Τα αυξημένα έξοδα των πρατηρίων και οι νέες επενδύσεις που απαιτούνται καθιστούν ασύμφορη τη λειτουργία τους, με αποτέλεσμα πολλά να απειλούνται με λουκέτο
Τουλάχιστον 300 πρατήρια υγρών καυσίμων θα «κατεβάσουν» φέτος ρολά, λόγω των ζημιών που εμφανίζουν και του γεγονότος ότι τα έξοδα και οι υποχρεώσεις αυξάνονται χρόνο με το χρόνο.
Και αυτό τη στιγμή που στη χώρα μας οι τιμές πώλησης της βενζίνης και του πετρελαίου είναι από τις υψηλότερες μεταξύ εκείνων στις υπόλοιπα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η εφαρμογή των POS αλλά και οι νέες επενδύσεις που απαιτούνται για τη συνέχιση της λειτουργίας των πρατηρίου, τα καθιστούν μη προσοδοφόρα.
Στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι μόνο τα λουκέτα θα είναι πλέον στην ημερήσια διάταξη του κλάδου, ο οποίος αριθμεί σήμερα περί τα 5.800 πρατήρια.
Να σημειωθεί ότι στέλεχος εταιρείας υποστηρίζει ότι τα έσοδα από τα πρατήρια στην εγχώρια αγορά για έναν καθετοποιημένο όμιλο ανέρχονται μόλις στο 5% ενώ στο εξωτερικό τα πρατήρια συνεισφέρουν το 45% των εσόδων.
Η εγχώρια αγορά των πρατηρίων καυσίμων έχει παραμείνει στο παλαιό μοντέλο πώλησης καυσίμων, με το καινούργιο να θέλει το πρατήριο στην ουσία mini market.
Το μέλλον, όπως όλα δείχνουν, περνά στα εταιρικά πρατήρια που έχουν άλλες δυνατότητες και κυρίως μπαίνουν κάτω από την "ομπρέλα" ενός ισχυρού ομίλου, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να τα αναπτύξει προς κάθε κατεύθυνση.
Οι παραδοσιακοί πρατηριούχοι πληρώνουν τα «σπασμένα» από την αύξηση της φορολογίας του ΕΦΚ.
Ακριβά τα «ελληνικά» καύσιμα λόγω φόρων
Ο κλάδος της λιανικής αγοράς καυσίμων ήταν από αυτούς που επλήγη περισσότερο.
Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης (ΕΦΚ) αυξήθηκε κατακόρυφα με αποτέλεσμα οι τιμές της Ελλάδας να φιγουράρουν πάντα στην πρώτη ακριβότερη πεντάδα ή τριάδα της ΕΕ των 27.
Όμως ως προς τις τιμές χωρίς φόρους και δασμούς η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις.
Ειδικότερα, η Ελλάδα στη λιανική τιμή της αμόλυβδης – 95, κατέχει την 4η θέση της ακριβότερης τιμής και στο πετρέλαιο κίνησης την 7η θέση της ακριβότερης τιμής.
Όσον αφορά τις μέσες λιανικές τιμές της ΕΕ των 27, η Ελλάδα είναι ακριβότερη κατά 10,73% στη βενζίνη και 3,74% στο πετρέλαιο. Αντίθετα, στις τιμές των ίδιων καυσίμων χωρίς φόρους και δασμούς, η Ελλάδα στην αμόλυβδη – 95 κατέχει την 20η θέση σε 27 χώρες και στο πετρέλαιο κίνησης την 26η θέση.
Είναι φανερό ότι η πολιτική αφαίμαξης των καταναλωτών μέσω των καυσίμων έφερε την Ελλάδα να διαθέτει λιανικές τιμές για πλούσια χώρα, ενώ χωρίς τους φόρους και τους δασμούς λιανικές τιμές για φτωχή χώρα.
Επί πλέον αυξήθηκε ο ΦΠΑ και επιβλήθηκαν δυσθεώρητες ασφαλιστικές εισφορές, τέλη επιτηδεύματος, εισφορά αλληλεγγύης κ.α.
Οι ανελαστικές δαπάνες ενός πρατηρίου πλησιάζουν να καλύψουν το 100% των κερδών.
Μετά τη συνδυασμένη εφαρμογή, από 1.1.2017, των μέτρων για τη φορολογία, τις ασφαλιστικές εισφορές, τις ηλεκτρονικές πληρωμές και τις υποχρεωτικές καταβολές φόρου του επόμενου έτους, τα πρατήρια είναι αδύνατον να επιβιώσουν οικονομικά.
