Αναζητούνται μέθοδοι αντιστάθμισης
Σοβαρές επιφυλάξεις για τις επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής, αλλά και ειδικότερα της ελληνικής βιομηχανίας, του νέου φόρου άνθρακα (CBAM) που υιοθέτησε η Ευρωπαϊκή Ένωση εκφράζει η ελληνική κυβέρνηση που παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και ετοιμάζει σχετικές παρεμβάσεις στο πλαίσιο πάντα της ευρωπαϊκής πολικής.
Όπως προκύπτει από τις σχετικές διατυπώσεις στο ΕΣΕΚ οι αντιδράσεις της εγχώριας και της ευρωπαϊκής βιομηχανίας στην επιλογή της ΕΕ να επιβάλει φόρο άνθρακα σε όλα τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες προϊόντα γίνονται αποδεκτές από την ελληνική κυβέρνηση η οποία μάλιστα θεωρεί ότι έχουν καταστεί σαφείς και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή που αναζητεί μεθόδους αντιστάθμισης. Υπενθυμίζεται ότι ο νεοεισαχθείς Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (Carbon Border Adjustment Mechanism – CBAM) και τα αντίστοιχα μέτρα επιχειρούν να εξαλείψουν το αθέμιτο πλεονέκτημα προϊόντων που παράγονται σε τρίτες χώρες χωρίς να επιβαρύνονται από κόστη μείωσης των εκπομπών ρύπων.
Όμως, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο ελληνικό ΕΣΕΚ, ενώ το μέτρο της επιβολής του φόρου άνθρακα στα σύνορα της ΕΕ αποπειράται να απαντήσει στις προκλήσεις ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας εντός των ορίων της Ένωσης, ελάχιστα αντιμετωπίζει την μειωμένη ανταγωνιστικότητα σε τρίτες χώρες και αγορές.
Μειονέκτημα κόστους
Μάλιστα σημειώνεται ότι τα «καθαρά» ευρωπαϊκά προϊόντα, δηλαδή τα προϊόντα που παράγονται χωρίς εκπομπές ρύπων, έχουν εγγενές μειονέκτημα κόστους έναντι αυτών από τρίτες χώρες, που παράγονται χωρίς τις πρόσθετες κοστολογικές επιβαρύνσεις. Παράλληλα αναφέρεται ότι ο CBAM επιβαρύνει οικονομικά ενδιάμεσα προϊόντα που εισάγονται από ευρωπαϊκές βιομηχανίες.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται να έχει εντοπίσει τον κίνδυνο από την ενδεχόμενη αποβιομηχάνιση, λόγω του αυξημένου κόστους που συνδέεται με το αυξημένο κόστος λόγω των μέτρων μείωσης των εκπομπών ρύπων. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι εκπρόσωποι της ευρωπαϊκής αλλά και της ελληνικής βιομηχανίας υποστηρίζουν ότι η αποβιομηχάνιση βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.
Για να αντισταθμίσει το αυξημένο αυτό κόστος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει μέτρα και πολιτικές όπως o Νόμος για τη Βιομηχανία Μηδενικών Καθαρών Εκπομπών (Net-Zero Industry Act – NZIA) και o Νόμος για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες (Critical Raw Materials Act – CRM). Τα μέτρα αυτά στοχεύουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες της βιομηχανίας και των πρώτων υλών και κυρίως αυτές που σχετίζονται με την μετάβαση σε καθαρές μηδενικές εκπομπές, και εμπεριέχουν προβλέψεις που συνδέονται με την αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Αντίστοιχες είναι και οι προβλέψεις σε σειρά κειμένων πολιτικής που προτείνουν την εισαγωγή κριτηρίων σε διαγωνιστικές διαδικασίες που αξιολογούν, μεταξύ άλλων, το ανθρακικό αποτύπωμα των προς επιλογή προϊόντων, υλικών ή έργων και όχι μόνο τη χαμηλότερη τιμή (non-price criteria in auctions).
Σύμφωνο για την Καθαρή Βιομηχανία
Παράλληλα, η επανεκλεγείσα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen έχει δεσμευθεί για την εκπόνηση ενός νέου Συμφώνου για την Καθαρή Βιομηχανία (New Clean Industrial Deal) εντός των πρώτων 100 ημερών από τη δεύτερη θητεία της, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, χαιρετίζεται με αισιοδοξία.
Η ελληνική κυβέρνηση όπως προκύπτει από το ΕΣΕΚ είναι αποφασισμένη να στηρίξει και να εφαρμόσει αυτές τις αυτές τις πολιτικές με στόχο τη διατήρηση και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής και ελληνικής βιομηχανίας ενόσω εξελίσσεται ο εξηλεκτρισμός και η απανθρακοποίησή της.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά «η Ελλάδα θα σταθεί υποστηρικτικά με προτάσεις και νέα μέτρα κατά το στάδιο διαμόρφωσης, και με συμβατές εθνικές πολιτικές κατά το στάδιο εφαρμογής».
www.worldenergynews.gr