Το κόστος του πράσινου υδρογόνου αυξάνεται βραχυπρόθεσμα λόγω των αυξημένων κεφαλαιακών δαπανών και των ελλειμμάτων στην παραγωγική ικανότητα ηλεκτρολύτη
Έχουν διατυπωθεί αρκετές προβλέψεις ότι το κόστος του πράσινου υδρογόνου θα μειωθεί κατακόρυφα τα επόμενα χρόνια καθώς θα πέφτει το κόστος της κατασκευής ηλεκτρολυτών σε βιομηχανική κλίμακα και το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές — διαγράφοντας παρόμοια τροχιά με αυτήν διέγραψε η ηλιακή ενέργεια τα τελευταία 10 χρόνια, όταν το κόστος των φωτοβολταϊκών πάνελ μειώθηκε κατά περισσότερο από 80% από το 2010, λόγω της μαζικής παραγωγής τους στην Κίνα.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει θέσει μάλιστα ρητά ως στόχο το κόστος του πράσινου υδρογόνου να φτάσει το 1 δολάριο το κιλό έως το 2031 χωρίς επιδοτήσεις. Η ΕΕ, από την άλλη μεριά, δεν έχει θέσει ακριβή στόχο τιμής για το πράσινο υδρογόνο, έχει ανακοινώσει όμως ότι θα δώσει επιδοτήσεις μόνο 4,5 ευρώ το κιλό στην προσεχή δημοπρασία της, για να καλύψει τη διαφορά του κόστους με το γκρι υδρογόνο που παράγεται από ορυκτά καύσιμα — και το οποίο γενικά κοστίζει λιγότερο από 2 ευρώ το κιλό.
Τι είπαν οι εκπρόσωποι του κλάδου στο συνέδριο Investing in Green Hydrogen
Ωστόσο, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο μιλώντας στο συνέδριο Investing in GreenHydrogen που έγινε τον Σεπτέμβριο 2023 στο Λονδίνο προειδοποίησαν ότι το κόστος του πράσινου υδρογόνου όχι μόνο δεν θα μειωθεί τόσο γρήγορα όσο άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αλλά αντίθετα θα αυξηθεί.
«Το κόστος μάλλον αυξάνεται», είπε ο Andreas Bieringer, επιχειρηματικός διευθυντής ανάπτυξης και εμπορικός διευθυντής στην εταιρεία ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας της Emirati Masdar, αν και στη συνέχεια πρόσθεσε ότι η αύξηση στο κόστος παραγωγής πράσινου υδρογόνου είναι μια «κατάσταση που βλέπουμε αυτή τη στιγμή. Τελικά το κόστος θα πέσει ξανά», πρόσθεσε.
Αλλά και ο Benjamin Haycraft, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της εταιρεία τεχνολογίας πράσινου υδρογόνου Plug Power, σε ξεχωριστό πάνελ υποστήριξε ότι θα συνεχίσει να υπάρχει ένα πράσινο premium για το υδρογόνο που παράγεται μέσω ηλεκτρόλυσης.
«Η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για πολλούς λόγους θα αυξηθεί», είπε, σημειώνοντας ότι δεδομένου του ότι η χωρητικότητα αντιπροσωπεύει το 60% του κόστους παραγωγής υδρογόνου μέσω ηλεκτρόλυσης, αυτό θα εξουδετερώσει τυχόν πρόοδο στην απόδοση ή στα κεφαλαιακά κόστη του ηλεκτρολύτη.
«Εάν έχουμε ηλεκτρική ενέργεια στα 50 ευρώ/MWh, πιθανότατα θα έχουμε μεταβλητό κόστος 2 ευρώ το κιλό και, στη συνέχεια, θα πρέπει να αποσβέσουμε το κεφαλαιακό κόστος», πρόσθεσε ο Haycraft.
Ακριβότερο συγκριτικά με την αναμόρφωση μεθανίου με ατμό
Ως εκ τούτου, αναμένει ότι η παραγωγή πράσινου υδρογόνου θα παραμείνει ακριβή σε σύγκριση με τη λειτουργία μιας μονάδας αναμόρφωσης του μεθανίου με ατμό.
«Και λοιπόν, πώς θα αντιδράσουν οι τελικοί καταναλωτές, οι οποίοι στη συνέχεια θα πρέπει να πληρώσουν ένα σημαντικό πράσινο premium; Νομίζω ότι αυτό είναι ένα θεμελιώδες ζήτημα — σήμερα προσπαθούμε να κρύψουμε όλο αυτόν τον φυσικό πράσινο πληθωρισμό με τις επιδοτήσεις, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αυτό το πράσινο premium δεν πρόκειται να εξαλειφθεί».
Ο μεγαλύτερος παράγοντας πίσω από την αύξηση του κόστους είναι απλώς ότι οι ανανεώσιμες πηγές για την παραγωγή υδρογόνου και οι τεχνολογίες τους είναι πολύ εκτεθειμένες σε αυξήσεις στο κόστος κεφαλαίου.
«Υπάρχει μια πρόκληση, επειδή το κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι ανάγκες κεφαλαίου αυξάνονται», δήλωσε η SopnaSury, διευθύνουσα σύμβουλος για το υδρογόνο στη γερμανική RWE, αν και έσπευσε να σημειώσει ότι όταν οι μονάδες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τεθούν σε λειτουργία, θα υπάρχει ένα «οριακό κόστος μηδέν».
Αυτό βεβαίως σημαίνει ότι το πράσινο υδρογόνο, συγκριτικά με το γκρι ή το μπλε υδρογόνο, είναι λιγότερο ευάλωτο στις μεγάλες αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου - που πέρυσι είχαν ως αποτέλεσμα το κόστος της ηλεκτρόλυσης να βρεθεί για ένα διάστημα κάτω από της παραδοσιακής μεθόδου της αναμόρφωση του μεθανίου με ατμού –αλλά και ότι το πράσινο υδρογόνο πιθανό να γίνεται πολύ πιο ακριβό με την αύξηση του πληθωρισμού.
«Βλέπουμε επίσης στα έργα μας κάποιους αυξημένα κόστη κεφαλαίου, δυστυχώς», παραδέχτηκε ο Διευθύνων Σύμβουλος της γερμανικής εταιρείας ενέργειας Uniper για το υδρογόνο, Axel Wietfeld, σε μια ξεχωριστή παρουσίαση στο συνέδριο.
Αν και δεν αποκάλυψε την επίπτωση της αύξησης των δαπανών κεφαλαίου στο σταθμισμένο κόστος παραγωγής ανανεώσιμου υδρογόνου, ο AxelWietfeld, σημείωσε ότι «το γκρι και το μπλε έχουν λίγο χαμηλότερο κόστος δαπανών κεφαλαίου» και πρόσθεσε ότι με βάση τις μέχρι σήμερα προβλέψεις ότι το κόστος κεφαλαιακών δαπανών του πράσινου υδρογόνου είναι πιθανό να πέσει κάτω από του μπλε έως το 2035.
Οι τιμές του ηλεκτρολύτη
Οι εταιρείες εμφανίστηκαν επίσης διχασμένες σχετικά με το εάν η τιμή των ηλεκτρολυτών - που αντιπροσωπεύει έως και το 40% του τελικού κόστους της παραγωγής πράσινου υδρογόνου - θα αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο για τη μείωση του κόστους αυτή τη δεκαετία.
«Θα είναι ακόμα πολύ δύσκολο να μειωθεί το κόστος», δήλωσε ο Ganapathy Swamy, αντιπρόεδρος της Linde για την ανάπτυξη μεγάλων έργων στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική.
«Το κόστος παραγωγής των ηλεκτρολυτών δεν ακολουθεί τον τύπο της καμπύλης που είδαμε στην ηλιακή ενέργεια, με το φωτοβολταϊκά πάνελ ή σε άλλες ΑΠΕ, όπου είναι διαφορετικά τα οικονομικά δεδομένα», προειδοποίησε.
Ο Swamy σημείωσε ότι όχι μόνο οι κατασκευαστές ηλεκτρολυτών είναι διεσπαρμένοι σε διαφορετικές περιοχές– έστω και με επίκεντρο τις ΗΠΑ επειδή εκεί αναμένονται πολύ περισσότερα έργα πράσινου υδρογόνου επειδή επιδοτούνται βάσει του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA) - αλλά και μπορεί να χρειαστεί να αυξήσουν τις τιμές λόγω της έλλειψης κρίσιμων μετάλλων όπως το τιτάνιο και το ιρίδιο.
Ωστόσο, ο Didier Holleaux, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της γαλλικής εταιρείας κοινής ωφέλειας Engie, υποβάθμισε τις ανησυχίες του Swamy για ελλείψεις πρώτων υλών, αναφέροντας ότι επιστήμονες και μηχανικοί προωθούν τη μειωμένη χρήση κρίσιμων μετάλλων στις τεχνολογίες άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για να λύσουν το πρόβλημα των ελλείψεων. «Είμαι αισιόδοξος ότι το ίδιο θα συμβεί και με τους ηλεκτρολύτες».
Αντίθετα, ανέφερε, το μεγαλύτερο πρόβλημα με τους ηλεκτρολύτες στην αγορά είναι στην πραγματικότητα το κόστος λειτουργίας τους.
«Σήμερα, η αξιοπιστία των συσκευών ηλεκτρόλυσης δεν είναι στο σημείο που θα χρειάζεται για να αναπτύξουμε την οικονομία του υδρογόνου», δήλωσε ο Holleaux. «Πρέπει να έχουμε συσκευές ηλεκτρόλυσης που να λειτουργούν αξιόπιστα, με χαμηλό κόστος συντήρησης και με πολύ περιορισμένο αριθμό διακοπών».
Τουλάχιστον μία σειρά ηλεκτρολυτών — ο HyLyzer 500, που κατασκευάζει η Accelera της Cummins — είναι γνωστό ότι έχει κλείσει στο πεδίο λόγω τεχνικού ελαττώματος, οδηγώντας σε αρκετούς μήνες απώλειας παραγωγής για ορισμένα από τα έργα που χρησιμοποιούν αυτό το μοντέλο.
Το ρυθμιστικό κόστος
Ο Sury ανέφερε ότι άλλος ένας παράγοντας που καθιστά την παραγωγή πράσινου υδρογόνου λίγο πιο ακριβή είναι οι αποφάσεις των κυβερνητικών και των ρυθμιστικών αρχών που ορίζουν τι θα θεωρείται το υδρογόνο ως ανανεώσιμο καύσιμο μη βιολογικής προέλευσης (RFNBO) —και επομένως θα είναι επιλέξιμο για επιδοτήσεις, λαμβανομένων υπόψη των επιταγών για τη βιομηχανική χρήση του.
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα διατύπωσε την εκτίμηση ότι οι απαιτήσεις που έχουν τεθεί για την παραγωγή υδρογόνου ως ανανεώσιμης πηγής ενέργειας για την ίδια περίοδο μιας ώρας θα αύξανε το κόστος κατά 27,5% σε μηνιαίο επίπεδο, με μικρό θετικό αντίκτυπο στις εκπομπές.
«Αν αυτός είναι ο κανόνας του παιχνιδιού, νομίζω ότι η ρύθμιση είναι μόνο ένα μέρος του», πρόσθεσε ο Sury. «Πρέπει να μιλήσουμε για χρηματοδοτική στήριξη, γιατί εν τέλει από την σκοπιά του καταναλωτή, από την οπτική του παραλήπτη, πρέπει να καταλάβουν τι πρόκειται να πληρώσουν. Επομένως, εάν κάνουμε τους κανόνες πιο περίπλοκους, πρέπει να έχουμε έναν άλλο μηχανισμό για να καλύψει το κενό».
Ο Sury ανέφερε την επερχόμενη πιλοτική δημοπρασία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Υδρογόνου που προσφέρει επιδότηση έως και 4,5 ευρώ το κιλό για να καλυφθεί το χάσμα του κόστους μεταξύ της παραγωγής πράσινου και γκρι υδρογόνου, καθώς και συμβόλαια άνθρακα που καλύπτουν τη διαφορά για τους τελικούς χρήστες σε ορισμένες αγορές, όπως η Γερμανία.
Περιμένοντας τις χαμηλότερες τιμές
Η εκτίμηση ότι οι τιμές δεν θα πέσουν εντυπωσιακά την επόμενη δεκαετία βοηθά τις εταιρείες στην προσπάθειά τους να πείσουν τους πελάτες να δεσμευτούν σε μακροπρόθεσμες συμφωνίες — οι οποίες γενικά θεωρούνται και απαραίτητες από τις τράπεζες για να διασφαλίσουν ότι θα πάρουν πίσω τα κεφάλαια που δίνουν για τη χρηματοδότηση των έργων.
