Υπερασπίστηκε κάθε πτυχή της πολιτικής της κυβέρνησης σε όλα τα επίπεδα ο πρωθυπουργός στην ομιλία του στο συνέδριο του Economist
Οικονομία, χρέος, μεταμνημονιακή εποπτεία και φυσικά η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ βρέθηκαν στο επίκεντρο της ομιλίας του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στο συνέδριο του Economist, το οποίο ολοκληρώθηκε σήμερα 15/6 στην Αθήνα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ομιλία του πρωθυπουργού δεν υπάρχει πουθενά ο όρος «καθαρή έξοδος» από το μνημόνιο, ενώ γίνεται ειδική αναφορά στο ζήτημα του χρέους και την ανάγκη να υπάρξει συμφωνία για αναδιάρθρωσή του στο επικείμενο Eurogroup της 21η Ιουνίου 2018.
Ο κ. Τσίπρας αντί για «καθαρή έξοδο» έκανε λόγο για «απεγκλωβισμό από το ειδικό καθεστώς των μνημονίων», προσθέτοντας ότι μέρος της διαπραγμάτευσης θα αποτελέσει και η «σχέσεις που θα έχουμε μετά το πέρας του προγράμματος με τους εταίρους μας», χωρίς, όμως, να προχωρήσει σε εκτενή αναφορά στο συγκεκριμένο θέμα.
Μιλώντας για τη συμφωνία με την ΠΓΔΜ, υπερασπίστηκε τις προσπάθειες της κυβέρνησης και υποστήριξε ότι μέσω αυτής της προσέγγισης με τη γειτονική χώρα, ενισχύεται η θέση της Ελλάδας όχι μόνο στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων αλλά σε όλη την Ευρώπη.
«Η πρόσφατη συμφωνία για την επίλυση της μακροχρόνιας διένεξης για το ονοματολογικό με την ΠΓΔΜ, συνιστά ιστορικής σημασίας νίκη για την Ελλάδα, με πολλαπλά οφέλη ΚΑΙ στο οικονομικό πεδίο.
Διότι, η διαιώνιση αυτού του προβλήματος, όχι απλά στερούσε δυνατότητες από την Ελλάδα, όχι απλά σπαταλούσε άγονα δυνάμεις στον τομέα της διπλωματίας, αλλά στερούσε τη δυνατότητα στη χώρα να συνάψει ισχυρούς δεσμούς οικονομικής συνεργασίας και συνανάπτυξης με την γειτονική μας χώρα και να διαδραματίσει τον ηγετικό ρόλο που της αξίζει στα Βαλκάνια», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
Για το θέμα της οικονομίας, επανέλαβε ότι η κυβέρνησή του έχει εφαρμόσει τις περισσότερες μεταρρυθμίσεις, μετατρέποντας την Ελλάδα από «πρόβλημα της ευρωπαϊκής κρίσης», σε μία χώρα που η οικονομία της ανακάμπτει με σταθερούς ρυθμούς και έχει επανακτήσει την αξιοπιστία της αλλά και την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Επανέλαβε ότι το θέμα του χρέους είναι ύψιστης σημασίας, προκειμένου η χώρα να ολοκληρώσει με επιτυχία το πρόγραμμα στήριξης και να βγει στις αγορές χωρίς να αντιμετωπίσει επιπλέον προβλήματα.
Δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει την ανάγκη για μεγαλύτερη συνεργασία στην Ευρώπη, ώστε να υπάρξει αλλαγή των υφιστάμενων πολιτικών, κυρίως των οικονομικών, καθώς «η λιτότητα όχι απλά δεν είναι μονόδρομος. Είναι ιστορικό λάθος».
