Το 2017 ο ρυθμός οικονομικής ανόδου θα είναι θετικός (2,5%) και η οικονομία έχει σήμερα τις δυνατότητες να περάσει σε μια νέα και πιο υγιή αναπτυξιακή φάση
Σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, η οικονομική και νομισματική σταθερότητα που προσφέρει στα μέλη της η ζώνη του ευρώ είναι για την ελληνική οικονομία ασπίδα προστασίας απέναντι σε απρόβλεπτους κινδύνους.
Με αυτή την προειδοποίηση επέλεξε να αρχίσει την ομιλία του ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γ. Στουρνάρας, στην 84η Ετήσια Γενική Συνέλευση των Μετόχων της Τράπεζας, υπενθυμίζοντας ότι όπως έδειξε η εμπειρία του περασμένου έτους με την απροσδόκητη εμφάνιση πολλών εξωγενών διαταραχών στην πολιτική και στην οικονομία, η ευρωζώνη μπόρεσε να απορροφήσει τους κραδασμούς και να αποτρέψει τη διάχυση των αρνητικών επιπτώσεών τους στις οικονομίες των χωρών-μελών.
Για την Ελλάδα, η ενεργός συμμετοχή της στη ζώνη του ευρώ είναι επιτακτικά αναγκαία για λόγους οικονομικούς, κοινωνικούς και εθνικούς.
Είναι όρος επιβίωσης της χώρας σε ένα ταραγμένο ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον.
Λειτουργεί ως άγκυρα όχι μόνο οικονομικής, αλλά και κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας.
Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο διάβα της ιστορίας καμία άλλη χώρα δεν έλαβε τόσο μεγάλη οικονομική στήριξη όσο η Ελλάδα, κάτι το οποίο δεν θα ήταν δυνατόν εκτός ευρωζώνης.
Η αξιόπιστη εφαρμογή του υφιστάμενου προγράμματος, το οποίο χρηματοδοτείται γενναιόδωρα από τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ και περιέχει δράσεις που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα και το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας, διαμορφώνει τις κατάλληλες συνθήκες για την επαναφορά της χώρας σε αναπτυξιακή τροχιά και την ισότιμη συμμετοχή της στις ευρωπαϊκές διαδικασίες αντιμετώπισης των κραδασμών και βελτίωσης της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης.
Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι, αν οι εταίροι, οι θεσμοί και η ελληνική κυβέρνηση επιδείξουν ευελιξία και ρεαλισμό, είναι εφικτό να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στο αμέσως προσεχές διάστημα.
Η απόφαση του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς δείχνει τη βούληση της ελληνικής κυβέρνησης και των εταίρων να συνεχίσουν την προσπάθεια για συναινετική υπέρβαση των διαφορών.
Αν όμως οι διαπραγματεύσεις παραταθούν χωρίς προοπτική ταχείας επίτευξης συμφωνίας, η χώρα θα εισέλθει σε ένα νέο κύκλο αβεβαιότητας, επιδείνωσης των σχέσεων με τους εταίρους-δανειστές και εγκλωβισμού της οικονομίας σε στασιμότητα.
ΑΝΑΚΟΠΗ ΤΗΣ ΥΦΕΣΗΣ ΤΟ 2016, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟ 2017
Τα δύο τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία επέδειξε αξιοσημείωτες αντοχές:
• Το 2015, το ΑΕΠ μειώθηκε μόλις κατά 0,2% παρά τις ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες που επικράτησαν κατά κύριο λόγο το πρώτο εξάμηνο, όταν κορυφώθηκε η αβεβαιότητα ως προς τη θέση της χώρας στη ζώνη του ευρώ, αλλά και το δεύτερο εξάμηνο, όταν επιβλήθηκαν οι αυστηροί – τουλάχιστον στην πρώτη φάση τους – περιορισμοί στις τραπεζικές συναλλαγές και στην κίνηση κεφαλαίων.
