Χάρη στις ειδικές επιστρώσεις που διαθέτουν, τα ενεργειακά τζάμια βελτιώνουν κατά 220% τη θερμομόνωση ενός σπιτιού σε σχέση με τους κοινούς διπλούς υαλοπίνακες
Πολλοί, ίσως οι περισσότεροι, θεωρούν πως ένα παράθυρο με διπλό τζάμι συμβάλει στη θερμομόνωση της κατοικίας τους και περιορίζει τις δαπάνες για κλιματισμό και θέρμανση, το καλοκαίρι και τον χειμώνα αντίστοιχα.
Και θα είχαν δίκιο να το πιστεύουν στην περίπτωση που το διπλό τζάμι θα είχε κατασκευαστεί με τρόπο που να δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό «ενεργειακό».
Δυστυχώς, όμως, τις περισσότερες φορές το παράθυρο με το διπλό τζάμι που υπάρχει στο σπίτι τους δεν είναι τίποτε περισσότερο από έναν κοινό υαλοπίνακα, ο οποίος έχει μεν καλύτερη θερμομονωτική «συμπεριφορά» έναντι του κλασικού με μονό τζάμι, δεν αποτελεί ωστόσο παράγοντα ουσιαστικής εξοικονόμησης ενέργειας.
Τα ενεργειακά τζάμια κατασκευάζονται με τη χρήση ειδικών επιστρώσεων (Low - e) που δυσχεραίνουν την μεταφορά της θερμότητας από τον περιβάλλοντα χώρο στο εσωτερικό της κατοικίας και αντίστροφα, εξασφαλίζοντας έτσι οικονομία που υπολογίζεται πως αγγίζει ακόμη και το 50% σε ότι αφορά στο κόστος για τον δροσισμό ή τη θέρμανση ενός νοικοκυριού.
Μάλιστα εκτιμάται πως ένα ενεργειακό τζάμι εξοικονομεί ετησίως περί τις 300 κιλοβατώρες ανά τετραγωνικό μέτρο επιφανείας του.
Επισημαίνεται πως το μεγαλύτερο ποσοστό (περί το 35%) της θερμικής μετάδοσης και απωλειών ενός ακινήτου πραγματοποιείται από τα παράθυρα και τις μπαλκονόπορτες, ενώ μικρότερα είναι τα αντίστοιχα ποσοστά «ευθύνης» της τοιχοποιίας (25%), του δαπέδου (20%) και της οροφής (20%).
Σύμφωνα με στοιχεία που διέθεσε στο World Energy News η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εμπόρων και Βιοτεχνών Υαλοπινάκων (ΠΟΕΒΥ), η θερμομόνωση ενός σπιτιού που διαθέτει πραγματικά ενεργειακά τζάμια σε παράθυρα και μπαλκονόπορτες βελτιώνεται κατά 220% σε σχέση με τους κοινούς διπλούς υαλοπίνακες και κατά 400% σε σύγκριση με τα παράθυρα που έχουν μονό τζάμι.
Είναι πασιφανές, λοιπόν, πως τα κουφώματα με διπλό τζάμι δεν εξασφαλίζουν κατ’ ανάγκη ένα ικανοποιητικό επίπεδο θερμομόνωσης και επομένως δεν οδηγούν αυτόματα στην εξοικονόμηση ενέργειας.
Και αυτό γιατί στην αγορά υπάρχουν πολλές κατηγορίες και ποιότητες υαλοπινάκων, πράγμα που εκ των πραγμάτων καθιστά δύσκολη την αναγνώρισή τους και την επιλογή εκείνων που διαθέτουν τις κατάλληλες ειδικές επιστρώσεις και ιδιότητες θερμοπερατότητας (βαθμός παρεμπόδισης της μεταφοράς θερμότητας μεταξύ του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου του ακινήτου) για υψηλή απόδοση.
Η διαφορά απόδοσης σε ότι αφορά στη θερμομόνωση μεταξύ του κοινού διπλού τζαμιού ενός παραθύρου ή μιας μπαλκονόπορτας και ενός πραγματικά ενεργειακού υαλοπίνακα είναι αρκετά μεγάλη.
