1. Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ – ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΕΣ
Βρισκόμαστε στο πιο αποφασιστικό σημείο των διεθνών προσπαθειών για την αντιμετώπιση της Κλιματικής κρίσης, της μεγαλύτερης πρόκλησης της εποχής μας. Ενώ διαρκώς αυξάνονται οι χώρες που δεσμεύονται για μηδενικές εκπομπές ρύπων έως τα μέσα του αιώνα, την ίδια στιγμή, αυξάνονται παγκοσμίως και οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου.
Η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Κρίση (IPCC - Σεπτέμβριος 2021), στέλνει σήμα άμεσου κινδύνου: στα επόμενα 10 χρόνια, οι εκπομπές αερίων όχι μόνο δεν θα μειωθούν, αλλά θα αυξηθούν κατά 16%, ενώ για αύξηση στον 1,5οC, θα πρέπει έως το 2030 να έχουν μειωθεί κατά 45% σε σχέση με το 2010. Αυτό σημαίνει πορεία προς το τρομακτικό σενάριο αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2.7oC. Τα στοιχεία βασίζονται στις επίσημες δεσμεύσεις των 113 κρατών, από τα 191 που έχουν υπογράψει τη Συμφωνία των Παρισίων. Δεδομένου ότι οι πραγματικές εκπομπές αρκετές φορές ξεπερνούν τις επίσημες δεσμεύσεις, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Η ανάγκη μιας δεσμευτικής παγκόσμιας συμφωνίας το Νοέμβριο στη Γλασκόβη (COP26), για άμεσο περιορισμό των ρύπων, είναι αναγκαία, όσο ποτέ άλλοτε.
Για να υπάρχει μια αίσθηση μεγέθους των δυσκολιών του παγκόσμιου αυτού εγχειρήματος, σημειώνεται ότι όλο το 2020, στη διάρκεια των παγκόσμιων εγκλεισμών, τη διακοπή μετακινήσεων, το σταμάτημα των παραγωγικών διαδικασιών κ.α. , η συνολική μείωση του διοξειδίου του άνθρακα δεν ξεπέρασε το 7% , ενώ σύμφωνα με τον παγκόσμιο οργανισμό ενέργειας - ΙΕΑ, για να υπάρξει κλιματική ουδετερότητα έως το 2050, για όλα τα επόμενα 30 χρόνια, θα πρέπει να υπάρχει μέση παγκόσμια μείωση των εκπομπών κατά 6,7% κάθε χρόνο!
Η επιστήμη του κλίματος μας λέει γιατί πρέπει να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα, δεν μας λέει όμως το πως.
Οι σημερινές εκπομπές αέριων ρύπων, είναι μόνο η μια όψη του νομίσματος, όταν μελετούμε το πρόβλημα της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη. Αν και η Κίνα είναι σήμερα ο μεγαλύτερος παραγωγός διοξειδίου του άνθρακα, διαχρονικά είναι υπεύθυνη μόνο για το 13% των συνολικών εκπομπών από την προ-βιομηχανική εποχή μέχρι σήμερα, ενώ οι ΗΠΑ αθροιστικά ξεπερνούν το 25% και η Ευρώπη το 22%. Ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκύπτουν επίσης και από τη σημερινή ανά κάτοικο παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα σε ετήσιο επίπεδο, όπου πρωταθλητές είναι η Σαουδική Αραβία με 18,1 τόνους/κάτοικο και οι ΗΠΑ, με 16,6 τόνους/κάτοικο, ενώ η Κίνα έχει μόλις 7 τόνους/κάτοικο και η Ινδία 2 τόνους/κάτοικο, ενώ ο μέσος παγκόσμιος όρος είναι 4,8 τόνοι/κάτοικο.
Η παγκόσμια κατανομή εκπομπών ανά τομέα, αναλύεται σε 73.2% στον τομέα της Ενέργειας (βιομηχανία, μεταφορές, κτίρια), 18.4% στη Γεωργία, Κτηνοτροφία, Δασοπονία και Χρήσεις Γης (σε άλλες μετρήσεις ανέρχεται στο 26%, σε κάθε περίπτωση, η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εκπομπών), 5.2% στη Βιομηχανία (τσιμέντο, χημικά) και 3.2% Απορρίμματα.
Σημαντικό στοιχείο της Κλιματικής Κρίσης, αποτελούν οι εκπομπές μεθανίου, το οποίο παρά το γεγονός ότι έχει χρόνο δράσης μόνο λίγες δεκαετίες, συντελεί πάνω από 80 φορές περισσότερο από τον άνθρακα στην αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη. Οι σημαντικότερες πηγές μεθανίου είναι οι εντερικές ζυμώσεις και η κοπριά της κτηνοτροφίας (110 εκατ. τόνοι), το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο (83 εκατ. τόνοι) και οι χωματερές (67εκατ τόνοι)
Η Ε.Ε. και οι Η.Π.Α., φιλοδοξούν το 2050 να έχουν ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα, ενώ για το ίδιο έχει δεσμευτεί ο μεγαλύτερος ρυπαντής του κόσμου Κίνα, για το 2060 (παρά το γεγονός ότι σήμερα εξορύσσει το 50% του παγκόσμια εξορυσσόμενου άνθρακα των 7,5 δις τόνων, ενώ μέχρι το 2035 θα αυξάνει τις εκπομπές της - IPCC).
Το σενάριο μηδενικών ρύπων δεσμεύει χώρες με το περίπου 70% του παγκοσμίου ΑΕΠ και των εκπομπών διοξειδίου. Όμως, λιγότερο από το 25% των δεσμεύσεων αυτών έχουν μεταφερθεί στο αντίστοιχο νομοθετικό πλαίσιο και πολύ λιγότερες υποστηρίζονται από συγκεκριμένα μέτρα και πολιτικές υλοποίησης τους πλήρως και στον κατάλληλο χρόνο.
Την ίδια στιγμή, καμία από τις αναπτυγμένες χώρες των G20 δεν είναι συνεπής με τις δεσμεύσεις της σε σχέση με την συμφωνία των Παρισίων. Οι πιο συνεπείς στις δεσμεύσεις είναι Γερμανία και Γαλλία (70%) και οι λιγότερο συνεπείς είναι Ρωσία και Σαουδική Αραβία (20%), με Κίνα και ΗΠΑ να βρίσκονται στην περιοχή 40-50%.
Σχετικά θετικό στοιχείο αποτελεί πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με την οποία από τα $100δις/έτος, που το 2009 δεσμεύτηκαν οι πλούσιες χώρες να δίνουν στις αναπτυσσόμενες για δράσεις καταπολέμησης της Κλιματικής Κρίσης, τόσο το 2018, όσο και το 2019, δόθηκαν από $80δις/έτος, υπολειπόμενα μόνο κατά 20% της σχετικής δέσμευσης.
