντί της συμφωνημένης ρήτρας στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας για τη δημιουργία Εθνικού Επαγγελματικού Ταμείου Ασφάλισης πρόκειται να αποτελέσουν το επόμενο διάστημα πεδίο έντονης αντιπαράθεσης των κοινωνικών εταίρων με την κυβέρνηση.
Το μοντέλο της «ρήτρας εξαίρεσης» που σχεδιάζει το αρμόδιο υπουργείο Εργασίας από τις κλαδικές συμβάσεις, με το εργασιακό νομοσχέδιο που θα καταθέσει στις αρχές του νέου έτους, θα εφαρμόζεται μόνο από εκείνες τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πρόβλημα βιωσιμότητας.
Τα στοιχεία αυτά, επισημάνθηκαν από τους Εμπόρους και την ΓΣΕΕ.
Μόνο σε αυτές τις περιπτώσεις θα μπορούν οι επιχειρήσεις να μην δεσμεύονται από την κλαδική σύμβαση.
Ο στόχος που θα ληφθεί το εν λόγω μέτρο είναι για να αποφευχθεί να υπάρξουν επιχειρήσεις που, λόγω αδυναμίας να καλύψουν τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι κλαδικές συμβάσεις, θα κινδυνεύσουν με αναστολή λειτουργίας.
Στον αντίποδα η κυβέρνηση σχεδιάζει να προσθέσει διάταξη, που θα ορίζει ότι η επιχείρηση που θα κάνει χρήση της ρήτρας εξαίρεσης, θα δεσμεύεται με ανάλογη ρήτρα «διατήρησης της απασχόλησης». Στην ουσία, όποιες επιχειρήσεις θέλουν να εξαιρεθούν από την χρήση μιας κλαδικής σύμβασης, θα πρέπει να δεσμευτούν ότι δεν θα πραγματοποιήσουν απολύσεις, ώστε να ωφεληθούν και από τη σταδιακή μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
Η διάταξη θα παρέχει το δικαίωμα και στους κοινωνικούς εταίρους να παρεμβαίνουν στη διαδικασία. Θα μπορεί δηλαδή, υπό προϋποθέσεις, ένας εργοδοτικός συνδικαλιστικός φορέας, να καλύψει το σύνολο των επιχειρήσεων στον κλάδο του και να ζητήσει ρήτρα εξαίρεσής τους από την κλαδική σύμβαση. Προϋπόθεση είναι να πρόκειται για επιχειρήσεις που έχουν δημιουργηθεί από νέους έως 25 ετών, ή να πρόκειται για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας.
Επίσης, οι κοινωνικοί εταίροι θα μπορούν να παρέμβουν και υπέρ των επιχειρήσεων που έχουν έδρα τους σε περιφέρειες της χώρας, όπου η ανεργία υπερβαίνει το πανελλαδικό επίπεδο.
Επιπλέον το νομοσχέδιο για τα εργασιακά θα περιλαμβάνει:
- Αυξήσεις στον κατώτατο μισθό. Οι αυξήσεις που θα δίδονται πλέον στον κατώτατο μισθό θα ακολουθούν τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ, δηλαδή θα είναι διπλάσιες αυτού αρχής γενομένης από το 2020.
Εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών αναφέρουν ότι η ελληνική οικονομία το επόμενο έτος θα αναπτυχθεί κατά 2,16%, και κατόπιν θα κινηθεί με ρυθμούς υποδεέστερους του 2% .
Αυτό σημαίνει ότι όταν ενεργοποιηθεί το 2020, ο μηχανισμός καθορισμού του κατώτατου μισθού η κυβέρνηση θα ενθαρρύνει αυξήσεις γύρω στο 4,3%, δηλαδή από τα 650 ευρώ στα 678 ευρώ.
Πάντως επισημαίνεται ότι με τους ρυθμούς αυτούς ο κατώτατος μισθός θα επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα (751 ευρώ) γύρω στο 2024. Στο σημείο η κυβέρνηση δεν έχει λάβει θέση γύρω από το θέμα των τριετιών– που αυξάνουν τα κατώτατο όρια αμοιβών σύμφωνα με την προϋπηρεσία τους εργαζόμενου – κατά των οποίων έχει προσφύγει στο ΣτΕ, ο ΣΕΒ αμφισβητώντας την νομιμοποίησή τους.
