Το καλύτερο που έχει να κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι να αναζητήσει έναν εύσχημο τρόπο για να παγώσει το ζήτημα
Το χθεσινό μεγάλο συλλαλητήριο στην Θεσσαλονίκη για το Μακεδονικό, σηματοδοτεί την δυναμική είσοδο του λαϊκού παράγοντα στο πολιτικό προσκήνιο.
Αποτελεί την έκφραση του υγιούς εθνισμού και πατριωτισμού των Ελλήνων, παράγει αποτελέσματα και στέλνει μηνύματα, εντός και εκτός συνόρων. Όπως ήταν αναμενόμενο, την λαική δυναμική που δημιουργεί το εθνικό θέμα, επιχειρούν να το εκμεταλλευτούν εθνικιστικές δυνάμεις ή και πολιτικοί φορείς προς ίδιον κομματικό όφελος. Αλλά και από την αντίθετη δυνάμεις στο εσωτερικό του κυβερνητικού κόμματος –που παθαίνουν αλεργία με ότι εθνικό-, μπαίνουν στον πειρασμό να χαράξουν με βάση το Μακεδονικό την διαχωριστική γραμμή με εθνικιστικές και ακροδεξιές δυνάμεις.
Τον ΣΥΡΙΖΑ τον οδήγησε στην εξουσία η δύναμη του ελληνικού εθνισμού. Κέρδισε τις εκλογές τον Ιανουάριο του 2015 γιατί ένα σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού διοχέτευσε την αγανάκτηση και το αίσθημα εθνικής ταπείνωσης που προκαλούσε η ιταμή συμπεριφορά των δανειστών, στο μόνο κόμμα που ήταν τότε διαθέσιμο και έδινε πιστοποιητικά αντίστασης. Πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ την σύμπτωση του κοινωνικού με το εθνικό αίτημα μεγιστοποιώντας το πολιτικό αποτέλεσμα. Διατήρησε την εξουσία τον Σεπτέμβριο του 2015, παρά την συνθηκολόγηση του Ιουλίου και την αθέτηση της ετυμηγορίας του δημοψηφίσματος, γιατί ο λαός πίστεψε ότι έδωσε τη μάχη και ηττήθηκε. Υπό την επήρεια του σοκ της εθνικής ήττας, ο ελληνικός λαός αφενός δεν αντελήφθη τι είχαν ψηφίσει με το τρίτο μνημόνιο όλες οι πολιτικές δυνάμεις, και αφετέρου δεν είχε καμία διάθεση να επιστρέψει στα κόμματα που πρώτα χρεωκόπησαν την χώρα και μετά συμφώνησαν στην απώλεια της κρατικής κυριαρχίας δια των μνημονίων.
Δείχνει ο ΣΥΡΙΖΑ να μην έχει αντιληφθεί την δυναμική που τον οδήγησε στην κατάκτηση και στην διατήρηση της εξουσίας. Ανοίγοντας η κυβέρνηση βιαστικά και δίχως την κατάλληλη προετοιμασία, τόσο στο πεδίο της διαπραγμάτευσης όσο και στο επίπεδο της κοινής γνώμης το Μακεδονικό, κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπη με τον λαϊκό παράγοντα. Έτι περαιτέρω είναι πολύ πιθανό να εκφραστεί στο Μακεδονικό η συνολική δυσαρέσκεια που προκαλεί η οικονομική πολιτική και η παρατεταμένη εθνική ταπείνωση. Υπό αυτό το πρίσμα δεν είναι καθόλου συμπτωματικό ότι το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης είναι η πρώτη μεγάλη κινητοποίηση μετά τον Σεπτέμβριο του 2015.
Φυσικά είναι ευχής έργο να λυθεί το Μακεδονικό. Επιπλέον, μία θέση για το όνομα που δεν θα έχει τον όρο «Μακεδονία», δεν είναι ρεαλιστική με βάση τις συνθήκες και τους διεθνείς συσχετισμούς και δεν θα είναι διεθνώς υπερασπίσιμη. Πέραν αυτού όμως, θα πρέπει να επιδιωχθεί και να διασφαλιστεί μία συμφωνία που να περιφρουρεί το αίσθημα εθνικής αξιοπρέπειας των Ελλήνων και θα ακυρώνει τον αλυτρωτισμό των Σκοπίων. Να μην είναι μία λύση «φερετζές». Σε κάθε περίπτωση να μην είναι μία λύση που θα συνιστά νέα εθνική ήττα ή θα εκληφθεί σαν εθνική ήττα από τον ελληνικό λαό. Αυτές οι προυποθέσεις όμως δεν φαίνεται να υπάρχουν. Τόσο οι δηλώσεις της ηγεσίας των Σκοπίων όσο και του Μάθιου Νίμιτς, συνηγορούν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Τούτων δοθέντων μοιάζει βιαστική η αποδοχή του αιτήματος για συνάντηση Τσίπρα-Ζάεφ στο Νταβός.
Ο ελληνικός εθνισμός που ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ, αν τον υποτιμήσει και δεχθεί μία λύση «φερετζέ», θα τον φέρει απέναντι στον λαϊκό παράγοντα. Θα οδηγήσει όχι απλώς σε δεινή ήττα στις προσεχείς εκλογές, αλλά στα ποσοστά που βρισκόταν πριν τη μνημονιακή εποχή ενώ θα χρεώσει στην αριστερά το στίγμα της εθνικής μειοδοσίας. Τούτων δοθέντων το καλύτερο που έχει να κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι να αναζητήσει έναν εύσχημο τρόπο για να παγώσει το ζήτημα.