Τρόποι ελέγχου
Πως, όμως, θα είναι σίγουρος εκείνος που θέλει να αντικαταστήσει τα απλά τζάμια του σπιτιού του ότι αυτά που θα τοποθετήσει θα είναι ενεργειακά;
Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να απευθυνθεί σε έναν τεχνικό – τοποθετητή (τζαμά) που γνωρίζει και εμπιστεύεται, περιορίζοντας έτσι κατά το δυνατόν τις πιθανότητες να του πουλήσουν χαμηλότερης ποιότητας προϊόν.
Επιπλέον, οι περισσότεροι από τους τοποθετητές διαθέτουν ειδικές συσκευές ανίχνευσης των ενεργειακών επιστρώσεων και μπορούν εύκολα και γρήγορα να διαπιστώσουν αν όντως ο υαλοπίνακας είναι ενεργειακός.
Από εκεί και πέρα, ο ίδιος ο ιδιοκτήτης μπορεί με δύο απλούς πρακτικούς τρόπους να επιβεβαιώσει την ποιότητα του τζαμιού:
• Πρώτον, χρησιμοποιώντας μια πηγή έντονης θερμότητας (όπως για παράδειγμα έναν ισχυρό προβολέα ή μια λάμπα υπέρυθρης ακτινοβολίας), την οποία και τοποθετεί πίσω από τον υαλοπίνακα. Στη συνέχεια ο ενδιαφερόμενος στέκεται απέναντι από τον προβολέα και πίσω ακριβώς από το τζάμι. Ο απλός διπλός υαλοπίνακας δεν θα ελαττώσει επαρκώς την ροή θερμότητας που θα τον διαπερνά, σε αντίθεση με τον ενεργειακό που θα εμποδίσει δραστικά την αίσθηση της ζέστης.
• Δεύτερον, τοποθετώντας κατά τη διάρκεια μιας ηλιόλουστης ημέρας τον γυμνό βραχίονα του χεριού του πίσω από το μισάνοιχτο παράθυρο με τον υπό εξέταση υαλοπίνακα. Θα πρέπει δε να τοποθετήσει τον βραχίονα του χεριού με τέτοιο τρόπο που ο μισός να είναι εκτεθειμένος απ’ ευθείας στον ήλιο και ο υπόλοιπος να βρίσκεται στην «σκιά» του υαλοπίνακα. Σε περίπτωση που ο υαλοπίνακας είναι πραγματικά ενεργειακός, τότε μετά την πάροδο ενός με δύο λεπτών θα αισθανθεί το μισό του χέρι να παραμένει δροσερό (αυτό που καλύπτεται από τον υαλοπίνακα), ενώ το άλλο μισό (αυτό που είναι εκτεθειμένο στον ήλιο) να «καίγεται». Αντίθετα, αν δεν αισθανθεί σημαντική διαφορά στα δύο τμήματα του βραχίονά του, τότε το τζάμι ουδεμία σχέση έχει με ενεργειακό και καλό θα είναι να το αντικαταστήσει – επικαλούμενος τη σχετική εγγύηση – το συντομότερο δυνατόν.
Παράγοντες που καθορίζουν την απόδοση
Πέρα, όμως, από το διαχωρισμό των κοινών τζαμιών από τα ενεργειακά, υφίστανται σημαντικές διαφορές και ανάμεσα σ’ αυτούς καθ’ αυτούς τους ενεργειακού τύπου υαλοπίνακες.
Οι διαφορές έχουν να κάνουν κυρίως με την επίστρωση που διαθέτει το καθένα, το διάκενο μεταξύ των δύο υαλοπινάκων, αλλά και τη διαπερατότητα όσον αφορά στην ηλιακή ακτινοβολία.
Η επίστρωση αποτελείται από μεταλλικά στοιχεία και εφαρμόζεται στην εσωτερική πλευρά του υαλοπίνακα κατά την φάση της κατασκευής του.
Έτσι, τις εξωτερικές όψεις του ενεργειακού διπλού τζαμιού μπορούμε να τις χειριστούμε ακριβώς όπως ένα κοινό τζάμι (π.χ. όταν το καθαρίζουμε), μιας και δεν επηρεάζεται η ενεργειακή του απόδοση δεδομένου ότι αυτή καθορίζεται από την επίστρωση που φέρει ο υαλοπίνακας στις εσωτερικές του πλευρές.
Επίσης, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι στην ενεργειακή απόδοση του υαλοπίνακα δεν παίζει ρόλο το πάχος του (είτε είναι 4 χιλιοστών, είτε 6, είτε 8 χιλιοστών), αλλά μόνο η επίστρωση.
Η επίστρωση αυτή, από την στιγμή που θα κατασκευαστεί και εν συνεχεία θα σφραγιστεί ο ενεργειακός υαλοπίνακας, παραμένει αναλλοίωτη με την πάροδο του χρόνου.
Στην εξασφάλιση υψηλής θερμομόνωσης σημαντικός παράγοντας είναι επίσης το διάκενο μεταξύ των δύο τζαμιών που απαρτίζουν τον διπλό υαλοπίνακα.
Η μέγιστη ωφελιμότητα παρουσιάζεται όταν το διάκενο μεταξύ των δύο υαλοπινάκων είναι περί τα 16 χιλιοστά, καθώς και όταν μεταξύ τους διαχέεται κάποιο ευγενές αέριο (Argon, Krypton, Xenon κλπ).
Επισημαίνεται πως οι κατασκευαστές συνήθως προσθέτουν στους αεροθαλάμους κάποιο από τα συγκεκριμένα αέρια με σκοπό την περαιτέρω βελτίωση της θερμομόνωσης του υαλοπίνακα.
Τα ευγενή αυτά αέρια έχουν την ιδιότητα να αυξάνουν την θερμομόνωση του υαλοπίνακα κατά περίπου 20% επί πλέον, ωστόσο με την πάροδο του χρόνου – και ανάλογα με το είδος της κόλας που χρησιμοποιήθηκε για τη σφράγιση – διαχέονται σταδιακά στην ατμόσφαιρα.
Υπολογίζεται δε πως κάθε περίπου 10 χρόνια, «χάνεται» περί το 50% της ποσότητας του αερίου που υπάρχει κάθε φορά στον διπλό υαλοπίνακα.
Σε κάθε περίπτωση το κόστος του αερίου είναι μικρό και εκτιμάται πως η απόσβεσή του γίνεται ήδη μέσα στον πρώτο ή έστω στο δεύτερο χρόνο από την τοποθέτηση του υαλοπίνακα.
Το τρίτο στοιχείο που διαχωρίζει μεταξύ τους τους ενεργειακούς υαλοπίνακες έχει να κάνει με το επίπεδο διαπερατότητας της ηλιακής ακτινοβολίας.
Ανάλογα με τις ανάγκες του νοικοκυριού και τις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής όπου βρίσκεται το ακίνητο, υπάρχουν τζάμια με μικρότερο ή μεγαλύτερο ηλιακό συντελεστή, ο οποίος καθορίζει το μέγεθος της διαπερατότητας του ηλίου στο χώρο χωρίς παράλληλα να εμποδίζει την εξασφάλιση φυσικού φωτός στο εσωτερικό της κατοικίας.
Θερμομόνωση και ηχομόνωση μόνο με σωστή τοποθέτηση
Φυσικά, εκτός από την αγορά της κατάλληλης για κάθε περίπτωση ποιότητας υαλοπίνακα, είναι σημαντικό να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή και στην τοποθέτησή του.
Η σωστή τοποθέτηση είναι το στοιχείο εκείνο που ουσιαστικά διασφαλίζει τόσο τη βελτίωση της θερμομόνωσης του ακινήτου, όσο και την ενίσχυση της ηχομόνωσής του.
Για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός, τα τζάμια δεν θα πρέπει να βρίσκονται σε επαφή με τα κουφώματα αλλά θα πρέπει να παρεμβάλλεται λάστιχο μεταξύ αυτών και των πλαισίων και από τις δύο πλευρές τους (εσωτερική και εξωτερική), κάτι που μπορεί να ελέγξει άμεσα ο ίδιος ο ιδιοκτήτης.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί πως η αντικατάσταση των υαλοπινάκων δεν συνεπάγεται αντικατάσταση και των κουφωμάτων – πλαισίων.