Η παρούσα κατάσταση επιβαρύνεται ακόμα περισσότερο λόγω των εκτεταμένων πληρωμών με κάρτα, για τις οποίες το πρατήριο επιβαρύνεται με ποσοστό τραπεζικής προμήθειας από 0,70% μέχρι και 1,50% επί του τζίρου.
Αν υποθέσουμε ότι ο μέσος όρος της τραπεζικής προμήθειας είναι 1%, αυτό σημαίνει τεράστια επιβάρυνση για μεικτά κέρδη του πρατηρίου που κυμαίνονται μεταξύ 3% και 4,5%.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες ένα πρατήριο που διαθέτει αποκλειστικά καύσιμα είναι αδύνατο να επιβιώσει.
Λιγότερα έσοδα για το κράτος
Τα στοιχεία της αγοράς του πρώτου τριμήνου δείχνουν πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση.
Η αγορά έχει «πέσει» κατά 4,6% στις πωλήσεις αμόλυβδης βενζίνης σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2016.
Το αποτέλεσμα είναι τα κρατικά έσοδα να μειωθούν κατά 150 εκατ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του έτους.
Η πτώση των πωλήσεων οφείλεται στην πρόσφατη αύξηση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ, αλλά και στην ευρύτερη αφαίμαξη των νοικοκυριών που αδυνατούν πλέον να ανταπεξέλθουν και φυσικά μειώνουν τις μετακινήσεις τους.
Από την άλλη, το νέο καθεστώς αδειοδότησης που ισχύει από τα τέλη του 2016 απαιτεί τεράστιες επενδύσεις από τους πρατηριούχους για να μπορέσουν τα πρατήριά τους να είναι σύννομα.
Ενδεικτικά χρειάζεται δημιουργία αντιεκρηκτικών ζωνών και εγκατάσταση νέου συστήματος ανάκτησης ατμού που απαιτεί το λιγότερο προσαρμογή ή και αλλαγή αντλιών κτλ.
Όλες αυτές οι επενδύσεις ανέρχονται περίπου στις 30 – 40 χιλιάδες ευρώ για κάθε πρατήριο.
Στελέχη του κλάδου επισημαίνουν την ανάγκη το κράτος να προστατεύσει την αγορά και τους σωστούς επιχειρηματίες.
Νίκος Θεοδωρόπουλος
www.worldenergynews.gr
Και αυτό τη στιγμή που στη χώρα μας οι τιμές πώλησης της βενζίνης και του πετρελαίου είναι από τις υψηλότερες μεταξύ εκείνων στις υπόλοιπα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η εφαρμογή των POS αλλά και οι νέες επενδύσεις που απαιτούνται για τη συνέχιση της λειτουργίας των πρατηρίου, τα καθιστούν μη προσοδοφόρα.
Στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι μόνο τα λουκέτα θα είναι πλέον στην ημερήσια διάταξη του κλάδου, ο οποίος αριθμεί σήμερα περί τα 5.800 πρατήρια.
Να σημειωθεί ότι στέλεχος εταιρείας υποστηρίζει ότι τα έσοδα από τα πρατήρια στην εγχώρια αγορά για έναν καθετοποιημένο όμιλο ανέρχονται μόλις στο 5% ενώ στο εξωτερικό τα πρατήρια συνεισφέρουν το 45% των εσόδων.
Η εγχώρια αγορά των πρατηρίων καυσίμων έχει παραμείνει στο παλαιό μοντέλο πώλησης καυσίμων, με το καινούργιο να θέλει το πρατήριο στην ουσία mini market.
Το μέλλον, όπως όλα δείχνουν, περνά στα εταιρικά πρατήρια που έχουν άλλες δυνατότητες και κυρίως μπαίνουν κάτω από την "ομπρέλα" ενός ισχυρού ομίλου, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να τα αναπτύξει προς κάθε κατεύθυνση.
Οι παραδοσιακοί πρατηριούχοι πληρώνουν τα «σπασμένα» από την αύξηση της φορολογίας του ΕΦΚ.
Ακριβά τα «ελληνικά» καύσιμα λόγω φόρων
Ο κλάδος της λιανικής αγοράς καυσίμων ήταν από αυτούς που επλήγη περισσότερο.
Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης (ΕΦΚ) αυξήθηκε κατακόρυφα με αποτέλεσμα οι τιμές της Ελλάδας να φιγουράρουν πάντα στην πρώτη ακριβότερη πεντάδα ή τριάδα της ΕΕ των 27.
Όμως ως προς τις τιμές χωρίς φόρους και δασμούς η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις.
Ειδικότερα, η Ελλάδα στη λιανική τιμή της αμόλυβδης – 95, κατέχει την 4η θέση της ακριβότερης τιμής και στο πετρέλαιο κίνησης την 7η θέση της ακριβότερης τιμής.
Όσον αφορά τις μέσες λιανικές τιμές της ΕΕ των 27, η Ελλάδα είναι ακριβότερη κατά 10,73% στη βενζίνη και 3,74% στο πετρέλαιο. Αντίθετα, στις τιμές των ίδιων καυσίμων χωρίς φόρους και δασμούς, η Ελλάδα στην αμόλυβδη – 95 κατέχει την 20η θέση σε 27 χώρες και στο πετρέλαιο κίνησης την 26η θέση.
Είναι φανερό ότι η πολιτική αφαίμαξης των καταναλωτών μέσω των καυσίμων έφερε την Ελλάδα να διαθέτει λιανικές τιμές για πλούσια χώρα, ενώ χωρίς τους φόρους και τους δασμούς λιανικές τιμές για φτωχή χώρα.
Επί πλέον αυξήθηκε ο ΦΠΑ και επιβλήθηκαν δυσθεώρητες ασφαλιστικές εισφορές, τέλη επιτηδεύματος, εισφορά αλληλεγγύης κ.α.
Οι ανελαστικές δαπάνες ενός πρατηρίου πλησιάζουν να καλύψουν το 100% των κερδών.
Μετά τη συνδυασμένη εφαρμογή, από 1.1.2017, των μέτρων για τη φορολογία, τις ασφαλιστικές εισφορές, τις ηλεκτρονικές πληρωμές και τις υποχρεωτικές καταβολές φόρου του επόμενου έτους, τα πρατήρια είναι αδύνατον να επιβιώσουν οικονομικά.
Η παρούσα κατάσταση επιβαρύνεται ακόμα περισσότερο λόγω των εκτεταμένων πληρωμών με κάρτα, για τις οποίες το πρατήριο επιβαρύνεται με ποσοστό τραπεζικής προμήθειας από 0,70% μέχρι και 1,50% επί του τζίρου.
Αν υποθέσουμε ότι ο μέσος όρος της τραπεζικής προμήθειας είναι 1%, αυτό σημαίνει τεράστια επιβάρυνση για μεικτά κέρδη του πρατηρίου που κυμαίνονται μεταξύ 3% και 4,5%.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες ένα πρατήριο που διαθέτει αποκλειστικά καύσιμα είναι αδύνατο να επιβιώσει.
Λιγότερα έσοδα για το κράτος
Τα στοιχεία της αγοράς του πρώτου τριμήνου δείχνουν πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση.
Η αγορά έχει «πέσει» κατά 4,6% στις πωλήσεις αμόλυβδης βενζίνης σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2016.
Το αποτέλεσμα είναι τα κρατικά έσοδα να μειωθούν κατά 150 εκατ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του έτους.
Η πτώση των πωλήσεων οφείλεται στην πρόσφατη αύξηση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ, αλλά και στην ευρύτερη αφαίμαξη των νοικοκυριών που αδυνατούν πλέον να ανταπεξέλθουν και φυσικά μειώνουν τις μετακινήσεις τους.
Από την άλλη, το νέο καθεστώς αδειοδότησης που ισχύει από τα τέλη του 2016 απαιτεί τεράστιες επενδύσεις από τους πρατηριούχους για να μπορέσουν τα πρατήριά τους να είναι σύννομα.
Ενδεικτικά χρειάζεται δημιουργία αντιεκρηκτικών ζωνών και εγκατάσταση νέου συστήματος ανάκτησης ατμού που απαιτεί το λιγότερο προσαρμογή ή και αλλαγή αντλιών κτλ.
Όλες αυτές οι επενδύσεις ανέρχονται περίπου στις 30 – 40 χιλιάδες ευρώ για κάθε πρατήριο.
Στελέχη του κλάδου επισημαίνουν την ανάγκη το κράτος να προστατεύσει την αγορά και τους σωστούς επιχειρηματίες.
Νίκος Θεοδωρόπουλος
www.worldenergynews.gr