Ο ανασχεδιασμός των δανείων του ΕΤΧΣ «θα αποτελούσε εκ των πραγμάτων ένα νέο δάνειο» σύμφωνα με το έγγραφο του Γερμανικού ΥΠΟΙΚ
Ένα σκληρό μπρα ντε φερ όσον αφορά το θέμα της απομείωσης του ελληνικού χρεόυς βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη με φόντοι ένα ακόμα κρίσιμο Eurogroup αυτό της 15ης Ιουνίου.
Ο ESM κάνει λόγο σε νέα του πρόταση ότι το ελληινκό χρέος μπορεί να είναι βιώσιμο με μία σειρά μεσοπρόθεσμων μέτρων, ωστόσο η ανάγνωση της πρότασης αυτής -από το Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών- αντικατοπτρίζει και τη στάση που αναμένεται να κρατήσει ο W. Schaeuble, καθώς κάνει λόγο ότι η πρόταση αυτή ισοδυναμεί με νέο μνημόνιο για την Ελλάδα.
Αναλυτικότερα ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) εκτιμά ότι η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μπορεί να αποκατασταθεί με μία σειρά μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα περιορίσουν τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες στο 20,9% του ΑΕΠ το 2060, σύμφωνα με έγγραφο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών που έχει σταλεί σε Γερμανούς βουλευτές.
Το σενάριο του ESM είναι λιγότερο απαισιόδοξο (όσον αφορά την υπόθεση για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας) από αυτό του ΔΝΤ και λιγότερο αισιόδοξο από αυτό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ειδικότερα, προβλέπει τη σταδιακή μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, υποθέτοντας μέσο μακροπρόθεσμο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ (Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος) κατά 1,8% και μέσο ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,3%.
Χωρίς μέτρα, το χρέος θα ανερχόταν με το σενάριο αυτό στο 136% του ΑΕΠ το 2060 και οι ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της στο 31% του ΑΕΠ.
Ο ESM αναφέρει ότι η βιωσιμότητα του χρέους με βάση το σενάριο αυτό μπορεί να διασφαλισθεί με μία σειρά μεσοπρόθεσμων μέτρων που περιλαμβάνουν:
- Την κατάργηση του αυξημένου περιθωρίου στα επιτόκια
- Την επιστροφή των κερδών από ANFA και SMP (σ.σ.: που έχουν η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης από τις αγορές ελληνικών ομολόγων)
- Από τον ανασχεδιασμό (reprofiling) των δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) ως εξής:
Με επιμήκυνση της σταθμισμένης μέγιστης μέσης διάρκειας των δανείων του ΕΤΧΣ κατά 15 χρόνια
Με πλαφόν στις αποπληρωμές των δανείων του ΕΤΧΣ στο 0,4% του ΑΕΠ έως το 2050
Με τη μερική αναστολή πληρωμών τόκων για δάνεια του ΕΤΧΣ έως το 2050. Η Ελλάδα θα πλήρωνε 1% κατ' ανώτατο όριο, το επιπλέον ποσό θα μεταφερόταν στο μέλλον.
Ο ανασχεδιασμός των δανείων του ΕΤΧΣ «θα αποτελούσε εκ των πραγμάτων ένα νέο δάνειο» σύμφωνα με το έγγραφο του Γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, το επιτόκιο του οποίου θα εξαρτάτο από τις εξελίξεις των επιτοκίων.
Το ύψος της μετάθεσης πληρωμών τόκων έως το 2048 θα ανερχόταν μεταξύ 84 και 89 δισ. ευρώ και δεν θα χρειάζονταν με το σενάριο αυτό τα μη χρησιμοποιημένα κεφάλαια του ESM.
Με βάση το απαισιόδοξο σενάριο, ο ανασχεδιασμός των δανείων θα ανέρχονται (θα οδηγούσε σε μεταφορές) 123 δισ. ευρώ, ενώ με το αισιόδοξο σενάριο θα περιορίζονταν σε 34 δισ. ευρώ.
