Η δημιουργία ισχυρών καθετοποιημένων ενεργειακών επιχειρήσεων που θα διαθέτουν ποικίλο ενεργειακό μίγμα παραγωγής, θα είναι σε θέση να εξισορροπούν τα κόστη στο εσωτερικό τους και να προσφέρουν σταθερά μακροχρόνια συμβόλαια προμήθειας στους πελάτες τους, περιγράφεται από παράγοντες που γνωρίζουν σε βάθος την αγορά, ως το νέο μοντέλο που πρέπει να ακολουθηθεί για την άρση του αδιεξόδου που αναδεικνύει η ενεργειακή κρίση.
Η εκτόξευση των τιμών του φυσικού αερίου και συνακόλουθα του ηλεκτρισμού σε επίπεδα δυσβάσταχτα για τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και εν τέλει τις οικονομίες των χωρών της Ευρώπης, είναι η αφορμή για να ανοίξει η συζήτηση γύρω από το μέλλον της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Το τέλος της σημερινής μορφής της αγοράς
Με δεδομένη δε την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο και να επιταχύνει τη μετάβαση στις ΑΠΕ αυξάνοντας το στόχο του 2030 στο 55%, αναζητείται νέα βάση οικονομικού σχεδιασμού του ενεργειακού τομέα και κυρίως χρηματοδότησης των επενδύσεων, αλλά και του ανταγωνισμού.
Η οικονομική βάση της ηλεκτρικής ενέργειας είναι το κόστος κεφαλαίου και οι επενδύσεις. Όπως επισημαίνουν γνώστες της αγοράς η σημερινή της μορφή, που βασίζεται στο οριακό κόστος και στο ότι μια τεχνολογία βγάζει κέρδη εφόσον είναι φθηνότερη από μια άλλη, αφού εισπράττει τη διαφορά έως το οριακό κόστος και μπορεί να χρηματοδοτήσει επενδύσεις, έχει τελειώσει.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο καθηγητής του ΕΜΠ Παντελής Κάπρος, αυτός ο μηχανισμός τέλειωσε. Δεν έχουμε πλέον το marginal cost merit order.
Αυτό σημαίνει ότι όλη η βάση του οικονομικού σχεδιασμού χρηματοδότησης επενδύσεων και ανταγωνισμού πρέπει να προσανατολιστεί στην εξεύρεση της υποστήριξης των επενδύσεων και συγχρόνως να εξασφαλίσει μεγαλύτερους πόρους εξισορρόπησης, αντιμετώπισης της στοχαστικής διακύμανσης των ΑΠΕ και τελικά εφεδρείες.
Τα χρηματιστήρια, που βασίζονται στη διαφορά Οριακού Κόστους χάνουν το νόημα τους όλο και περισσότερο, διότι δεν είναι φτιαγμένα για να χειρίζονται ΑΠΕ, πυρηνική ενέργεια αποθήκες, demand response και όλα αυτά τα οποία στην ουσία είναι κόστος κεφαλαίου.
Σύμφωνα με τον κ. Κάπρο δυο μοντέλα υπάρχουν που καλούνται να δώσουν απάντηση στα νέα ζητούμενα της αγοράς και το ερώτημα είναι ποιο από τα δυο θα επιλεγεί στην Ελλάδα.
Το παραδοσιακό μοντέλο και το απαιτητικό μοντέλο
Στο πρώτο μοντέλο ο ανταγωνισμός μετατοπίζεται από τη spot αγορά, σε μια αγορά ετήσιων ή εξαμηνιαίων δημοπρασιών για διαφορική ενίσχυση των ΑΠΕ, επιδότηση της αποθήκευσης, αγορά ενέργειας μοναδικού αγοραστή κλπ. Σύμφωνα με τον καθηγητή αυτό το μοντέλο θυμίζει τα δημόσια έργα όπου ο ανταγωνισμός τελειώνει με την ανάθεση τους.
Στο δεύτερο μοντέλο ο ανταγωνισμός εξασφαλίζει ότι θα υπάρχουν επιχειρηματικές ιδιωτικές οντότητες που είναι σε θέση, έχουν το μέγεθος και τη δυνατότητα να διαμορφώσουν χαρτοφυλάκια, ΑΠΕ, αποθήκευσης, υδρογόνου και άλλων πόρων, με κατάλληλη ποικιλία και ασφάλεια, ώστε να προσφέρουν σταθερά διμερή συμβόλαια με δική τους εξισορρόπηση στο εσωτερικό του χαρτοφυλακίου τους και να προσφέρουν έτσι σταθερές τιμές σε μακροχρόνια βάση παρακάμπτοντας κάθε είδους χρηματιστηριακές και άλλες αγορές με τις αβεβαιότητες τους.
Αυτό σημαίνει μεγάλη αλλαγή στον τομέα του ανταγωνισμού, στη δομή των επιχειρήσεων αλλά και στον βασικό σχεδιασμό της αγοράς ώστε να εξασφαλιστεί, ότι αυτά τα χαρτοφυλάκια λειτουργούν, είναι αξιόπιστα και δίνουν σταθερή τιμή. Τότε σύμφωνα με τον κ. Κάπρο θα έχουμε πραγματικό ανταγωνισμό μεταξύ οντοτήτων κατάλληλου μεγέθους και χαρτοφυλακίων.
«Αυτός ο δρόμος θα μας απασχολήσει πάρα πολύ στο μέλλον. Φοβάμαι ότι σήμερα στην Ελλάδα συνεχίζουμε το πρώτο μοντέλο των κρατικών δημοπρασιών, παρά των ισχυρών επιχειρήσεων που θα ήταν πολύ πιο υγιές και πολύ πιο ασφαλές για τον ανταγωνισμό και τις τιμές σε μακροχρόνια βάση» καταλήγει ο κ. Κάπρος.
www.worldenergynews.gr
Ποιό είναι το νέο μοντέλο που θα εξασφαλίσει σταθερό κόστος στην ενεργειακή αγορά απέναντι στις διακυμάνσεις
Έρχεται μεγάλη αλλαγή στον τομέα του ανταγωνισμού, στη δομή των επιχειρήσεων αλλά και στον βασικό σχεδιασμό της αγοράς ώστε να εξασφαλιστεί, ότι αυτά τα χαρτοφυλάκια είναι αξιόπιστα και δίνουν σταθερή τιμή