«Όλοι φοβούνται λίγο να κλειδωθούν πολύ νωρίς σε αυτήν την τεχνολογία», είπε ο Bieringer, και είναι λογικό ότι οι τελικοί χρήστες αντιμετωπίζουν με μεγάλη επιφυλακτικότητα το υδρογόνο γιατί σκέφτονται ότι θα καταλήξουν να πληρώσουν πολύ περισσότερα για το υδρογόνο από ότι αν αναστείλουν τα σχέδιά τους για ένα διάστημα 2-3 χρόνων. Ως εκ τούτου, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι «το κόστος θα μειωθεί με την πάροδο του χρόνου», πολλοί θα επιλέξουν να περιμένουν μέχρι να εκλείψει αυτός ο κίνδυνος, κι αυτό μπορεί να χρειαστεί «άλλα δέκα χρόνια».
www.worldenergynews.gr
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει θέσει μάλιστα ρητά ως στόχο το κόστος του πράσινου υδρογόνου να φτάσει το 1 δολάριο το κιλό έως το 2031 χωρίς επιδοτήσεις. Η ΕΕ, από την άλλη μεριά, δεν έχει θέσει ακριβή στόχο τιμής για το πράσινο υδρογόνο, έχει ανακοινώσει όμως ότι θα δώσει επιδοτήσεις μόνο 4,5 ευρώ το κιλό στην προσεχή δημοπρασία της, για να καλύψει τη διαφορά του κόστους με το γκρι υδρογόνο που παράγεται από ορυκτά καύσιμα — και το οποίο γενικά κοστίζει λιγότερο από 2 ευρώ το κιλό.
Τι είπαν οι εκπρόσωποι του κλάδου στο συνέδριο Investing in Green Hydrogen
Ωστόσο, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο μιλώντας στο συνέδριο Investing in GreenHydrogen που έγινε τον Σεπτέμβριο 2023 στο Λονδίνο προειδοποίησαν ότι το κόστος του πράσινου υδρογόνου όχι μόνο δεν θα μειωθεί τόσο γρήγορα όσο άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αλλά αντίθετα θα αυξηθεί.
«Το κόστος μάλλον αυξάνεται», είπε ο Andreas Bieringer, επιχειρηματικός διευθυντής ανάπτυξης και εμπορικός διευθυντής στην εταιρεία ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας της Emirati Masdar, αν και στη συνέχεια πρόσθεσε ότι η αύξηση στο κόστος παραγωγής πράσινου υδρογόνου είναι μια «κατάσταση που βλέπουμε αυτή τη στιγμή. Τελικά το κόστος θα πέσει ξανά», πρόσθεσε.
Αλλά και ο Benjamin Haycraft, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της εταιρεία τεχνολογίας πράσινου υδρογόνου Plug Power, σε ξεχωριστό πάνελ υποστήριξε ότι θα συνεχίσει να υπάρχει ένα πράσινο premium για το υδρογόνο που παράγεται μέσω ηλεκτρόλυσης.
«Η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για πολλούς λόγους θα αυξηθεί», είπε, σημειώνοντας ότι δεδομένου του ότι η χωρητικότητα αντιπροσωπεύει το 60% του κόστους παραγωγής υδρογόνου μέσω ηλεκτρόλυσης, αυτό θα εξουδετερώσει τυχόν πρόοδο στην απόδοση ή στα κεφαλαιακά κόστη του ηλεκτρολύτη.
«Εάν έχουμε ηλεκτρική ενέργεια στα 50 ευρώ/MWh, πιθανότατα θα έχουμε μεταβλητό κόστος 2 ευρώ το κιλό και, στη συνέχεια, θα πρέπει να αποσβέσουμε το κεφαλαιακό κόστος», πρόσθεσε ο Haycraft.
Ακριβότερο συγκριτικά με την αναμόρφωση μεθανίου με ατμό
Ως εκ τούτου, αναμένει ότι η παραγωγή πράσινου υδρογόνου θα παραμείνει ακριβή σε σύγκριση με τη λειτουργία μιας μονάδας αναμόρφωσης του μεθανίου με ατμό.
«Και λοιπόν, πώς θα αντιδράσουν οι τελικοί καταναλωτές, οι οποίοι στη συνέχεια θα πρέπει να πληρώσουν ένα σημαντικό πράσινο premium; Νομίζω ότι αυτό είναι ένα θεμελιώδες ζήτημα — σήμερα προσπαθούμε να κρύψουμε όλο αυτόν τον φυσικό πράσινο πληθωρισμό με τις επιδοτήσεις, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αυτό το πράσινο premium δεν πρόκειται να εξαλειφθεί».
Ο μεγαλύτερος παράγοντας πίσω από την αύξηση του κόστους είναι απλώς ότι οι ανανεώσιμες πηγές για την παραγωγή υδρογόνου και οι τεχνολογίες τους είναι πολύ εκτεθειμένες σε αυξήσεις στο κόστος κεφαλαίου.
