Σύμφωνα με μελέτη της DNV GL, από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας το καύσιμο θα είναι η μεγαλύτερη ενεργειακή πηγή στον πλανήτη
Έως το 2050 το φυσικό αέριο εκτιμάται ότι θα καλύπτει σχεδόν το 30% του παγκόσμιου ενεργειακού εφοδιασμού.
Αυτό υποστηρίζει μελέτη της DNV GL, μίας από τις μεγαλύτερες εταιρίες πιστοποίησης και ταξινόμησης στον κόσμο, η οποία αναφέρει ότι το φυσικό αέριο και οι ΑΠΕ θα είναι οι μοναδικές πηγές ενέργειας για τις οποίες η ζήτηση θα είναι υψηλότερη το 2050, από ό,τι σήμερα.
Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με την εταιρία θα πρέπει να υπάρχει συνδυασμός τεχνολογιών όπως η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (CCS) για την ταχύτερη μετάβαση στην εποχή του μηδενικού άνθρακα.
Από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας το φυσικό αέριο αναμένεται να αναδειχθεί στη μεγαλύτερη ενεργειακή πηγή παγκοσμίως.
Ο ρόλος του αυτός επιβάλλει την αποανθρακοποίηση τόσο της παραγωγής όσο και της κατανάλωσης φυσικού αερίου, προκειμένου να συμβάλλει καθοριστικά στην επίτευξη των εθνικών και διεθνών στόχων μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου.
Κορύφωση της ζήτησης πετρελαίου στα μέσα της δεκαετίας του 2020
Δεδομένου όμως ότι και η καύση φυσικού αερίου εκλύει διοξείδιο του άνθρακα, η μόνη, μέχρι σήμερα, διαθέσιμη τεχνολογία για την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα, είναι το CCS, το οποίο πάντως δεν προβλέπεται να χρησιμοποιηθεί σε μεγάλη κλίμακα τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 2040.
Σύμφωνα με την έκθεση της DNV GL, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα κορυφωθεί στα μέσα της δεκαετίας του 2020 και η ζήτηση φυσικού αερίου θα συνεχίσει να αυξάνεται έως το 2033.
Στη συνέχεια, η ζήτηση για φυσικό αέριο θα σταθεροποιηθεί και το καύσιμο θα παραμείνει κυρίαρχο μέχρι το τέλος της περιόδου ως το 2050, αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 29% του παγκόσμιου ενεργειακού εφοδιασμού.
Άνοδο 68% για το σχιστολιθικό αέριο
Η DNV GL προβλέπει ότι οι παγκόσμιες κεφαλαιακές δαπάνες για την παραγωγή αερίου θα φτάσουν στα 737 δισ. δολάρια το 2025 και στα 587 δισ. δολάρια το 2050. Άλλες σημαντικές προβλέψεις για το μέλλον του φυσικού αερίου περιλαμβάνουν:
• Το μη συμβατικό αέριο (shale gas) θα αυξηθεί από το 2019 μέχρι το 2050, σημειώνοντας άνοδο κατά 68% σε σχέση με τα επίπεδα του 2017. Η νέα παραγωγή θα προέρχεται κυρίως από τη Βόρεια Αμερική.
• Η συμβατική παραγωγή φυσικού αερίου στην ξηρά θα διατηρηθεί στα σημερινά ποσοστά παραγωγής μέχρι τα τέλη του 2030. Στη συνέχεια, θα μειωθεί αργά έως τα μέσα του αιώνα, καταλήγοντας σε επίπεδα περίπου 19% χαμηλότερα από το 2017. Η παραγωγή έχει ήδη αρχίσει να μειώνεται στη Βόρεια Αμερική, αλλά θα συνεχίσει να αυξάνεται στη Βορειοανατολική Ευρασία μέχρι το 2033.
• Η παραγωγή αερίου σε ανοικτές θάλασσες θα αυξηθεί έως το 2040, σε ποσοστό περίπου 58% σε σχέση με το 2017. Το 2050 υπολογίζεται ότι θα είναι πάνω από το ένα τρίτο (39%) υψηλότερη σε σχέση με το 2017, ενώ οι μεγαλύτερες ποσότητες θα προέρχονται από τη Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική.
• Η παραγωγή ενέργειας θα είναι ο κύριος καταναλωτής φυσικού αερίου στις περισσότερες περιοχές, ενώ στη δεύτερη θέση ακολουθεί η βιομηχανία (κυρίως πετροχημικά) στην Κίνα, την Ινδία και τη Λατινική Αμερική.
www.worldenergynews.gr
Αυτό υποστηρίζει μελέτη της DNV GL, μίας από τις μεγαλύτερες εταιρίες πιστοποίησης και ταξινόμησης στον κόσμο, η οποία αναφέρει ότι το φυσικό αέριο και οι ΑΠΕ θα είναι οι μοναδικές πηγές ενέργειας για τις οποίες η ζήτηση θα είναι υψηλότερη το 2050, από ό,τι σήμερα.
Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με την εταιρία θα πρέπει να υπάρχει συνδυασμός τεχνολογιών όπως η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (CCS) για την ταχύτερη μετάβαση στην εποχή του μηδενικού άνθρακα.
Από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας το φυσικό αέριο αναμένεται να αναδειχθεί στη μεγαλύτερη ενεργειακή πηγή παγκοσμίως.
Ο ρόλος του αυτός επιβάλλει την αποανθρακοποίηση τόσο της παραγωγής όσο και της κατανάλωσης φυσικού αερίου, προκειμένου να συμβάλλει καθοριστικά στην επίτευξη των εθνικών και διεθνών στόχων μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου.
Κορύφωση της ζήτησης πετρελαίου στα μέσα της δεκαετίας του 2020
Δεδομένου όμως ότι και η καύση φυσικού αερίου εκλύει διοξείδιο του άνθρακα, η μόνη, μέχρι σήμερα, διαθέσιμη τεχνολογία για την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα, είναι το CCS, το οποίο πάντως δεν προβλέπεται να χρησιμοποιηθεί σε μεγάλη κλίμακα τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 2040.
Σύμφωνα με την έκθεση της DNV GL, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα κορυφωθεί στα μέσα της δεκαετίας του 2020 και η ζήτηση φυσικού αερίου θα συνεχίσει να αυξάνεται έως το 2033.
Στη συνέχεια, η ζήτηση για φυσικό αέριο θα σταθεροποιηθεί και το καύσιμο θα παραμείνει κυρίαρχο μέχρι το τέλος της περιόδου ως το 2050, αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 29% του παγκόσμιου ενεργειακού εφοδιασμού.
Άνοδο 68% για το σχιστολιθικό αέριο
Η DNV GL προβλέπει ότι οι παγκόσμιες κεφαλαιακές δαπάνες για την παραγωγή αερίου θα φτάσουν στα 737 δισ. δολάρια το 2025 και στα 587 δισ. δολάρια το 2050. Άλλες σημαντικές προβλέψεις για το μέλλον του φυσικού αερίου περιλαμβάνουν:
• Το μη συμβατικό αέριο (shale gas) θα αυξηθεί από το 2019 μέχρι το 2050, σημειώνοντας άνοδο κατά 68% σε σχέση με τα επίπεδα του 2017. Η νέα παραγωγή θα προέρχεται κυρίως από τη Βόρεια Αμερική.
• Η συμβατική παραγωγή φυσικού αερίου στην ξηρά θα διατηρηθεί στα σημερινά ποσοστά παραγωγής μέχρι τα τέλη του 2030. Στη συνέχεια, θα μειωθεί αργά έως τα μέσα του αιώνα, καταλήγοντας σε επίπεδα περίπου 19% χαμηλότερα από το 2017. Η παραγωγή έχει ήδη αρχίσει να μειώνεται στη Βόρεια Αμερική, αλλά θα συνεχίσει να αυξάνεται στη Βορειοανατολική Ευρασία μέχρι το 2033.
• Η παραγωγή αερίου σε ανοικτές θάλασσες θα αυξηθεί έως το 2040, σε ποσοστό περίπου 58% σε σχέση με το 2017. Το 2050 υπολογίζεται ότι θα είναι πάνω από το ένα τρίτο (39%) υψηλότερη σε σχέση με το 2017, ενώ οι μεγαλύτερες ποσότητες θα προέρχονται από τη Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική.
• Η παραγωγή ενέργειας θα είναι ο κύριος καταναλωτής φυσικού αερίου στις περισσότερες περιοχές, ενώ στη δεύτερη θέση ακολουθεί η βιομηχανία (κυρίως πετροχημικά) στην Κίνα, την Ινδία και τη Λατινική Αμερική.
www.worldenergynews.gr