Η Μεσόγειος και προφανώς η Ελλάδα, είναι από τις περιοχές που θα πληγούν περισσότερο από άλλες, από περισσότερους και πιο έντονους καύσωνες και ταυτόχρονα από περισσότερες και πιο έντονες πλημμύρες. Ήδη, φαινόμενα που τα αναμέναμε τα επόμενα 30 χρόνια, εμφανίζονται πλέον στη χώρα σήμερα.
Η Κλιματική Κρίση, είναι βέβαιο ότι θα πλήξει πολύ περισσότερο τις φτωχότερες χώρες, καθώς και τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα των ανεπτυγμένων κοινωνιών, διαμορφώνοντας έτσι την τραγική «τριπλή αδικία»: τις χειρότερες συνέπειες θα τις υποστούν οι πιο ευάλωτοι, οι λιγότερο υπεύθυνοι για τη δημιουργία τους και αυτοί που οι ήδη αβίωτες συνθήκες τους, θα γίνουν ακόμα χειρότερες.
Σύμφωνα με την World Bank (2021), έως το 2050, λόγω Κλιματικής Αλλαγής, η μετανάστευση από τη Λατινική Αμερική, τη ΝΑ Ασία και την Υποσαχάρια Αφρική (περιοχή Σαχέλ)θα ξεπεράσει τα 216.000.000 κλιματικούς πρόσφυγες. Οι συνέπειες για Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία είναι προφανείς.
2.Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟ 2050
2.1 Οι Παγκόσμιες Ανισότητες
Οι διακρατικές, κλιματικές και ταξικές ανισότητες έχουν δυστυχώς κορυφωθεί. Το 0.8% του πληθυσμού, κατέχει το 45% του παγκόσμιου πλούτου, στη διάρκεια της πανδημίας αύξησε κατά $4τρις (54%) τον πλούτο του, ενώ το φτωχότερο 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, κατέχει λιγότερο από το 1% του παγκόσμιου πλούτου. Οι πλουσιότεροι του 1% εξέπεμψαν (1990-2015) πάνω από διπλάσιο διοξείδιο άνθρακα, από το φτωχότερο 50%. Η αύξηση της θερμοκρασίας κατά 3οC, θα οδηγήσει 1,2 δις ανθρώπων να «ζουν» σε συνθήκες Σαχάρας. Κάθε χρόνο, το 45% των φρούτων και λαχανικών (όσο 1,7τρις μήλα), το 20% των γαλακτοκομικών, το 35% των αλιευμένων ψαριών (όσο 3δις σολομοί), το 30% των σιτηρών (όσο 763δις πακέτα μακαρόνια), πετιόνται σε χωματερές.
Ο παγκόσμιος πληθυσμός το 2050, με την αναμενόμενη αύξηση κατά 2 δις ανθρώπων σε Αφρική και Ινδία, θα φθάσει συνολικά τα 10δις κατοίκους. Στην Ε.Ε. και την Ιαπωνία, η μεσαία τάξη, που σήμερα αποτελεί το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, αυξάνεται κατά 0.5% κάθε χρόνο, ενώ στα 3δις κατοίκων της Κίνας και της Ινδίας, αυξάνεται κατά 6%. Η μεσαία τάξη της Ασίας σύντομα θα αποτελεί το 85% της παγκόσμιας μεσαίας τάξης, δημιουργώντας νέα, τεράστια ζήτηση περισσότερων, ποιοτικά αναβαθμισμένων υπηρεσιών και αγαθών.
Με απλά λόγια, δεν είναι αλήθεια ότι βρισκόμαστε όλοι στην ίδια (κλιματική) βάρκα. Η αλήθεια είναι ότι βρισκόμαστε όλοι στην ίδια (κλιματική) καταιγίδα, αλλά κάποιοι (λίγοι) βρίσκονται σε κρουαζιερόπλοιο και κάποιοι (πολλοί περισσότεροι), βρίσκονται σε σωσίβια λέμβο.
Η παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας (2018) ήταν της τάξης των 14.000 δις τόνων ισοδύναμου πετρελαίου (million tones oil equivalent - bp outlook ). Από αυτήν, το 34% προέκυψε από κατανάλωση πετρελαίου, το 27% από άνθρακα, το 24% από φυσικό αέριο, το 4% από πυρηνική ενέργεια, το 7% από υδροηλεκτρικά και μόλις το 4% από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.). Συνολικά λοιπόν, τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα, συμμετείχαν κατά 85% στην παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας. Το ποσοστό αυτό δείχνει και την μεγάλη παγκόσμια πρόκληση που έχουμε μπροστά μας ως ανθρωπότητα, ώστε να καταστήσουμε κλιματικά ουδέτερο τον πλανήτη έως το 2050, δηλαδή σε μόλις 30 χρόνια.
Το 2050, το 50% της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης θα προέρχεται από ηλεκτρισμό, που αυξάνεται κατά 2,5 φορές, με το 90% από ανανεώσιμα και το υπόλοιπο κυρίως πυρηνικά.
Προκειμένου να παραμείνει η παγκόσμια θερμοκρασία κάτω των 2οC, πρέπει οι εκπομπές διοξειδίου άνθρακα, να μειώνονται κατά 6% κάθε χρόνο, ενώ για κάτω του 1,5οC, η ετήσια μείωση πρέπει να είναι 9-10%. Παρόλα αυτά, σήμερα παγκόσμια λειτουργούν ή κατασκευάζονται, πάνω από 5.600 εργοστάσια άνθρακα, από τα οποία τα 3.500 στην Κίνα και τα 1.000 στην Ινδία, με μέσο χρόνο ζωής 30-40 έτη. Η Κίνα πρόσφατα (Σεπτέμβριος 2021) δεσμεύτηκε να πάψει να χρηματοδοτεί και να κατασκευάζει νέα εργοστάσια άνθρακα σε τρίτες χώρες (Βιετνάμ, Ινδονησία, Τουρκία, Μπαγκλαντές, Μογγολία, κα), αρκούμενη στα 50 GW που κατασκευάζει σήμερα.
Στην παγκόσμια κι ευρωπαϊκή πορεία ανθρακοποίησης, το φυσικό αέριο θα αποτελέσει το καύσιμο μετάβασης. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η σημερινή κατανάλωση είναι 3.800 bcm (δις κυβ μέτρα), ενώ σύμφωνα με το bp Outlook 2020, το 2050, στο σενάριο της ταχείας μετάβασης, θα μειωθεί στα 3.700 bcm και στο σενάριο μηδενικών εκπομπών, στα 2.200 bcm.
