«Ο υψηλός πληθωρισμός, η κατάρρευση της λίρας και το αυξανόμενο δημόσιο έλλειμμα είναι πιθανό να επιδεινώσουν την οικονομική κρίση στην Τουρκία», ισχυρίζεται ο Γερμανός οικονομολόγος Νόρμπερτ Τόφαλ μετά την επανεκλογή Ερντογάν. «Η αδύναμη λίρα κάνει τις εισαγωγές στην Τουρκία όλο και πιο ακριβές, τροφοδοτώντας περαιτέρω τον πληθωρισμό. Ούτε η εισαγωγή λιγότερων αγαθών θα πετύχει, η εξάρτηση της Τουρκίας από τις εισαγωγές είναι πολύ υψηλή», συμπληρώνει ο Τόφαλ σε συνέντευξη του στο περιοδικό Der Spiegel.
Ο Ερντογάν, συνεχίζει ο οικονομολόγος, «πιστεύει ότι μπορεί να παρακάμψει τους οικονομικούς νόμους. Αλλά ούτε αυτό θα τo καταφέρει. Το βλέπετε ήδη στην αντίδραση των χρηματαγορών μετά την επανεκλογή του. Η τουρκική λίρα έπεσε αμέσως σε ιστορικό χαμηλό.» Τα συναλλαγματικά αποθέματα έχουν συρρικνωθεί μαζικά. «Η αύξηση των εξαγωγών, για τα οποία εισέρχεται συνάλλαγμα ή ο τουρισμός δύσκολα θα μπορέσουν να την έλλειψη συναλλάγματος. Τα capital controls είναι πιθανό να επεκταθούν. Θα μπορούσε να προκληθεί κρίση ισοζυγίου πληρωμών», ισχυρίζεται ο Τόφαλ.
Μπορεί το χρέος της Τουρκίας να είναι περίπου 35% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) - χαμηλότερο από ό,τι στις περισσότερες χώρες του ευρώ, το ιδιωτικό χρέος στην Τουρκία ανέρχεται όμως στο 180 τοις εκατό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, «ποστό τεράστιο”, σύμφωνα με τον Τόφαλ. «Οι οφειλέτες δεν έχουν σχεδόν καθόλου αποθέματα ή την ευκαιρία να δανειστούν χρήματα στο εξωτερικό, επειδή η εξυπηρέτηση του χρέους γίνεται ολοένα και πιο ακριβή όσο πέφτει η λίρα.»
«Ο ίδιος ο Ερντογάν λέει ότι τα κράτη του Κόλπου έχουν στηρίξει τη λίρα και υπάρχουν επίσης φήμες ότι μπορεί να αντλήσει κεφάλαια από τη Ρωσία», αναλύει ο οικονομολόγος. «Αλλά για πόσο καιρό και υπό ποιους όρους θα είναι αυτές οι χώρες διατεθειμένες να διευθετήσουν ένα τουρκικό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών; Σίγουρα υπάρχει κίνδυνος χρεοκοπίας του τουρκικού κράτους. Ωστόσο, είναι δύσκολο να προβλέψουμε πότε θα συμβεί αυτό. Αλλά αν συμβεί, θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα αντιδράσει ο Ερντογάν», καταλήγει ο οικονομολόγος.
Πηγή: DW
www.worldenergynews.gr