Στα 15 τρισεκατομμύρια δολάρια εκτιμάται το χρηματικό ποσό που θα πρόκειται να επενδυθεί τις επόμενες τρεις δεκαετίες, σύμφωνα με το Bloomberg. Ειδικότερα, το 80% προορίζεται για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Βέβαια, το ποσό των επενδύσεων που προορίζονται για την επέκταση των αιολικών, ηλιακών και συναφών συστημάτων δεν θα είναι το μόνο κόστος που θα προκύψει κατά τη μετάβαση, καθώς γίνεται λόγος και για το περιβαλλοντικό τους αντίκτυπο.
Το BloombergnNEF, το οποίο πραγματοποίησε την ανάλυση που είχε ως αποτέλεσμα την εκτίμηση της επένδυσης για τα επόμενα 30 χρόνια στην ενέργεια, δήλωσε επίσης ότι μεταξύ 2020 και 2050, άλλα 14 τρισεκατομμύρια δολάρια θα επενδυθούν στο δίκτυο.
Αυξητική τάση στη ζήτηση
Η αιολική όπως και η ηλιακή ενέργεια απαιτούν πολλά μέταλλα και άλλα ορυκτά για την παραγωγή βασικών εξαρτημάτων για τις εγκαταστάσεις. Η τάση που ακολουθείται στην ζήτηση των ανεμογεννητριών, θα είναι αντίστοιχη και για τα μέταλλα που θα χρειαστούν για την κατασκευή τους. Η όλη τάση μπορεί να απεικονιστεί στο γεγονός ότι σύμφωνα με μια έκθεση του 2017 από την Παγκόσμια Τράπεζα, η ζήτηση για ασήμι θα μπορούσε να ανέλθει από τους σημερινούς 24.000 τόνους ετησίως σε περισσότερους από 400.000 τόνους.
Η εξόρυξη είναι ένας ενεργειακά εντατικός και όχι ιδιαίτερα φιλικός προς το περιβάλλον τρόπος για να βγουν πόροι από το έδαφος, όπως γράφει ο επενδυτής Sam Kovacs σε ένα άρθρο για την αναζήτηση της Alpha που αντιμετωπίζει τις προκλήσεις του την ενεργειακή μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Υπάρχει μια σειρά μετάλλων που χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις ανανεώσιμης ενέργειας και η επέκταση της εξόρυξης προσθέτει οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος στην όλη αυτή διαδικασία.
Η αποθήκευση ενέργειας
Η Παγκόσμια Τράπεζα υπολόγισε το 2017 ότι η χωρητικότητα αποθήκευσης σε κλίμακα δικτύου θα χρειαστεί να αυξηθεί από 100 GW το 2015 σε 305 GW. Μια έκθεση του IEA για το 2014 έκανε ακόμη υψηλότερη εκτίμηση, για αποθήκευση έως και 500 GW έως το 2050. Από το 2015, σχεδόν το 99,3% του διαθέσιμου χώρου αποθήκευσης σε κλίμακα δικτύου αντλήθηκε με υδρογόνο. Το ποσοστό δεν μπορεί, ωστόσο, να διατηρηθεί, διότι το αντλημένο-υδρογόνο έχει περιορισμούς. Οι μπαταρίες φαίνεται να είναι η εναλλακτική λύση, με κόστος βέβαια.
Η Tesla και η Neoen, μια γαλλική εταιρεία, ανακοίνωσαν την περασμένη εβδομάδα ότι θα κατασκευάσουν μια μπαταρία 300 MW / 450 MWh στη Βικτώρια της Αυστραλίας. Το εν λόγω έργο που θα κοστίσει 84 εκατ. δολ. θα μπορέσει να τροφοδοτήσει 500.000 νοικοκυριά για μια ώρα.
Υπάρχουν όμως μπαταρίες που θα μπορούσαν να τροφοδοτούν τα νοικοκυριά για περισσότερο από μία ώρα και αναπτύσσονται σημαντικά. Για μια σταθερή τροφοδοσία που βασίζεται κυρίως σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η αποθήκευση μπαταρίας δεν είναι ακόμη εφικτή.
Η εκτίμηση της Wood Mackenzie
Τον περασμένο μήνα, η ενεργειακή μετάβαση θα απαιτήσει 1 τρισ. δολ. σε πολλά βασικά μέταλλα. Με άλλα λόγια, ο κόσμος θα χρειαστεί σχεδόν διπλάσια επένδυση σε κρίσιμα ορυκτά μετάβασης ενέργειας κατά τα επόμενα 15 χρόνια από ό, τι έχει επενδύσει τα τελευταία 15 έτη.
Για παράδειγμα οι λεπίδες των ανεμογεννητριών δεν μπορούν να ανακυκλωθούν. Είναι κατασκευασμένες από υαλοβάμβακα και ως εκ τούτου αποστέλλονται σε χώρους υγειονομικής ταφής, είτε καίγονται, με αποτέλεσμα να εκπέμπουν ρύπους. Τα καλά νέα είναι όμως ότι το 85% των ανεμόμυλων μπορούν να ανακυκλωθούν και οι λεπίδες είναι ακίνδυνες, ακόμη και σε χώρους υγειονομικής ταφής. Οι ηλιακοί συλλέκτες είναι επίσης ως επί το πλείστον ανακυκλώσιμοι, αλλά η επιχείρηση δεν είναι ιδιαίτερα κερδοφόρα, η οποία αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για τις επιχειρήσεις.
Η ενεργειακή μετάβαση, όσο επείγουσα και αν είναι, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, δεν θα είναι φθηνή. Ωστόσο, εκτός από το προφανές κόστος της επέκτασης της ηλιακής και της αιολικής παραγωγής, της αποθήκευσης και της προσαρμογής του δικτύου στην αυξημένη συμμετοχή τους στο ενεργειακό μείγμα, φαίνεται ότι υπάρχουν και άλλα αόρατα κόστη από κοινωνικής και περιβαλλοντικής άποψης.
www.worldenergynews.gr