Αναλυτικά η ομιλία του πρωθυπουργού
«Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Ευχαριστώ για την ιδιαίτερη τιμή να απευθύνω αυτή την ομιλία στο κλείσιμο του συνεδρίου του Economist, τo κύρος και η διεθνής απήχηση του οποίου μου δίνει την ευκαιρία να επικοινωνήσω στην παγκόσμια κοινότητα, και μάλιστα σε μια κομβική στιγμή, κατά την οποία λαμβάνουν χώρα σημαντικές εξελίξεις που αφορούν την Ελλάδα και το μέλλον της. Κατά τη διάρκεια των εργασιών του συνεδρίου, ακούστηκαν πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις τόσο για την Ευρωζώνη, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει και τις αναγκαίες αλλαγές που πρέπει να προχωρήσει, όσο και για τη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στην Ελλάδα και τις προοπτικές που διανοίγονται. Θέλω με τη σειρά μου να ξεκινήσω από τον εύστοχο τίτλο του συνεδρίου, και το σκέλος που αφορά την Ελλάδα, και να υπερθεματίσω ότι πράγματι, σήμερα, στην χώρα μας πνέει ένας ευνοϊκός άνεμος.
Ένας άνεμος ανανέωσης, αισιοδοξίας και ανάκαμψης. Για να φυσήξει όμως αυτός ο άνεμος, όπως και στο μύθο, χρειάστηκαν θυσίες, επιμονή και αποφασιστική δουλειά.
Προσπαθήσαμε από την πρώτη στιγμή που αναλάβαμε, τριάμισι χρόνια πριν, να επιμερίσουμε τα βάρη της προσαρμογής δίκαια, στον καθένα ανάλογα με τις δυνάμεις του και παράλληλα να διορθώσουμε τις αδικίες του παρελθόντος. Την ίδια στιγμή όμως, δώσαμε και μια μεγάλη μάχη για να αποκαταστήσουμε το κύρος και την ισχυρή θέση της χώρας στο διεθνές πεδίο. Κεκτημένα τα οποία χάθηκαν, στον κυκεώνα της κρίσης. Η οποία προφανώς δεν είχε μονάχα οικονομικές συνέπειες.
Καταφέραμε λοιπόν, μέσα σε αυτά τα χρόνια, μέσα από μια πολυδιάστατη, ενεργητική εξωτερική πολιτική, να αναβαθμίσουμε τη σχέση της χώρας με παραδοσιακούς συμμάχους της. Αλλά και να ανοίξουμε διαύλους συνεργασίας, με τις αναδυόμενες δυνάμεις στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, το οποίο αλλάζει με γοργούς ρυθμούς. Και φυσικά, να χτίσουμε βήμα - βήμα τις σχέσεις εμπιστοσύνης με τις γειτονικές μας χώρες, στη ζωτική για τα ελληνικά συμφέροντα, περιοχή των Βαλκανίων.
Ζωτική τόσο από γεωπολιτικής πλευράς, όσο όμως και από οικονομικής. Καθώς τα Βαλκάνια, αποτελούν μια περιοχή που αποτελεί τον κατεξοχήν ευνοϊκό χώρο, για τις ελληνικές επενδύσεις και την ενίσχυση των εξαγωγών. Με αυτή την έννοια, η πρόσφατη συμφωνία για την επίλυση της μακροχρόνιας διένεξης για το ονοματολογικό με την ΠΓΔΜ, συνιστά ιστορικής σημασίας νίκη για την Ελλάδα, με πολλαπλά οφέλη ΚΑΙ στο οικονομικό πεδίο. Διότι, η διαιώνιση αυτού του προβλήματος, όχι απλά στερούσε δυνατότητες από την Ελλάδα, όχι απλά σπαταλούσε άγονα δυνάμεις στον τομέα της διπλωματίας, αλλά στερούσε τη δυνατότητα στη χώρα να συνάψει ισχυρούς δεσμούς οικονομικής συνεργασίας και συνανάπτυξης με την γειτονική μας χώρα και να διαδραματίσει τον ηγετικό ρόλο που της αξίζει στα Βαλκάνια. Στερούσε τη δυνατότητα από τη Θεσσαλονίκη να μετατραπεί από άτυπη συμπρωτεύσουσα της Αθήνας σε ουσιαστική πρωτεύουσα Οικονομικών, εμπορικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων ολόκληρης της Βαλκανικής.
Και το χειρότερο, άφηνε διάπλατα ανοιχτό το δρόμο σε πρόθυμες τρίτες χώρες, να σπεύδουν μέσω επενδύσεων και γενικότερα οικονομικής στήριξης στους γείτονες μας, ώστε να εξυπηρετήσουν τα δικά τους ιδιοτελή συμφέροντα στο γεωπολιτικό πεδίο.
Επομένως, η χώρα με τις δύσκολές επιλογές μας και τη σκληρή μας προσπάθεια, τούτες τις μέρες αφήνει πίσω της μια μακρά εποχή μιζέριας και καχεξίας τόσο στην οικονομία όσο και στις διεθνείς της σχέσεις.
Μέσα σε τρία χρόνια καταφέραμε ότι άλλες κυβερνήσεις δεν κατάφεραν και σε ευκολότερες μάλιστα περιστάσεις, εδώ και πολλά χρόνια. Η Ελλάδα δεν είναι πια μια χώρα με καχεκτική οικονομία που παράλληλα χάνει διαρκώς τα διεθνή της ερείσματα.
Είναι πια μια χώρα που η οικονομία της ανακάμπτει δυναμικά και ταυτόχρονα μετρά πλέον νέους φίλους και συμμάχους. Και για τους λόγους αυτούς, ανακτά το σεβασμό και την αξιοπιστία έναντι των διεθνών εταίρων της. Και όσοι αυτό δεν το καταλαβαίνουν ή κάνουν ότι δε το καταλαβαίνουν προκειμένου να εξυπηρετήσουν μικροπολιτικά παιχνίδια στο εσωτερικό, δεν καταφέρνουν τίποτε παραπάνω από το να υπενθυμίζουν ότι εκπροσωπούν την Ελλάδα του χθες. Την Ελλάδα της αποτυχίας, της μιζέριας και της χρεοκοπίας. Και επειδή οι ίδιοι δεν μπορούν να αντέξουν τη δική τους ευθύνη για τη χρεοκοπία της Ελλάδας του χθες, αγωνίζονται να μας στερήσουν τη δυνατότητα να χτίσουμε την Ελλάδα του αύριο. Δε θα τα καταφέρουν.
Η Ελλάδα της οικονομικής ανάκαμψης, της ισχυρής παρουσίας στα Βαλκάνια και στη Μεσόγειο. Η Ελλάδα της σταθερότητας και της προόδου, είναι ήδη εδώ. Και κανείς δε θα μπορέσει να τη γυρίσει πίσω.
Φίλες και φίλοι,
Ο απεγκλωβισμός από το ειδικό καθεστώς των μνημονίων και η επιστροφή στο δρόμο της ανάπτυξης, ήταν ένας διαρκής και καθημερινός αγώνας όλο αυτό το διάστημα.
Σήμερα, βλέπουμε πια τα θετικά αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας, και μπορούμε τόσο εμείς, και κυρίως ο ελληνικός λαός, γιατί πρόκειται για συλλογική προσπάθεια,
να αισθανόμαστε δικαιωμένοι αλλά και πλέον πιο σίγουροι για την επόμενη μέρα.
Κάναμε τεράστια προσπάθεια να εξυγιάνουμε τα δημόσια οικονομικά της χώρας και το αποτέλεσμα είναι ιστορικό, τόσο για τα ελληνικά όσο και για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Και το σημαντικότερο, είναι ότι σήμερα υπάρχουν οι βάσεις για να διατηρηθεί αυτή η ισορροπία, που είναι τόσο απαραίτητη για την ευστάθεια της οικονομίας και τη μελλοντική της ανάπτυξη. Καταφέραμε, σε συνθήκες δύσκολες, να εφαρμόσουμε ένα πρωτοφανές σε εύρος και βάθος πρόγραμμα αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που άλλαξε εκ βάθρων την ελληνική οικονομία. Ενδεικτικά να αναφέρω μερικές εμβληματικές μεταρρυθμίσεις σε αυτή την κατεύθυνση που έρχονται να καλύψουν ελλείμματα δεκαετιών. Η χώρα λοιπόν αποκτά επιτέλους κτηματολόγιο, δασικούς χάρτες, χάραξη αιγιαλού, σαφείς χρήσεις γης, οργανωμένες υποδομές υποδοχής επιχειρήσεων, ένα ενιαίο νόμο για τις δημόσιες συμβάσεις, σύγχρονο εταιρικό δίκαιο, νέα απλά καθεστώτα αδειοδότησης και λειτουργίας επιχειρήσεων, σύγχρονο και αξιόπιστο φορολογικό μηχανισμό. Παράλληλα δρομολογούνται αλλαγές, στο δικαστικό σύστημα και τη δημόσια διοίκηση, ενισχύονται τα συστήματα κοινωνικής προστασίας και προωθούνται ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και εκπαίδευσης. Ο κατάλογος είναι μακρύς και ουσιαστικός. Με λίγα λόγια, η Ελλάδα πλέον είναι μια χώρα πιο αποτελεσματική, αξιόπιστη, με σαφείς και αδιάβλητους κανόνες, φιλική στις επενδύσεις, με θεσμούς που λειτουργούν και με κοινωνικές υποδομές ενισχυμένες.