Το κούφωμα ενός ανοίγματος (παράθυρου ή μπαλκονόπορτας) «ευθύνεται» για μικρό μόνο μέρος των συνολικών απωλειών, κάτι που εξαρτάται άμεσα από τις διαστάσεις του ανοίγματος, την διατομή και την μορφή του προφίλ, το υλικό και την ποιότητας κατασκευής του.
Επιπλέον, το κούφωμα αποτελεί κατά μέσο όρο το 20% του κάθε ανοίγματος και επομένως δεν μπορεί να παίζει σημαντικότερο ρόλο στην εξοικονόμηση ενέργειας απ’ ότι ο υαλοπίνακας που καλύπτει το 80% της επιφάνειας ενός ανοίγματος.
Έτσι, ο κάθε ενδιαφερόμενος θα πρέπει να σταθμίσει το όφελος και το κόστος της αντικατάστασης των κουφωμάτων του ακινήτου του, ιδίως από τη στιγμή που στις περισσότερες περιπτώσεις οι νέοι υαλοπίνακες μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς κανένα πρόβλημα στα υφιστάμενα πλαίσια.
Κόστος από 80 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο
Σε ότι αφορά στις τιμές των ενεργειακών υαλοπινάκων, επισημαίνεται πως αυτές ποικίλουν και εξαρτώνται από τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους (επιστρώσεις, πάχος τζαμιού, ποσοστό ηλιακής διαπερατότητας κτλ).
Πάντως, ένας τέτοιος υαλοπίνακας με μια σχετικά υψηλή ποιότητα μπορεί να έχει ελάχιστο κόστος αγοράς τα 80 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ενώ το μέσο κόστος μπορεί να ανέλθει στα 100 με 110 ευρώ.
Έτσι, για ένα διαμέρισμα με επιφάνεια 100 τετραγωνικών μέτρων, θα απαιτηθούν υαλοπίνακες συνολικής επιφάνειας 10 -12 τ.μ. με τη τελική δαπάνη για την τοποθέτηση ενεργειακών τζαμιών να αγγίξει περί τα 1.500 ευρώ (αγορά υαλοπινάκων και εργασία τοποθέτησης).
Με βάση δε την εξοικονόμηση που μπορεί να επιτευχθεί σε ότι έχει να κάνει με τη θέρμανση και τον κλιματισμό, υπολογίζεται πως η απόσβεση της συγκεκριμένης επένδυσης είναι δυνατόν να γίνει εντός χρονικού διαστήματος δύο με τριών ετών.
www.worldenergynews.gr
Και θα είχαν δίκιο να το πιστεύουν στην περίπτωση που το διπλό τζάμι θα είχε κατασκευαστεί με τρόπο που να δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό «ενεργειακό».
Δυστυχώς, όμως, τις περισσότερες φορές το παράθυρο με το διπλό τζάμι που υπάρχει στο σπίτι τους δεν είναι τίποτε περισσότερο από έναν κοινό υαλοπίνακα, ο οποίος έχει μεν καλύτερη θερμομονωτική «συμπεριφορά» έναντι του κλασικού με μονό τζάμι, δεν αποτελεί ωστόσο παράγοντα ουσιαστικής εξοικονόμησης ενέργειας.
Τα ενεργειακά τζάμια κατασκευάζονται με τη χρήση ειδικών επιστρώσεων (Low - e) που δυσχεραίνουν την μεταφορά της θερμότητας από τον περιβάλλοντα χώρο στο εσωτερικό της κατοικίας και αντίστροφα, εξασφαλίζοντας έτσι οικονομία που υπολογίζεται πως αγγίζει ακόμη και το 50% σε ότι αφορά στο κόστος για τον δροσισμό ή τη θέρμανση ενός νοικοκυριού.
Μάλιστα εκτιμάται πως ένα ενεργειακό τζάμι εξοικονομεί ετησίως περί τις 300 κιλοβατώρες ανά τετραγωνικό μέτρο επιφανείας του.
Επισημαίνεται πως το μεγαλύτερο ποσοστό (περί το 35%) της θερμικής μετάδοσης και απωλειών ενός ακινήτου πραγματοποιείται από τα παράθυρα και τις μπαλκονόπορτες, ενώ μικρότερα είναι τα αντίστοιχα ποσοστά «ευθύνης» της τοιχοποιίας (25%), του δαπέδου (20%) και της οροφής (20%).
Σύμφωνα με στοιχεία που διέθεσε στο World Energy News η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εμπόρων και Βιοτεχνών Υαλοπινάκων (ΠΟΕΒΥ), η θερμομόνωση ενός σπιτιού που διαθέτει πραγματικά ενεργειακά τζάμια σε παράθυρα και μπαλκονόπορτες βελτιώνεται κατά 220% σε σχέση με τους κοινούς διπλούς υαλοπίνακες και κατά 400% σε σύγκριση με τα παράθυρα που έχουν μονό τζάμι.
Είναι πασιφανές, λοιπόν, πως τα κουφώματα με διπλό τζάμι δεν εξασφαλίζουν κατ’ ανάγκη ένα ικανοποιητικό επίπεδο θερμομόνωσης και επομένως δεν οδηγούν αυτόματα στην εξοικονόμηση ενέργειας.
Και αυτό γιατί στην αγορά υπάρχουν πολλές κατηγορίες και ποιότητες υαλοπινάκων, πράγμα που εκ των πραγμάτων καθιστά δύσκολη την αναγνώρισή τους και την επιλογή εκείνων που διαθέτουν τις κατάλληλες ειδικές επιστρώσεις και ιδιότητες θερμοπερατότητας (βαθμός παρεμπόδισης της μεταφοράς θερμότητας μεταξύ του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου του ακινήτου) για υψηλή απόδοση.
Η διαφορά απόδοσης σε ότι αφορά στη θερμομόνωση μεταξύ του κοινού διπλού τζαμιού ενός παραθύρου ή μιας μπαλκονόπορτας και ενός πραγματικά ενεργειακού υαλοπίνακα είναι αρκετά μεγάλη.
Τρόποι ελέγχου
Πως, όμως, θα είναι σίγουρος εκείνος που θέλει να αντικαταστήσει τα απλά τζάμια του σπιτιού του ότι αυτά που θα τοποθετήσει θα είναι ενεργειακά;
Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να απευθυνθεί σε έναν τεχνικό – τοποθετητή (τζαμά) που γνωρίζει και εμπιστεύεται, περιορίζοντας έτσι κατά το δυνατόν τις πιθανότητες να του πουλήσουν χαμηλότερης ποιότητας προϊόν.
Επιπλέον, οι περισσότεροι από τους τοποθετητές διαθέτουν ειδικές συσκευές ανίχνευσης των ενεργειακών επιστρώσεων και μπορούν εύκολα και γρήγορα να διαπιστώσουν αν όντως ο υαλοπίνακας είναι ενεργειακός.
Από εκεί και πέρα, ο ίδιος ο ιδιοκτήτης μπορεί με δύο απλούς πρακτικούς τρόπους να επιβεβαιώσει την ποιότητα του τζαμιού:
• Πρώτον, χρησιμοποιώντας μια πηγή έντονης θερμότητας (όπως για παράδειγμα έναν ισχυρό προβολέα ή μια λάμπα υπέρυθρης ακτινοβολίας), την οποία και τοποθετεί πίσω από τον υαλοπίνακα. Στη συνέχεια ο ενδιαφερόμενος στέκεται απέναντι από τον προβολέα και πίσω ακριβώς από το τζάμι. Ο απλός διπλός υαλοπίνακας δεν θα ελαττώσει επαρκώς την ροή θερμότητας που θα τον διαπερνά, σε αντίθεση με τον ενεργειακό που θα εμποδίσει δραστικά την αίσθηση της ζέστης.
• Δεύτερον, τοποθετώντας κατά τη διάρκεια μιας ηλιόλουστης ημέρας τον γυμνό βραχίονα του χεριού του πίσω από το μισάνοιχτο παράθυρο με τον υπό εξέταση υαλοπίνακα. Θα πρέπει δε να τοποθετήσει τον βραχίονα του χεριού με τέτοιο τρόπο που ο μισός να είναι εκτεθειμένος απ’ ευθείας στον ήλιο και ο υπόλοιπος να βρίσκεται στην «σκιά» του υαλοπίνακα. Σε περίπτωση που ο υαλοπίνακας είναι πραγματικά ενεργειακός, τότε μετά την πάροδο ενός με δύο λεπτών θα αισθανθεί το μισό του χέρι να παραμένει δροσερό (αυτό που καλύπτεται από τον υαλοπίνακα), ενώ το άλλο μισό (αυτό που είναι εκτεθειμένο στον ήλιο) να «καίγεται». Αντίθετα, αν δεν αισθανθεί σημαντική διαφορά στα δύο τμήματα του βραχίονά του, τότε το τζάμι ουδεμία σχέση έχει με ενεργειακό και καλό θα είναι να το αντικαταστήσει – επικαλούμενος τη σχετική εγγύηση – το συντομότερο δυνατόν.
