Τελευταία Νέα
Αναλύσεις

Πώς θα επωφεληθούν ΔΕΗ και βιομηχανία από τα δωρεάν δικαιώματα ρύπων

Πώς θα επωφεληθούν ΔΕΗ και βιομηχανία από τα δωρεάν δικαιώματα ρύπων
Η Ελλάδα συμπεριελήφθη στα δωρεάν δικαιώματα ρύπων. Η απόφαση προβλέπει ότι τα χρήματα που δεν θα διαθέτει για την αγορά των δικαιωμάτων θα μπορούν να επενδύονται για τον εκσυγχρονισμό των ενεργειακών συστημάτων, την αναβάθμιση της ενεργειακής αποτελεσματικότητας και την τηλεθέρμανση 
Περισσότερο χρόνο για τον σχεδιασμό της απεξάρτησης από τον λιγνίτη και τη μετάβαση στην εποχή του μηδενικού άνθρακα, που έχει θέσει ως στόχο της Ευρωπαϊκή Ένωση, εξασφάλισαν χθες (15/12) η Ελλάδα, αλλά και η ΔΕΗ μέσω της απόφασης της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την παροχή δωρεάν δικαιωμάτων ρύπων για την περίοδο 2021-2030.  
Η Ελλάδα συμπεριελήφθη στα δωρεάν δικαιώματα ρύπων, μετά από τροπολογία που κατατέθηκε από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα με πρωτοβουλία της Ευρωβουλευτού Μαρίας Σπυράκη, την οποία μάλιστα συνυπέγραψαν μια σειρά από ισχυρούς Ευρωβουλευτές και κατ΄ αρχήν υπερψηφίστηκε από την Επιτροπή Βιομηχανίας και Ενέργειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τον περασμένο Οκτώβριο. 
Η συγκεκριμένη Επιτροπή συνέταξε σχετική γνωμοδότηση και το θέμα ετέθη χθες προς συζήτηση στην Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου, η οποία υπερψήφισε συμβιβαστική διάταξη. 
Με τη διάταξη  αυτή η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών που θα λαμβάνουν δωρεάν δικαιώματα ρύπων (40%) για την περίοδο 2021-2030, καθώς έγινε αποδεκτή ως βάση υπολογισμού του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας το 2014 και όχι το 2013 όπως προέβλεπε η πρόταση της Κομισιόν για το σύνολο των χωρών της ΕΕ. 

Δύο ταμεία για την χρηματοδότηση του εκσυγχονισμού των ενεργειακών συστημάτων  

Ωστόσο η απόφαση προβλέπει ότι τα χρήματα που δεν θα διαθέτει η χώρα για την αγορά των δικαιωμάτων θα τα επενδύει μέσω του Ταμείου Υποστήριξης επενδύσεων για τον εκσυγχρονισμό των ενεργειακών συστημάτων και την αναβάθμιση της ενεργειακής αποτελεσματικότητας, με τη σύμφωνη γνώμη της διοίκησης του Ταμείου στην οποία θα συμμετέχουν εκπρόσωποι των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. 
Επίσης προβλέπεται η δημιουργία και ενός δεύτερου ταμείου που θα υποστηρίζει και θα μοχλεύει επενδύσεις εκσυγχρονισμού των ενεργειακών συστημάτων, τηλεθέρμανσης και βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης. 
Μάλιστα στο κείμενο της απόφασης αναφέρεται σαφώς ότι οι επενδύσεις θα αφορούν τον εκσυγχρονισμό των ενεργειακών συστημάτων και όχι μόνο τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, όπως επέμεναν διάφορες πηγές προσκείμενες σε περιβαλλοντικές οργανώσεις. 
Οι ίδιες πηγές μάλιστα σημείωναν ότι με την απόφαση της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου στην πραγματικότητα η ΔΕΗ δεν θα έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει επενδύσεις στις λιγνιτικές μονάδες παραγωγής αλλά μόνο στις ΑΠΕ. 
Όπως διευκρίνιζαν ωστόσο πηγές του Ευρωκοινοβουλίου πουθενά στην απόφαση δεν αναφέρονται οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, στις οποίες άλλωστε η Ελλάδα έχει επιτύχει τους στόχους της ΕΕ ειδικά δε στον τομέα των φωτοβολταικών. 
Εξάλλου παράγοντες της ΔΕΗ διευκρίνιζαν ότι η επιχείρηση σε καμία περίπτωση δεν σχεδίαζε την άντληση πόρων από τα δικαιώματα ρύπων για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε λιγνιτικές μονάδες. 
Αυτό που επιδιώκει η ΔΕΗ είναι η μείωση του κόστους παραγωγής της και όπως ανέφερε η ίδια στη σχετική ανακοίνωση της η απόφαση της Επιτροπής Περιβάλλοντος «αν και δεν αποτελεί ακόμα πλήρη δικαίωση του ελληνικού αιτήματος, παρόλα αυτά, στην ουσία, συνιστά αναγνώρισή του.»  
Αξίζει να αναφερθεί ότι πέραν της κ. Σπυράκη η οποία υποστήριξε το ελληνικό αίτημα στην Επιτροπή Βιομηχανίας και Ενέργειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όπου συμμετέχει οι ευρωβουλευτές των υπολοίπων κομμάτων εκτός του Μιχάλη Ανδρουλάκη δεν συνέβαλαν με την ψήφο τους στην προσπάθεια επίτευξης του αποτελέσματος.
Πρέπει να σημειωθεί τέλος πως το όλο θέμα αναμένεται να συζητηθεί και πάλι στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενώ και η Eurelelectric με ανακοίνωση της επισημαίνει ότι θα χρειαστεί χρόνος προκειμένου να εξευρεθεί η κατάλληλη αποζημίωση για εκείνα τα κράτη-μέλη που έχουν υψηλής έντασης εκπομπές άνθρακα και χαμηλά επίπεδα κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Αυτές οι χώρες, εκτιμά, θα βρεθούν αντιμέτωπες με σημαντικά υψηλότερες επενδυτικές ανάγκες συγκριτικά με την υφιστάμενη πρόταση της Κομισιόν, και ως εκ τούτου, θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερη επιβάρυνση, ως αποτέλεσμα της αυξημένης φιλοδοξίας στους ενεργειακούς στόχους που τέθηκαν από την ΕΕ.

www.worldenergynews.g

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης