Η αναμενόμενη μειωμένη ζήτηση για ορυκτά καύσιμα, σε συνδυασμό με το μειωμένο κόστος των έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στρέφουν το ενδιαφέρον μεγάλων εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως η BP, Total και Shell να αναδιαρθρώσουν ενεργά τις επιχειρήσεις τους για να προσθέσουν περισσότερα έργα ανανεώσιμης ενέργειας στα χαρτοφυλάκια τους.
Η μελέτη
Σύμφωνα με μελέτη της GlobalData, ο τομέας των ΑΠΕ αναμένεται να παρουσιάσει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα δέκα χρόνια. Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου θα επενδύσουν ολοένα και περισσότερο σε αυτούς τους τομείς ως τρόπο μείωσης της έντασης του άνθρακα και θα ευθυγραμμιστούν με το μεταβαλλόμενο ενεργειακό μείγμα.
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι πωλητές EPC πετρελαίου και φυσικού αερίου επιτρέπουν την ενεργειακή μετάβαση δημιουργώντας δυνατότητες για τη δημιουργία υποδομής ανανεώσιμης ενέργειας.
Ο Ravindra Puranik, αναλυτής πετρελαίου και φυσικού αερίου της GlobalData, σχολιάζει: «Η παγκόσμια ζήτηση ενέργειας αναμένεται να αυξηθεί με σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 2,5% από το 2020 έως το 2030. Ένα σημαντικό μέρος αυτού θα εκπληρωθεί από την παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτή η προοπτική ανάπτυξης καθιστά την ανανεώσιμη ενέργεια βασική αγορά για τους παίκτες σε ολόκληρο τον ενεργειακό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου των οποίων η παραδοσιακή αγορά κινδυνεύει εν μέσω της μετάβασης σε πηγές χαμηλών εκπομπών άνθρακα».
Η μείωση του κόστους
Ένας βασικός λόγος που επιτρέπει τη μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι η μείωση του κόστους. Ο Puranik προσθέτει: «Παραδοσιακά, τα έργα ανανεώσιμης ενέργειας είχαν σημαντικό μειονέκτημα κόστους σε σχέση με τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με άνθρακα και φυσικό αέριο. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, η οικονομική τους ανταγωνιστικότητα βελτιώθηκε σημαντικά λόγω των κυβερνητικών πολιτικών και κινήτρων, καθώς και της τεχνολογικής προόδου. Αυτό έχει δώσει κίνητρα για μεγάλες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου όπως η BP, η Equinor και η Shell να επενδύσουν στην παραγωγή αιολικής ενέργειας. Η BP και η Total πρωτοπορούν επίσης όσον αφορά την επερχόμενη χωρητικότητα ηλιακής ενέργειας».
Σύμφωνα με τον Puranik, η παραγωγή ηλιακής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των φωτοβολταϊκών και της ηλιακής θερμότητας, αναμένεται να αυξηθεί με CAGR 11,9% μεταξύ 2020 και 2030, με τις αγορές αιολικής και υπεράκτιας αιολικής ενέργειας να αναμένεται να αυξηθούν με CAGR 9,4% την ίδια περίοδο.
Τέλος, σύμφωνα με την μελέτη, το μερίδιο της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με βάση το φυσικό αέριο θα απειληθεί από την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και είναι πιθανό να είναι ο επόμενος μεγαλύτερος χαμένος στο παγκόσμιο μείγμα παραγωγής ενέργειας μετά τον άνθρακα.
www.worldenergynews.gr