• Το 2016, η ύφεση το πρώτο εξάμηνο ήταν ηπιότερη του αναμενομένου και η οικονομία παρουσίασε θετικό ρυθμό ανάπτυξης το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Συνολικά για το 2016, το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές έτους 2010 αυξήθηκε κατά 0,3%, οι αποπληθωριστικές πιέσεις συγκρατήθηκαν, η απασχόληση ενισχύθηκε και μειώθηκε η ανεργία, αν και παραμένει πολύ υψηλή.
Η πορεία αυτή αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι υπάρχουν αποθέματα αναπτυξιακού δυναμικού, τα οποία, μετά από μια μακρά περίοδο αδράνειας και απραξίας, είναι έτοιμα να ενεργοποιηθούν όταν διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες. Εξάλλου, παρά τα λάθη και τις οπισθοδρομήσεις, παρά το σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος της κρίσης, τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια επέτυχαν να θεραπεύσουν συσσωρευμένες παθογένειες και διαρθρωτικές ατέλειες, επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο τη βελτίωση μεσομακροπρόθεσμα των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της οικονομίας.
Ειδικότερα, πρέπει να σημειωθούν:
• η εξάλειψη των δίδυμων ελλειμμάτων, δηλαδή του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος και του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών,
• η ανάκτηση των μεγάλων απωλειών ανταγωνιστικότητας,
• η σημαντική αύξηση, σχεδόν διπλασιασμός, των εξαγωγών ως ποσοστό του ΑΕΠ,
• η ανακεφαλαιοποίηση και εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος,
• οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών είναι η διαφαινόμενη αναδιάρθρωση της οικονομίας στην κατεύθυνση ενός νέου, εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου, με έμφαση στους τομείς των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι βάσιμο να προβλεφθεί ότι το 2017 ο ρυθμός οικονομικής ανόδου θα είναι θετικός (2,5%) και ότι η οικονομία έχει σήμερα τις δυνατότητες να περάσει σε μια νέα και πιο υγιή αναπτυξιακή φάση.
Ως παράγοντες ώθησης καταγράφονται: (α) η ανοδική πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης, (β) η περαιτέρω ενίσχυση των επιχειρηματικών επενδύσεων και η άνοδος των ξένων άμεσων επενδύσεων μέσω τόσο των χρηματικών εισροών όσο και της επανεπένδυσης των κερδών πολυεθνικών εταιριών και (γ) η αύξηση των εξαγωγών αγαθών.
Δημοσιονομική πολιτική
Το 2016 χαρακτηρίστηκε από τη θεσμοθέτηση μεγάλου αριθμού δημοσιονομικών παρεμβάσεων, που αφορούσαν κυρίως τη φορολογική και την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, καθώς και την καθιέρωση αυτόματου μηχανισμού δημοσιονομικής προσαρμογής.
Η πρόοδος του νέου προγράμματος χρηματοδοτικής διευκόλυνσης αντικατοπτρίστηκε στην επιτυχή κατάληξη της πρώτης αξιολόγησης, την εκταμίευση της δεύτερης δόσης, μέρος της οποίας διοχετεύθηκε στην πραγματική οικονομία μέσω της αποπληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, και στην οριστικοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.
Οι νέες φορολογικές ρυθμίσεις, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, διεύρυναν τη φορολογική βάση και συνέβαλαν στη σημαντική αύξηση των δημόσιων εσόδων.
Με βάση τα διαθέσιμα έως τώρα στοιχεία, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 αναμένεται να κυμανθεί γύρω από το 2% του ΑΕΠ.
Αντίστοιχα, ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ το 2017 θεωρείται επιτεύξιμος.
Οι όποιες επισφάλειες για το ύψος του δημοσιονομικού αποτελέσματος συνδέονται με τη διατήρηση της καλής πορείας των εσόδων, τη συγκράτηση των μη παραγωγικών δημόσιων δαπανών, κυρίως όμως με την άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, επειδή αυτό επηρεάζει καταλυτικά τις μακροοικονομικές εξελίξεις.
