Σύμφωνα με τη διοίκηση της επιχείρησης, η μείωση της παραγωγής ρεύματος με χρήση λιγνίτη έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις τόσο στη κερδοφορία όσο και στη ρευστότητα της ΔΕΗ
Δραστική μείωση κατά περίπου 23% της λιγνιτικής παραγωγής της ΔΕΗ καταγράφηκε το 2016 σε σχέση με το 2015.
Πρόκειται για ιστορικό χαμηλό ρεκόρ, με αρνητικές επιπτώσεις στην κερδοφορία και τη ρευστότητα της ΔΕΗ, που κατά κύριο λόγω οφείλεται στην πτώση της τιμής του φυσικού αερίου που κατέστησε εξαιρετικά συμφέρουσα την ηλεκτροπαραγωγή από το συγκεκριμένο καύσιμο, τόσο για την ίδια τη ΔΕΗ, όσο και για τους ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγούς, οι οποίοι αύξησαν το μερίδιο τους στην αγορά καλύπτοντας το κενό που άφησε η ΔΕΗ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το μερίδιο παραγωγής της ΔΕΗ ως ποσοστό του συνολικού φορτίου στο διασυνδεδεμένο σύστημα το 2016 ήταν 47,6% έναντι 55,2% το 2015.
Εξάλλου η παραγωγή και οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ κάλυψαν το 54,5% της συνολικής ζήτησης το 2016 (51,3% στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2015 ήταν 63,4% (61,2% στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα).
Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στην υποκατάσταση λιγνιτικής παραγωγής από παραγωγή φυσικού αερίου.
Συγκεκριμένα, η λιγνιτική παραγωγή μειώθηκε κατά 23,3% (4.520 GWh).
Αντίθετα η παραγωγή από φυσικό αέριο των ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών αυξήθηκε κατά 102,3% (4.057 GWh) και η παραγωγή της ΔΕΗ από φυσικό αέριο αυξήθηκε κατά 26,7% (1.179 GWh).
Έτσι οι δαπάνες της ΔΕΗ για την αγορά φυσικού αερίου μειώθηκαν το 2016 κατά 60,8 εκατ. ευρώ (18,6%) και ανήλθαν σε 265,7 εκατ. έναντι 326,5 εκατ. το 2015.
Μείωση δαπανών λόγω χαμηλής τιμής φυσικού αερίου
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μείωση δαπανών καταγράφεται παρά την αύξηση των ποσοτήτων φυσικού αερίου που κατανάλωσε η ΔΕΗ για ηλεκτροπαραγωγή το 2016.
Η τιμή του φυσικού αερίου υπολογίζεται ότι το 2016 ήταν μειωμένη κατά 35% σε σχέση με το προηγούμενο έτος ενώ από την 1η Ιουνίου του 2016 καταργήθηκε και ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης του φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δαπάνες της ΔΕΗ για τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης φυσικού αερίου, που είναι συνάρτηση μόνο της ποσότητας του καυσίμου και δεν επηρεάζεται από την μεταβολή των τιμών, έχει διαμορφώθηκαν σε 20,5 εκατ. το α΄ πεντάμηνο του 2016 έναντι 54,1 εκατ. που ήταν το 2015.
Όπως επεσήμανε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Μανόλης Παναγιωτάκης, σχολιάζοντας τα οικονομικά αποτελέσματα της επιχείρησης η δραστική μείωση της λιγνιτικής παραγωγής έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην κερδοφορία και τη ρευστότητα της.
Όμως η ΔΕΗ επέλεξε να μειώσει τη λιγνιτική της παραγωγή για λόγους κόστους και προκειμένου να είναι ανταγωνιστική στην χονδρεμπορική αγορά σε σχέση με τις ιδιωτικές μονάδες που παράγουν με φυσικό αέριο.
Το γεγονός επιβεβαιώνει έναν προβληματισμό που έχει αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα λόγω της απαίτησης των δανειστών για πώληση μονάδων της ΔΕΗ.
Συγκεκριμένα επιβεβαιώνει την εκτίμηση όλων των εμπλεκομένων στην αγορά, ακόμη και της ίδιας της ΔΕΗ, ότι η πώληση μόνο λιγνιτικών μονάδων δεν πρόκειται να επιτύχει και θα απαιτηθεί σε δεύτερη φάση και υπό ακόμη χειρότερες για τη ΔΕΗ συνθήκες η πώληση και υδροηλεκτρικών.
Έτσι αναδεικνύεται για μια ακόμη φορά, ότι η οχύρωση της κυβέρνησης, πίσω από την κόκκινη γραμμή της μη πώλησης υδροηλεκτρικών μονάδων (τουλάχιστον στην παρούσα φάση) αποτελεί μια προσπάθεια να κερδηθεί πολιτικός χρόνος για την κυβέρνηση, αλλά είναι απώλεια οικονομικού χρόνου για τη ΔΕΗ.
www.worldenergynews.gr
Πρόκειται για ιστορικό χαμηλό ρεκόρ, με αρνητικές επιπτώσεις στην κερδοφορία και τη ρευστότητα της ΔΕΗ, που κατά κύριο λόγω οφείλεται στην πτώση της τιμής του φυσικού αερίου που κατέστησε εξαιρετικά συμφέρουσα την ηλεκτροπαραγωγή από το συγκεκριμένο καύσιμο, τόσο για την ίδια τη ΔΕΗ, όσο και για τους ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγούς, οι οποίοι αύξησαν το μερίδιο τους στην αγορά καλύπτοντας το κενό που άφησε η ΔΕΗ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το μερίδιο παραγωγής της ΔΕΗ ως ποσοστό του συνολικού φορτίου στο διασυνδεδεμένο σύστημα το 2016 ήταν 47,6% έναντι 55,2% το 2015.
Εξάλλου η παραγωγή και οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ κάλυψαν το 54,5% της συνολικής ζήτησης το 2016 (51,3% στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2015 ήταν 63,4% (61,2% στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα).
Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στην υποκατάσταση λιγνιτικής παραγωγής από παραγωγή φυσικού αερίου.
Συγκεκριμένα, η λιγνιτική παραγωγή μειώθηκε κατά 23,3% (4.520 GWh).
Αντίθετα η παραγωγή από φυσικό αέριο των ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών αυξήθηκε κατά 102,3% (4.057 GWh) και η παραγωγή της ΔΕΗ από φυσικό αέριο αυξήθηκε κατά 26,7% (1.179 GWh).
Έτσι οι δαπάνες της ΔΕΗ για την αγορά φυσικού αερίου μειώθηκαν το 2016 κατά 60,8 εκατ. ευρώ (18,6%) και ανήλθαν σε 265,7 εκατ. έναντι 326,5 εκατ. το 2015.
Μείωση δαπανών λόγω χαμηλής τιμής φυσικού αερίου
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μείωση δαπανών καταγράφεται παρά την αύξηση των ποσοτήτων φυσικού αερίου που κατανάλωσε η ΔΕΗ για ηλεκτροπαραγωγή το 2016.
Η τιμή του φυσικού αερίου υπολογίζεται ότι το 2016 ήταν μειωμένη κατά 35% σε σχέση με το προηγούμενο έτος ενώ από την 1η Ιουνίου του 2016 καταργήθηκε και ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης του φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δαπάνες της ΔΕΗ για τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης φυσικού αερίου, που είναι συνάρτηση μόνο της ποσότητας του καυσίμου και δεν επηρεάζεται από την μεταβολή των τιμών, έχει διαμορφώθηκαν σε 20,5 εκατ. το α΄ πεντάμηνο του 2016 έναντι 54,1 εκατ. που ήταν το 2015.
Όπως επεσήμανε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Μανόλης Παναγιωτάκης, σχολιάζοντας τα οικονομικά αποτελέσματα της επιχείρησης η δραστική μείωση της λιγνιτικής παραγωγής έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην κερδοφορία και τη ρευστότητα της.
Όμως η ΔΕΗ επέλεξε να μειώσει τη λιγνιτική της παραγωγή για λόγους κόστους και προκειμένου να είναι ανταγωνιστική στην χονδρεμπορική αγορά σε σχέση με τις ιδιωτικές μονάδες που παράγουν με φυσικό αέριο.
Το γεγονός επιβεβαιώνει έναν προβληματισμό που έχει αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα λόγω της απαίτησης των δανειστών για πώληση μονάδων της ΔΕΗ.
Συγκεκριμένα επιβεβαιώνει την εκτίμηση όλων των εμπλεκομένων στην αγορά, ακόμη και της ίδιας της ΔΕΗ, ότι η πώληση μόνο λιγνιτικών μονάδων δεν πρόκειται να επιτύχει και θα απαιτηθεί σε δεύτερη φάση και υπό ακόμη χειρότερες για τη ΔΕΗ συνθήκες η πώληση και υδροηλεκτρικών.
Έτσι αναδεικνύεται για μια ακόμη φορά, ότι η οχύρωση της κυβέρνησης, πίσω από την κόκκινη γραμμή της μη πώλησης υδροηλεκτρικών μονάδων (τουλάχιστον στην παρούσα φάση) αποτελεί μια προσπάθεια να κερδηθεί πολιτικός χρόνος για την κυβέρνηση, αλλά είναι απώλεια οικονομικού χρόνου για τη ΔΕΗ.
www.worldenergynews.gr