Το θέμα αυτό θα απασχολήσει υποχρεωτικά του υπουργείο Εργασίας τους επόμενους μήνες.
- Η μείωση των εισφορών φέρνει αυξήσεις μισθών φέρνει η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που σχεδιάζει η κυβέρνηση από το 2020 ως το 2024.
Πρόκειται για μικρές αυξήσεις που σε ετήσια βάση κυμαίνονται από 40 έως 270 ευρώ, κατά το πρώτο έτος (2020) εφαρμογής των μειωμένων εισφορών και αναμένεται να φθάσουν το 2024 στα 217 έως 1700 ευρώ ετησίως.
Στόχος του κυβερνητικού σχεδίου είναι οι εισφορές να μειωθούν στο 15% (από το 20% σήμερα) έως το 2024.
-Ακριβότερη η υπερωρία των ελαστικών μορφών εργασίας.
Εντός του Σεπτεμβρίου αναμένεται η διάταξη στην Βουλή που θα καθιστά ακριβότερη κατά 10% - 15%.
Με τον τρόπο αυτό το υπουργείο επιχειρεί να καταστήσει μη συμφέρουσα (ακριβότερη) για τον εργοδότη την ελαστική εργασία που στις περισσότερες περιπτώσεις υποκρύπτει πλήρη απασχόληση. Πάντως θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα τελευταία στοιχεία του ΕΦΚΑ (Φεβρουάριος 2019) δείχνουν ότι οι αμοιβές των εργαζόμενων με ελαστικές μορφές απασχόλησης είναι εξαιρετικά χαμηλές.
Τρεις στους δέκα μισθωτούς εργάζονται ή δηλώνονται και ασφαλίζονται για μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση και αμείβονται αντίστοιχα, κατά μέσον όρο, με 396,11 ευρώ.
Σημειώνεται οτι ο μέσος μισθός για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 1.182,39 ευρώ μεικτά τον μήνα.
www.bankingnews.gr
www.worldenergynews.gr
Το μοντέλο της «ρήτρας εξαίρεσης» που σχεδιάζει το αρμόδιο υπουργείο Εργασίας από τις κλαδικές συμβάσεις, με το εργασιακό νομοσχέδιο που θα καταθέσει στις αρχές του νέου έτους, θα εφαρμόζεται μόνο από εκείνες τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πρόβλημα βιωσιμότητας.
Τα στοιχεία αυτά, επισημάνθηκαν από τους Εμπόρους και την ΓΣΕΕ.
Μόνο σε αυτές τις περιπτώσεις θα μπορούν οι επιχειρήσεις να μην δεσμεύονται από την κλαδική σύμβαση.
Ο στόχος που θα ληφθεί το εν λόγω μέτρο είναι για να αποφευχθεί να υπάρξουν επιχειρήσεις που, λόγω αδυναμίας να καλύψουν τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι κλαδικές συμβάσεις, θα κινδυνεύσουν με αναστολή λειτουργίας.
Στον αντίποδα η κυβέρνηση σχεδιάζει να προσθέσει διάταξη, που θα ορίζει ότι η επιχείρηση που θα κάνει χρήση της ρήτρας εξαίρεσης, θα δεσμεύεται με ανάλογη ρήτρα «διατήρησης της απασχόλησης». Στην ουσία, όποιες επιχειρήσεις θέλουν να εξαιρεθούν από την χρήση μιας κλαδικής σύμβασης, θα πρέπει να δεσμευτούν ότι δεν θα πραγματοποιήσουν απολύσεις, ώστε να ωφεληθούν και από τη σταδιακή μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
Η διάταξη θα παρέχει το δικαίωμα και στους κοινωνικούς εταίρους να παρεμβαίνουν στη διαδικασία. Θα μπορεί δηλαδή, υπό προϋποθέσεις, ένας εργοδοτικός συνδικαλιστικός φορέας, να καλύψει το σύνολο των επιχειρήσεων στον κλάδο του και να ζητήσει ρήτρα εξαίρεσής τους από την κλαδική σύμβαση. Προϋπόθεση είναι να πρόκειται για επιχειρήσεις που έχουν δημιουργηθεί από νέους έως 25 ετών, ή να πρόκειται για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Κοινωνικής Οικονομίας.