Παράγοντες που καθορίζουν την απόδοση
Πέρα, όμως, από το διαχωρισμό των κοινών τζαμιών από τα ενεργειακά, υφίστανται σημαντικές διαφορές και ανάμεσα σ’ αυτούς καθ’ αυτούς τους ενεργειακού τύπου υαλοπίνακες.
Οι διαφορές έχουν να κάνουν κυρίως με την επίστρωση που διαθέτει το καθένα, το διάκενο μεταξύ των δύο υαλοπινάκων, αλλά και τη διαπερατότητα όσον αφορά στην ηλιακή ακτινοβολία.
Η επίστρωση αποτελείται από μεταλλικά στοιχεία και εφαρμόζεται στην εσωτερική πλευρά του υαλοπίνακα κατά την φάση της κατασκευής του.
Έτσι, τις εξωτερικές όψεις του ενεργειακού διπλού τζαμιού μπορούμε να τις χειριστούμε ακριβώς όπως ένα κοινό τζάμι (π.χ. όταν το καθαρίζουμε), μιας και δεν επηρεάζεται η ενεργειακή του απόδοση δεδομένου ότι αυτή καθορίζεται από την επίστρωση που φέρει ο υαλοπίνακας στις εσωτερικές του πλευρές.
Επίσης, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι στην ενεργειακή απόδοση του υαλοπίνακα δεν παίζει ρόλο το πάχος του (είτε είναι 4 χιλιοστών, είτε 6, είτε 8 χιλιοστών), αλλά μόνο η επίστρωση.
Η επίστρωση αυτή, από την στιγμή που θα κατασκευαστεί και εν συνεχεία θα σφραγιστεί ο ενεργειακός υαλοπίνακας, παραμένει αναλλοίωτη με την πάροδο του χρόνου.
Στην εξασφάλιση υψηλής θερμομόνωσης σημαντικός παράγοντας είναι επίσης το διάκενο μεταξύ των δύο τζαμιών που απαρτίζουν τον διπλό υαλοπίνακα.
Η μέγιστη ωφελιμότητα παρουσιάζεται όταν το διάκενο μεταξύ των δύο υαλοπινάκων είναι περί τα 16 χιλιοστά, καθώς και όταν μεταξύ τους διαχέεται κάποιο ευγενές αέριο (Argon, Krypton, Xenon κλπ).
Επισημαίνεται πως οι κατασκευαστές συνήθως προσθέτουν στους αεροθαλάμους κάποιο από τα συγκεκριμένα αέρια με σκοπό την περαιτέρω βελτίωση της θερμομόνωσης του υαλοπίνακα.
Τα ευγενή αυτά αέρια έχουν την ιδιότητα να αυξάνουν την θερμομόνωση του υαλοπίνακα κατά περίπου 20% επί πλέον, ωστόσο με την πάροδο του χρόνου – και ανάλογα με το είδος της κόλας που χρησιμοποιήθηκε για τη σφράγιση – διαχέονται σταδιακά στην ατμόσφαιρα.
Υπολογίζεται δε πως κάθε περίπου 10 χρόνια, «χάνεται» περί το 50% της ποσότητας του αερίου που υπάρχει κάθε φορά στον διπλό υαλοπίνακα.
Σε κάθε περίπτωση το κόστος του αερίου είναι μικρό και εκτιμάται πως η απόσβεσή του γίνεται ήδη μέσα στον πρώτο ή έστω στο δεύτερο χρόνο από την τοποθέτηση του υαλοπίνακα.
Το τρίτο στοιχείο που διαχωρίζει μεταξύ τους τους ενεργειακούς υαλοπίνακες έχει να κάνει με το επίπεδο διαπερατότητας της ηλιακής ακτινοβολίας.