Σε σχέση με την τρέχουσα δεκαετία και την ανάγκη ύπαρξης επαρκών ποσοτήτων αερίου, προκειμένου να μην υπάρξει παγκόσμια ενεργειακή κρίση, αποκαλυπτικό είναι το επόμενο διάγραμμα, του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας – ΙΕΑ, σύμφωνα με τον οποίο το 2030, στο σενάριο της βιώσιμης ανάπτυξης, η καταλισκόμενη ποσότητα αερίου θα είναι ίδια με τη σημερινή, ενώ στο σενάριο να ακολουθηθούν οι τρέχουσες δεσμεύσεις (2020) των κρατών, η κατανάλωση θα αυξηθεί στα 4.600 bcm.
To Μάϊο του 2021, ο ΙΕΑ δημοσίευσε μια σημαντική μελέτη, για το πως πρέπει να προχωρήσει ο πλανήτης προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για μηδενικές εκπομπές το 2050, έναν οδικό χάρτη για τον κλάδο της παγκόσμιας Ενέργειας τα επόμενα 30 χρόνια.
Το 2030, η παγκόσμια οικονομία θα είναι 40% μεγαλύτερη από τη σημερινή, με 7% λιγότερη κατανάλωση ενέργειας. Τα τελευταία χρόνια οι επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια έχουν σταθεροποιηθεί στα $150 δις/έτος, όμως, για την επίτευξη των στόχων μηδενικών εκπομπών το 2050, θα χρειαστεί μέχρι το 2030, τουλάχιστον να επταπλασιαστούν και να ξεπεράσουν το $1 τρις/έτος.
Για να ικανοποιηθεί η ανάγκη για παροχή ηλεκτρισμού στα 785 εκατ. ανθρώπους που σήμερα δεν έχουν, καθώς και συνθήκες υγιεινής μαγειρικής στα 2,6 δις ανθρώπων, θα απαιτηθούν επενδύσεις $40 δις/έτος, όσο το 1% του μέσου ετήσιου ρυθμού ενεργειακών επενδύσεων.
Ισότιμος συντελεστής με την καθαρή ενέργεια στην επίτευξη των στόχων του 2050, αποτελεί η ενεργειακή εξοικονόμηση / αποδοτικότητα, αφού ισχύει πάντα ότι «φθηνότερη ενέργεια είναι αυτή που δεν καταναλώθηκε ποτέ». Η εξοικονόμηση ενέργειας πρέπει μέχρι το 2030 να αναπτύσσεται με ετήσιο ρυθμό 4%, ρυθμό 3πλασιο από το μέσο όρο των τελευταίων δύο δεκαετιών.
Για μετά το 2030 κι έως το 2050, οι μισές αναγκαίες τεχνολογίες μείωσης εκπομπών, είναι ανώριμες και βρίσκονται σε στάδιο επίδειξης, ή πρωτοτύπου. Στην ενέργεια, καινοτομία δεν είναι μόνο ένα νέο μηχάνημα, αλλά επίσης νέα επιχειρηματικά μοντέλα, αλυσίδες εφοδιασμού, αγορές, πολιτικές
Οι μεγαλύτερες ευκαιρίες καινοτομιών αφορούν προηγμένες μπαταρίες και άλλες τεχνολογίες αποθήκευσης, ηλεκτρολύτες υδρογόνου, άμεση συλλογή από τον αέρα και αποθήκευση άνθρακα.
Απαιτούνται νέοι αγωγοί μεταφοράς συλλεχθέντος διοξειδίου και συστήματα μεταφοράς υδρογόνου γύρω και ανάμεσα σε λιμάνια και βιομηχανικές ζώνες.
Η μετάβαση σε μηδενικούς ρύπους, θα δημιουργήσει 14 εκατ. θέσεις εργασίας στην πράσινη ενέργεια και άλλα 16 εκατ. θέσεις στην κατασκευή οικονομικότερων συσκευών, ηλεκτρικών οχημάτων, ανακαίνιση και κατασκευή πράσινων κτιρίων. Θα χαθούν 5 εκατ. θέσεις στα ορυκτά καύσιμα, καλοπληρωμένες
Σημαντικό στοιχείο της ενεργειακής μετάβασης, το οποίο δεν αναφέρεται συχνά στο δημόσιο διάλογο, είναι η αναβάθμιση, επέκταση και ανανέωση των ηλεκτρικών δικτύων. Με μέσο χρόνο ζωής των καλωδίων τα 30 έτη, τα ηλεκτρικά δίκτυα σε Ευρώπη και Βόρειο Αμερική έχουν ξεπεράσει τα 45 και τα 35 έτη λειτουργίας αντίστοιχα. Εκτιμάται ότι οι ετήσιες επενδύσεις σε αναβάθμιση δικτύων, πρέπει να αυξηθούν από $260δις/έτος, σε $820 δις/έτος το 2030, δηλ. να υπερ-τριπλασιαστούν.
Για την αποτελεσματική βελτίωση των δικτύων, απαιτείται διακυβερνητική και διυπουργική συνεργασία (όχι μόνο υπουργοί ενέργειας), θέλουν ιδιαίτερη προσοχή οι νέοι κίνδυνοι ανθεκτικότητας του ηλεκτρικού συστήματος και εξάρτησης από κρίσιμα μέταλλα. Αν δεν υπάρξει μια άνευ προηγουμένου διεθνής συνεργασία σε καινοτομίες, διεθνή standards και διευκόλυνση νέων επενδύσεων στις εθνικές αγορές, η μετάβαση μπορεί να καθυστερήσει για 10ετιες.
Η μείωση των όγκων παραγωγής και οι επιλογές για ραγδαίο μετασχηματισμό των «δυτικών» κολοσσών υδρογονανθράκων (EXXONMOBIL, BP, TOTAL, CHEVRON, κ.α.), σε ενεργειακές εταιρίες που επενδύουν περισσότερο στην πράσινη ενέργεια, υπό την πίεση της κοινής γνώμης που ανησυχεί για τις επιπτώσεις της Κλιματικής Κρίσης, θα έχουν μια σειρά από επιπτώσεις. Σύμφωνα με τον ΙΕΑ, η παγκόσμια παραγωγή υδρογονανθράκων προέρχεται κατά 14% από τους Majors, κατά 28% από μικρότερες, ανεξάρτητες εταιρίες και κατά 58% από τις Κρατικές Εταιρίες Πετρέλαιου και Φυσικού Αερίου (National Oil Companies – NOCs). Η σταδιακή αποχώρηση από την αγορά των πολύ μεγάλων εταιριών, θα έχει ως αποτέλεσμα, η συμμετοχή του ΟΠΕΚ από 37% σήμερα, να εκτοξευτεί στο 52% (2050), το ιστορικά υψηλότερο σημείο, με προφανείς συνέπειες σε ζητήματα γεωστρατηγικής κι ενεργειακής ασφάλειας των χωρών εισαγωγής.