Η προηγούμενη πρόταση του ESM
Όπως είχε γράψει το bankingnews.gr σε προηγούμενο δημοσίευμά του για το νέο εμπιστευτικό έγγραφο του ESM που είδε στις 24 Μαίου 2017 το φως της δημοσιότητας, και το οποίο αναφέρει ότι υπό τις προβλέψεις του ΔΝΤ αναφορικά με την ανάπτυξη, το πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά και την μέγιστη ανακούφιση του ελληνικού χρέους από τους Ευρωπαίους, η συμμετοχή του δεν θα είναι αρκετή.
Σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο όμως, η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί καμία ελάφρυνση του χρέους από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης εάν διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3% του ΑΕΠ για 20 χρόνια.
Επίσης, η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα περίπου στα επίπεδα του 2% του ΑΕΠ μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030, εάν προσφερθεί η μέγιστη ελάφρυνση του χρέους από τους Ευρωπαίους.
Η μέγιστη ελάφρυνση του χρέους είναι η επέκταση των μέσων σταθμισμένων λήξεων κατά 17,5 έτη, ενώ η μέγιστη ελάφρυνση του χρέους θα καθόριζε επίσης τους τόκους των δανείων κατά 1% έως το 2050, περιορίζοντας τις αποπληρωμές δανείων σε 0,4% του ΑΕΠ.
Η μέγιστη ελάφρυνση του χρέους θα συνεπαγόταν επίσης ότι η ευρωζώνη θα αγοράσει τα δάνεια του ΔΝΤ προς την Ελλάδα ύψους περίπου 13 δισ. ευρώ.
Το συγκεκριμένο έγγραφο παρουσιάστηκε από τον ESM στο Eurogroup της Δευτέρας.
Μια ομάδα υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης με επικεφαλής τον Γερμανό ΥΠΟΙΚ Wolfgang Schaeuble επιμένει ότι το ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους θα πρέπει να συζητηθεί μετά τη λήξη του τρέχοντος προγάμματος διάσωσης το 2018.
Ωστόσο το ΔΝΤ αναφέρει ότι είναι αναγκαία τώρα η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Σύμφωνα με το σενάριο Α, στην πρόταση του ESM η Ελλάδα δε θα χρειαστεί ελάφρυνση χρέους, στην περίπτωση που η Αθήνα διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2032 και άνω του 3% μέχρι το 2038.
Η ΕΚΤ αναφέρει ότι τέτοιες μεγάλες περιόδους υψηλού πλεονάσματος δεν είναι άνευ προηγουμένου. Για παράδειγμα, η Φινλανδία είχε πρωτογενές πλεόνασμα 5,7% για 11 χρόνια την περίοδο 1998-2008 και η Δανία 5,3% σε διάστημα 26 ετών από το 1983 έως το 2008.
Μια δεύτερη επιλογή στο σενάριο Α υποθέτει ότι η Ελλάδα θα εξασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή ελάφρυνση του χρέους βάσει συμφωνίας του Μαΐου 2016.
Η Ελλάδα θα πρέπει τότε να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% μέχρι το 2022, αλλά θα μπορούσε να το μειώσει σε περίπου 2% μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 και στο 1,5% έως το 2048, δίνοντας κατά μέσο όρο 2,2% την περίοδο 2023-2060.
Το έγγραφο αναφέρει ότι η μέγιστη πιθανή ελάφρυνση του χρέους είναι μια επέκταση της μέσης σταθμισμένης διάρκειας των δανείων κατά 17,5 έτη από τα σημερινά 32,5 έτη, με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080.
Ο ESM θα περιορίσει επίσης την αποπληρωμή του ελληνικού δανείου στο 0,4% του ελληνικού ΑΕΠ μέχρι το 2050 και θα καλύψει το επιτόκιο που επιβάλλεται στα δάνεια κατά 1% μέχρι το 2050.