Συνδέονται επίσης με την αβεβαιότητα της επίτευξης των προβλεπόμενων εσόδων του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), λόγω της αλλαγής του τρόπου υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών.
Στρατηγική για ισχυρή ανάκαμψη
Από τις επιδόσεις του 2016 προκύπτει βάσιμα ότι η πρόβλεψη για ανάκαμψη το 2017 είναι ρεαλιστική, υπό την αυστηρή προϋπόθεση όμως ότι το πρόγραμμα προσαρμογής θα συνεχίσει να εφαρμόζεται χωρίς καθυστερήσεις.
Για να περάσει ωστόσο η οικονομία από την ανάκαμψη σε ισχυρή διατηρήσιμη ανάπτυξη, απαιτούνται ενεργητικές μεσοπρόθεσμες πολιτικές με στόχο την εξάλειψη των εμποδίων που σήμερα ανακόπτουν την άνοδο και τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος σταθερότητας που θα ευνοήσει την αναζωπύρωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Στα εμπόδια συγκαταλέγονται:
— η υπερφορολόγηση μιας φορολογικής βάσης με μειούμενη φοροδοτική ικανότητα,
— το ασταθές και ασαφές φορολογικό και γενικότερο νομικό πλαίσιο προστασίας των επενδυτών,
— οι γραφειοκρατικές και διοικητικές εμπλοκές, οι οποίες καθυστερούν την πραγματοποίηση επενδύσεων που έχουν ήδη εγκριθεί,
— οι μεγάλες καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης,
— η χαμηλή δανειοδοτική ικανότητα του τραπεζικού συστήματος και τα υψηλά επιτόκια δανεισμού,
— οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και στις τραπεζικές συναλλαγές και, τέλος,
— οι στρεβλώσεις στις αγορές και ιδιαίτερα στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από ατελέσφορες ρυθμιστικές παρεμβάσεις.
Η άρση των παραπάνω εμποδίων θα πρέπει να αποτελέσει κυρίαρχο μέλημα της στρατηγικής για την ανάπτυξη, η οποία περιγράφεται από τέσσερις συνιστώσες: αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής, ενθάρρυνση των ξένων άμεσων επενδύσεων, έμφαση στην καινοτομία και διασφάλιση της κοινωνικής προστασίας.
Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ
www.worldenergynews.gr
Με αυτή την προειδοποίηση επέλεξε να αρχίσει την ομιλία του ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γ. Στουρνάρας, στην 84η Ετήσια Γενική Συνέλευση των Μετόχων της Τράπεζας, υπενθυμίζοντας ότι όπως έδειξε η εμπειρία του περασμένου έτους με την απροσδόκητη εμφάνιση πολλών εξωγενών διαταραχών στην πολιτική και στην οικονομία, η ευρωζώνη μπόρεσε να απορροφήσει τους κραδασμούς και να αποτρέψει τη διάχυση των αρνητικών επιπτώσεών τους στις οικονομίες των χωρών-μελών.
Για την Ελλάδα, η ενεργός συμμετοχή της στη ζώνη του ευρώ είναι επιτακτικά αναγκαία για λόγους οικονομικούς, κοινωνικούς και εθνικούς.
Είναι όρος επιβίωσης της χώρας σε ένα ταραγμένο ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον.
Λειτουργεί ως άγκυρα όχι μόνο οικονομικής, αλλά και κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας.
Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο διάβα της ιστορίας καμία άλλη χώρα δεν έλαβε τόσο μεγάλη οικονομική στήριξη όσο η Ελλάδα, κάτι το οποίο δεν θα ήταν δυνατόν εκτός ευρωζώνης.
Η αξιόπιστη εφαρμογή του υφιστάμενου προγράμματος, το οποίο χρηματοδοτείται γενναιόδωρα από τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ και περιέχει δράσεις που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα και το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας, διαμορφώνει τις κατάλληλες συνθήκες για την επαναφορά της χώρας σε αναπτυξιακή τροχιά και την ισότιμη συμμετοχή της στις ευρωπαϊκές διαδικασίες αντιμετώπισης των κραδασμών και βελτίωσης της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης.
Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι, αν οι εταίροι, οι θεσμοί και η ελληνική κυβέρνηση επιδείξουν ευελιξία και ρεαλισμό, είναι εφικτό να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στο αμέσως προσεχές διάστημα.
Η απόφαση του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς δείχνει τη βούληση της ελληνικής κυβέρνησης και των εταίρων να συνεχίσουν την προσπάθεια για συναινετική υπέρβαση των διαφορών.
Αν όμως οι διαπραγματεύσεις παραταθούν χωρίς προοπτική ταχείας επίτευξης συμφωνίας, η χώρα θα εισέλθει σε ένα νέο κύκλο αβεβαιότητας, επιδείνωσης των σχέσεων με τους εταίρους-δανειστές και εγκλωβισμού της οικονομίας σε στασιμότητα.
ΑΝΑΚΟΠΗ ΤΗΣ ΥΦΕΣΗΣ ΤΟ 2016, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟ 2017
Τα δύο τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία επέδειξε αξιοσημείωτες αντοχές:
• Το 2015, το ΑΕΠ μειώθηκε μόλις κατά 0,2% παρά τις ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες που επικράτησαν κατά κύριο λόγο το πρώτο εξάμηνο, όταν κορυφώθηκε η αβεβαιότητα ως προς τη θέση της χώρας στη ζώνη του ευρώ, αλλά και το δεύτερο εξάμηνο, όταν επιβλήθηκαν οι αυστηροί – τουλάχιστον στην πρώτη φάση τους – περιορισμοί στις τραπεζικές συναλλαγές και στην κίνηση κεφαλαίων.
• Το 2016, η ύφεση το πρώτο εξάμηνο ήταν ηπιότερη του αναμενομένου και η οικονομία παρουσίασε θετικό ρυθμό ανάπτυξης το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Συνολικά για το 2016, το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές έτους 2010 αυξήθηκε κατά 0,3%, οι αποπληθωριστικές πιέσεις συγκρατήθηκαν, η απασχόληση ενισχύθηκε και μειώθηκε η ανεργία, αν και παραμένει πολύ υψηλή.
Η πορεία αυτή αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι υπάρχουν αποθέματα αναπτυξιακού δυναμικού, τα οποία, μετά από μια μακρά περίοδο αδράνειας και απραξίας, είναι έτοιμα να ενεργοποιηθούν όταν διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες. Εξάλλου, παρά τα λάθη και τις οπισθοδρομήσεις, παρά το σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος της κρίσης, τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια επέτυχαν να θεραπεύσουν συσσωρευμένες παθογένειες και διαρθρωτικές ατέλειες, επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο τη βελτίωση μεσομακροπρόθεσμα των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της οικονομίας.
Ειδικότερα, πρέπει να σημειωθούν:
• η εξάλειψη των δίδυμων ελλειμμάτων, δηλαδή του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος και του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών,
• η ανάκτηση των μεγάλων απωλειών ανταγωνιστικότητας,
• η σημαντική αύξηση, σχεδόν διπλασιασμός, των εξαγωγών ως ποσοστό του ΑΕΠ,
• η ανακεφαλαιοποίηση και εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος,
• οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών είναι η διαφαινόμενη αναδιάρθρωση της οικονομίας στην κατεύθυνση ενός νέου, εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου, με έμφαση στους τομείς των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι βάσιμο να προβλεφθεί ότι το 2017 ο ρυθμός οικονομικής ανόδου θα είναι θετικός (2,5%) και ότι η οικονομία έχει σήμερα τις δυνατότητες να περάσει σε μια νέα και πιο υγιή αναπτυξιακή φάση.
Ως παράγοντες ώθησης καταγράφονται: (α) η ανοδική πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης, (β) η περαιτέρω ενίσχυση των επιχειρηματικών επενδύσεων και η άνοδος των ξένων άμεσων επενδύσεων μέσω τόσο των χρηματικών εισροών όσο και της επανεπένδυσης των κερδών πολυεθνικών εταιριών και (γ) η αύξηση των εξαγωγών αγαθών.
Δημοσιονομική πολιτική
Το 2016 χαρακτηρίστηκε από τη θεσμοθέτηση μεγάλου αριθμού δημοσιονομικών παρεμβάσεων, που αφορούσαν κυρίως τη φορολογική και την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, καθώς και την καθιέρωση αυτόματου μηχανισμού δημοσιονομικής προσαρμογής.
Η πρόοδος του νέου προγράμματος χρηματοδοτικής διευκόλυνσης αντικατοπτρίστηκε στην επιτυχή κατάληξη της πρώτης αξιολόγησης, την εκταμίευση της δεύτερης δόσης, μέρος της οποίας διοχετεύθηκε στην πραγματική οικονομία μέσω της αποπληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, και στην οριστικοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.
Οι νέες φορολογικές ρυθμίσεις, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, διεύρυναν τη φορολογική βάση και συνέβαλαν στη σημαντική αύξηση των δημόσιων εσόδων.
Με βάση τα διαθέσιμα έως τώρα στοιχεία, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 αναμένεται να κυμανθεί γύρω από το 2% του ΑΕΠ.
Αντίστοιχα, ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ το 2017 θεωρείται επιτεύξιμος.
Οι όποιες επισφάλειες για το ύψος του δημοσιονομικού αποτελέσματος συνδέονται με τη διατήρηση της καλής πορείας των εσόδων, τη συγκράτηση των μη παραγωγικών δημόσιων δαπανών, κυρίως όμως με την άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, επειδή αυτό επηρεάζει καταλυτικά τις μακροοικονομικές εξελίξεις.
Συνδέονται επίσης με την αβεβαιότητα της επίτευξης των προβλεπόμενων εσόδων του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), λόγω της αλλαγής του τρόπου υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών.
Στρατηγική για ισχυρή ανάκαμψη
Από τις επιδόσεις του 2016 προκύπτει βάσιμα ότι η πρόβλεψη για ανάκαμψη το 2017 είναι ρεαλιστική, υπό την αυστηρή προϋπόθεση όμως ότι το πρόγραμμα προσαρμογής θα συνεχίσει να εφαρμόζεται χωρίς καθυστερήσεις.
Για να περάσει ωστόσο η οικονομία από την ανάκαμψη σε ισχυρή διατηρήσιμη ανάπτυξη, απαιτούνται ενεργητικές μεσοπρόθεσμες πολιτικές με στόχο την εξάλειψη των εμποδίων που σήμερα ανακόπτουν την άνοδο και τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος σταθερότητας που θα ευνοήσει την αναζωπύρωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Στα εμπόδια συγκαταλέγονται:
— η υπερφορολόγηση μιας φορολογικής βάσης με μειούμενη φοροδοτική ικανότητα,
— το ασταθές και ασαφές φορολογικό και γενικότερο νομικό πλαίσιο προστασίας των επενδυτών,
— οι γραφειοκρατικές και διοικητικές εμπλοκές, οι οποίες καθυστερούν την πραγματοποίηση επενδύσεων που έχουν ήδη εγκριθεί,
— οι μεγάλες καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης,
— η χαμηλή δανειοδοτική ικανότητα του τραπεζικού συστήματος και τα υψηλά επιτόκια δανεισμού,
— οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και στις τραπεζικές συναλλαγές και, τέλος,
— οι στρεβλώσεις στις αγορές και ιδιαίτερα στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από ατελέσφορες ρυθμιστικές παρεμβάσεις.
Η άρση των παραπάνω εμποδίων θα πρέπει να αποτελέσει κυρίαρχο μέλημα της στρατηγικής για την ανάπτυξη, η οποία περιγράφεται από τέσσερις συνιστώσες: αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής, ενθάρρυνση των ξένων άμεσων επενδύσεων, έμφαση στην καινοτομία και διασφάλιση της κοινωνικής προστασίας.
Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ
www.worldenergynews.gr