Ταυτόχρονα, πάντα σύμφωνα με τον ΙΕΑ, το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα στις χώρες παραγωγούς πέφτει κατά 75%, από $1800, στα $450 το 2030, με πιθανές σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις και αναταραχές.
Από την άλλη, σε πολλές χώρες, οι φόροι στο πετρέλαιο και τη βενζίνη είναι σημαντική πηγή δημοσίων εσόδων, παρέχοντας σε ορισμένες περιπτώσεις έως και 10% των συνολικών δημοσίων εσόδων. Στο σενάριο μηδενικών ρύπων, οι φόροι αυτοί μεταξύ 2020 και 2030 θα μειωθούν κατά περίπου 40%, που σημαίνει ότι οι κρατικοί προϋπολογισμοί είτε θα έχουν σημαντικά ελλείματα, είτε πρέπει να βρουν άλλες πηγές εσόδων. Στην Ελλάδα, η φορολογία στη βενζίνη συνεισφέρει κάθε χρόνο €6δις στα δημόσια έσοδα. Τα έσοδα από φόρους στην ενέργεια ως ποσοστό του Α.Ε.Π., είναι 40% πάνω από το μέσο όρο της Ε.Ε.-27 κατατάσσουν τη χώρα στη δεύτερη υψηλότερη θέση της Ε.Ε.-27 (2,8%), αμέσως κάτω από τη Σλοβενία, με Μ.Ο. της Ε.Ε.-27, το 2%.
Για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου (που θεωρείται το «καύσιμο» του μέλλοντος), σε ποσοστό 25% της παγκόσμιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας, θα απαιτηθεί μια έκταση, όση περίπου η Ινδία για εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών και αιολικών.
Για παγκόσμια θερμοκρασία κάτω των 2οC, θα απαιτηθούν νέες επενδύσεις $78-130τρις έως το 2050. Οι επενδύσεις μέχρι το 2030 (ΙΕΑ, 2021), από τις σημερινές των $1,7 τρις/έτος πρέπει να εκτοξευτούν στα $5 τρις/έτος. Όμως, στο δεύτερο τρίμηνο του 2021, όλες οι κυβερνήσεις επένδυσαν μόλις $380δις σε μέτρα καθαρής ενέργειας, όσο το 2% των συνολικών χρηματοδοτήσεων για αντιμετώπιση της COVID-19. Τα συνολικά αυτά κονδύλια, αποτελούν μόλις το 35% των αναγκαίων.
Η κρατική χρηματοδότηση για έρευνα κ ανάπτυξη στην καθαρή ενέργεια φτάνει τα $22δις/χρόνο, μόλις 0,02% παγκόσμιας οικονομίας, με τις ΗΠΑ να δαπανούν $7δις/χρόνο. Υπάρχει σημαντική ανάγκη για 5πλασιασμό της δημόσιας χρηματοδότησης σε R&D στην καθαρή ενέργεια, ενώ ως μέσο έμμεσης σύγκρισης, σημειώνεται ότι στις ΗΠΑ επενδύονται $37δις/χρόνο για νέα φάρμακα κ θεραπείες.
Δεδομένης της παγκόσμιας κατεύθυνσης all green electricity σε όλους τους τομείς (ενέργεια, μεταφορές, κατασκευές, κ.α.), για τα επόμενα 10 χρόνια, πρέπει η παραγωγή πράσινου υδρογόνου να 100πλασιαστεί, οι πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων να 20πλασιαστούν και οι επενδύσεις σε πράσινη ηλεκτρική ενέργεια (παραγωγή και δίκτυα) να 4πλασιαστούν.
Είναι πλέον εμφανές, ότι η αναγκαιότητα επενδύσεων συγκλονιστικών αυξημένων ποσών σε «πράσινες» δράσεις Μετριασμού, Προσαρμογής και Ανθεκτικότητας (Mitigation, Adaptation, Resilience), απαιτεί νέες, εξαιρετικά γενναιόδωρες χρηματοδοτήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, σε αναπτυγμένες και υπό ανάπτυξη χώρες.
Η απάντηση μπορεί να δοθεί μόνο μέσα από τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου, παγκόσμιου, Κλιματικού Bretton Woods, κατά το ανάλογο της συμφωνίας πριν 77 χρόνια, των νικητών του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην ομώνυμη διάσκεψη, το 1944, οι 44 συμμαχικές νικήτριες δυνάμεις, αποφάσισαν τη σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία των νομισμάτων, ώστε χωρίς χρηματοπιστωτικές αναταράξεις, να προχωρήσει η μεταπολεμική διεθνής ανάπτυξη.
Τώρα, το παγκόσμιο Κλιματικό Bretton Woods, πρέπει με συντονισμό από τις ισχυρές οικονομίες, να διευρύνει τους στόχους των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, όπως IMF, World Bank, ECB, FED, κα, ώστε να μπορούν να χρηματοδοτούν εκτός από κράτη, επιπλέον μεγάλα projects Κυκλικής Οικονομίας και Απανθρακοποίησης σε όλο τον πλανήτη.
Πρόσφατα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δημοσίευσε οδηγία προς τις εμπορικές τράπεζες, με:
1. συμπερίληψη της εκτίμησης του Κλιματικού Κινδύνου στα stress tests, ως χρηματοοικονομικού κινδύνου,
2. συμπερίληψη των χρηματοοικονομικών κινδύνων στις δημόσιες αξιολογήσεις και ανακοινώσεις τραπεζικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών εταιριών,
3. θεσμοθέτηση κριτηρίων αειφορίας (ESG / Environment – Social - Governance) για πράσινες χρηματοδοτήσεις των εμπορικών τραπεζών.
Οι πρόσφατες αυξήσεις τιμών ηλεκτρισμού, φυσικού αερίου και τιμών άνθρακα προκλήθηκαν από διεθνείς και τοπικές ειδικές συνθήκες. Οι τιμές εκπομπών άνθρακα, από €10/τόνο στη δεκαετία 2010, βρίσκονται τώρα στα €60/τόνο. Η διεθνής παροχή LNG αυξήθηκε το 2021 κατά 5%, ενώ το διάστημα 2016-2019, αυξανόταν κατά 10% Αιτίες, η μείωση της παραγωγής σε Νορβηγία, Τρινιντάντ και Νιγηρία, ενώ την ίδια στιγμή, αυξήθηκαν οι εισαγωγές της Κίνας κατά 22% και μειώθηκαν κατά 20% οι εισαγωγές της Ευρώπης. Από την άλλη, η προ 5ετιας δραματική πτώση των τιμών πετρελαίου, μείωσε σημαντικά τις αντίστοιχες επενδύσεις σε υποδομές, με αποτέλεσμα σήμερα να φαίνονται οι συνέπειες. Οι εξαγωγές από Ρωσία είναι κατώτερες του αναμενόμενου, με αποτέλεσμα να είναι μόνο κατά 60% πλήρεις οι αποθήκες αερίου της Ευρώπης.
Η ενεργειακή μετάβαση, δεν μπορεί να μειώσει την αστάθεια αυτή. Ακόμη και στο σενάριο μηδενικών εκπομπών το 2050 του ΙΕΑ, πετρέλαιο και αέριό συμμετέχουν κατά τουλάχιστον 20% στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα. Εξάλλου, η ενεργειακή μετάβαση ασφαλώς επηρεάζεται από τις τιμές εμπορευμάτων όπως οι πρώτες ύλες, τα βιοκαυσιμα και οι αγορές τροφίμων. Οι πράσινες πήγες ενέργειας έχουν μεγάλη στοχαστικότατα, ως διακοπτόμενη ενέργεια, γεγονός που απαιτεί υψηλά κόστη εξισορρόπησης .Τα κλιματικά φαινόμενα, οι κυβερνοεπιθεσεις, οι τρομοκρατικές ενέργειες, προκαλούν επίσης σημαντική αστάθεια στα διακοπτόμενα - στοχαστικά ηλεκτρικά συστήματα.
Τελικά, τα πρόσφατα γεγονότα ανέδειξαν την ανάγκη η Ε.Ε. να διαμορφώσει ένα νέο, σύγχρονο δόγμα ενεργειακής ασφάλειας για το σημερινό κόσμο, όχι αυτόν της δεκαετίας του 2000.
Η ενεργειακή μετάβαση από μόνη της, δεν είναι αρκετή ως στρατηγική.
2.2 Εξαρτήσεις Από Ορυκτές Πρώτες Ύλες
Ο δίδυμος διεθνής μετασχηματισμός προς οικονομίες πράσινων και ψηφιακών παραγωγικών μοντέλων, εξαρτάται επιπλέον και από έναν συντελεστή εξαιρετικά σημαντικής γεωπολιτικής σημασίας: την ύπαρξη, εξόρυξη, επεξεργασία και διανομή των αναγκαίων κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών (κΟΠΥ). Τα επόμενα χρόνια εκτιμάται ότι θα απαιτηθεί ο 6πλασιασμός στην εξόρυξη κΟΠΥ όπως: χαλκός, πυρίτιο, κοβάλτιο , νικέλιο, σπάνιες γαίες, κ.α.
Εικόνα 2.6 Απαιτήσεις – Παραγωγή - Επεξεργασία Ορυκτών Πρώτων Υλών
Η μέχρι σήμερα κατά 40% εξάρτηση της Ευρώπης, από το Ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μετασχηματιστεί σε αντίστοιχη εξάρτηση από την Κίνα ή κάποιες άλλες χώρες, οι οποίες διαθέτουν τα αντίστοιχα κοιτάσματα. Οι πρώτες ύλες πρέπει να διατίθενται διεθνώς με αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους, με επάρκεια, με αξιοποίηση ανακύκλωσης και ασφαλώς σε τιμές προσιτές, διαφορετικά το επιπλέον κόστος θα το πληρώσει ο τελικός καταναλωτής.
Επιπλέον, τo 70% των φωτοβολταϊκών panels κατασκευάζεται στην Κίνα και ένα άλλο επιπλέον 15% σε χώρες της ΝΑ Ασίας, από Κινέζικες εταιρείες. Κατά συνέπεια, το 85% της παγκόσμιας παραγωγής φωτοβολταϊκών βρίσκεται σε κινέζικα χέρια.
Κατά συνέπεια, συνιστά υπαρξιακή προτεραιότητα όλων των αναπτυξιακών σχεδιασμών των φιλελεύθερων δημοκρατιών, η διαμόρφωση, ο συντονισμός και η άσκηση ενιαίων στρατηγικών προμήθειας κι επεξεργασίας, των κρίσιμων για την μετάβαση ορυκτών πρώτων υλών, στο πλαίσιο πάντα του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ( ΠΟΕ). Σχετικό πετυχημένο παράδειγμα διευρωπαϊκής συνεργασίας αποτελεί η εξαιρετικά πετυχημένη συνεργασία Γαλλικών - Γερμανικών – Ισπανικών - Βρετανικών και άλλων ευρωπαϊκών εταιρειών της αεροναυπηγικής, στη δημιουργία της Airbus, η οποία αποτελεί έναν από τους δύο μεγάλους παγκόσμιους παίχτες, μαζί με τη Boeing.
3.ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ KAI EUROPEAN GREEN DEAL
Η Ε.Ε, πρωτοπόρος σε παγκόσμιο επίπεδο, φιλοδοξεί να γίνει κλιματικά ουδέτερη ως το 2050. Στο ενδιάμεσο, για την επόμενη δεκαετία, φιλοδοξεί μέχρι το 2030 να υλοποιήσει το περίφημο «fit for 55», που σημαίνει κατά 55% μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε σχέση με το 1990. Όλα αυτά, σε μια παγκόσμια κοινότητα στην οποία εκτιμάται ότι μέχρι το 2050 θα έχουν διπλασιαστεί τα μεγέθη της παγκόσμιας οικονομίας, θα έχουν προστεθεί άλλα 2 δις κάτοικοι στον πλανήτη (φθάνοντας συνολικά τα 10δις, κυρίως σε Αφρική και Ινδία), ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να έχει μειωθεί και η ενεργειακή κατανάλωση κατά 7%.