Οποιοσδήποτε τόκος θα καταβληθεί πέραν αυτού του 1% θα αναβληθεί μέχρι το 2050 και το αναβαλλόμενο ποσό θα κεφαλαιοποιηθεί στο κόστος χρηματοδότησης του ταμείου διάσωσης.
Ο ESM θα αγόραζε επίσης το 2019 τα 13 δισ. eυρώ που οφείλει η Ελλάδα στο ΔΝΤ, καθώς τα δάνεια αυτά έχουν πιο ακρινό επιτόκιο από αυτά που έχουν χορηγήσει οι Ευρωπαίοι στην Ελλάδα.
Οι ανωτέρω παρεμβάσεις θα περιόριζαν τις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας στο 13% ως το 2060, και θα μείωνε τον λόγο χρέους/ΑΕΠ στο 65,4% το 2060 από περίπου 180% στην παρούσα φάση.
Το σενάριο Α υποθέτει ότι η Ελλάδα θα εμφανίζει μέση ετήσια ανάπτυξη 1,3% στην περίοδο που επιχειρείται η πρόβλεψη.
Το ΔΝΤ θεωρεί ότι τέτοιες υποθέσεις ανάπτυξης και πρωτογενών πλεονασμάτων δεν είναι ρεαλιστικές στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου οι θεσμοί παραμένουν αδύναμοι και η παραγωγικότητα είναι χαμηλή.
Όσον αφορά το Σενάριο Β βασίζεται στις παραδοχές του ΔΝΤ για μέση ανάπτυξη 1% και επιστροφή σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% από το 2023 μετά από πέντε χρόνια στο 3,5%. Αυτό σημαίνει ότι το ελληνικό χρέος θα αυξάνεται από το 2022 και θα φτάσει το 226% του ΑΕΠ το 2060.
Οι ελληνικές τράπεζες θα έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθούν και οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της χώρας θα φθάσουν στα τέλη του 2020 πάνω από το ανώτατο όριο του 15% του ΑΕΠ που υποσχέθηκαν οι υπουργοί της ευρωζώνης, φθάνοντας το 50% το 2060.
Για να καταστεί το ελληνικό χρέος βιώσιμο σύμφωνα με τις υποθέσεις του ΔΝΤ, η ευρωζώνη θα πρέπει να δώσει στην Ελλάδα βαθύτερη ελάφρυνση του χρέους από ό,τι υποσχέθηκαν οι Ευρωπαίοι το 2016 - κάτι που οι υπουργοί απορρίπτουν.
Toν Μάιο του 2016, η ευρωζώνη υποσχέθηκε να επεκτείνει τις ωριμάνσεις και την περίοδο χάριτος στα ελληνικά δάνεια, ώστε οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας να μείνουν κάτω από το 15% του ΑΕΠ μετά το 2018 μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% απο εκεί και πέρα.
Επίσης, δήλωσε ότι τότε θα μπορούσε να αντικαταστήσει τα πιο ακριβά δάνεια του ΔΝΤ στην Ελλάδα με φθηνότερα από την ευρωζώνη και να μεταφέρει τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα που έχουν αποκομίσει από τις Κεντρικές Τράπεζες στην Ελλάδα.
Αλλά όλα αυτά θα μπορούσαν να συμβούν μόνο αν η Ελλάδα ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις της μέχρι τα μέσα του 2018 και μόνο αν μια ανάλυση δείξει ότι η Αθήνα χρειάζεται ελάφρυνση του χρέους για να κάνει το χρέος της βιώσιμο.
Το Σενάριο Γ είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ του σεναρίου Α και του σεναρίου Β, υποθέτοντας ότι η μέση οικονομική ανάπτυξη θα είναι της τάξεως του 1,25% και το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% μέχρι το 2022 και στη συνέχεια θα μειωθεί σταδιακά σε 1,8% εκατό αντί για 2,2% το 2023-2060.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να καταστεί βιώσιμο με την παράταση των μέσων σταθμισμένων λήξεων δανείων της ζώνης του ευρώ κατά 15 χρόνια με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080, τον περιορισμό του επιτοκίου των δανείων κατά 1% μέχρι το 2050 και τον καθορισμό του ανώτατου ορίου απομείωσης στο 0,4% Του ελληνικού ΑΕΠ.
