Ενέργεια

Αλ.Σδούκου στο Capital Link: Αυτοί είναι οι στόχοι της ελληνικής ενεργειακής πολιτικής

Αλ.Σδούκου στο Capital Link: Αυτοί είναι οι στόχοι της ελληνικής ενεργειακής πολιτικής
Το στίγμα και τις προτεραιότητες της ελληνικής ενεργειακής πολιτικής ανέλυσε η Αλεξάνδρα Σδούκου στο συνέδριο της Capital Link στη Νέα Υόρκη

H υφυπουργός Ενέργειας κυρία Αλεξάνδρα Σδούκου, μιλώντας στο Capital Link στη Νέα Υόρκη έδωσε το στίγμα για το ενεργειακό περιβάλλον της Ευρώπης, παρουσιάζοντας την ελληνική ενεργειακή πολιτική.

Ανακυτικά η κυρία Σδούκου τόνισε τα εξής:

«Θέλω να ευχαριστήσω τον κ. και την κα. Μπορνόζη για την πρόσκληση σε αυτό το εξαιρετικό φόρουμ που λειτουργεί ως σημαντική γέφυρα μεταξύ της Ελλάδας και της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας.

Και, αν μου επιτρέπετε, εν μέσω μίας μοναδικής χρονικής συγκυρίας, καθώς βρισκόμαστε σε μια εποχή διεθνών συγκρούσεων, αβεβαιότητας και περιφερειακών εντάσεων που απειλούν να εξελιχθούν σε παγκόσμια κρίση.

Μια εποχή όπου η ασφάλεια είναι ζητούμενο και η παγκόσμια ηγεσία χρειάζεται ενίσχυση.

Ασφάλεια και ηγεσία.

Τα δύο βασικά στοιχεία που χρειαζόμαστε για να πορευτούμε σε αυτές τις δύσκολες εποχές.

Μέσα σε όλο αυτό, η Ελλάδα έχει επιτύχει σημαντικά πράγματα στον τομέα της ενέργειας που πριν λίγα χρόνια έμοιαζαν σχεδόν αδύνατα.

Αυτές οι επιτυχίες δεν συνέβησαν από τη μια μέρα στην άλλη. Απαιτήθηκε ισχυρή δέσμευση από την κυβέρνησή μας και σημαντικές επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα.

Εκτιμούμε ότι οι επενδύσεις σε μεγάλα έργα στην ελληνική αγορά έφτασαν τα ~18 δισεκατομμύρια ευρώ την τελευταία δεκαετία… χωρίς να περιλαμβάνονται οι επενδύσεις σε μικρότερα και μεσαία έργα.

Η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στον ενεργειακό τομέα και προσπαθεί να θέσει ένα παράδειγμα σε ένα ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον γεμάτο προκλήσεις.


Πρώτον, αντιμετωπίζουμε γεωπολιτικές εντάσεις.


Συγκρούσεις όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι εντάσεις στη Μέση Ανατολή—περιοχές ζωτικής σημασίας για την παγκόσμια ενεργειακή προσφορά—έχουν αυξήσει τα κόστη, έχουν διαταράξει τις εφοδιαστικές αλυσίδες και εγείρουν ανησυχίες για τη σταθερότητα.

Η πραγματικότητα είναι ότι οι παγκόσμιες αγορές φυσικού αερίου περιορίζονται, αυξάνοντας τα κόστη για την Ευρώπη. Με τον χειμώνα να αναμένεται πιο ψυχρός από τον προηγούμενο, η Ευρώπη έχει αυξήσει τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), ειδικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά παραμένει εξαρτημένη.

Επιπλέον, αβεβαιότητα υπάρχει για το πόσο φυσικό αέριο θα έρθει μέσω των ρωσικών αγωγών μετά την 1η Ιανουαρίου.


Δεύτερον, οι ενεργειακές τιμές παραμένουν σοβαρή πρόκληση.


Παρά την ηγετική θέση της Ευρώπης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εξακολουθούμε να αντιμετωπίζουμε υψηλές τιμές και αστάθεια. Το 2024, οι τιμές φυσικού αερίου στην ΕΕ ήταν σχεδόν 5 φορές υψηλότερες από αυτές στις ΗΠΑ, ενώ οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τη βιομηχανία ήταν περίπου 2,5 φορές υψηλότερες.

Αυτή η διαφορά οφείλεται κυρίως στην εξάρτηση της Ευρώπης από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ που εξάγουν ενέργεια.

Υπήρξαν επίσης μεγάλες αποκλίσεις τιμών εντός της Ευρώπης.

Για παράδειγμα, στις 11 Ιουλίου 2024, η ωριαία τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ουγγαρία έφτασε τα €940/MWh, ενώ στην γειτονική Αυστρία ήταν μόλις €61/MWh—μια διαφορά δεκαπενταπλάσια.

Αυτό είναι ένα ζήτημα που ο Έλληνας Πρωθυπουργός πιέζει έντονα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιλύσει.


Τρίτον, η ανάπτυξη ενεργειακών υποδομών είναι αργή.


Έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και αναβαθμίσεις δικτύου συχνά χρειάζονται χρόνια για να ολοκληρωθούν. Επίσης, η έλλειψη επαρκών διασυνδέσεων στην Ευρώπη παραμένει σοβαρή πρόκληση, συμβάλλοντας σε υψηλότερες τιμές ενέργειας και μειωμένη αποδοτικότητα της αγοράς.

Τελικά, οι καταναλωτές ρωτούν: «Πότε θα ωφεληθούμε από φθηνότερη ενέργεια από ΑΠΕ;»


Τέταρτον, η Ευρώπη υστερεί σε ανταγωνιστικότητα στην παραγωγή καθαρής τεχνολογίας.


Παρόλο που η Ευρώπη υστερεί στην έρευνα και την καινοτομία και δυσκολεύεται να αξιοποιήσει την όποια πρόοδο σημειώνεται σε μεγάλη κλίμακα.

Αντίθετα, η Κίνα κινείται γρήγορα, διατηρώντας χαμηλά κόστη παραγωγής, ελέγχοντας τις εφοδιαστικές αλυσίδες, παρέχοντας σημαντικές κρατικές επιδοτήσεις και επιταχύνοντας τις διαδικασίες έγκρισης.

Αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν ένα ισχυρό περιβάλλον για επενδύσεις και ανάπτυξη, κάτι στο οποίο η Ευρώπη πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο.

Παρά τις προκλήσεις αυτές, η Ελλάδα έχει παραμείνει επικεντρωμένη και έχει πετύχει αξιοσημείωτες προόδους στον ενεργειακό τομέα τα τελευταία πέντε χρόνια.

Τα ελληνικά επιτεύγματα


Η Ελλάδα έχει επιτύχει σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (GHG), ξεπερνώντας τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

Οι εκπομπές της Ελλάδας όμως, αντιπροσωπεύουν περίπου το 0,15% των παγκόσμιων εκπομπών. Ακόμα κι αν τις μηδενίζαμε αύριο, θα ήταν μόνο "μία σταγόνα στον ωκεανό".

Μεταξύ 2005 και 2022, η Ελλάδα μείωσε τις καθαρές εκπομπές της κατά 43%, ξεπερνώντας τη μείωση 24% της ΕΕ κατά την ίδια περίοδο.

Αυτή η πρόοδος οφείλεται κυρίως στη μείωση κατά 62% των εκπομπών CO2 από την ηλεκτροπαραγωγή. Αυτή η μείωση επιτεύχθηκε με την κατάργηση των λιγνιτικών μονάδων—οι εκπομπές από λιγνίτη μειώθηκαν κατά 83%.

Το 2024, ο λιγνίτης αντιστοιχούσε μόνο στο 6% της ηλεκτροπαραγωγής μας και μέχρι το 2028, δεσμευόμαστε για πλήρη κατάργηση του.

Παράλληλα, έχουμε διπλασιάσει την εγκατεστημένη δυναμικότητα ΑΠΕ από το 2018.

Σήμερα, πάνω από το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας προέρχεται από ΑΠΕ, όπως φωτοβολταϊκά και αιολικά, ενώ το ποσοστό είναι ακόμη υψηλότερο αν συμπεριληφθούν τα υδροηλεκτρικά. Η Ελλάδα αναγνωρίζεται πλέον ως παγκόσμιος ηγέτης στην ενσωμάτωση ηλιακής και αιολικής ενέργειας στο δίκτυο.


Οι στόχοι


Μέχρι το τέλος της δεκαετίας, στοχεύουμε το 75% της ηλεκτρικής μας ενέργειας να προέρχεται από ΑΠΕ.

∙ Μέχρι το 2035, το ποσοστό αυτό θα ανέλθει σχεδόν στο 96%.

Για να πετύχουμε αυτούς τους στόχους, προωθούμε νέες μορφές ενέργειας.

Η υπεράκτια αιολική ενέργεια είναι μία από τις βασικές μας προτεραιότητες, με προγραμματισμένη δυναμικότητα 1,9 GW έως το 2032.

Επεκτείνουμε την παραγωγή βιομεθανίου σε 2 TWh έως το 2030 και 3,5 TWh έως το 2040.

Παράλληλα, προχωρούμε σταθερά στην παραγωγή πράσινου υδρογόνου, με στόχο 1 TWh έως το 2030 και αύξηση σε 20 TWh έως το 2050.

Η αποθήκευση ενέργειας είναι επίσης κρίσιμο μέρος της στρατηγικής μας.

Μέχρι το 2030, σχεδιάζουμε την εγκατάσταση 6,2 GW δυναμικότητας αποθήκευσης ενέργειας.

Αυτό θα διασφαλίσει την αξιοπιστία και την ευελιξία του ενεργειακού μας συστήματος.

Ήδη, υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον τριπλάσιο από αυτό που χρειαζόμαστε.

Οι διασυνδέσεις είναι εξίσου σημαντικές.