Σημειώνεται ότι η Ε.Ε. συμμετέχει στις εκπομπές παγκόσμιων αέριων ρύπων κατά 8% επιτυγχάνοντας τα τελευταία 30 χρόνια να αυξήσει το ευρωπαϊκό ΑΕΠ κατά 61% και ταυτόχρονα να μειώσει τις εκπομπές αερίων κατά 23%. Η παγκόσμια συμμετοχή της Ελλάδας είναι 0.25%.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν το τελευταίο χρονικό διάστημα παρεμβάσεις της δικαιοσύνης σε θέματα Κλιματικής Κρίσης, με αποφάσεις δικαστικών οργάνων. Είναι γνωστή η θετική συμβολή του Συμβουλίου Επικρατείας στην αξιοποίηση του άρθρου 24 του Συντάγματος στη χώρα. Στη Γερμάνια το Μάρτιο 2021, το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε αντισυνταγματικό τον ομοσπονδιακό νόμο για προστασία του κλίματος, επειδή η νομοθετική πρόβλεψη αφορούσε σε μείωση εκπομπών έως το 2030 και όχι και αργότερα, με αποτέλεσμα να μεταφέρονται οι κλιματικοί κίνδυνοι σε επόμενο χρόνο, σε βάρος των νεότερων γενεών. Τα Ολλανδικά δικαστήρια το 2018, υποχρέωσαν το κράτος να ελαττώσει τις εκπομπές CO2, μέχρι το 2020, όχι κατά 20% όπως ήταν η αρχική πρόβλεψη, αλλά κατά 25%. Ανάλογες αποφάσεις κατά εταιριών υδρογονανθράκων (SHELL, EXXONMOBIL, κα) παίρνονται σε επίπεδο Γενικών Συνελεύσεων μετόχων, μετρά από παρεμβάσεις οικολογικών οργανώσεων.
Οι βασικές ευρωπαϊκές προτεραιότητες σε νέες πράσινες πολιτικές, επενδύσεις και απασχόληση, περιλαμβάνουν:
1.Χρηματοδότηση και στήριξη καινοτομιών στη βιομηχανία,
2.Eυρωπαϊκή Κλιματική Διπλωματία απανθρακοποίησης με στόχο τη μέγιστη παγκόσμια δυνατή επέκταση των ευρωπαϊκών αρχών και στόχων κατά της Κλιματικής Κρίσης,
3.Yλοποίηση του Μηχανισμού Διασυνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (CBAM), ώστε μέσω ειδικών φόρων σε προϊόντα παραγόμενα σε χώρες με χαμηλές περιβαλλοντικές απαιτήσεις, να αποτραπεί το φαινόμενο «διαρροής άνθρακα» και να προστατευτεί η ευρωπαϊκή βιομηχανία
4.Νέες ειδικότητες απασχόλησης, με στόχο τη μείωση της (αναμενόμενης λόγω παραγωγικού μετασχηματισμού) αύξησης της ανεργίας, αλλά και στήριξη των νέων απαιτήσεων των οικονομίων.
5.Eκτεταμένη εφαρμογή πράσινων (κρατικών) προμήθειών και αγαθών χαμηλού άνθρακα,
6.Στήριξη των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων στην ενσωμάτωση πολιτικών απανθρακοποίησης,
7.Ειδική στόχευση στην βιομηχανία κατασκευών και κτιριακού αποθέματος.
Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί η ανάλυση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου ανά κάτοικο, που τοποθετούν την Ελλάδα στην ίδια θέση με τη Δανία (8,9 εκατ. τόνοι ισοδύναμου CO2), πολύ κοντά στο μέσο όρο της Ε.Ε. (8,7 εκατ. τόνοι). Αντίθετα, σημαντικά περισσότερες εκπομπές ανά κάτοικο έχουν το Λουξεμβούργο (20,5), η Ιρλανδία (13,3), η Ολλανδία (11,7) και η Γερμανία με τη Φινλανδία (10,7).
Το διάστημα 1990 – 2018, οι ελληνικές βιομηχανίες μείωσαν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2), κατά -29%, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το -22%, της συνολικής μείωσης του βιομηχανικού κλάδου της Ε.Ε.
Οι συνολικές επενδύσεις του Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού για Ενέργεια και Κλίμα – ΕΣΕΚ (2020 -2030) ανέρχονται στα €44δις, με τις ΑΠΕ και την ενεργειακή αποδοτικότητα να έχουν τις πρώτες θέσεις. Στην τελική κατανάλωση ενέργειας στη χώρα, το πετρέλαιο καταλαμβάνει το 52,9% (από τα υψηλοτέρα στον ΟΟΣΑ), ακολουθεί ο ηλεκτρισμός με 26,4%, οι ΑΠΕ και τα βιοκαυσιμα με 10,6% και το φυσικό αέριο με 8%.
Αντίστοιχα, την τελευταία δεκαετία (2011-2021), στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, παρουσιάζεται διαρκής πτώση της παραγωγής από λιγνίτη και διαρκής αύξηση στο φυσικό αέριο και τις ΑΠΕ. Οι σημαντικές αυξήσεις στις τιμές ηλεκτρισμού, εκτός από τις γνωστές βασικές αίτιες (αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου, γεωστρατηγικών λόγων -NordStream 2, αναταραχών στις εφοδιαστικές αλυσίδες, δυσκολίων διανομής - LΝG σε Κίνα και Ινδία), επιπλέον ενισχύονται από τα γνωστά δομικά προβλήματα της Ελληνικής ενεργειακής αγοράς.
Εικόνα 3.3 Μερίδια πηγών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας – Ποσότητες και τιμές ηλεκτρισμού
Η Ε.Ε., προκειμένου να χρηματοδοτήσει τα κράτη – μέλη στο πλαίσιο του European Green Deal, έχει θέσει σε όλα, τις προτεραιότητες που πρέπει να εφαρμόσουν. Στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών προτεραιοτήτων, είναι αναγκαίο η ελληνική οικονομία να μετασχηματιστεί σε μια ενδογενή Κυκλική Οικονομία, με εξωστρεφή και καινοτόμα παραγωγή διεθνώς ανταγωνιστικών προϊόντων και υπηρεσιών, νέες θέσεις εργασίας και ισχυρό κοινωνικό κράτος.
Η μακροχρόνια εθνική ενεργειακή στρατηγική αποτελεί ίσως τον μοναδικό τομέα πολιτικής δράσης, μαζί με την εθνική εξωτερική και αμυντική πολιτική, όπου οι βασικές επιλογές έχουν γίνει αποδεκτές από τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού πολιτικού κόσμου.
Η εθνική ενεργειακή στρατηγική, που από την περίοδο 2011-2014 διαμορφώθηκε ως μια εξωστρεφής, φιλόδοξη, αειφορική, καινοτόμος πολιτική ανταπόκρισης, τόσο στις ανάγκες γεωστρατηγικής αναβάθμισης της χώρας, όσο και στον σύγχρονο ρόλο μιας ενεργειακής αγοράς που διεθνοποιείται, γίνεται ανταγωνιστική και ενσωματώνει όλες τις αρχές της ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ένωσης (Energy Union), ακολουθείται σταθερά και με συνέπεια (με επιμέρους διαφοροποιήσεις) από τις επόμενες κυβερνήσεις, έχοντας διαμορφώσει μια στέρεη βάση εθνικής συνεννόησης στον κρίσιμο αυτό τομέα, με πολλαπλά οφέλη για τη χώρα.