Πηγή: www.bankingnews.gr
www.worldenergynews.gr
Ο ESM κάνει λόγο σε νέα του πρόταση ότι το ελληινκό χρέος μπορεί να είναι βιώσιμο με μία σειρά μεσοπρόθεσμων μέτρων, ωστόσο η ανάγνωση της πρότασης αυτής -από το Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών- αντικατοπτρίζει και τη στάση που αναμένεται να κρατήσει ο W. Schaeuble, καθώς κάνει λόγο ότι η πρόταση αυτή ισοδυναμεί με νέο μνημόνιο για την Ελλάδα.
Αναλυτικότερα ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) εκτιμά ότι η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μπορεί να αποκατασταθεί με μία σειρά μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα περιορίσουν τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες στο 20,9% του ΑΕΠ το 2060, σύμφωνα με έγγραφο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών που έχει σταλεί σε Γερμανούς βουλευτές.
Το σενάριο του ESM είναι λιγότερο απαισιόδοξο (όσον αφορά την υπόθεση για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας) από αυτό του ΔΝΤ και λιγότερο αισιόδοξο από αυτό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ειδικότερα, προβλέπει τη σταδιακή μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, υποθέτοντας μέσο μακροπρόθεσμο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ (Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος) κατά 1,8% και μέσο ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,3%.
Χωρίς μέτρα, το χρέος θα ανερχόταν με το σενάριο αυτό στο 136% του ΑΕΠ το 2060 και οι ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της στο 31% του ΑΕΠ.
Ο ESM αναφέρει ότι η βιωσιμότητα του χρέους με βάση το σενάριο αυτό μπορεί να διασφαλισθεί με μία σειρά μεσοπρόθεσμων μέτρων που περιλαμβάνουν:
- Την κατάργηση του αυξημένου περιθωρίου στα επιτόκια
- Την επιστροφή των κερδών από ANFA και SMP (σ.σ.: που έχουν η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης από τις αγορές ελληνικών ομολόγων)
- Από τον ανασχεδιασμό (reprofiling) των δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) ως εξής:
Με επιμήκυνση της σταθμισμένης μέγιστης μέσης διάρκειας των δανείων του ΕΤΧΣ κατά 15 χρόνια
Με πλαφόν στις αποπληρωμές των δανείων του ΕΤΧΣ στο 0,4% του ΑΕΠ έως το 2050
Με τη μερική αναστολή πληρωμών τόκων για δάνεια του ΕΤΧΣ έως το 2050. Η Ελλάδα θα πλήρωνε 1% κατ' ανώτατο όριο, το επιπλέον ποσό θα μεταφερόταν στο μέλλον.
Ο ανασχεδιασμός των δανείων του ΕΤΧΣ «θα αποτελούσε εκ των πραγμάτων ένα νέο δάνειο» σύμφωνα με το έγγραφο του Γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, το επιτόκιο του οποίου θα εξαρτάτο από τις εξελίξεις των επιτοκίων.
Το ύψος της μετάθεσης πληρωμών τόκων έως το 2048 θα ανερχόταν μεταξύ 84 και 89 δισ. ευρώ και δεν θα χρειάζονταν με το σενάριο αυτό τα μη χρησιμοποιημένα κεφάλαια του ESM.
Με βάση το απαισιόδοξο σενάριο, ο ανασχεδιασμός των δανείων θα ανέρχονται (θα οδηγούσε σε μεταφορές) 123 δισ. ευρώ, ενώ με το αισιόδοξο σενάριο θα περιορίζονταν σε 34 δισ. ευρώ.
Η προηγούμενη πρόταση του ESM
Όπως είχε γράψει το bankingnews.gr σε προηγούμενο δημοσίευμά του για το νέο εμπιστευτικό έγγραφο του ESM που είδε στις 24 Μαίου 2017 το φως της δημοσιότητας, και το οποίο αναφέρει ότι υπό τις προβλέψεις του ΔΝΤ αναφορικά με την ανάπτυξη, το πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά και την μέγιστη ανακούφιση του ελληνικού χρέους από τους Ευρωπαίους, η συμμετοχή του δεν θα είναι αρκετή.
Σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο όμως, η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί καμία ελάφρυνση του χρέους από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης εάν διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3% του ΑΕΠ για 20 χρόνια.
Επίσης, η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα περίπου στα επίπεδα του 2% του ΑΕΠ μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030, εάν προσφερθεί η μέγιστη ελάφρυνση του χρέους από τους Ευρωπαίους.
Η μέγιστη ελάφρυνση του χρέους είναι η επέκταση των μέσων σταθμισμένων λήξεων κατά 17,5 έτη, ενώ η μέγιστη ελάφρυνση του χρέους θα καθόριζε επίσης τους τόκους των δανείων κατά 1% έως το 2050, περιορίζοντας τις αποπληρωμές δανείων σε 0,4% του ΑΕΠ.
Η μέγιστη ελάφρυνση του χρέους θα συνεπαγόταν επίσης ότι η ευρωζώνη θα αγοράσει τα δάνεια του ΔΝΤ προς την Ελλάδα ύψους περίπου 13 δισ. ευρώ.
Το συγκεκριμένο έγγραφο παρουσιάστηκε από τον ESM στο Eurogroup της Δευτέρας.
Μια ομάδα υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης με επικεφαλής τον Γερμανό ΥΠΟΙΚ Wolfgang Schaeuble επιμένει ότι το ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους θα πρέπει να συζητηθεί μετά τη λήξη του τρέχοντος προγάμματος διάσωσης το 2018.
Ωστόσο το ΔΝΤ αναφέρει ότι είναι αναγκαία τώρα η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Σύμφωνα με το σενάριο Α, στην πρόταση του ESM η Ελλάδα δε θα χρειαστεί ελάφρυνση χρέους, στην περίπτωση που η Αθήνα διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2032 και άνω του 3% μέχρι το 2038.
Η ΕΚΤ αναφέρει ότι τέτοιες μεγάλες περιόδους υψηλού πλεονάσματος δεν είναι άνευ προηγουμένου. Για παράδειγμα, η Φινλανδία είχε πρωτογενές πλεόνασμα 5,7% για 11 χρόνια την περίοδο 1998-2008 και η Δανία 5,3% σε διάστημα 26 ετών από το 1983 έως το 2008.
Μια δεύτερη επιλογή στο σενάριο Α υποθέτει ότι η Ελλάδα θα εξασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή ελάφρυνση του χρέους βάσει συμφωνίας του Μαΐου 2016.
Η Ελλάδα θα πρέπει τότε να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% μέχρι το 2022, αλλά θα μπορούσε να το μειώσει σε περίπου 2% μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 και στο 1,5% έως το 2048, δίνοντας κατά μέσο όρο 2,2% την περίοδο 2023-2060.
Το έγγραφο αναφέρει ότι η μέγιστη πιθανή ελάφρυνση του χρέους είναι μια επέκταση της μέσης σταθμισμένης διάρκειας των δανείων κατά 17,5 έτη από τα σημερινά 32,5 έτη, με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080.
Ο ESM θα περιορίσει επίσης την αποπληρωμή του ελληνικού δανείου στο 0,4% του ελληνικού ΑΕΠ μέχρι το 2050 και θα καλύψει το επιτόκιο που επιβάλλεται στα δάνεια κατά 1% μέχρι το 2050.
Οποιοσδήποτε τόκος θα καταβληθεί πέραν αυτού του 1% θα αναβληθεί μέχρι το 2050 και το αναβαλλόμενο ποσό θα κεφαλαιοποιηθεί στο κόστος χρηματοδότησης του ταμείου διάσωσης.
