Το πλαφόν που θέτει η Ομάδα των Επτά (G7) στις τιμές του μέσω θαλάσσης εξαγόμενου ρωσικού πετρελαίου δεν είναι αρκετά χαμηλό ώστε να μειώσει τα έσοδα του Κρεμλίνου το επόμενο έτος, εκτιμά σε ανάλυσή του το πρακτορείο Bloomberg.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους, ακόμη και αν οδηγήσει σε πτώση της παραγωγής αργού, ο Putin έχει ακόμα πολύ χρήμα για την πολεμική του προσπάθεια, τουλάχιστον προς το παρόν. Στα 60 δολάρια το βαρέλι, «το ανώτατο όριο τιμής φαίνεται πολύ γενναιόδωρο», δήλωσε η οικονομολόγος της Renaissance Capital Σοφία Ντόνετς. «Είναι κοντά σε αυτό που τιμολογήθηκε από την αγορά για το 2023 και στο επίπεδο που προτείνεται στον προϋπολογισμό της Ρωσίας», επισημαίνει στο πρακτορείο.
Στην πραγματικότητα, προσθέτει το αμερικανικό πρακτορείο, οι G7 έκαναν προσπάθειες να εξασφαλίσουν ότι το επίπεδο δεν θα ήταν τόσο χαμηλό ώστε να οδηγήσει το Κρεμλίνο σε σημαντική μείωση της παραγωγής, κάτι που θα υπήρχε κίνδυνος να ωθήσει τις παγκόσμιες τιμές ψηλότερα.
Η Ρωσία μέχρι στιγμής δεν έχει ανακοινώσει την απάντησή της, αλλά αξιωματούχοι λένε ότι σχεδιάζουν να συνεχίσουν να εκτρέπουν τις ροές σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία που δεν έχουν υπογράψει επίσημα το όριο τιμής.
Υπενθυμίζεται ότι το Κίεβο χαρακτήρισε ιδιαιτέρως υψηλό το πλαφόν των 60 δολαρίων, καλώντας για ανώτατο όριο στα 30 δολάρια το βαρέλι.
Ανύπαρκτες συνέπειες στα οικονομικά της Ρωσίας
Ακόμη και χωρίς το ανώτατο όριο τιμών – μαζί με τους ναυτιλιακούς και ασφαλιστικούς περιορισμούς που στοχεύουν στην παρεμπόδιση του εμπορίου της Ρωσίας – το Κρεμλίνο περίμενε μείωση σχεδόν 25% στα φορολογικά έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο καθώς η παραγωγή και ορισμένες τιμές πέφτουν.
Όμως, ακόμη και με την αύξηση των δαπανών για τον πόλεμο, η Ρωσία μπόρεσε να καλύψει εύκολα το δημοσιονομικό της έλλειμμα αξιοποιώντας το ταμείο περιουσίας της και δανειζόμενο στην τοπική αγορά ομολόγων, όπου οι κυρώσεις αφήνουν στους επενδυτές ελάχιστες εναλλακτικές λύσεις.
www.worldenergynews.gr