Οι βασικοί άξονες αυτής της εθνικής στρατηγικής περιλαμβάνουν:
1.την εξασφάλιση της εθνικής ενεργειακής επάρκειας και ασφάλειας, με βασικούς μοχλούς τις εγκαταστάσεις Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και την αποθήκευσή της, καθώς και την εκτεταμένη εφαρμογή προγραμμάτων Εξοικονόμησης σε κατοικίες, δημόσια κτίρια και επαγγελματικά κτίρια
2.την ενεργειακή και γεωστρατηγική αναβάθμιση της χώρας μέσω των νέων οδεύσεων φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού,
3.την αξιοποίηση των εθνικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων,
4.τη στρατηγική συνεργασία με Ισραήλ – Κύπρο,
5.την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας και την ενίσχυση της ενεργειακής Δημοκρατίας μέσω της προώθησης της αποκεντρωμένης παραγωγής πράσινης ενέργειας,
6.τη μεγιστοποίηση της εθνικής προστιθέμενης αξίας μέσω δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και την παραγωγή Ελληνικών καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών και ασφαλώς,
7.την καταπολέμηση της Κλιματικής Κρίσης, μέσω της απανθρακοποίησης της οικονομίας έως το 2050, της απολιγνιτοποίησης και της ενίσχυσης της ηλεκτροκίνησης.
Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, για το 2030, οι στόχοι είναι:
1) >35% μερίδιο ΑΠΕ στην Ακαθάριστη Τελική Κατανάλωση Ενέργειας
2) 61-64% μερίδιο ΑΠΕ στην Τελική Ακαθάριστη Κατανάλωση Ηλεκτρικής Ενέργειας
3) 0% συμμετοχή λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή
4) >42% μείωση αερίων θερμοκηπίου σε σχέση με 1990
5) €44δις επενδύσεις
Σημαντικό στοιχείο της εθνικής στρατηγικής πρέπει να αποτελέσει η επικέντρωση σε δράσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας και στηρίζουν Ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν κατακτήσει διακριτό ρολό στην Ευρωπαϊκή και διεθνή σκηνή. Χαρακτηριστικοί τομείς, σημαντικής εθνικής σημασίας, είναι ενδεικτικά:
α) Ηλιακοί Θερμοσίφωνες (22 σημαντικές επιχειρήσεις)
β) Σωλήνες και Καλώδια (Ελληνικά Καλώδια Α.Ε., Σωληνουργία Κορίνθου)
γ) Μπαταρίες (Sunlight)
δ) Όργανα Μέτρησης (Metron Energy Applications, έξυπνοι μετρητές ενέργειας Landis+Gyr)
Απαιτείται να δοθεί έμφαση σε δύο σημαντικούς πολιτικούς και κοινωνικούς συντελεστές:
(1) την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, που πλήττει πάνω από 54.000.000 Ευρωπαίους πολίτες και 700.000 ελληνικές οικογένειες και
(2) την ανάδειξη της σπουδαιότητας της Αποκεντρωμένης Ενεργειακής Δημοκρατίας, με αξιοποίηση της 4ης Βιομηχανικής - Ψηφιακής Επανάστασης, μέσα από τη δράση των αυτο-παραγωγών-καταναλωτών (prosumers: producers + consumers).
3.1 Θέρμανση – Ψύξη
Ο ενεργειακός τομέας της Θέρμανσης - Ψύξης, παρά το γεγονός ότι απορροφά το 48-52% της παγκόσμιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας, υστερεί δραματικά σε εφαρμογές ΑΠΕ (μόλις το 2,5% στην Ε.Ε.). Η παραγωγή ζεστού νερού χρήσης από ηλιακούς θερμοσίφωνες είναι μια σημαντική εθνική προτεραιότητα, αφού 22 δυναμικές ελληνικές εταιρείες βρίσκονται στην παγκόσμια πρωτοπορία, εξάγοντας το 60% της παραγωγής τους και απασχολώντας 3.500 εργαζόμενους. Από πλευράς αερίων του θερμοκηπίου, σημειώνεται ότι ένας ηλιακός θερμοσίφωνας μιας τετραμελούς οικογένειας μειώνει κατά 1.700kgr/έτος τις εκπομπές CO2, ενώ ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο κατά 1.400kgr/ έτος. Η εφαρμογή ειδικών φορολογικών κινήτρων για εγκατάσταση θερμικών ηλιακών συστημάτων σε όλα τα κτήρια της χώρας (επαγγελματικά, δημόσια, κατοικίες) πρέπει να αποτελέσει άμεση προτεραιότητα.
Από το σύνολο των εγκαταστάσεων στην Ευρωπαϊκή αγορά, τα υψηλότερα ποσοστά υπάρχουν στη Γερμανία (26.7%), την Ελλάδα (15.3%) και την Πολωνία (14.4%). Περισσότερα από 1.500.000 νοικοκυριά εξοικονομούν συνολικά κάθε χρόνο 500.000.000€. Περίπου το 80% των ενεργειακών αναγκών ενός νοικοκυριού είναι σε θέρμανση και ψύξη. Η ανερχόμενη Ελληνική αγορά είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στην Ευρώπη. Η Ελλάδα κατέχει τη 5η θέση στο κόσμο, σε εγκατεστημένη ισχύ θερμικών ηλιακών συλλεκτών ανά 1000 κατοίκους, με τα εξαρτήματά τους να είναι σχεδόν πλήρως ανακυκλώσιμα.
Ένα ηλιακό σύστημα, παρέχει αρκετό ζεστό νερό για 2.000 ντους/έτος. Η ηλιακή θέρμανση μπορεί να καλύψει αποδοτικά μεγάλο μέρος των αναγκών του κτιρίου σε θέρμανση (25%-80%), ιδιαίτερα σε κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας ΝΖΕΒ
Επιπλέον, η απόδοση του ηλιακού θερμοσίφωνα είναι πολλαπλάσια όλων των άλλων ΑΠΕ για την ίδια επιφάνεια (π.χ. 4 φορές μεγαλύτερη από αντίστοιχη επιφάνεια φωτοβολταϊκών – σε ένα έτος, για την παραγωγή 3MWh/a, ο ηλιακός απαιτεί 6,4 τ.μ, ενώ το φωτοβολταϊκό απαιτεί 15,4 τ.μ, δηλ. απόδοση 40-60%, έναντι απόδοσης 15-20% τα φωτοβολταϊκά).