Και όλα αυτά με την πιστοποίηση του ΟΟΣΑ, των διεθνών αναλυτών αλλά και των θεσμών, που χωρίς να είναι επιφυλακτικοί πια, διαμηνύουν προς όλες τις κατευθύνσεις ότι η Ελλάδα σήμερα είναι μια άλλη χώρα, μια χώρα - πρότυπο. Αλλά και στο πεδίο που κρίνονται και δοκιμάζονται όλα τα παραπάνω, δηλαδή το πεδίο της πραγματικής οικονομίας, διαγράφεται ξεκάθαρα πλέον αυτή η θετική κατάσταση. Η ελληνική οικονομία αναζωογονείται, τόσο από την παραγωγική ενεργοποίηση στο εσωτερικό της χώρας όσο και από την αυξημένη παρουσία επενδυτών του εξωτερικού. Οι ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης είναι θετικοί και αποκτούν δυναμική, η ανεργία μειώνεται σταθερά σε όλα τα τμήματα του εργατικού δυναμικού, οι εξαγωγές αυξάνονται με εντυπωσιακό ρυθμό κάθε χρόνο και διορθώνουν τις χρόνιες ανισορροπίες του Ισοζυγίου Πληρωμών.
Κερδίζουμε το στοίχημα της εξωστρέφειας και της μετάβασης σε ένα σύγχρονο παραγωγικό πρότυπο, που βασίζεται στην καινοτομία και τους τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις στη χώρα ανακάμπτουν, μεγάλα επενδυτικά έργα κατασκευάζονται σε όλη την επικράτεια, ενώ πολλά άλλα προγραμματίζονται τόσο από το δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. Αποτέλεσμα αυτών, η δημιουργία ζήτησης και απασχόλησης στις τοπικές κοινωνίες. Οι δείκτες οικονομικού κλίματος είναι στα υψηλότερα επίπεδα από την αρχή της κρίσης, οι δείκτες μεταποίησης και ζήτησης ενδιάμεσων αγαθών επίσης, ενώ οι αγορές δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και τις εκδόσεις ελληνικών ομολόγων, παρά την αβεβαιότητα της τρέχουσας συγκυρίας. Με το πέρας του προγράμματος τον Αύγουστο, κόβουμε τις γέφυρες με το παρελθόν και η χώρα μας εισέρχεται σε μια νέα εποχή. Ξαναδίνουμε στην έννοια των μεταρρυθμίσεων το πραγματικό της θετικό νόημα, εισάγοντας τομές με προοδευτικό κοινωνικό και οικονομικό πρόσημο. Προχωράμε με το δικό μας αναπτυξιακό σχέδιο για τη δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη, και την άμεση μείωση της ανεργίας.
Πρόκειται για ένα σχέδιο, καλά επεξεργασμένο, μια τομή στα μέχρι σήμερα δεδομένα της οικονομικής πολιτικής της χώρας, που συνδιαμορφώσαμε με την κοινωνία και τους παραγωγικούς φορείς. Σε αυτό ευθυγραμμίζονται οι στόχοι με τα κίνητρα και τα χρηματοδοτικά εργαλεία, για την ισόρροπη ανάπτυξη και τη βέλτιστη αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει η χώρα μας.