Ο ESM θα αγόραζε επίσης το 2019 τα 13 δισ. eυρώ που οφείλει η Ελλάδα στο ΔΝΤ, καθώς τα δάνεια αυτά έχουν πιο ακρινό επιτόκιο από αυτά που έχουν χορηγήσει οι Ευρωπαίοι στην Ελλάδα.
Οι ανωτέρω παρεμβάσεις θα περιόριζαν τις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας στο 13% ως το 2060, και θα μείωνε τον λόγο χρέους/ΑΕΠ στο 65,4% το 2060 από περίπου 180% στην παρούσα φάση.
Το σενάριο Α υποθέτει ότι η Ελλάδα θα εμφανίζει μέση ετήσια ανάπτυξη 1,3% στην περίοδο που επιχειρείται η πρόβλεψη.
Το ΔΝΤ θεωρεί ότι τέτοιες υποθέσεις ανάπτυξης και πρωτογενών πλεονασμάτων δεν είναι ρεαλιστικές στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου οι θεσμοί παραμένουν αδύναμοι και η παραγωγικότητα είναι χαμηλή.
Όσον αφορά το Σενάριο Β βασίζεται στις παραδοχές του ΔΝΤ για μέση ανάπτυξη 1% και επιστροφή σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% από το 2023 μετά από πέντε χρόνια στο 3,5%. Αυτό σημαίνει ότι το ελληνικό χρέος θα αυξάνεται από το 2022 και θα φτάσει το 226% του ΑΕΠ το 2060.
Οι ελληνικές τράπεζες θα έπρεπε να ανακεφαλαιοποιηθούν και οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης της χώρας θα φθάσουν στα τέλη του 2020 πάνω από το ανώτατο όριο του 15% του ΑΕΠ που υποσχέθηκαν οι υπουργοί της ευρωζώνης, φθάνοντας το 50% το 2060.
Για να καταστεί το ελληνικό χρέος βιώσιμο σύμφωνα με τις υποθέσεις του ΔΝΤ, η ευρωζώνη θα πρέπει να δώσει στην Ελλάδα βαθύτερη ελάφρυνση του χρέους από ό,τι υποσχέθηκαν οι Ευρωπαίοι το 2016 - κάτι που οι υπουργοί απορρίπτουν.
Toν Μάιο του 2016, η ευρωζώνη υποσχέθηκε να επεκτείνει τις ωριμάνσεις και την περίοδο χάριτος στα ελληνικά δάνεια, ώστε οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας να μείνουν κάτω από το 15% του ΑΕΠ μετά το 2018 μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% απο εκεί και πέρα.
Επίσης, δήλωσε ότι τότε θα μπορούσε να αντικαταστήσει τα πιο ακριβά δάνεια του ΔΝΤ στην Ελλάδα με φθηνότερα από την ευρωζώνη και να μεταφέρει τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα που έχουν αποκομίσει από τις Κεντρικές Τράπεζες στην Ελλάδα.
Αλλά όλα αυτά θα μπορούσαν να συμβούν μόνο αν η Ελλάδα ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις της μέχρι τα μέσα του 2018 και μόνο αν μια ανάλυση δείξει ότι η Αθήνα χρειάζεται ελάφρυνση του χρέους για να κάνει το χρέος της βιώσιμο.
Το Σενάριο Γ είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ του σεναρίου Α και του σεναρίου Β, υποθέτοντας ότι η μέση οικονομική ανάπτυξη θα είναι της τάξεως του 1,25% και το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% μέχρι το 2022 και στη συνέχεια θα μειωθεί σταδιακά σε 1,8% εκατό αντί για 2,2% το 2023-2060.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να καταστεί βιώσιμο με την παράταση των μέσων σταθμισμένων λήξεων δανείων της ζώνης του ευρώ κατά 15 χρόνια με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080, τον περιορισμό του επιτοκίου των δανείων κατά 1% μέχρι το 2050 και τον καθορισμό του ανώτατου ορίου απομείωσης στο 0,4% Του ελληνικού ΑΕΠ.
Πηγή: www.bankingnews.gr
www.worldenergynews.gr