Μέσω ενός φιλόδοξου προγράμματος, δημιουργούμε έναν Πράσινο Ενεργειακό Διάδρομο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Αυτό θα συνδέσει τα ενεργειακά συστήματα της Νότιας και της Βόρειας Μεσογείου, μετατρέποντας την Ελλάδα από εισαγωγέα ενέργειας σε σημαντικό εξαγωγέα.

Μέχρι το 2035, η Ελλάδα θα εξάγει 3,5 TWh καθαρής ενέργειας, και μέχρι το 2045, πάνω από 11 TWh.

Πέρα από τα έργα ΑΠΕ και τις διασυνδέσεις, εδραιώνουμε μια ισχυρή αλυσίδα αξίας για την αποθήκευση και αξιοποίηση άνθρακα, δείχνοντας τη δέσμευσή μας για μείωση των εκπομπών στις βιομηχανίες που είναι δύσκολο να αποδεσμευθούν από τον άνθρακα.

Η πρώτη εγκατάσταση αποθήκευσης άνθρακα βρίσκεται υπό κατασκευή και αναμένεται να λειτουργήσει το 2027.

Η ρεαλιστική μας προσέγγιση περιλαμβάνει επίσης το φυσικό αέριο, το καθαρότερο ορυκτό καύσιμο, ως μέρος του ενεργειακού μας μίγματος για τις επόμενες δεκαετίες.

Ένα σημαντικό ορόσημο είναι η ολοκλήρωση του FSRU Αλεξανδρούπολης—μια επένδυση ~€360 εκατ.—με δυναμικότητα επαναεριοποίησης 5,5 bcm/έτος, που μειώνει την εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και ενισχύει την ενεργειακή ασφάλεια στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Ένα άλλο σημαντικό έργο είναι ο Κάθετος Διάδρομος, όπου συνεργαζόμαστε με έξι χώρες—Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Μολδαβία και Ουκρανία—για να δημιουργήσουμε εναλλακτικές διαδρομές προμήθειας φυσικού αερίου.

Οι τερματικοί σταθμοί LNG Ρεβυθούσας και Αλεξανδρούπολης είναι βασικά μέρη αυτού του συστήματος, με συνολική δυναμικότητα αποθήκευσης 378.500 κυβικών μέτρων και δυναμικότητα επαναεριοποίησης 12,5 bcm/έτος.

Τέλος, το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα της Ελλάδας παρέχει έναν σαφή οδικό χάρτη, με επενδύσεις που ξεπερνούν τα €436 δισ. έως το 2050.
Αυτό δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες για ιδιωτικά κεφάλαια σε τομείς όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η αποθήκευση ενέργειας, οι διεθνείς και εγχώριες διασυνδέσεις, τα έξυπνα δίκτυα και η ηλεκτροκίνηση.

Μέχρι το 2030, προγραμματίζουμε επενδύσεις ύψους €95,9 δισ.
Στην έκδοση του 2019, αυτό το ποσό ήταν €44 δισ.
Έτσι, μέσα σε 5 χρόνια, υπερδιπλασιάσαμε τους πράσινους επενδυτικούς στόχους μας για τη δεκαετία.

Παράλληλα, αξιοποιούμε μια σειρά από δημόσια χρηματοδοτικά εργαλεία για να ενθαρρύνουμε και να μειώσουμε τους κινδύνους για τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Κάνοντας, έτσι, την Ελλάδα έναν από τους πιο ελκυστικούς προορισμούς για πράσινες επενδύσεις στον κόσμο!

Και αυτές είναι επενδύσεις που θα μεταμορφώσουν τη χώρα μας.

Οι επενδύσεις ύψους €436 δισ. που απαιτούνται τα επόμενα 25 χρόνια για να επιτύχουμε τον στόχο του μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα έως το 2050 έχουν απόλυτα θετική επίδραση στην οικονομία μας.

Σύμφωνα με μελέτη της McKinsey για τον κοινωνικοοικονομικό αντίκτυπο της πορείας μας προς τον στόχο μηδενικού άνθρακα έως το 2050, αυτές οι επενδύσεις θα συμβάλουν κατά 2,5% στο ΑΕΠ μας και θα δημιουργήσουν και διατηρήσουν 200.000 θέσεις εργασίας για τα επόμενα 25 χρόνια.

Κλείνοντας, θέλω να επιστρέψω στο σημείο που ανέφερα στην αρχή.

Είμαστε μια μικρή χώρα σε έναν μεγάλο κόσμο που απεγνωσμένα χρειάζεται ασφάλεια και ηγεσία.
Είμαστε μικροί, αλλά ανταποκρινόμαστε στις περιστάσεις. Κάνουμε το καθήκον μας!

Ηγούμαστε με το παράδειγμά μας, δείχνοντας πώς η κλιματική δράση μπορεί να συνδυαστεί με την οικονομική ανάπτυξη.

Ενισχύουμε την περιφερειακή ενεργειακή ασφάλεια μέσα από τα λόγια μας, τις πράξεις μας, τις συνεργασίες μας και τα έργα μας.

Και θα παραμείνουμε αφοσιωμένοι στους στόχους μας, αλλά και στους συμμάχους και φίλους που μοιράζονται τις ίδιες αξίες μας.

www.worldenergynews.gr

 

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης