Σε υψηλές τιμές, συγκριτικά με την περίοδο πριν την ενεργειακή κρίση, εκτιμούν οι μελετητές του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) ότι θα κινηθούν οι τιμές ρεύματος έως το 2050. Σε κάθε περίπτωση, προβλέπουν ότι θα είναι χαμηλότερες από εκείνες του 2021, οπότε ξεκίνησε η ενεργειακή κρίση, το οποίο ορίζεται ως έτος αναφοράς.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τις προβλέψεις τους για την εξέλιξη των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2050, η μέση τιμή καταναλωτή θα διαμορφωθεί το 2025 στα 149,5 ευρώ/MWh (ανά μεγαβατώρα) και θα βαίνει μειωμένη έως το 2050, δίχως όμως να πέσει στα επίπεδα πριν την ενεργειακή κρίση.
Ειδικότερα, το 2030 εκτιμάται ότι θα είναι στα 132,6 ευρώ ανά μεγαβατώρα, το 2035 στα 118,9 ευρώ/MWh, το 2040 στα 115,3 ευρώ/MWh, το 2045 στα 111,2 ευρώ/MWh και το 2050 στα 109,8 ευρώ/MWh.
Οι εκτιμήσεις έγιναν βάσει της υπόθεσης ότι οι τιμές φυσικού αερίου σταθεροποιούνται μεν στο μέλλον αλλά σε επίπεδα υψηλότερα (περίπου κατά 35% - 40%) των χαμηλών τιμών που παρατηρήθηκαν προ της κρίσης που ξεκίνησε το 2021. Επιπλέον, γίνεται η υπόθεση ότι οι τιμές διοξειδίου του άνθρακα κλιμακώνονται προς υψηλά επίπεδα στο μέλλον, ξεκινώντας λίγο πιο κάτω από τα 90 ευρώ ανά τόνο CO2 το 2023 και υπερβαίνει τα 100 ευρώ ανά τόνο CO2 ήδη πριν το 2030.
Οι υποθέσεις σχετικά με τις μελλοντικές τιμές φυσικού αερίου και δικαιωμάτων εκπομπής στο πλαίσιο του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ) ήταν πολύ χαμηλότερες στο προηγούμενο ΕΣΕΚ του 2019 για αυτό και είχε υπολογίσει σχετικά χαμηλές τιμές και κόστη ηλεκτρικής ενέργειας στο μέλλον. Πάντως, και το νέο σχέδιο ΕΣΕΚ, παρά τις υποθέσεις για υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου και δικαιωμάτων εκπομπής, προβλέπει μια τάση συνεχούς μείωσης για την ηλεκτρική ενέργεια.
Η δομή του μειούμενου κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας περιλαμβάνει επιπλέον και το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής, η οποία εκτιμάται ότι θα μειώνεται σταθερά στο μέλλον, παρά το αυξανόμενο κόστος συμπλήρωσης, εξισορρόπησης και αποθήκευσης της ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), και το κόστος των δικτύων το οποίο μελλοντικά έχει αυξητική τάση λόγω της αύξησης των επενδύσεων στα δίκτυα.
Τι προβλέπει η πρόταση
Ειδικότερα, η νέα πρόταση ΕΣΕΚ υπολογίζει ότι χάρις στο συνεχώς μειούμενο κόστος επενδύσεων σε ΑΠΕ, για όλες τις τεχνολογίες, περιλαμβανομένων των υπεράκτιων, το συνολικό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, περιλαμβανομένων του κόστους ηλεκτροπαραγωγής και του κόστος των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, θα είναι συνεχώς μειούμενο στο μέλλον, παρά τον μεγάλο μετασχηματισμό σε ένα σύστημα με απόλυτη κυριαρχία των ΑΠΕ. Το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας σε ένα σύστημα με κυρίαρχες τις ΑΠΕ δεν εξαρτάται μόνο από το κόστος των ΑΠΕ, το οποίο είναι ήδη πολύ μικρό και μειώνεται περαιτέρω στο μέλλον, αλλά και από το κόστος της ενέργειας και της αποθήκευσης για τη συμπλήρωση και εξισορρόπηση των ΑΠΕ και την διασφάλιση των εφεδρειών και επικουρικών υπηρεσιών.
Το κόστος αυτό εξαρτάται εν μέρει από το φυσικό αέριο αλλά θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από το κόστος της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας το οποίο είναι εντάσεων κεφαλαίου και σήμερα είναι ακόμα σχετικά υψηλό ανά μονάδα αποθηκευμένης ενέργειας. Το κόστος των εφεδρειών, επικουρικών υπηρεσιών και ενέργειας που συμπληρώνει τις ΑΠΕ είναι σχετικά υψηλό γιατί οι μονάδες, περιλαμβανομένων των θερμικών που χρησιμοποιούν αέρια καύσιμα, σήμερα φυσικό αέριο και στο μέλλον σταδιακά ανανεώσιμα αέρια, θα έχουν μικρό βαθμό χρησιμοποίησης, κατά συνέπεια θα χρειάζεται να ανακτούν το κόστος των απασχολουμένων κεφαλαίων μέσω της κοστολόγησης των παρεχόμενων υπηρεσιών στο σύστημα και μέσω άλλων μηχανισμών διασφάλισης της αμοιβής για το κεφάλαιό τους
Όπως σημειώνουν οι συντάκτες του ΕΣΕΚ, η δομή του κόστους της ηλεκτροπαραγωγής μετατοπίζεται σταθερά από μεταβλητό κόστος σε πάγιο κόστος για τα απασχολούμενα κεφάλαια και τη συντήρηση των εξοπλισμών. Το μεταβλητό κόστος τείνει προς ένα ελάχιστο ποσοστό μακροχρόνια.
www.worldenergynews.gr