Ανάλογα με τις ανάγκες του νοικοκυριού και τις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής όπου βρίσκεται το ακίνητο, υπάρχουν τζάμια με μικρότερο ή μεγαλύτερο ηλιακό συντελεστή, ο οποίος καθορίζει το μέγεθος της διαπερατότητας του ηλίου στο χώρο χωρίς παράλληλα να εμποδίζει την εξασφάλιση φυσικού φωτός στο εσωτερικό της κατοικίας.
Θερμομόνωση και ηχομόνωση μόνο με σωστή τοποθέτηση
Φυσικά, εκτός από την αγορά της κατάλληλης για κάθε περίπτωση ποιότητας υαλοπίνακα, είναι σημαντικό να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή και στην τοποθέτησή του.
Η σωστή τοποθέτηση είναι το στοιχείο εκείνο που ουσιαστικά διασφαλίζει τόσο τη βελτίωση της θερμομόνωσης του ακινήτου, όσο και την ενίσχυση της ηχομόνωσής του.
Για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός, τα τζάμια δεν θα πρέπει να βρίσκονται σε επαφή με τα κουφώματα αλλά θα πρέπει να παρεμβάλλεται λάστιχο μεταξύ αυτών και των πλαισίων και από τις δύο πλευρές τους (εσωτερική και εξωτερική), κάτι που μπορεί να ελέγξει άμεσα ο ίδιος ο ιδιοκτήτης.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί πως η αντικατάσταση των υαλοπινάκων δεν συνεπάγεται αντικατάσταση και των κουφωμάτων – πλαισίων.
Το κούφωμα ενός ανοίγματος (παράθυρου ή μπαλκονόπορτας) «ευθύνεται» για μικρό μόνο μέρος των συνολικών απωλειών, κάτι που εξαρτάται άμεσα από τις διαστάσεις του ανοίγματος, την διατομή και την μορφή του προφίλ, το υλικό και την ποιότητας κατασκευής του.
Επιπλέον, το κούφωμα αποτελεί κατά μέσο όρο το 20% του κάθε ανοίγματος και επομένως δεν μπορεί να παίζει σημαντικότερο ρόλο στην εξοικονόμηση ενέργειας απ’ ότι ο υαλοπίνακας που καλύπτει το 80% της επιφάνειας ενός ανοίγματος.
Έτσι, ο κάθε ενδιαφερόμενος θα πρέπει να σταθμίσει το όφελος και το κόστος της αντικατάστασης των κουφωμάτων του ακινήτου του, ιδίως από τη στιγμή που στις περισσότερες περιπτώσεις οι νέοι υαλοπίνακες μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς κανένα πρόβλημα στα υφιστάμενα πλαίσια.
Κόστος από 80 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο
Σε ότι αφορά στις τιμές των ενεργειακών υαλοπινάκων, επισημαίνεται πως αυτές ποικίλουν και εξαρτώνται από τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους (επιστρώσεις, πάχος τζαμιού, ποσοστό ηλιακής διαπερατότητας κτλ).
Πάντως, ένας τέτοιος υαλοπίνακας με μια σχετικά υψηλή ποιότητα μπορεί να έχει ελάχιστο κόστος αγοράς τα 80 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ενώ το μέσο κόστος μπορεί να ανέλθει στα 100 με 110 ευρώ.
Έτσι, για ένα διαμέρισμα με επιφάνεια 100 τετραγωνικών μέτρων, θα απαιτηθούν υαλοπίνακες συνολικής επιφάνειας 10 -12 τ.μ. με τη τελική δαπάνη για την τοποθέτηση ενεργειακών τζαμιών να αγγίξει περί τα 1.500 ευρώ (αγορά υαλοπινάκων και εργασία τοποθέτησης).
Με βάση δε την εξοικονόμηση που μπορεί να επιτευχθεί σε ότι έχει να κάνει με τη θέρμανση και τον κλιματισμό, υπολογίζεται πως η απόσβεση της συγκεκριμένης επένδυσης είναι δυνατόν να γίνει εντός χρονικού διαστήματος δύο με τριών ετών.
www.worldenergynews.gr