Ωστόσο φίλες και φίλοι,
Για να διατηρηθεί η παραπάνω εικόνα που σας περιέγραψα, αυτό το θετικό μομεντουμ που με τόσο κόπο διαμορφώσαμε, αλλά, κυρίως για να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας βιώσιμης και διατηρήσιμης ανάπτυξης στο μέλλον, υπάρχει μια τελευταία σημαντική εκκρεμότητα, η πλέον καταλυτική, και αναφέρομαι στα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
Ολοκληρώσαμε χθες με την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου εγκαίρως τις τελευταίες μας υποχρεώσεις όπως προβλέπονται στο τρίτο και τελευταίο πρόγραμμα στήριξης, και μας χωρίζει σχεδόν μια βδομάδα από το κρίσιμο Eurogroup της 21ης Ιουνίου, στο οποίο θα αποφασιστούν και θα εξειδικευτούν τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, στο περίγραμμα που τέθηκε στο περσινό Eurogroup του Ιουνίου του 2017, καθώς και το μεταμνημονιακό πλαίσιο που θα διέπει τη σχέση μας με τους εταίρους.
Χρειαζόμαστε μια απόφαση καθαρή, με σαφές μήνυμα στις αγορές και χωρίς αστερίσκους.
Μια απόφαση, θα τολμήσω να πω, γενναία και αντάξια των ιστορικών περιστάσεων όχι μόνο στενά για την ελληνική περίπτωση, αλλά, για το σύνολο της ευρωζώνης και το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Γιατί αυτή η απόφαση, θα είναι το πρόκριμα για την αντιμετώπιση ανάλογων κρίσεων στο μέλλον αλλά κυρίως για την κατεύθυνση που θα ακολουθησει η ευρωζώνη. Θα καταδείξει, αν έγινε αντιληπτό, ότι η κρίση της Ελλάδας και των άλλων χωρών, ήταν κρίση της ίδιας της ευρωζώνης, και όχι ειδικές ή έκτακτες περιπτώσεις που μπορούσαν να αντιμετωπιστούν αποσπασματικά. Καθώς και το αν συνειδητοποιήθηκε τελικά ότι το κοινό νόμισμα δημιουργεί μοιραία αλληλεξάρτηση μεταξύ των χωρών - μελών και η βιωσιμότητά του εξαρτάται από τη δυνατότητα κοινού βηματισμού μας. Πρέπει λοιπόν να σκεφτούμε σοβαρά πάνω στην εμπειρία της κρίσης και να αντλήσουμε διδάγματα. Να αναρωτηθούμε γιατί μια κρίση εξωγενής, που βρήκε την Ευρώπη δεν δημιουργήθηκε εδώ, κράτησε τόσο πολύ, και μάλιστα πολύ περισσότερο απ' ότι στην Αμερική όπου και ξεκίνησε. Να ξεκινήσουμε μια ειλικρινή συζήτηση για το αν έφτασε η ώρα να περάσουμε από την εκ των άνω επιβολή κανόνων άκαμπτων, στην δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής διακυβέρνησης με διακριτικά μέσα οικονομικής πολιτικής.
Έχουν πληθύνει τα σημάδια, και η εμπειρία δείχνει ότι το να θέτουμε απόλυτους στόχους, αποκλειστικά αριθμητικά προσδιορισμένους, όπως είναι η σταθερότητα του νομίσματος και το ύψος του δημοσιονομικού ελλείμματος και να περιμένουμε κοινωνίες ολόκληρες να προσαρμοστούν κάτω από αυτούς πάση θυσία, και ανεξαρτήτως των εκάστοτε ειδικών συνθηκών, δεν μπορεί να λειτουργήσει μακροπρόθεσμα.
Το μόνο που επιτυγχάνουμε είναι να εισάγουμε στις χώρες – μέλη συνθήκες ακραίας λιτότητας, που προκαλούν εσωτερική πολιτική κρίση και τελικά αμφισβήτηση της νομιμοποίησης ολόκληρου του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Ειδικά, όταν άλλες οικονομικές δυνάμεις προσαρμόζουν την οικονομική τους πολιτική στους στόχους της απασχόλησης και της ανάπτυξης ή ακόμη και της ενίσχυσης της γεωπολιτικής επιρροής τους. Δεν γίνεται να μετατρέψουμε τις χώρες της ευρωζώνης σε συνταγματικά κλουβιά, με κανόνες που ορίζονται παρακάμπτοντας κάθε δημοκρατικό διάλογο. Ενώ είναι επίσης παράδοξο, να βάζουμε μπροστά αποκλειστικά τους οικονομικούς στόχους, και να περιμένουμε σε δεύτερο χρόνο να προκύψει η ευρωπαϊκή συνείδηση και ο ενεργός ευρωπαίος πολίτης με πίστη και προσήλωση στις ευρωπαϊκές αξίες. Αν συνεχίσουμε να το κάνουμε αυτό είναι σα να βάζουμε διαρκώς το κάρο μπροστά από το άλογο.
