Σήμερα η παρουσίαση από το ΚΑΠΕ στην Επιτροπή του ΥΠΕΝ για την κατάρτιση του νέου ΕΣΕΚ
Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ έχει αναθέσει στο ΚΑΠΕ (Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης) να επαναπροσδιορίσει τους στόχους για την ηλεκτροκίνηση, την εξοικονόμηση ενέργειας σε κατοικίες και δημόσια και επαγγελματικά κτίρια, το υδρογόνο και άλλες νέες τεχνολογίες σε επίπεδα που να διασφαλίζουν ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας τουλάχιστον 1,2% μέχρι το 2050. Στόχος είναι η ολοκλήρωση του αναθεωρημένου σχεδίου μέχρι τον Ιούνιο που θα πρέπει να υποβληθεί προς έγκριση στην ΕΕ.
Επιφυλακτική η Ελλάδα
Η αναπροσαρμογή των στόχων του ΕΣΕΚ αντανακλά τον γενικότερο σκεπτικισμό που εκφράζεται από ελληνικής πλευράς το τελευταίο διάστημα στα ζητήματα της ενεργειακής μετάβασης και τους υπερφιλόδοξους στόχους της ΕΕ. Ο σκεπτικισμός αυτός εκφράστηκε για πρώτη φορά με την άρνηση της Ελλάδας ο ¨όχι¨ που διατύπωσε στο πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος ο ΓΓ του ΥΠΕΝ Πέτρος Βαρελίδης (εκπροσώπησε τον υπουργό κ. Θόδωρο Σκυλακάκη) στην πρόταση για τη μείωση κατά 90% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2040. Ο κ. Βαρελίδης επιχειρηματολόγησε στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας, τονίζοντας ότι “θα πρέπει να εξηγηθούν καλύτερα και απλούστερα τα οφέλη των πολιτικών για την κλιματική ουδετερότητα για κάθε διαφορετικό κλάδο και όπου υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις να αντιμετωπιστούν με κατάλληλα οικονομικά εργαλεία”.
Σημείωσε επίσης ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για να πείσει τους άλλους μεγάλους ρυπαντές να ακολουθήσουν παρόμοιες πολιτικές, καθώς η συνεχής μονομερής αύξηση της φιλοδοξίας υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. “Καλύτερα να βάλεις ρεαλιστικούς στόχους και να τους πετύχεις, παρά στόχους που μετά θα τους ανατρέψεις με τεράστιο κόστος αξιοπιστίας και επενδύσεων” δήλωνε λίγες ημέρες αργότερα σχολιάζοντας τη στάση της Ελλάδας ο αρμόδιος υπουργός Θόδωρος Σκυλακάκης.
“Ψαλίδι” αναμένεται να μπει στους στόχους που αφορούν στην ενεργειακή εξοικονόμηση και την ηλεκτροκίνηση αλλά και σε νέες τεχνολογίες όπως το υδρογόνο που απαιτούν υψηλές δημοσιονομικές δαπάνες και μεσοπρόθεσμα οδηγούν σε αύξηση του κόστους ενέργειας και του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων. Η επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί στο ΕΣΕΚ προϋποθέτει δημοσιονομικές δαπάνες ύψους 169,4 δισ. ευρώ έως το 2030. Μόνο τα νοικοκυριά θα χρειαστεί να δαπανήσουν 9,2 δις. ευρώ κατ’ έτος τη διετία 2024-2025 και 11,6 δις. κατ έτος την πενταετία 2025-2030 για την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών, ενεργειακά αποδοτικό οικιακό εξοπλισμό και αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Προώθηση αντλιών θερμότητας
Τα κτίρια θα πρέπει να μειώσουν την κατανάλωσή τους κατά 15% περίπου σε σχέση με το 2021 για να αντισταθμίσουν την αναμενόμενη αύξηση της κατανάλωσης στους τομείς βιομηχανίας και ενέργειας. Βασική πολιτική προτεραιότητα για την επίτευξη αυτού του στόχου αποτελεί η προώθηση των αντλιών θερμότητας ως αποδοτικών συστημάτων ψύξης –θέρμανσης. Το 17% των κτιρίων κατοικίας αναμένεται να καλύπτει τις θερμικές του ανάγκες με αντλίες θερμότητας το 2030, ποσοστό που θα φτάσει το 91% το 2050. Αντίστοιχα η χρήση αντλιών θερμότητας σε κτίρια του τριτογενή τομέα αναμένεται να πλησιάσει το 69% το 2030 και το 90% το 2050. Το μερίδιο των ΑΠΕ σε θέρμανση ψύξη εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 46% και 100% αντίστοιχα το 2030 και 2050.
Με εξαίρεση τους στόχους για τις ΑΠΕ η κατεύθυνση που έχει δώσει η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ είναι όλοι οι υπόλοιποι να επαναπροσδιοριστούν με κριτήριο πάντα την διασφάλιση ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τουλάχιστον 1,2% για τα επόμενα 25 χρόνια.
www.worldenergynews.gr