Υπάρχουν περισσότερα από 10.000.000 ηλιακά θερμικά συστήματα σε λειτουργία στην Ευρώπη, που αντιστοιχούν σε πάνω από 36 GWth τοπικής χωρητικότητας παραγωγής θερμότητας. Αυτός ο τομέας έχει πάνω από 19.000 άμεσες θέσεις εργασίας, κυρίως στις ΜΜΕ, οι οποίες προσφέρουν προστιθέμενη αξία σε τοπικό επίπεδο, σε όλη την Ευρώπη. Ο τζίρος της ευρωπαϊκής βιομηχανίας θερμικής ηλιακής ενέργειας εκτιμάται σε πάνω από 2 δισεκατομμύρια ευρώ.
3.2 Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Η εγκατάσταση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στη χώρα, ουσιαστικά ξεκίνησε από μια εγκατεστημένη ισχύ των 500 ΜW το 2004 και ξεπερνά σήμερα τα 6.500ΜW. Το μεγάλο άλμα έγινε στη διάρκεια της πολύ δύσκολης δημοσιονομικής περιόδου 2010 – 2014, όταν η εγκατεστημένη ισχύς ΑΠΕ στη χώρα αυξήθηκε από 1.300MW, σε 4.500MW!
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, στην πιο πρόσφατη (Ιανουάριος 2021) παγκόσμια απεικόνιση χωρών που ηγούνται στην ενεργειακή μετάβαση με αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, η Ελλάδα κατείχε το 2015 την 5η υψηλότερη θέση ως προς το ποσοστό των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, θέση την οποία συνεχίζει να κατέχει και σήμερα (2020).
Εξ’ άλλου, σε διεθνές επίπεδο, η Ελλάδα βρίσκεται στην 5η υψηλότερη θέση ως προς την κατά κεφαλήν διείσδυση φωτοβολταϊκών.
Οι Ενεργειακές Κοινότητες, ειδικά αυτές στις οποίες συμμετέχει η Τοπική και Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση, αφού απομακρυνθούν οι γραφειοκρατικές δυσχέρειες, καθώς και οι περιπτώσεις μη συμμετοχής πραγματικών μικροπαραγωγών, πρέπει να αποτελέσουν ισχυρό όπλο για την καταπολέμηση της Ενεργειακής Φτώχειας και την υλοποίηση της Ενεργειακής Δημοκρατίας, με αξιοποίηση της αντίστοιχης εμπειρίας αρκετών ευρωπαϊκών κρατών.
Χαρακτηριστικό δείγμα της παράλληλης πορείας υψηλών ενεργειακών στόχων, με αύξηση της απασχόλησης, αποτελεί πρόσφατη μελέτη της Επιτροπής, αναφορικά με τον αριθμό εργαζομένων στον κλάδο. Στον τομέα της αιολικής ενέργειας, η Γερμανία έχει 1,5 εκατομμύριο θέσεις εργασίας και ακολουθούν η Μεγ. Βρετανία με 700.000, η Ισπανία με 400.000 και η Δανία με 350.000. Χώρες του μεγέθους της Ελλάδας (Βέλγιο, Ιρλανδία), έχουν πάνω από 50.000.
Στον αγροτικό τομέα, η κατά προτεραιότητα ενίσχυση των 400 Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων – Τ.Ο.Ε.Β., όπου ανήκουν πάνω από 300.000 αγρότες, σύμφωνα με σχετική νομοθετική ρύθμιση του 2014, αποτελεί την πιο στέρεη βάση ανάπτυξης της πράσινης Ευφυούς Γεωργίας στον πρωτογενή τομέα, με προοπτική διπλασιασμού της μέσης παραγωγικότητας του πρωτογενούς τομέα από τα €190/στρέμμα/χρόνο, σε €400/στρέμμα/χρόνο.
Χαρακτηριστικό δείγμα επιτυχούς λειτουργίας των συλλογικών κοινωνικών οργάνων, στην παραγωγή αποκεντρωμένης πράσινης ενέργειας, είναι η Γερμανία, όπου το 31,5% των ΑΠΕ ανήκει σε μεμονωμένους ιδιώτες και το 10,5% σε αγρότες
3.3 Εξοικονόμηση Ενέργειας
Η Εξοικονόμηση Ενέργειας αποτελεί τον μεγάλο συντελεστή υλοποίησης των εθνικών και ευρωπαϊκών κλιματικών στόχων, με συμβολή 44% στο σύνολο όλων των δράσεων μείωσης των αερίων θερμοκηπίου. Δεδομένων των σημαντικών δυσκολίων υλοποίησης των στόχων για πράσινη ενέργεια σε έναν κόσμο με σημαντικά αυξημένες ενεργειακές ανάγκες, η Εξοικονόμηση Ενέργειας / Ενεργειακή Αποδοτικότητα αποτελεί κορυφαία ενεργειακή στρατηγική. Σύμφωνα με τον ΙΕΑ, σήμερα (2020), ο πλανήτης χρειάζεται 412 EJ ενέργεια, ενώ το 2050, οι ανάγκες θα έχουν εκτοξευτεί στα 600 EJ. Για να επιτευχθεί ο στόχος του 1,5οC, πρέπει να καταναλώνουμε μόλις 344 EJ.
Το εξαιρετικά πετυχημένο ελληνικό πρόγραμμα της περιόδου 2011-14 «Εξοικονομώ κατ' Οίκον», το οποίο είχε αξιολογηθεί ως το δεύτερο καλύτερο της Ε.Ε., συνεχίζει να είναι το πρότυπο πρόγραμμα αναβάθμισης του κτηριακού αποθέματος της χώρας. Ως νέο «Εξοικονομώ - Αυτονομώ», προκειμένου να υλοποιηθούν οι φιλόδοξοι εθνικοί κλιματολογικοί στόχοι, πρέπει να φτάσει ετησίως τις ενεργειακές αναβαθμίσεις 120.000 κατοικιών, με €1,4 δισ. επενδύσεις και δημιουργία 40.000 θέσεων εργασίας. Το γεγονός ότι η εξοικονόμηση είναι ο κορυφαίος τομέας επενδύσεων, που δημιουργεί τις περισσότερες θέσεις εργασίας (έως και 40 θέσεις εργασίας για κάθε €1 εκατ., σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Ενέργειας - ΙΕΑ), με το 70-75% των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών να παράγεται από ελληνικές επιχειρήσεις, πρέπει να ωθήσει την Πολιτεία να μεγιστοποιήσει τις διατιθέμενες επενδύσεις. Ένα νέο πρόγραμμα που προτείνεται, με αξιοποίηση διεθνών διαγωνισμών ΣΔΙΤ ανά υγειονομική περιφέρεια, είναι το «Εξοικονομώ Υγείας-Πρόνοιας», που θα στηρίξει διαχρονικά το ΕΣΥ, με εξοικονόμηση €50.000.000/χρόνο. Σε όλα τα προγράμματα εξοικονόμησης, συνυπάρχει η εγκατάστα<