Αντιθέτως, η αναγνώριση της αμοιβαιότητας και της κοινής μοίρας των ευρωπαϊκών λαών είναι αυτή που θα εμπνεύσει πίστη στο ευρωπαϊκό εγχείρημα της ενοποίησης, και στα βήματα που θα χρειαστούν για να φτάσουμε εκεί. Και αυτά πρέπει να εξηγηθούν στους λαούς, των οποίων η δυνατότητα να αποφασίζουν συλλογικά και δημοκρατικά δεν μπορεί επ’ ουδενί να αμφισβητείται, με αποτέλεσμα να νομιμοποιείται μια πρακτική εξωτερικών καταναγκασμών, η οποία είναι φυσικά, παντελώς ξένη με την ευρωπαϊκή δημοκρατική κουλτούρα. Η παγκοσμιοποίηση, είναι σαφές ότι θέτει σοβαρές προκλήσεις τόσο στην ευρωζώνη όσο και στην Ευρώπη. Ο κόσμος γίνεται πολυπολικός. Οι ανερχόμενες οικονομικές δυνάμεις της Ασίας για παράδειγμα, δεν ανταγωνίζονται πλέον τις αναπτυγμένες οικονομίες μόνο με όρους χαμηλού κόστους παραγωγής, αλλά, εισέρχονται δυναμικά στους τομείς της έρευνας και της καινοτομίας.
Από την άλλη πλευρά η Αμερική, διατηρεί την πρωτοκαθεδρία και το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, αλλά πιέζεται από την μετατόπιση των τεκτονικών πλακών της παγκόσμιας οικονομίας ανατολικότερα, και επανακαθορίζει τη στρατηγική της με γνώμονα, όπως φαίνεται, τα στενά εθνικά της συμφέροντα. Η Ευρώπη από την άλλη είναι μια ένωση χωρών, με δημογραφικές, αναπτυξιακές και πολιτικές προκλήσεις που αναζητά το βηματισμό της στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον που διαμορφώνεται.
Διαθέτουμε όμως ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα, και μια ιστορική παρακαταθήκη σεβασμού των ανθρωπίνων και εργασιακών δικαιωμάτων, ισχυρού κράτους δικαίου και δημοκρατικής πολυφωνίας. Παραδείγματα υψηλής ανάπτυξης υπήρξαν και υπάρχουν παγκοσμίως κατά καιρούς πολλά, αλλά η Ευρώπη είναι αυτή που ιστορικά κατάφερε να συνδυάσει ταυτόχρονα την ανάπτυξη με τα δικαιώματα, το κοινωνικό κράτος και τη δημοκρατία.
Αυτή είναι μια ιστορική κληρονομιά που οφείλουμε να διαφυλάξουμε. Χωρίς να λειτουργούμε φοβικά, πρέπει να κάνουμε εκείνα τα τολμηρά βήματα που απαιτούνται, ώστε όλοι μαζί να βγούμε δυναμικά στο προσκήνιο. Κι αυτό προϋποθέτει εμβάθυνση της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης, στήριξη των ευρωπαϊκών κοινωνικών δομών, αλλά και ενίσχυση της ενιαίας πολιτικής ασφάλειας και άμυνας της Ευρώπης. Επομένως φίλες και φίλοι, μόνο οι κανόνες δεν επαρκούν για να προχωρήσει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στο σημερινό κόσμο. Οι λύσεις του χτες δεν απαντούν στις προκλήσεις του σήμερα. Και η ζωή δυστυχώς μπορεί να κατανοηθεί προς τα πίσω αλλά πρέπει να βιωθεί προς τα εμπρός. Πρέπει δηλαδή να τολμήσουμε, και να υπερβούμε την παραδοσιακή ευρωπαϊκή αντίδραση του «πολύ λίγο – πολύ αργά» απέναντι σε κάθε πρόβλημα που ανακύπτει. Είναι καιρός, στη βάση ενός κοινωνικού συμβολαίου για την νέα Ευρώπη των λαών που θέλουμε, να δώσουμε προτεραιότητα στη μείωση των ανισοτήτων, στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στην επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, στην προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων και στην ενίσχυση της λογοδοσίας και της δημοκρατικής συμμετοχής.