«Υπάρχει μια πρόκληση, επειδή το κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι ανάγκες κεφαλαίου αυξάνονται», δήλωσε η SopnaSury, διευθύνουσα σύμβουλος για το υδρογόνο στη γερμανική RWE, αν και έσπευσε να σημειώσει ότι όταν οι μονάδες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τεθούν σε λειτουργία, θα υπάρχει ένα «οριακό κόστος μηδέν».
Αυτό βεβαίως σημαίνει ότι το πράσινο υδρογόνο, συγκριτικά με το γκρι ή το μπλε υδρογόνο, είναι λιγότερο ευάλωτο στις μεγάλες αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου - που πέρυσι είχαν ως αποτέλεσμα το κόστος της ηλεκτρόλυσης να βρεθεί για ένα διάστημα κάτω από της παραδοσιακής μεθόδου της αναμόρφωση του μεθανίου με ατμού –αλλά και ότι το πράσινο υδρογόνο πιθανό να γίνεται πολύ πιο ακριβό με την αύξηση του πληθωρισμού.
«Βλέπουμε επίσης στα έργα μας κάποιους αυξημένα κόστη κεφαλαίου, δυστυχώς», παραδέχτηκε ο Διευθύνων Σύμβουλος της γερμανικής εταιρείας ενέργειας Uniper για το υδρογόνο, Axel Wietfeld, σε μια ξεχωριστή παρουσίαση στο συνέδριο.
Αν και δεν αποκάλυψε την επίπτωση της αύξησης των δαπανών κεφαλαίου στο σταθμισμένο κόστος παραγωγής ανανεώσιμου υδρογόνου, ο AxelWietfeld, σημείωσε ότι «το γκρι και το μπλε έχουν λίγο χαμηλότερο κόστος δαπανών κεφαλαίου» και πρόσθεσε ότι με βάση τις μέχρι σήμερα προβλέψεις ότι το κόστος κεφαλαιακών δαπανών του πράσινου υδρογόνου είναι πιθανό να πέσει κάτω από του μπλε έως το 2035.
Οι τιμές του ηλεκτρολύτη
Οι εταιρείες εμφανίστηκαν επίσης διχασμένες σχετικά με το εάν η τιμή των ηλεκτρολυτών - που αντιπροσωπεύει έως και το 40% του τελικού κόστους της παραγωγής πράσινου υδρογόνου - θα αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο για τη μείωση του κόστους αυτή τη δεκαετία.
«Θα είναι ακόμα πολύ δύσκολο να μειωθεί το κόστος», δήλωσε ο Ganapathy Swamy, αντιπρόεδρος της Linde για την ανάπτυξη μεγάλων έργων στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική.
«Το κόστος παραγωγής των ηλεκτρολυτών δεν ακολουθεί τον τύπο της καμπύλης που είδαμε στην ηλιακή ενέργεια, με το φωτοβολταϊκά πάνελ ή σε άλλες ΑΠΕ, όπου είναι διαφορετικά τα οικονομικά δεδομένα», προειδοποίησε.
Ο Swamy σημείωσε ότι όχι μόνο οι κατασκευαστές ηλεκτρολυτών είναι διεσπαρμένοι σε διαφορετικές περιοχές– έστω και με επίκεντρο τις ΗΠΑ επειδή εκεί αναμένονται πολύ περισσότερα έργα πράσινου υδρογόνου επειδή επιδοτούνται βάσει του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA) - αλλά και μπορεί να χρειαστεί να αυξήσουν τις τιμές λόγω της έλλειψης κρίσιμων μετάλλων όπως το τιτάνιο και το ιρίδιο.
Ωστόσο, ο Didier Holleaux, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της γαλλικής εταιρείας κοινής ωφέλειας Engie, υποβάθμισε τις ανησυχίες του Swamy για ελλείψεις πρώτων υλών, αναφέροντας ότι επιστήμονες και μηχανικοί προωθούν τη μειωμένη χρήση κρίσιμων μετάλλων στις τεχνολογίες άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για να λύσουν το πρόβλημα των ελλείψεων. «Είμαι αισιόδοξος ότι το ίδιο θα συμβεί και με τους ηλεκτρολύτες».
Αντίθετα, ανέφερε, το μεγαλύτερο πρόβλημα με τους ηλεκτρολύτες στην αγορά είναι στην πραγματικότητα το κόστος λειτουργίας τους.