Επίσης, οι κοινωνικοί εταίροι θα μπορούν να παρέμβουν και υπέρ των επιχειρήσεων που έχουν έδρα τους σε περιφέρειες της χώρας, όπου η ανεργία υπερβαίνει το πανελλαδικό επίπεδο.
Επιπλέον το νομοσχέδιο για τα εργασιακά θα περιλαμβάνει:
- Αυξήσεις στον κατώτατο μισθό. Οι αυξήσεις που θα δίδονται πλέον στον κατώτατο μισθό θα ακολουθούν τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ, δηλαδή θα είναι διπλάσιες αυτού αρχής γενομένης από το 2020.
Εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών αναφέρουν ότι η ελληνική οικονομία το επόμενο έτος θα αναπτυχθεί κατά 2,16%, και κατόπιν θα κινηθεί με ρυθμούς υποδεέστερους του 2% .
Αυτό σημαίνει ότι όταν ενεργοποιηθεί το 2020, ο μηχανισμός καθορισμού του κατώτατου μισθού η κυβέρνηση θα ενθαρρύνει αυξήσεις γύρω στο 4,3%, δηλαδή από τα 650 ευρώ στα 678 ευρώ.
Πάντως επισημαίνεται ότι με τους ρυθμούς αυτούς ο κατώτατος μισθός θα επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα (751 ευρώ) γύρω στο 2024. Στο σημείο η κυβέρνηση δεν έχει λάβει θέση γύρω από το θέμα των τριετιών– που αυξάνουν τα κατώτατο όρια αμοιβών σύμφωνα με την προϋπηρεσία τους εργαζόμενου – κατά των οποίων έχει προσφύγει στο ΣτΕ, ο ΣΕΒ αμφισβητώντας την νομιμοποίησή τους.
Το θέμα αυτό θα απασχολήσει υποχρεωτικά του υπουργείο Εργασίας τους επόμενους μήνες.
- Η μείωση των εισφορών φέρνει αυξήσεις μισθών φέρνει η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που σχεδιάζει η κυβέρνηση από το 2020 ως το 2024.
Πρόκειται για μικρές αυξήσεις που σε ετήσια βάση κυμαίνονται από 40 έως 270 ευρώ, κατά το πρώτο έτος (2020) εφαρμογής των μειωμένων εισφορών και αναμένεται να φθάσουν το 2024 στα 217 έως 1700 ευρώ ετησίως.
Στόχος του κυβερνητικού σχεδίου είναι οι εισφορές να μειωθούν στο 15% (από το 20% σήμερα) έως το 2024.
-Ακριβότερη η υπερωρία των ελαστικών μορφών εργασίας.
Εντός του Σεπτεμβρίου αναμένεται η διάταξη στην Βουλή που θα καθιστά ακριβότερη κατά 10% - 15%.
Με τον τρόπο αυτό το υπουργείο επιχειρεί να καταστήσει μη συμφέρουσα (ακριβότερη) για τον εργοδότη την ελαστική εργασία που στις περισσότερες περιπτώσεις υποκρύπτει πλήρη απασχόληση. Πάντως θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα τελευταία στοιχεία του ΕΦΚΑ (Φεβρουάριος 2019) δείχνουν ότι οι αμοιβές των εργαζόμενων με ελαστικές μορφές απασχόλησης είναι εξαιρετικά χαμηλές.
Τρεις στους δέκα μισθωτούς εργάζονται ή δηλώνονται και ασφαλίζονται για μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση και αμείβονται αντίστοιχα, κατά μέσον όρο, με 396,11 ευρώ.
Σημειώνεται οτι ο μέσος μισθός για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 1.182,39 ευρώ μεικτά τον μήνα.
www.bankingnews.gr
www.worldenergynews.gr