Η ΔΕΗ σηκώνει και πάλι το κόστος αύξησης της ηλεκτροπραγωγής - Τα νούμερα και τα σενάρια
Η άνοδος του κόστους παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας που αναπόδραστα θα οδηγήσει και σε αυξήσεις τιμολογίων για τους τελικούς καταναλωτές, βρίσκεται στο τραπέζι των συζητήσεων εν όψει τόσο της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ όσο και της εφαρμογής του Target Model.
Η επόμενη δεκαπενταετία όπως δήλωσε πρόσφατα ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Μανόλης Παναγιωτάκης, θα είναι μια κρίσιμη περίοδος για το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας, τόσο για λόγους ασφάλειας εφοδιασμού, όσο και για τον έλεγχο του κόστους.
Ήδη τα μηνύματα είναι ανησυχητικά, είπε ο κ. Παναγιωτάκης και επικαλέστηκε την άνοδο των διεθνών τιμών πετρελαίου και συνεπακόλουθα του φυσικού αερίου, σε συνδυασμό με την αλματώδη άνοδο της τιμής των πιστοποιητικών CO2, που αυξάνουν σημαντικά το κόστος παραγωγής και πιέζουν ασφυκτικά για άνοδο των τιμών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τιμές του πετρελαίου brent στις διεθνείς αγορές κινούνται στα 75 δολάρια/βαρέλι ενώ πριν ένα χρόνο, στις 19/6/2017, βρίσκονταν γύρω στα 47 δολάρια/βαρέλι.
Ταυτόχρονα οι ρύποι, στην τελευταία σχετική δημοπρασία στην ευρωπαϊκή πλατφόρμα διαμορφώθηκαν στα 15,44 ευρώ ανά τόνο CO2/MWh από περίπου 5,5 ευρώ ανά τόνο CO2/MWh, που ήταν η μέση τιμή των δικαιωμάτων ρύπων το 2017.
Με δεδομένο ότι το ενεργειακό κόστος είναι ζωτικής σημασίας για την ελληνική οικονομία και κυρίως για τη βιομηχανία, η λύση σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτάκη, είναι η δημιουργία όσο το δυνατόν «περισσότερου χώρου» για διμερή συμβόλαια μεταξύ των παραγωγών ρεύματος και βιομηχανίας στο πλαίσιο του Target Model.
Μάλιστα όπως είπε, κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο εάν δεν θέλουμε να τεθεί εν αμφιβόλω ο στόχος για αύξηση της συμμετοχής της βιομηχανίας στο ΑΕΠ από 9% που είναι σήμερα σε 12% τα επόμενα 3 - 5 χρόνια.
Όμως, για να είναι ενδιαφέροντα για τη βιομηχανία τα διμερή συμβόλαια που υποστηρίζει ο κ. Παναγιωτάκης θα πρέπει η χρέωση του CO2 να συνεχίσει να υπολογίζεται με βάση το μείγμα παραγωγής δηλαδή λιγνίτης, φυσικό αέριο και υδροηλεκτρικά που έχουν μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, και όχι μεμονωμένα για κάθε μονάδα.
Αυτός άλλωστε είναι και ένας από τους λόγους που πολλοί υποστηρίζουν ότι η αγορά μιας μεμονωμένης λιγνιτικής μονάδας, δεν είναι συμφέρουσα επένδυση.
Αύξηση τιμολογίων ενόψει
Με δεδομένο δε ότι σήμερα στα τιμολόγια τόσο της υψηλής όσο και της μέσης τάσης υπάρχει διακριτή χρέωση των ρύπων, αλλά δεν υπάρχει αντίστοιχη διακριτή χρέωση στη χαμηλή τάση, όπως φαίνεται η πίεση για αύξηση των τιμολογίων πρώτα θα κατευθυνθεί προς τους οικιακούς καταναλωτές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη χονδρική αγορά, η Οριακή Τιμή Συστήματος (ΟΤΣ) σχεδόν όλες τις ώρες του εικοσιτετραώρου διαμορφώθηκε την περασμένη εβδομάδα σε επίπεδα άνω των 68 ευρώ/MWh, ενώ αυτή την εβδομάδα η περιορισμένη ζήτηση λόγω χαμηλότερων θερμοκρασιών, οδηγεί την ΟΤΣ στα 60 - 61ευρώ/MWh.
Πέρα από τα επιμέρους ενδιαφέροντα στοιχεία που αποκαλύπτει το σχετικό δελτίο του ΛΑΓΗΕ, όπως την προσφορά από λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ σε επίπεδα της τάξης των 67-68 ευρώ/ MWh, ή την πολύ περιορισμένη διαφοροποίηση των τιμών ανάλογα με την ώρα της ημέρας, σαν η ζήτηση που εκδηλώνεται κάθε συγκεκριμένη χρονική στιγμή να μην παίζει μεγάλο ρόλο, δείχνει και κάτι άλλο: Τα σημαντικά υψηλότερα επίπεδα χονδρικής στα οποία έχουν αρχίσει να διαμορφώνονται οι τιμές χονδρικής, περίπου 10 ευρώ/ MWh πάνω από τα επίπεδα του προηγούμενου μήνα.
Με δεδομένο ότι η ΔΕΗ κατέχει το 82% της αγοράς ενώ παράγει το 55-60%, αγοράζει από την χονδρική αγορά από 60 έως και 68 ευρώ/ΜWh.
Στην τιμή αυτή πρέπει να προστεθεί το ΠΧΕΦΕΛ (χρέωση προμηθευτή) και άλλες χρεώσεις που οδηγούν την τιμή στα περίπου 75 ευρώ/MWh.
Η τιμή αυτή θεωρείται εξαιρετικά υψηλή αφού πουλάει στη λιανική χωρίς να αυξάνει τα τιμολόγια έκπτωση 15% και στις δημοπρασίες ΝΟΜΕ με 40 ευρώ/MWh.
Με άλλα λόγια η ΔΕΗ αγοράζει περίπου 15.000.000 ΜWh για να καλύψει τις ανάγκες των πελατών της με επιβάρυνση περίπου 10 ευρώ/ΜWh και έτσι επιβαρύνεται με τουλάχιστον 150 εκατ. ευρω.
Παράλληλα υπολογίζεται ότι για δικαιώματα ρύπων το 2018 θα πληρώσει επιπλέον 280 εκατ. ευρώ.
Από αυτά ανακτά μόνο τα ποσά που προκύπτουν από τα τιμολόγια με διακριτή χρέωση των ρύπων δηλαδή από τα τιμολόγια της υψηλής και της μέσης τάσης.
Με βάση αυτά τα δεδομένα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα υποχρεωθεί σε αύξηση τιμολογίων ή σε κατάργηση της έκπτωσης του 15% κάτι το οποίο επί του παρόντος δεν συζητείται για πολιτικούς λόγους.
Πάντως εάν συνεχιστεί η τάση ανόδου των διεθνών τιμών του πετρελαίου και των ρύπων, όπως είναι και το πιθανότερο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των διεθνών αναλυτών, τότε η αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος δεν θα μπορέσει να καθυστερήσει για πολύ, όσο και αν η κυβέρνηση θέλει να την αποφύγει.
www.worldenergynews.gr