«Σήμερα, η αξιοπιστία των συσκευών ηλεκτρόλυσης δεν είναι στο σημείο που θα χρειάζεται για να αναπτύξουμε την οικονομία του υδρογόνου», δήλωσε ο Holleaux. «Πρέπει να έχουμε συσκευές ηλεκτρόλυσης που να λειτουργούν αξιόπιστα, με χαμηλό κόστος συντήρησης και με πολύ περιορισμένο αριθμό διακοπών».
Τουλάχιστον μία σειρά ηλεκτρολυτών — ο HyLyzer 500, που κατασκευάζει η Accelera της Cummins — είναι γνωστό ότι έχει κλείσει στο πεδίο λόγω τεχνικού ελαττώματος, οδηγώντας σε αρκετούς μήνες απώλειας παραγωγής για ορισμένα από τα έργα που χρησιμοποιούν αυτό το μοντέλο.
Το ρυθμιστικό κόστος
Ο Sury ανέφερε ότι άλλος ένας παράγοντας που καθιστά την παραγωγή πράσινου υδρογόνου λίγο πιο ακριβή είναι οι αποφάσεις των κυβερνητικών και των ρυθμιστικών αρχών που ορίζουν τι θα θεωρείται το υδρογόνο ως ανανεώσιμο καύσιμο μη βιολογικής προέλευσης (RFNBO) —και επομένως θα είναι επιλέξιμο για επιδοτήσεις, λαμβανομένων υπόψη των επιταγών για τη βιομηχανική χρήση του.
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα διατύπωσε την εκτίμηση ότι οι απαιτήσεις που έχουν τεθεί για την παραγωγή υδρογόνου ως ανανεώσιμης πηγής ενέργειας για την ίδια περίοδο μιας ώρας θα αύξανε το κόστος κατά 27,5% σε μηνιαίο επίπεδο, με μικρό θετικό αντίκτυπο στις εκπομπές.
«Αν αυτός είναι ο κανόνας του παιχνιδιού, νομίζω ότι η ρύθμιση είναι μόνο ένα μέρος του», πρόσθεσε ο Sury. «Πρέπει να μιλήσουμε για χρηματοδοτική στήριξη, γιατί εν τέλει από την σκοπιά του καταναλωτή, από την οπτική του παραλήπτη, πρέπει να καταλάβουν τι πρόκειται να πληρώσουν. Επομένως, εάν κάνουμε τους κανόνες πιο περίπλοκους, πρέπει να έχουμε έναν άλλο μηχανισμό για να καλύψει το κενό».
Ο Sury ανέφερε την επερχόμενη πιλοτική δημοπρασία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Υδρογόνου που προσφέρει επιδότηση έως και 4,5 ευρώ το κιλό για να καλυφθεί το χάσμα του κόστους μεταξύ της παραγωγής πράσινου και γκρι υδρογόνου, καθώς και συμβόλαια άνθρακα που καλύπτουν τη διαφορά για τους τελικούς χρήστες σε ορισμένες αγορές, όπως η Γερμανία.
Περιμένοντας τις χαμηλότερες τιμές
Η εκτίμηση ότι οι τιμές δεν θα πέσουν εντυπωσιακά την επόμενη δεκαετία βοηθά τις εταιρείες στην προσπάθειά τους να πείσουν τους πελάτες να δεσμευτούν σε μακροπρόθεσμες συμφωνίες — οι οποίες γενικά θεωρούνται και απαραίτητες από τις τράπεζες για να διασφαλίσουν ότι θα πάρουν πίσω τα κεφάλαια που δίνουν για τη χρηματοδότηση των έργων.
«Όλοι φοβούνται λίγο να κλειδωθούν πολύ νωρίς σε αυτήν την τεχνολογία», είπε ο Bieringer, και είναι λογικό ότι οι τελικοί χρήστες αντιμετωπίζουν με μεγάλη επιφυλακτικότητα το υδρογόνο γιατί σκέφτονται ότι θα καταλήξουν να πληρώσουν πολύ περισσότερα για το υδρογόνο από ότι αν αναστείλουν τα σχέδιά τους για ένα διάστημα 2-3 χρόνων. Ως εκ τούτου, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι «το κόστος θα μειωθεί με την πάροδο του χρόνου», πολλοί θα επιλέξουν να περιμένουν μέχρι να εκλείψει αυτός ο κίνδυνος, κι αυτό μπορεί να χρειαστεί «άλλα δέκα χρόνια».
www.worldenergynews.gr