Η λιτότητα όχι απλά δεν είναι μονόδρομος. Είναι ιστορικό λάθος. Μπορούμε με κοινές και συντονισμένες προσπάθειες, να αντλήσουμε πόρους από την πάταξη της φοροαποφυγης μέσω των φορολογικών παραδείσων, και να κατευθύνουμε στοχευμένα τους πόρους που θα προκύψουν για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Και αυτή η συζήτηση έχει ήδη ξεκινήσει.
Φίλες και φίλοι,
Η αντιμετώπιση της κρίσης, και η προστασία των κοινωνικών ομάδων που χτυπήθηκαν από αυτήν, έγινε για μας απόλυτη προτεραιότητα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά, ποτέ δε βάλαμε σε δεύτερη μοίρα το ρόλο μας ως ευρωπαϊκό μέλος, με φωνή και συμμετοχή στα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν την Ευρώπη. Με την ίδια μέριμνα και με σοβαρή δουλειά χειριστήκαμε και τα μεγάλα εθνικά μας θέματα. Τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το Κυπριακό, το Μακεδονικό. Την κατεύθυνση που προτείνουμε σήμερα για την Ευρώπη την αποδείξαμε στην πράξη, από το δικό μας επίπεδο επιρροής, στη βάση της συνανάπτυξης και της αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ των χωρών.
Όπως καλή ώρα τώρα, με μακεδονικό ζήτημα, αποδεικνύουμε ότι μια διένεξη δεκαετιών, όταν υπάρχει βούληση μπορεί να επιλυθεί ισορροπημένα και με το βέλτιστο δυνατό τρόπο, χωρίς να θιγεί ούτε το εθνικό συμφέρον αλλά ούτε και η αξιοπρέπεια των λαών.
Αγαπητοί φίλοι, αυτές τις μέρες που διεξάγεται το Συνέδριό σας να ξέρετε ότι η Ελλάδα γυρίζει σελίδα και μπροστά σε κρίσιμες και ιστορικές αποφάσεις, όλοι καλούνται να τοποθετηθούν απέναντι στην ιστορία.
Θέλω να σας εκμυστηρευτώ, από τη μικρή μεν αλλά πλούσια σε πυκνότητα γεγονότων εμπειρία μου ως πρωθυπουργός που κλήθηκα να διαχειρισθώ κρίσιμα για τη χώρα θέματα και κρίσιμες αποφάσεις: Δεν υπάρχει πολιτικό κόστος. Αυτό που υπάρχει είναι η επιλογή ανάμεσα στον πολιτικό στρουθοκαμηλισμό και την πολιτική της ευθύνης.
Το ίδιο κάναμε και για την οικονομική κρίση. Το ίδιο στα εθνικά θέματα. Το ίδιο κάναμε και στο ζήτημα της προσφυγικής κρίσης.
Όπου προτάξαμε τον ανθρωπισμό και την αλληλεγγύη, και δεν κάναμε τα στραβά μάτια όπως άλλοι, λέγοντας ότι δεν πρόκειται για δικό μας πρόβλημα. Η ιστορία και ο λαός θα μας κρίνει. Το σίγουρο είναι ότι μια χώρα που τρία χρόνια πριν ήταν μέρος της κρίσης, αν όχι η ίδια η κρίση στην Ευρώπη, σήμερα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της λύσης για την Ευρώπη.
Αυτό το μήνυμα ήθελα να εκπέμψω με την ευκαιρία της παρουσίας μου εδώ, στο φετινό συνέδριο του Εconomist. Και να καλέσω άλλη μια φορά τη διεθνή κοινότητα να εμπιστευτεί και να στηρίξει την Ελλάδα και την προσπάθεια της.
Σας ευχαριστώ».
www.worldenergynews.gr