Αποτελεί την έκφραση του υγιούς εθνισμού και πατριωτισμού των Ελλήνων, παράγει αποτελέσματα και στέλνει μηνύματα, εντός και εκτός συνόρων. Όπως ήταν αναμενόμενο, την λαική δυναμική που δημιουργεί το εθνικό θέμα, επιχειρούν να το εκμεταλλευτούν εθνικιστικές δυνάμεις ή και πολιτικοί φορείς προς ίδιον κομματικό όφελος. Αλλά και από την αντίθετη δυνάμεις στο εσωτερικό του κυβερνητικού κόμματος –που παθαίνουν αλεργία με ότι εθνικό-, μπαίνουν στον πειρασμό να χαράξουν με βάση το Μακεδονικό την διαχωριστική γραμμή με εθνικιστικές και ακροδεξιές δυνάμεις.
Τον ΣΥΡΙΖΑ τον οδήγησε στην εξουσία η δύναμη του ελληνικού εθνισμού. Κέρδισε τις εκλογές τον Ιανουάριο του 2015 γιατί ένα σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού διοχέτευσε την αγανάκτηση και το αίσθημα εθνικής ταπείνωσης που προκαλούσε η ιταμή συμπεριφορά των δανειστών, στο μόνο κόμμα που ήταν τότε διαθέσιμο και έδινε πιστοποιητικά αντίστασης. Πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ την σύμπτωση του κοινωνικού με το εθνικό αίτημα μεγιστοποιώντας το πολιτικό αποτέλεσμα. Διατήρησε την εξουσία τον Σεπτέμβριο του 2015, παρά την συνθηκολόγηση του Ιουλίου και την αθέτηση της ετυμηγορίας του δημοψηφίσματος, γιατί ο λαός πίστεψε ότι έδωσε τη μάχη και ηττήθηκε. Υπό την επήρεια του σοκ της εθνικής ήττας, ο ελληνικός λαός αφενός δεν αντελήφθη τι είχαν ψηφίσει με το τρίτο μνημόνιο όλες οι πολιτικές δυνάμεις, και αφετέρου δεν είχε καμία διάθεση να επιστρέψει στα κόμματα που πρώτα χρεωκόπησαν την χώρα και μετά συμφώνησαν στην απώλεια της κρατικής κυριαρχίας δια των μνημονίων.
Δείχνει ο ΣΥΡΙΖΑ να μην έχει αντιληφθεί την δυναμική που τον οδήγησε στην κατάκτηση και στην διατήρηση της εξουσίας. Ανοίγοντας η κυβέρνηση βιαστικά και δίχως την κατάλληλη προετοιμασία, τόσο στο πεδίο της διαπραγμάτευσης όσο και στο επίπεδο της κοινής γνώμης το Μακεδονικό, κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπη με τον λαϊκό παράγοντα. Έτι περαιτέρω είναι πολύ πιθανό να εκφραστεί στο Μακεδονικό η συνολική δυσαρέσκεια που προκαλεί η οικονομική πολιτική και η παρατεταμένη εθνική ταπείνωση. Υπό αυτό το πρίσμα δεν είναι καθόλου συμπτωματικό ότι το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης είναι η πρώτη μεγάλη κινητοποίηση μετά τον Σεπτέμβριο του 2015.
Φυσικά είναι ευχής έργο να λυθεί το Μακεδονικό. Επιπλέον, μία θέση για το όνομα που δεν θα έχει τον όρο «Μακεδονία», δεν είναι ρεαλιστική με βάση τις συνθήκες και τους διεθνείς συσχετισμούς και δεν θα είναι διεθνώς υπερασπίσιμη. Πέραν αυτού όμως, θα πρέπει να επιδιωχθεί και να διασφαλιστεί μία συμφωνία που να περιφρουρεί το αίσθημα εθνικής αξιοπρέπειας των Ελλήνων και θα ακυρώνει τον αλυτρωτισμό των Σκοπίων. Να μην είναι μία λύση «φερετζές». Σε κάθε περίπτωση να μην είναι μία λύση που θα συνιστά νέα εθνική ήττα ή θα εκληφθεί σαν εθνική ήττα από τον ελληνικό λαό. Αυτές οι προυποθέσεις όμως δεν φαίνεται να υπάρχουν. Τόσο οι δηλώσεις της ηγεσίας των Σκοπίων όσο και του Μάθιου Νίμιτς, συνηγορούν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Τούτων δοθέντων μοιάζει βιαστική η αποδοχή του αιτήματος για συνάντηση Τσίπρα-Ζάεφ στο Νταβός.
Ο ελληνικός εθνισμός που ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ, αν τον υποτιμήσει και δεχθεί μία λύση «φερετζέ», θα τον φέρει απέναντι στον λαϊκό παράγοντα. Θα οδηγήσει όχι απλώς σε δεινή ήττα στις προσεχείς εκλογές, αλλά στα ποσοστά που βρισκόταν πριν τη μνημονιακή εποχή ενώ θα χρεώσει στην αριστερά το στίγμα της εθνικής μειοδοσίας. Τούτων δοθέντων το καλύτερο που έχει να κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι να αναζητήσει έναν εύσχημο τρόπο για να παγώσει το ζήτημα.